30 Ιαν 2013

Μικροποδοσφαιρική πολιτική ανάλυση

Τρώμε γκολ με κάθε δυνατό τρόπο, σε κάθε επίπεδο, τα τελευταία χρόνια, κάνουμε αστεία πέναλτι, ξεπουλάμε εύκολα όχι μόνο την μπάλα αλλά τα πάντα, η άμυνά μας είναι τρύπια, εγκληματικά τα λάθη στο χώρου του κέντρου, παίζουμε μόνο με ηρωικές, άναρχες αντεπιθέσεις-γιουρούσια, ποντάραμε στην ανάπτυξη από τη δεξιά πτέρυγα δίνοντάς της έναν νεοφιλελεύθερο ρόλο μέσα στο γήπεδο, μόνο που αυτή αποφάσισε να κινηθεί αποκλειστικά έξω ακροδεξιά, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα, ενώ η αριστερή πτέρυγά μας έχει μεν ταλέντο, αλλά ακόμη ψάχνει το ρόλο της μέσα στο γήπεδο, ενίοτε δε συγκλίνει υπερβολικά προς το κέντρο. Μέχρι και αυτογκόλ βάζουμε. 

27 Ιαν 2013

Μόλις πριν από λίγο και ενώ ήδη είχα καθυστερήσει να κάνω μπάνιο για να ξεκινήσω να πάω εκεί όπου έχω καθυστερήσει να πάω, έγραψα ένα τουί, το οποίο ενδεχομένως ήταν λίγο άδικο, σχετικά με τον τίτλο αυτού του άρθρου στο left.gr το οποίο επισκέπτομαι συχνά για την καθημερινή, αριστερή μου ενημέρωση. Εξακολουθώ να θεωρώ ατυχή τον τίτλο, έως και παραπλανητικό, και όσον αφορά τη λέξη "όλοι", αλλά και όσον αφορά αυτό το "πλην συνταξιούχων", που κάτι σε γενίκευση μού κάνει, κάτι σε στοχοποίηση, κάτι σε "καλά να πάθουν οι συνταξιούχοι". Μετά διαπίστωσα ότι το εν λόγω άρθρο και ο επίμαχος τίτλος πρωτοδημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Αυγή, άρα αθώο σαν την... περιστέρα (κατά λάθος υπονοούμενο, ελπίζω να μην το πιάσει κανείς!) το left.gr. 
H Αυγή είναι μια εφημερίδα. Από εφημερίδες εγώ δεν ξέρω πολλά. Φαντάζομαι πως έχουν κάποιον, ας τον πούμε συντάκτη ύλης, υλατζή, ο οποίος σε συνεργασία με τον συντάκτη του κειμένου και τον αρχισυντάκτη (όλο συντακτοκάτι στις εφημερίδες, κάναν... ασύνταχτο τύπο δεν έχουν; εσωτερικής κατανάλωσης αστείο, μη δίνεις σημασία) καταλήγει σε έναν τίτλο ο οποίος αποτυπώνει πλήρως το πνεύμα του κειμένου. Εντάξει, λόγω πίεσης χρονικής αλλά και για λόγους εντυπωσιασμού ή και ευκολίας, πού ξες, μπορεί και λόγω απληρωσιάς, μπορεί καμιά φορά ο τίτλος να είναι πρόχειρος ή άστοχος. Λάθη γίνονται και ξεφεύγουν ακόμη και από τους καλύτερους διορθωτές, αν και απ' ό,τι μαθαίνω, όλο και λιγότεροι διορθωτές απασχολούνται πλέον στις εφημερίδες - γενικώς όλο και λιγότεροι άνθρωποι, για όλο και λιγότερα χρήματα, απασχολούνται στις εφημερίδες, ίσως γιατί όλο και λιγότεροι άνθρωποι βρίσκουν λόγους για να αγοράσουν μια εφημερίδα, ίσως γιατί τα σωματεία των δημοσιογράφων αντιστέκονται όλο και λιγότερο στις αυξανόμενες εργοδοτικές πιέσεις.
Εχω μια ριζοσπαστική (ωχ, και άλλη λέξη διφορούμενη, με υπονοούμενα) πρόταση: αντί να περικόπτουμε μισθούς, αντί να καταργούμε θέσεις εργασίας, αντί να προχωρούμε σε εύκολες κινήσεις εντυπωσιασμού, ας καταργήσουμε τους τίτλους, τα μότο, τους πλαγιότιτλους, τους υπέρτιτλους, τα καπέλα, τα bold, τα italics, όλα αυτά που δίνουν και διαφορετική ποιοτική και αξιολογική υπόσταση στις λέξεις. Να αφήσουμε τις λέξεις να μιλούν από μόνες τους, χωρίς διακρίσεις μεταξύ τους, χωρίς δικές μας, τεχνητές, παρεμβάσεις, που αλλού θα δίνουν έμφαση και αλλού όχι. Χωρίς τίτλους και αξιωμάτα. Ίσως έτσι, μέσα από την ισότητα των λέξεων, να μπορέσουμε να φτάσουμε στην αταξική κοινωνία (αστείο).
Αν και ήδη φαντάζομαι τον αντίλογο, στο πνεύμα της θεωρίας των άκρων, που θα με κατηγορεί για φασίζουσα ομοιομορφία στις λέξεις και κρυπτοφασισμό. 
Η αλήθεια είναι ότι έπρεπε να την έχω κάνει εδώ και καιρό (κι αυτό με πολλαπλές αναγνώσεις...)

Εγώ κι ο...

