Ο μεγάλος Νόρμαν Σπίνραντ, αυτός ο άθλιος χίπης, είναι εξαιρετικός στο να διεισδύει στα παιχνίδια εξουσίας, αλλά τραγικά κακός, προκαλών ασυγκράτητον γέλωτα, όταν έχει να κάνει με άλλους είδους διεισδύσεις (ναι, στο μπάσκετ αναφέρομαι). Το συγκεκριμένο απόσπασμα που παραθέτω είναι απίστευτα (με την κυριολεκτική σημασία της λέξης) κακό, εννοώντας ότι η Κ. θεώρησε ότι το έβγαλα από το μυαλό μου. Αρπάζοντας το βιβλίο όμως από τα χέρια μου, την έπιασε ένα ταράκουλο γέλιου: «Όχι ρε συ, δεν γίνεται να γράφει αυτά τα πράγματα, ωχ ρε πούστη μου, αλήθεια είναι, α τον μαλάκα, αχαχαχαχα». Κι έτσι πέρασε ένα ευχάριστο πεντάλεπτο.
Γραφει λοιπόν ο άπλυτος χίπης στο βιβλίο «Ο Τζακ Μπαρον και η αιωνιότητα», στο οποίο αναφερθήκαμε προ ολίγων ημερών:
«Και τότε είδε πίσω από τα παράθυρα των ματιών της, όπως τα τρία κεράσια που κερδίζουν στις μηχανές των καζίνων, να σχηματίζεται το γνωστό, παλιό, θαυμάσιο, παυλοφικό, αντανακλαστικό τόξο με έναν λατρευτικό σπινθηρισμό, κι εκείνη κατέβασε το στόμα της προς το στήθος του, γλείφοντας και δαγκώνοντας, αφήνοντας ένα ίχνος γλυκών χυμών, και τα χέρια της ξεκούμπωσαν το παντελόνι του, με το γνωστό της περίεργα αντρικό τρόπο. Επεσε στα γόνατα, και τα μαλλιά της ελεύθερα ως τους ώμους, τα χέρια να κυματίζουν, το στόμα να κινείται πάνω του και μετά γύρω του με μια ελικοειδή ρευστή κίνηση, καθώς η ευκίνητη γλώσσα της και τα ζεστά παλλόμενα χείλη της τον ρούφηξαν…
Σταμάτησε για μια στιγμή (half beat) τον κοίταξε με ορθάνοιχτα μάτια πάνω από το στομάχι του σαν να ήταν το μάρμαρο κάποιου ηρωικού αγάλματος. Επειτα τα μάτια της έκλεισαν σπλαχνικά, καθώς τα νύχια της δάγκωναν τη στρογγυλάδα των γλουτών του και τα χέρια της τον μπούκωναν στο στόμα της σαν μια μεγάλη μπουκιά γλυκό πεπόνι. Μούγκρισε ελαφριά μια φορά πιάνοντας το ρυθμό του, πιο γρήγορα και πιο γρήγορα, και πιο γρήγορα, με έναν ασυμπτωματικό ρυθμό, γονατίζοντας και γρατζουνώντας, και ρουφώντας πιο γρήγορα, και πιο γρήγορα και πιο γρήγορα…
Πιο γρήγορα, πιο γρήγορα-γρήγορα-γρήγορα-γρήγορα γρήγοραγρηγοραγρηγορα –κι έπεσε μπρος χαλαρά πάνω της καθώς τα κύματα της ηδονής μέσα του ογκωνόνταν-ογκωνόνταν-ογκωνόνταν ογκωνόντανογκωνόντανογκωνόνταν σε επιθετικές ρυθμικές εκρήξεις, ώσπου συγχωνεύτηκαν, συντονίστηκαν σε ένα συνεχές άχρονο φλας… Και αναστέναξε βαθιά εκπνέοντας με ένα μούγκρισμα και εκτονώθηκε μέσα της, η ένταση ελευθερώθηκε από την αντιστροφή μιας σύναψης, σταμάτησε για λίγο, και μετά έπιασε το προσωπό της στα χέρια του, τη σήκωσε και τη φίλησε απαλά στα υγρά γεμάτα αγάπη χείλια της.
Υποθέτω ότι ο κ. Σπίνραντ δεν αποσκοπούσε στο να με κάνει να γελάσω με αυτή τη σκηνή. Ως αντιπαραβολή παραθέτω μια εξαιρετική σκηνή από το βιβλίο του Νίκου Βασιλειάδη «Ο συμβολαιογράφος», εκδόσεις Νεφέλη. (Ο Αργύρης είναι παντρεμένος με τη Ματούλα και ζουν με την μητέρα αυτής, την Ερασμία. Η οικιακή γαλήνη έχει διαταραχθεί εξαιτίας των… κολοκυθακίων που σιχαίνεται ο Αργύρης αλλά μαγειρεύει η πεθερά του, σε σημείο να την απειλήσει ότι άμα ξαναμαγειρέψει κολοκυθάκια, θα την γαμήσει!).