Ο Ερνέστος ήταν (είναι ακόμη;) ένα καφέ, στο Λιστόν της Κέρκυρας, δίπλα στον Κοχλία. Στου Ερνέστου καθόμασταν όποτε δεν βρίσκαμε να κάτσουμε στου Κοχλία, όπου συχναζε όλο το τρέντυ φοιτηταριάτο, διαβάζαμε "Πριν", "Προλεταριακή Σημαία" και "Ελευθεροτυπία" (την παλιά, την καλή) και χαζεύαμε την πασαρέλα. Ο χρόνος τότε έμοιαζε ατελείωτος και όλος δικός μας. Τελικά δεν ήταν. Ούτε ατελείωτος, ούτε δικός μας.
Ερνέστος είν' κι ο Χέμινγουέι. Χεμινγουέι είναι κι ένα μπαρ στη Σβώλου. Εγώ κι αυτός, εγώ κι αυτό, καμία σχέση.
Από τον "Γέρο και τη θάλασσα", το μοναδικό του έργο που 'χω διαβάσει, δεν συγκράτησα τίποτε, οι ιστορίες που δείχνουν τη δύναμη της ανθρώπινης θέλησης δεν μου λένε και πολλά. Ε, τότε τι σκατά να γράψω και κυρίως γιατί απορρίπτω έτσι εύκολα τον Ερνέστο;
Ενα φρικιό μου χάρισε τη βιογραφία του, του Χεμινγουέι, όχι τη δική του, αν και είμαι σίγουρος πως η δική του θα είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα. Δεν ξέρω γιατί μού τη χάρισε. Βιογραφίες γενικά δεν διαβάζω, στάσου να σου πω ποιες έχω διαβάσει: 

αν δεν έχεις τίποτε καλύτερο να κάνεις και καίγεσαι να διαβάσεις παρακάτω, κλικ για τη συνέχεια.

24 Ιαν 2013

Παίχτηκε μαλακία (το πιο γκόθικ τραγούδι όλων των εποχών)

(Προτού παιχτεί μαλακία, ο τίτλος της ανάρτησης ήταν "Δωμάτια 413, 205, 207, 217")

Αποχαιρέτισε του δύο καλούς ανθρώπους - συνεπιβάτες του, άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου, την έκλεισε, περπάτησε, κοίταξε ψηλά στον ουρανό, κοίταξε χαμηλά στη γη, φύσηξε, ξεφύσηξε, πήγε στον χασάπη, έφυγε από τον χασάπη, μπήκε στο σουπερμάρκετ, βγήκε από το σούπερμάρκετ, ξεκλείδωσε την πόρτα, την άνοιξε, την έκλεισε, την ξανακλείδωσε, πέταξε τα κλειδιά στο ράφι της βιβλιοθήκης, που 'χει αποκτήσει σημάδι από την καθημερινή προσγείωση των κλειδιών στο ίδιο πάντα σημείο, κάπου μεταξύ των βιβλίων του Λοτζ και του Ροθ, ακούμπησε τις σακούλες καταμεσής της κουζίνας, εβαλε στην κατάψυξη τις χοιρινές μπριζόλες (σπάλα), στο ψυγείο τη φέτα (ακριβή, δεν λέω μάρκα, η ανάρτηση δεν περιέχει τοποθέτηση προϊόντος), το γιαούρτι (2% λιπαρά), τα λεμόνια (κίτρινα), στο μπαλκόνι τα κρεμμύδια (άσπρα, ποτέ κόκκινα), τις καθαρές/γερές πλαστικές σακούλες στον ειδικό αποθηκευτικό χώρο, τις τρύπιες/βρόμικες στην ανακύκλωση, έβαλε μουσική να παίζει, έγραψε στο μυαλό του, για μελλοντική χρήση, "Βασίλη, να ξέρεις, έβαλα να παίζουν Τίντερστιξ", ρύθμισε την ένταση του μπάσου, ποτέ δεν του φαινόταν αρκετή, η μυρουδια του ταλκ κυριαρχουσε, ένας λόξυγκας, σκοτάδι, η παντοφλα αιωρηθηκε στον ουρανόου σαν γιουεφόου, ήταν ο Πανος η γραφομηχανή, ο σε προηγούμενη ανάρτηση δολοφονηθείς, ακόμη και στη μετενσάρκωσή του εκτός εποχής, ακόμη και στην κλοπή μιας ιδέας αποδεικνυόταν ντεφομέ, ντεμοντέ και αχρηστέ, τουλάχιστον ο θανών στο διήγημα του Παλαβού γυρνούσε ως κάτι διαχρονικό, ως συρραπτικο, πάντοτε χρήσιμο, αυτός ως μηχανή που γράφει, γραφομηχανή, τι χρησίμευε και σε ποιον;

(ΥΓ Είχα που λες σκοπό φτιάξω ένα μιξ δέκα-δώδεκα αγαπημένα μου τραγούδια των Τίντερστιξ, αλλά παίχτηκε μαλακία με το Οντάσιτι, δεν ξέρω τι σκατά έκανα και το πρώτο τραγούδι, αυτό που βλέπεις στο βίντεο, ακούγεται έτσι, σαν το πιο γκόθικ τραγούδι όλων των εποχών). 


Να, άκου το κανονικό, υπέροχο τραγούδι:

 

22 Ιαν 2013

Κίλινγκ τάιμ

Είν' ο συριζαίος
της εποχής μας Ναζωραίος
σταυρωθείς κι αναστηθείς νοικοκυραίος

Είν' το mall ναός
λατρεία ο καταναλωτισμός
της συλλογικής μας θλίψης ο γιατρός

(γραμμένο σε θρανίο αγνώστου μαθητή με ακμή, δίπλα σε Metallica, ΗοC και K+N=LFE)

Δύο κόμμα δέκα ευρώ

Αταίριαστο ζευγάρι, δίπλα-δίπλα καθισμένοι στις άβολες στενες θέσεις, λεωφορείο 12, Κατω Τούμπα προς ΚΤΕΛ. Από μέσα καθισμένος, 50αρης, μουλωχτός, λιανός, κοντούλης, καραφλοχαίτουλας, με ύφος μάγκικο, κουτσαβάκικο. Κοιτούσε τριγύρω στραβωμένος. Στραβωμένος με κοίταξε κι ο διπλανός του, ο απ' έξω, 25αρης, ψηλός, με κουρασμένη όψη, όταν κατά λάθος τον έσμπρωξα περνώντας δίπλα του για να καθίσω πίσω. Συγγνώμη ψέλλισα. Αυτός με κοίταξε σαν να 'μουνα μπριζόλα. 
Κάθισα πίσω. Ο νεαρός κουτουλούσε από τη νύστα. Εγειρε αποκαμωμένος στον ώμο του διπλανού του. Αυτός τον έσμπρωξε ξυπνώντας τον. "Κοιμάσαι", τον επέπληξε. 
Τα πήρε στην κράνα ο πιτσιρικάς, κόλλησε τη μούρη του στη μούρη του 50αρη: "Από τις 4 κύριος είμαι ξύπνιος, δουλειά, συνεργείο καθαρισμού". Ο άλλος "κάνε ό,τι θες, αλλά όχι πάνω μου". Τον είχε στριμώξει ο πιτσιρικάς στο τζάμι. "Και να ξέρεις κύρος, δεν είναι εύκολη δουλειά το συνεργείο καθαρισμού". Μούγκα ο κουτσαβάκης. "Και ξέρεις πόσα παίρνω κύριος; Δεκατρία ευρώ το εξαωρο. Ξέρεις κύριος πόσα είναι αυτά την ώρα; 2,10 ευρώ την ώρα". 
Ούρλιαζε ο πιτσιρικάς. 
Ο 50άρης χαλκομανία στο τζάμι."Εντάξει, εντάξει, ηρέμησε". 
Χαλάρωσε ο πιτσιρικάς. Ξεκόλλησε τη μούρη του από του 50αρη. Κάθισαν ίσια αμίλητοι, σκυθρωποι, κοιτώντας μπροστά τους. 
Ξάφνου γυρνά ο πιτσιρικάς και λέει του 50αρη: "Εσύ κύριος εργάζεσαι; τι δουλειά κάνεις;". 
"Τρώω τα λεφτά της μάνας μου", του απαντά ο άλλος.
"Ρε πώς μας κατήντησαν έτσι", ξεφύσηξε ο πιτσιρικάς, "ρε πώς μας κατήντησαν έτσι".

17 Ιαν 2013

Ζητήματα ταυτότητας, μέρος τρίτον
(τι εννοείς ποια είναι προηγούμενα δύο; δεν με παρακολουθείς μου φαίνεται!)

Εισαγωγή
Ετούτη η ανάρτηση, η προηγούμενη και η προπροηγούμενη, αν το καλοσκεφτείς, ή μάλλον όχι, μην το καλοσκεφτείς, γιατί αν το καλοσκεφτείς μπορεί να αποδειχθεί ότι έχω άδικο σε αυτό που πρόκειται να ισχυριστώ, διότι σπανίως καλοσκέφτομαι οτιδήποτε, αποτελούν μια τριλογία. Μια συμπτωματική σπουδή (χριστέ μου, πόσο πιο βαρύγδουπος;) πάνω στο ζήτημα της ταυτότητας.
Μικρός, πολύ μικρός, λιγότερο από δέκα χρονώ, θυμάμαι να ακούγονται τριγύρω μου τραγούδια του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε εκείνο το "Δεν υπάρχω", κυρίως επειδή δεν καταλάβαινα τι σημαίνει "κίμεδω", αργότερα, προτού καταλάβω ότι έλεγε "δεν υπάρχω, κι είμαι εδώ", νόμιζα ότι μιλάει για κάποιον κίναιδο. Μικρό, χαζό παιδί, χαρά γεμάτο. 
Αφού το πιάσαμε χρονικά, παρότι νοηματικά δεν κολλάνε όλα αυτά μεταξύ τους, συνεχίζω: αργότερα, στο λύκειο, είχα ξεκολλήσει από τον βασίλη παπακωνσταντίνου, ευτυχώς. Οχι ότι αυτό έχει κάποια σημασία για την εξέλιξη της ιστορίας. Είχα κι έναν καθηγητή, φιλόλογο, σίγουρα έχω ξαναγράψει για αυτόν εδώ μέσα, γιατί πολύ με επηρέασε, που ακόμη τον συναντώ πού και πού, τυχαία, συνήθως στα βιβλιοπωλεία, και μού προτείνει βιβλία. Τελευταία φορά τον πέτυχα, πριν κάτι μήνες, στο παζάρι βιβλίου, που είχε γίνει απέναντι από τη ΧΑΝΘ. Ως συνήθως, μ' έψεξε χοντρά για τις μέχρι εκείνη τη στιγμή αναγνωστικές επιλογές μου και με φόρτωσε με το βιβλίο ενός Μιγκέλ Ντε Ουναμούνο "παραδειγματικές νουβέλες", εκδόσεις Αλεξάνδρεια. "Αριστούργημα", μου είπε, και απομακρύνθηκε χωρίς να προλάβει να δει τη δυσπιστία στο πρόσωπό μου. 
Δεν ξέρω αν είναι αριστούργημα ή όχι. Διάβασα λίγα πράγματα για αυτόν τον Ουναμούνο. Και γαμώ τις ζωές είχε ο τύπος, ξεπουλημένο αρχίδι, αστοδημοκράτης, που όταν σφίξανε τα πράγματα, σε μια δύσκολη πολιτικά εποχή για την Ισπανία, πήγε με τους φασίστες. Εντάξει, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήταν καλός συγγραφέας. Διαβάζω την εισαγωγή του ιδίου, που στην πραγματικότητα είναι άλλη μία "παραδειγματική νουβέλα", και θα σου εκμυστηρευτώ κάτι, προτού προχωρήσω στο κυρίως θέμα, διότι τόση ώρα απλώς κάνω μιαν εισαγωγή, οι εισαγωγές -κι οι δικές μου και των άλλων- είναι παρα πολύ σημαντικές. Σε πολλά βιβλία μάλιστα δεν προχωράω πέρα από την εισαγωγή. Καμιά φορά, για να λέω ότι έφτασα μέχρι το τέλος, ξεφυλλίζω και το επίμετρο και τη βιβλιογραφία, διαβάζω μέχρι και πού εκτυπώθηκε, σε τι είδους χαρτί και σε πόσα αντίτυπα, αλλά το κυρίως θέμα το βαριέμαι. Τέτοιος βιβλιοφάγος. 