«Η πόρτα της κάμαρας της Ερασμίας πήγε να πέσει όπως την άνοιξε ο Αργύρης. Ηταν ξαπλωμένη μπρούμυτα με μια ξεμπρατσωμένη θερινή νυχτικιά, σηκωμένη μέχρι τα μισά των γλουτών και φαινόταν η μαύρη κυλότα της. Τόσο χρονών η Ερασμία και ο πάλαι ποτέ διάσημος πισινός της παρέμενε εκρηκτικός! διαπίστωσε κατάπληκτος ο Αργύρης διεσπασμένος από το θέαμα.
- Τι συμβαίνει Αργύρη, ρώτησε νωχελικά η Ερασμία.
- Γιατί το κάνατε αυτό μητέρα; είπε βαριά ο Αργύρης αποσπάσας μετά βίας το βλέμμα του από τα τουρλωτά οπίσθια και επανέλθων χωρίς μεγάλην πεποίθησιν στην οργήν του.
- Γιατί, δεν σου άρεσε το φαγητό; είπε αθώα η Ερασμία με το βλέμμα κολλημένο στο σώβρακο του Αργύρη. Ο οποίος συνέλαβε ταυτοχρόνως την κατεύθυνσιν της ματιάς της και την διεργασίαν που του συνέβαινε εντός του σωβράκου.
- Θυμάσαι τι σου είπα κάποτε Ερασμία; είπε όσο αυστηρότερα μπορούσε. Το σώβρακο έπαιρνε ραγδαία το σχήμα αντισκήνου.
- Για τα κολοκυθάκια; είπε αυτή αθώα, και άνοιξε τα μπούτια της.
- Θυμάσαι που εγώ κρατάω πάντα το λόγο μου Ερασμία; βόγγηξε χτυπημένος κατακούτελα ο Αργύρης από τις περιστάσεις.
- Και τι; Θα το κάνεις; Δεν ντρέπεσαι παλιάνθρωπε; κακάρισε η Ερασμία και στήθηκε γονατιστή.
Ένα κόκκινο πράγμα είχε κρεμάσει γύρω από τα μάτια του Αργύρη, που έκλεινε το οπτικό του πεδίο, και μόνο στο κέντρο του ξεχώριζε ο πισινός της Ερασμίας σαν τούρτα λαχταριστή. Κι ολότελα δαιμονισμένος ο ατυχής πέταξε το σώβρακο, γονάτισε πίσω της και της κατέβασε την κυλότα. Και λαβών διά της δεξιάς το θηριώδες όργανον ως μαύρη σκυτάλην, αλάλαξε:
- Εμένα ο λόγος μου είναι συμβόλαιο Ερασμία!
- Κι ο πούτσος σου κανόνι! χλιμίντρισε η Ερασμία.
Και τότε εγένετο φως! Η πορφυρά τύφλωσις που κατεκάλυπτε τον νουν του Αργύρη εσχίσθη ωσάν το καταπέτασμα του ναού κι είδε μπροστά του τα μεγάλα μαύρα μάτια της Ματούλας του. Και είδε την κατάντια του. Και γεμάτος λύσσαν εκδικητικήν για τον ξεπεσμόν του, όπως κρατούσεν την διαβόητον μανιβέλα, της την εφέρμαρε της Ερασμίας από τον κώλο!»
11 σχόλια:
Ωραίος ο Αργύρης, ωραία η Ερασμία, ακόμη ωραιότερος ο Βασιλειάδης. Αλλά, πάντα υπάρχει ένα αλλά:
Μήπως για το ατόπημα του Σπίνραντ δεν ευθύνεται τόσο ο ίδιος (μπορεί για το αγγλόφωνο κοινό του, το κείμενο να είναι kinky) αλλά ο μεταφραστής του;
Σκεφτήκατε, δηλαδής, μήπως ο έρμος ο Νόρμαν είναι γμένος στη μετάφραση;
Η μετάφραση είναι χάλια, όντως, βρίθει στους αγγλισμούς. Αλλά ρε συ Σκύλε, διαβάζοντας την ερωτική του Σπίνραντ μου δόθηκε η εντύπωση ότι α) η τύπισσα εχει τρία μάτια β) ότι τα φρύδια της είναι ενωμένα γ) ότι της τρέχανε τα σάλια δ) ότι ήταν νταρντάνα ή τεσπά αντρόφερνε λίγο ε)ότι είχε τουλάχιστον τέσσερα χέρια, ή ότι τα νύχια δεν τα είχε στα χέρια, και επιπλέον ότι τα νύχια της έιχαν δόντια στ)ότι τρελαίνεται για πεπόνι, το οποίο σιχαίνομαι ζ) ότι η "αντίστροφή μια σύναψης" είναι πολύ διεγερτική.