Κυρίως θέμα, λέμε (πήδα το και πήγαινε στον επίλογο, αν βαριέσαι)
Διαβάζω που λες στην εισαγωγή του Ουναμούνο για τη θεωρία του Όλιβερ Γουέντελ Χολς, σχετικά με τους τρεις Γιάννηδες και τους τρεις Θωμάδες. Συνομιλούν δηλαδή δύο άνθρωποι, ο Γιάννης και ο Θωμάς, στη συζήτηση όμως παίρνουν μέρος έξι, οι εξής: Τρεις Γιάννηδες - 1) Ο πραγματικός Γιάννης γνωστός μόνο στο Δημιουργό του. 2) Ο Ιωάννης ιδεατός από τον Γιάννη, ποτέ ο πραγματικός, και συχνά πολύ διαφορετικός απ' αυτόν. 3) Ο Γιάννης ιδεατός από τον Θωμά, ποτέ ο πραγματικός Γιάννης ούτε κι ο Γιάννης του Γιάννη, αλλά συχνά πολύ διαφορετικός και από τους δύο. Επίσης, τρεις Θωμάδες - 1)  Ο πραγματικός Θωμάς. 2) Ο θωμάς ιδεατός από τον Θωμά. 3) Ο θωμάς ιδεατός από τον Γιάννη. Δηλαδή αυτός που είνα πραγματικά, αυτός που πιστεύει ο ίδιος ότι είναι και αυτός που πιστεύει ο άλλος ότι είναι.
Δεν πολυδιαφωνεί με όλα αυτά ο Ουναμούνο, αλλά το προχωρά παραπέρα το πράγμα: πέρα από το ποιοι είμαστε για τον Θεό (σ.σ. ασχολίαστο), πέρα από το ποιοι είμαστε για τους άλλους κα ποιοι πιστεύουμε εμείς ότι είμαστε, υπάρχει και το ποιοι θα θέλαμε να είμαστε. Έχουμε, λέει ο Ουναμούνο, αυτόν που θέλει να είναι, να υπάρχει, και αυτόν που θέλει να μην είναι, να μην υπάρχει, κι απ' αυτό προκύπτουν τέσσερις θέσεις από τις οποίες οι δύο είναι θετικές α) θέλω να υπάρχω β) θέλων να μην υπάρχω, και δύο αρνητικές γ) δεν θέλω να υπάρχω δ) δεν θέλω να μην υπάρχω. Ας μου επιτραπεί εδώ να μπω σφήνα στον ουναμούνειο συλλογισμό και να πω ότι υπάρχει και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ο οποίος ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει, εντούτοις είναι εδώ. 
Παρακάτω, ο Ουναμούνο μας προσφέρει και λίγο Καντ (βλέπε προηγούμενη ανάρτηση) και αναφέρει: ο πιο πραγματικός άνθρωπος, ο πλέον πραγματικός, που είναι πιο πολύ πράγμα, δηλαδή πιο πολύ αιτία και σκοπός -άλλωστε υπάρχει μόνον ό,τι ενεργεί- είναι αυτός που θέλει να υπάρχει ή αυτός που θέλει να μην υπάρχει. Όμως ο άνθρωπος που θα μπορούσαμε να τον αποκαλέσουμε, με τον καντιανό τρόπο, νοούμενο, αυτός ο άνθρωπος (σ.σ. αυτός ο άνθρωπος αυτός είναι το άλλο μου μισό, που έλεγε και η Ρίτα Σακελλαρίου), ο βουλητικός και ιδεώδης, είναι αναγκασμένος να ζει σε έναν κόσμο φαινομενικό, πλασματικό, ορθολογικό, στον κόσμο των λεγόμενων ρεαλιστών [...]

Επίλογος
[...] είναι αναγκασμένος να ονειρεύεται τη ζωή που εντέλει είναι όνειρο. 

ΥΓ. Δυο-τρία χρόνια νομίζω πως είναι ένα ικανό χρονικό διάστημα για να τεστάρεις τη διαχρόνικότητα ενός δίσκου. Το High violet πέρασε το τεστ με άριστα. Ευγνώμων πραγματικά ρε Νάσιοναλ.   


 