Ε, δεν μπορεί για όλα αυτά να φταεί μόνο ο -όντως- κακός μεταφραστής!
Γενικώς συνάδελφοι οι μεταφράσεις ΕΦ είναι πολύ χάλια. Ένα πρόσφατο τρανταχτό παράδειγμα είναι τα Dune, όπου έκανα το τραγικό λάθος να τα ξαναδιαβάσω στα ελληνικά. Δεν τα διάβαζα καλύτερα στα φιλανδικά, πιο πολύ θα το φχαριστιόμουνα.
Τώρα, γενικώς ο Σπίνραντ έχει τα καλά του και τα κακά του. Οκ. Δεν είναι ερωτικός συγγραφέας... Ίντα να καμωμε μωρέ; Άλλωστε, σεξ, βία, αίμα, εξουσία, μυστικές υπηρεσίες, δημοσιογράφους, εκβιασμούς κλπ κλπ, έχει μόνο η πραγματικότητα και ουχί ένας ταπεινός συγγραφεύς!!!
Βααλ, εγώ σου προτείνω να το διαβάσεις στα φλαμανδικά (αν θυμάσαι την ανάλογη εμπειρία που είχα)...
Οσο για τον Σπίνραντ, εντάξει ήμουν υπερβολικός, αλλά τον θεωρώ υπερεκτιμημένο (ξέρω, ξέρω, μετά από αυτή μου τη δήλωση δεν θα μπορεί να κοιμηθεί τις νύχτες ο Νόρμαν). Ασε που είναι και πολύ "πικραμένος χίπης" και με κάτι τέτοια μου έρχεται να πηδήξω από το παράθυρο.
Όχι, μήηηηηηηηηη!
Μην ανησυχείς Σκύλε. Το δικό μου ντιβιντί είναι σαν το "Μικρό Σπίτι στο Λειβάδι".
Πολύ διδακτική η κόντρα παράθεση. Έκοψα το πεπόνι κι άρχισα να μαγειρεύω κολοκυθάκια.
Αυτή τη διάσταση (κολοκυθάκια - πεπόνι), ομολογώ, δεν την είχα σκεφτεί.
Η αλήθεια είναι ότι στα κολοκυθάκια έχω μια αδυναμία...
Ντάξει καλος είναι μωρε ο Σπινραντ. Απλά σπρώχνετε και πολύ, μιας και έχει πιασάρικα θέματα. Πάντως το Τζακ Μπάρον και Οι πράκτορες του χάους είναι αριστουργήματα.
Μην ξεχνάτε, αγαπητοί, ότι ο "Τζακ Μπάρον" γράφτηκε το 1969, πριν από 40, σχεδόν, χρόνια. Όχι βέβαια ότι ο Σπίνραντ έχει βελτιωθεί ιδιαιτέρως στις περιγραφές πεολειξίας (δεν πρέπει να έχει γράψει βιβλίο χωρίς ένα, τουλάχιστον, τσιμπούκι) αν κρίνουμε από τις αντίστοιχες περιγραφές στην "Πασίφικα" και στην "Μηχανή του Ροκ εντ Ρολ".
Από την άλλη, και η σκηνή με τα κολοκυθάκια της Ερασμίας με έκανε να γελάσω, αν και όχι για τον λόγο που είχε στο μυαλό του ο συγγραφέας, υποθέτω.
Επίσης, όσον αφορά και το προηγούμενο σχετικό ποστ, πολύ φοβάμαι ότι η έκδοση του "Τζακ Μπάρον" έκανε τελικά μεγάλο κακό στην ελληνική TV...
Dimitri, τα κολοκυθάκια της Ερασμίας νομίζω πως αποσκοπούσαν στην πρόκληση γέλιου. Είτε έτσι είτε αλλιώς όμως, αυτό που με άρεσε ήταν ο ρυθμός της γραφής, τον οποίο ρυθμό μάλλον έχασε ο Τζακ Μπάρον κάπου στη μετάφραση...
Αν οι σημερινοί τιβάνθρωποι έχουν διαβάσει Σπίνραντ, τότε έχουμε ακόμη ελπίδα!
Δημοσίευση σχολίου