Πανκ Καντ

Φυσάς, ξεφυσάς, δεν σε χωράει ο τόπος. Ξεκινάς να κάνεις τρία διαφορετικά πράγματα που τα παρατάς στου δρόμου τα μισά. Βγαίνεις από το γραφείο-αποθήκη, πηγαίνεις για περίπατο στο σαλόνι, στρίβεις δεξιά στο χολ, κοιτάς τη βιβλιοθήκη, ένα τόσο δα βιβλιαράκι, Μισέλ Φουκό, "τι είναι διαφωτισμός" (εκδόσεις Έρασμος, μτφ. Στέφανου Ροζάνη), το 'χεις αγορασμένο και αδιάβαστο από το ενενήντα οκτώ, μέσα γράφει για τον Καντ, θυμάσαι το αστειάκι που έλεγες εκείνη την εποχή ότι τάχαμου έχεις ατάκα στο καμάκι (που δεν έκανες ποτέ και πουθενά) "ποια είναι η γνώμη σου για την καντιανή φιλοσοφία;". 
Αράζεις στον καναπέ, διαβάζεις: "Το παρόν μπορεί να αναπαρασταθεί ως ανήκον σε μια ορισμένη περίοδο του κόσμου, διακρινόμενη από τις άλλες μέσω κάποιων εγγενών χαρακτηριστικών, ή διαχωριζόμνενη από τις άλλες από κάποιο δραματικό γεγονός. Ετσι, στον 'Πολιτικό' του Πλάτωνα, οι συνομιλητές αναγνωρίζουν ότι ανήκουν σε μια από εκείνες τις στροφές του κόσμου κατά τις οποίες ο κόσμος γυρίζει προς τα πίσω, με όλες τις αρνητικές συνέπειες που είναι δυνατόν να επακολουθήσουν".
Καλό αυτό, το κατάλαβες, νομίζεις.
"Το παρόν μπορεί να τίθεται υπό έρευνα σε μια προσπάθεια να αποκρυπτογραφηθούν μέσα σ' αυτό τα προδρομικά σημάδια ενός επερχόμενου γεγονότος".
[...]
 Εντάξει, αυτό πιο κατανοητό. Στη συνέχεια διαβάζεις:
"Το παρόν μπορεί επίσης να αναλυθεί ως σημείο μετάβασης προς την ανατολή ενός καινούργιου κόσμου".
[...]
Παιδιάστικα πράγματα. Παρακάτω. 
"Ο Καντ καταδεικνύει ευθύς εξαρχής ότι η 'έξοδος' η οποία χαρακτηρίζει το Διαφωτισμό είναι μια διαδικασία η οποία μας λυτρώνει απο την κατάσταση της 'ανωριμότητας'. Και με τον όρο 'ανωριμότητα' εννοεί μια ορισμένη κατάσταση της θελήσεώς μας που μας κάνει να αποδεχόμαστε την εξουσία κάποιου άλλου για να μας οδηγήσει σε περιοχές όπου γίνεται επίκληση στη χρήση του Λόγου. Ο Καντ φέρνει τρία παραδείγματα: βρισκόμαστε σε μια κατάσταση ανωριμότητας όταν ένα βιβλίο αντικαθιστά τη νόησή μας, όταν ένας πνευματικός ηγέτης παίρνει τη θέση της συνείδησής μας, όταν ένας γιατρός αποφασίζει ποια πρέπει να είναι η διαίτά μας.  Εν πάση περιπτώσει ο διαφωτισμός ορίζεται με την τροποποίηση της προϋπάρχουσας σχέσης η οποία συνδέει τη βούληση, την εξουσία και τη χρήση του Λόγου".
Ωραίο! Σε αρέσουν αυτά που διαβάζεις, έχεις βουλιάξει στον καναπέ. Στη βουλή κάτι ψηφίζουν, χέστηκες. Πεινάς λιγουλάκι, αλλά ποιος φτιάχνει τοστ τώρα;
[...]
"Ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για την ανωριμότητά του. [...]. Ο Διαφωτισμός πρέπει να θεωρείται τόσο ως μία διαδικασία στην οποία οι άνθρωποι μετέχουν συλλογικά όσο και ως μία πράξη θάρρους την οποία οφείλει κανείς να επιτελέσει προσωπικά".
Ντάξει, ομοιάζει λίγο με εγχειρίδιο αυτοβοήθειας, ίσως να φταίει που είσαι κακοδιάθετος και λίγο εκνευρισμένος όπως κάθε φορά που πεινάς. 
[...]
"Χαρακτηρίζοντας εν συντομία την κατάσταση της ανωριμότητας ο Καντ επικαλείται την έκφραση 'Μη συλλογίζεσθε, μόνο να υπακούτε τις εντολές' - αυτή είναι σύμφωνα  με την άποψή του η μορφή με την οποία ασκούνται συνήθως η στρατιωτική πειθαρχία, η πολιτική εξουσία και η θρησκευτική αυθεντία. Η ανθρωπότητα θα φθάσει στο στάδιο της ωριμότητας όταν δεν θα χρειάζεται πλέον να υπακούει και όταν ειπωθεί στους ανθρώπους 'υπακούετε, και θα είστε ικανοί να συλλογίζεσθε όσο θέλετε'[...]". 
Ναι, ναι, ναι, όλα καλά, αλλά... χμ...  Α! ευτυχώς, φέρνει και παράδειγμα για να το κάνει πιο λιανά αυτό το τελευταίο: 
"το να πληρώνει κανείς τους φόρους που του επιβάλλονται ενώ συγχρόνως μπορεί να εκφράζει όσο θέλει την αντίθεσή του προς το σύστημα της φορολογίας, αυτό θα ήταν χαρακτηριστικό της ωριμότητας". 
Τι λες μ'νί Καντ; Πώς το είπες πιο πάνω; "βρισκόμαστε σε μια κατάσταση ανωριμότητας όταν ένα βιβλίο αντικαθιστά τη νόησή μας"; Ε, αυτό ακριβώς! 
Δεν είμαι ανώριμος πια. Εχω παραωριμάσει. Είμαι αυτό που λενε οι Εκτός Ελεγχου: σάπιος.


16 Ιαν 2013

Άκου πτώμα να μαθαίνεις*

  1987

Eίχε φουντώσει η κουβέντα στο μπαρμπέρικο: Η δολοφονία με γεμάτο στομάχι είναι εν βρασμώ, εν τηγανητώ, εν ψητώ ή μήπως είναι εν ψυχρώ;
Τον φάγανε τον Πάνω Κάππα, τα τσογλάνια, τα φρικιά, άρα ήταν πεινασμένα, ολοφάνερα πρόκειται για δολοφονία εν βρασμώ ψυχής, έλεγε ο ένας ακούρευτος
Η ψυχή, αγαπητέ μου, όσο κι αν τη βράσεις, δεν τρώγεται. Γίνεται να φας κάτι που δεν υπάρχει; διαφωνούσε ο άλλος ακούρευτος Αλλωστε τη νύχτα της δολοφονίας έκανε κρύο, σαν κι αυτό το αστείο, άρα μην το συζητάς, η δολοφονία ήταν εν ψυχρώ.
Τον κακό σου τον καιρό!
Ε, ναι, αυτό λέω, είχε κακοκαιρία.
Ηλίθιε!
Φύγανε εκνευρισμένοι ο ένας με τον άλλον. Τι τα θες; Εν ψυχρώ, εν θερμώ ή εν βρασμώ, τον φάγανε τα τσογλάνια τον ΠάνωΚάππα, είχε μέρες τώρα. Από την ημέρα της δολοφονίας, δεν λέγανε να ησυχάσουν οι δύο ακούραστοι ακούρευτοι θαμώνες του μπαρμπέρικου, οι οποίοι ακούρευτοι μπαίνανε μέσα κάθε μέρα, ακούρευτοι φεύγανε. Τους άρεζαν τα καθαρά ποτα που σερβίριζε το barμπέρικο, η χαμηλή μουσική, τα νεαρά κορίτσια, σαν τα κρύα τα νερά, που μπαινόβγαιναν. Για τον ίδιο λόγο και παρότι φαλακρός σύχναζε στο barμπέρικο κι ο ΠάνωςΚάππα, ο πολυμαλάκας, πολυχοντρός, πολυγνωστός στο πολυπανελλήνιο πολυϊστολόγος, ο οποίος πολυκαθιστός στη γωνία του "βύζαινε το ποτάκι του" (φράση καταφαντασίαν πολυμεγάλου, πολυγραφότατου, πολυσυνταξιούχου, πολυλαμόγιου πολυθεσσαλονικού συγγραφέα) συγγράφοντας ερωτικά ποιήματα σε κώδικα html τα οποία σκόπευε να εκδώσει από τον εκδοτικό οίκο της Μάικροσοφτ, να ξεπουληθεί δηλαδή στο σύστημα, αρκετά έμεινε στην απέξω.  
Δεν πρόλαβε να ξεπουληθεί ο δύστυχος. Το πτώμα του δεν βρέθηκε ποτέ. Αλλά όλοι είχαν παρακολουθήσει τη δολοφονία του στο βίντεο που τα φρικιά, οι στυγνοί δολοφόνοι, ανήρτησαν στην ιστοσελίδα τους, μαζί με μια προκήρυξη με την οποία αναλάμβαναν την ευθύνη της δολοφονίας. Στην προκήρυξη μεταξύ άλλων ανέφεραν: "Θεωρούμε πως ευεργετούμε την ανθρωπότητα απαλλάσσοντάς την από την παρουσία και τα κείμενα ενός αιμοσταγούς δολοφόνου, του ΠάνουΚάππα, ο οποίος καθημερινά με περίσσειο θράσος και ανεπανάληπτη συχνότητα, με την ευκολία που κάποιοι τυχεροί, όπως και ο δολοφονηθείς, χέζουν, δολοφονούσε λέξεις. Εκτός από τις λέξεις, που καθημερινά δολοφονούσε, ο ΠάνωςΚάππα είναι ο δράστης πίσω από την προ ετών δολοφονία του Εδουάρδου Μπλουμ, ετέρου δολοφόνου λέξεων, ο οποίος πολυ παλιά είχε δολοφονήσει τον Περπινιάν, ο οποίος κανέναν δεν είχε στον κόσμο ποτέ πειράξει, απλώς ήτανε χαζούλης".
Λίγες μέρες πριν, λίγες μέρες μετά, τι σημασία έχει, στην πίσω αίθουσα του barμπέρικου, στο ημίφως, προφυλαγμένος από τα αδιάκριτα βλέμματα, ένας οχικετόσο χοντρός, οχικετόσο φαλακρός, οχικετόσο μαλάκας τύπος βύζαινε το τζέημσόν του κοιτώντας σκεφτικά και με κάποια δόση νοσταλγίας ένα μάτσο πλαστές ταυτότητες, περπινιάν, εδουάρδος μπλουμ, πάνωςκάππα - και μερικές ακόμα. Πάρ' τες, είπε του κινέζου (ου! ου! αποδοχή ρατσιστικών προτύπων!) παραχαράκτη, καιρό τώρα ψάχνω μια καινούργια, θέλω να βάλεις όλη την τέχνη σου αυτή τη φορά.

___________________________________________

Πρώτη απαραίτητη διευκρίνιση: σήμερα πρωτοσκέφτηκα αυτήν τη χαζομάρα και την ψιλοαφηγήθηκα σε μια φίλη (χαζομάρα μου, γιατί δεν είμαι και πολύ καλός στο λέγειν) που μου είπε να μην αναρτήσω αυτό το κείμενο, να με συγχωρεί για την απείθειά μου, αλλά είναι απλώς μια βλακώδης ιστορία, δεν σημαίνει τίποτε.
Δεύτερη όχι και τόσο απαραίτητη διευκρίνιση: ο καθείς γράφει για κάποιο λόγο, κι αν δεν έχεις την τεχνογνωσία να γράφεις ώστε να αρέσεις στα κορίτσια (ή και στα αγόρια), τότε, πλέον, στις δυσκολες αυτές ημέρες, ο μόνος αποδεκτός λόγος για να γράφεις είναι να γράφεις για την πολιτική κατάσταση με κάποιου είδους καταγγελτικό ή μεσσιανικό λόγο. Δεν χωράει η εποχή μας χαζομαρούλες, ούτε τις συγχωρεί. Για το λόγο αυτό σκεφτόμουν κάπου στην κουβέντα των δύο ακούρευτων (οι οποίοι είναι υπαρκτοί, συνταξιούχοι,που συχνάζουν σε ένα μπαρμπέρικο πραγματικό, στα πέριξ της Αγ.Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη, και είναι αραχτοί όλη μέρα εκεί για κουβεντολόι, καφεδάκι και εφημερίδα, αλλά δεν τους έχω δει να κουρεύονται ποτέ) να βάλω διάφορα τσιτάτα πολιτικού ή φιλοσοφικού περιεχομένου, αλλά ειλικρινά βαρέθηκα, άλλωστε έχετε δει ποτέ πτώμα να κάνει πολιτική ανάλυση;

* Προφανώς, ο τίτλος είναι κλεμμένος από την υπέροχη ταινία του Νικολαϊδη, από μιαν εποχή που ακόμη άντεχα να βλέπω ταινίες χωρίς να με παίρνει ο ύπνος. Αν δεν την έχεις δει, δες την εδώ

12 Ιαν 2013

Απ' τις στάχτες της (χτεσινής) αυτολογοκρισίας
(ίδια υλικά, διαφορετικό το φαγητό)

Αραχτός πάνω στο i-χέσου, το επαναστατικό δοχείο νυχτός με ειδικά διαμορφωμένη θέση για την ηλεκτρονική ταμπλέτα, έπινα μια μπίρα για σκύλους και σερφάριζα στο ψιψινομπούκ. Σκεφτόμουν ότι όλο και περισσότερο φτιάχονται και σχεδιάζονται πράγματα πολύ παράξενα, όχι για τον αρχικό σκοπό κατασκευής, δημιουργίας, επινόησής τους. Θέλω να πω, όταν μπαίνεις σ' ένα ταξί αυτό που πρωταρχικά σ' ενδιαφέρει είναι να σε μεταφέρει στον προορισμό σου γρήγορα και με ασφάλεια, όχι να δεις ένα βίντεοκλίπ των Σίγκουρ Ρος. Ομοίως, η είδηση ότι "η γαλλική αριστερά ψάχνει τους εργάτες" δείχνει πόσο πολύ η (γαλλική και όχι μόνο) αριστερά έχει απομακρυνθεί από τις ρίζες της, από τον πρωταρχικό, αντικειμενικό της σκοπό. Παλιότερα, θυμάμαι, είχα διαβάσει ότι με τα σμαρτφόν του πολύ άμεσου μέλλοντος θα κάνεις τα πάντα και πολύ περισσότερα, εκτός από τηλεφωνήματα με την παραδοσιακή την έννοια. Στην όμορφη, λατρεμένη πατρίδα μας, κυριαρχεί η ίδια λογική, τα μπουκάλια μπίρας πλέον δεν αντιμετωπίζονται ως μπουκάλια, δηλαδή ως σκεύη αποθήκευσης υγρών, αλλά ως όπλα, η ενημέρωση έχει μετατραπεί σε προπαγάνδα και τρομοκράτηση (για να το θέσω ευγενικά), η ανάπτυξη βιώνεται μέσω των μαζικών λουκέτων στην αγορά και η εργασία ως χαρωπός εθελοντισμός. Αλλάζουν νόημα οι λέξεις, ρε φίλε, αλλάζει και ο Αλέξης, αυτό που δεν βλέπω σύντομα να αλλάζει είναι η κοινωνία προς το καλύτερο, δεν την βλέπω την ανατροπή, όχι την εκπομπή, την άλλην, αυτήν που ονειρευόμαστε, και μην ακούς όσα λέμε μεταξύ μας ("τελειώνουν!", "μας φοβούνται!", "θα νικήσουμε!", "εμπρός για την ανατροπή!") στα social media, στις μαζώξεις, στις συνελεύσεις μας. Σ' ένα άρθρο που αδυνατώ να ξαναβρώ, για να στο λινκάρω, διάβασα για τους οπαδούς του Μιτ Ρόμνι και μού θύμισαν σε μεγάλο βαθμό εμάς. Τι σχέση έχουμε εμείς (και ποιοι είμαστε εμείς;) με το κρέας τον Ρόμνι και τους οπαδούς του, εμείς είμαστε με τους εξεγερμένους ρε (ή κάπως έτσι), ως άλλος Αγγελάκας σε ακούω να σκέφτεσαι. Είχαν σοκαριστεί που λες από την ήττα οι οπαδοί του Ρόμνι, τόσο σίγουροι ήταν για τη νίκη. Και ξέρεις γιατί (οί ίδιο το λένε στο εν λόγω - δεν μπορώ  να το βρω - άρθρο): Γιατί μιλούσαν μόνο μεταξύ τους. Γιατί ήταν εσωστρεφείς. Γιατί δεν κοιτούσαν πέρα από τη μύτη τους. Γιατί ήταν τόσο σίγουροι για όλα. Γιατί πρόβαλαν και προσπαθούσαν να επιβαλουν τις επιθυμίες τους ως πραγματικότητα. Γιατί δεν άκουγαν και δεν ασχολούνταν με αυτούς που ούτε μαζί τους ήταν αλλά ούτε και με τους άλλους. Κι έτσι, όταν μας βρήκε κι εμάς η ήττα, πάθαμε σοκ. Και, για να το γυρίσω στο πρώτο ενικό, εγώ τουλάχιστον, ακόμη στη φάση του σοκ είμαι.  

υγ θα μπορούσα να είχα βάλει πολύ περισσότερα λινκ, αλλά βαριέμαι, έχω και μια πορεία να προλάβω - edit: για να καταλάβεις τα περί αυτολογοκρισίας, αρχικά αυτό το κείμενο μιλούσε για κορίτσια και πώς να κερδίσεις τον θαυμασμό τους) 


(

10 Ιαν 2013

Μάλλον με το μέλλον μαλωμένος

Με πήρε τηλέφωνο ο Μίλαν, ο Κούντερα ντε, και μ' επέπληξε για την αδικαιολόγητη παράλειψη, στην προ εβδομάδων ανάρτηση σχετικά με τις εναρκτήριες γραμμές στη λογοτεχνία, οποιασδήποτε αναφοράς στην εναρκτήρια παράγραφο που αυτός θεωρεί την ωραιότερη της γαλλικής μυθιστορίας. Βιβάν ντε Νον, μου λέει, χωρίς επαύριον (αντιγράφω από την εισαγωγή του βιβλίου: πρόκειται για μια σχεδόν μυστικιστική αναζήτηση του απόλυτου έρωτα, για μια πραγματική προκαταρκτική δοκιμασία κατά τη διάρκεια της οποίας ο συγγραφέας οδηγεί τον αφηγητή μέσω της σταδιακής παράδοσης στην απώλεια του εαυτού του - στην εξαφάνιση του "εγώ" ευνοώντας παραπληνητικά το "εμείς").
Να 'σαι καλά βρε Μίλαν μου, του λέω, πάλι έχω χανγκόβερ και δεν ξέρω αν είναι από τα ποτά ή λογοτεχνικό, book hangover, ό,τι ξεκίνησα να διαβάσω χτες μου φάνηκε βλακεία και τ' άφησα στην άκρη.
Ο Βιβάν ντε Νον ήταν ένας τυχοδιώκτης, ολίγον σούργελο, (παρα)χαράκτης, διπλωμάτης, περιστασιακός ρουφιάνος, λίγο πορνοδιαστροφικός, σαν καλός καιροσκόπος έσωσε το κεφάλι του από την γκιλοτίνα του Ροβεσπιέρου εκλαϊκίζοντας το όνομά του από Ντε Νον σε Ντενόν, έγινε μέχρι και καλλιτεχνικός μεγαλοσύμβουλος
του Ναπολέοντα, πρώτος διευθυντής του Λούβρου, τρομάρα του. Aπ' αυτούς τους ανθρώπους που αφιέρωσαν τη ζωή τους στην τέχνη, που η ίδια τους η ζωή ήταν ένα έργο τέχνης. Το "Χωρίς επαύριο" είναι το μοναδικό λογοτεχνικό του επίτευγμα, περίπου διακόσια χρόνια προτού οι Σεξ Πίστολζ γράψουν το God save the Queen (No Future). Αρα, Πετρόχειλε, το κόπιράιτ της αλήθειας ανήκει στον Βιβάν Ντε Νον, όχι στους Σεξ Πιστόλζ, γκέγκε;
Ο Ντε Νον ήταν 30 χρονών όταν έγραψε το χωρίς επαύριο, ο δε ήρωάς του είκοσι, όσο περίπου κι οι Σεξ Πιστολζ το 1977.
Στα (σχεδόν) 35 μου, η χωρίς επαύριο αίσθηση που με διακατέχει, το να τραγουδώ ακόμη "there's no future", φαντάζει οικτρή αποτυχία. 

(μη σταματάς την ανάγνωση εδώ, έχει και πιο κάτω)


Α, κι η παράγραφος, στα γαλλικά, για να κάνω εντύπωση:
J'aimais éperdument la comtesse de ... ; j'avais vingt ans, et j'étais ingénu ; elle me trompa, je me fâchai, elle me quitta. J'étais ingénu, je la regrettai ; j'avais vingt ans, elle me pardonna : et comme j'avais vingt ans, que j'étais ingénu, toujours trompé, mais plus quitté, je me croyais l'amant le mieux aimé, partant le plus heureux des hommes
Εντάξει, κόπι πέηστ το έκανα από τη γουικιπίντια.
Πάρτην και στα ελληνικά:
Αγαπούσα παράφορα την Κόμισσα ντε... Ήμουν είκοσι χρονών, με απατούσε, θύμωσα, με εγκατέλειψε. Ήμουν άπειρος, την επιθύμησα πάλι, ήμουν είκοσι χρονών, με συγχώρεσε. Είκοσι χρονών, άπειρος, με απατούσε διαρκώς και δεν με εγκατέλειπε πια. Πίστευα πως ήμουν ο εραστής των εραστών, ο πληρέστερος των ανδρών.
(μτφ. Ανδρέας Στάικος, εκδόσεις Αγρα)

9 Ιαν 2013

Βλακ νουάρ

Πρώτα φάνηκε η σκιά των σκιστών ματιών του, ύστερα ο Κινέζος μπήκε στο γραφείο μου. Δεν σήκωσα τα μάτια από τον υπολογιστή, εκτός από όλες τις υπόλοιπες φοβίες μου, δεν με φωνάζουν τυχαία άλλωστε "Ατρόμητο Θεσσαλονίκης", έχω και σινοφοβία. Διστακτικά, σχεδόν με φόβο, ο Κινέζος άφησε στο γραφείο το φάκελο, ο οποίος έσταζε ιδρώτα. Δεν μίλησα. Τον άφησα να ξεροκαταπίνει. Τον φοβόμουν. Με φοβόταν. Μια σύγκρουση φοβισμένων. Δεν ήταν θεριό, δεν με λένε Γιάννη, δεν είμαι θεριό, δεν τον λέγαν Γιάννη. Γύρισα και τον κοίταξα πίσω από τα 3D γυαλιά μου. Δεν του πρόσφερα καρέκλα. Πέσμου Κινέζε, πώς γίνεται μια ζωή ν' ανήκω στης αμφισβήτησης τη δεξιά την πτέρυγα; Ξεροκατάπιε, το σκέφτηκε, αποφάσισε να απαντήσει, Εξαρτάται, κύριε, μήπως μικρός ήσασταν και στης Εκκλησίας τα εξαπτέρυγα; Αυτό ήταν, ήμουν! Είχε δίκιο ο καργιόλης. Τον άφησα να ξεροσταλιάζει λίγο ακόμη. Το πρόβλημα, Κινέζε, είναι ότι δεν είμαι ριζοσπάστης, είμαι μάλλον σπαστικός, αρχιδοσπάστης, σπασοκλαμπάνιας και κλασομπανιέρας, πάντα κινούμαι στο μεταίχμιο μεταξύ εφικτού και ανέφικτου, σκληρής πραγματικότητας και οργιαστικής φαντασίας, τι πιστεύεις ότι πρέπει να κάνω, μήπως η λύση είναι να πάψω να ανήκω σε ριζοσπαστικές συλλογικότητες και να φτιάξω μια δική μου συLOLογικότητα, που θα πετάει μπουκάλια με φλεγόμενη ζωή που τόσο την έχω ανάγκη; υπογραφή μελαγχολικό αναρχικό φεγγαρολούλουδο. Δίσταζε, μάλλον νόμιζε πως τον κοροϊδεύω. Αλλά εγώ μιλούσα σοβαρά. Η φωνή του έτρεμε "Τι να σας πω κύριε, δεν είμαι ψυχολόγος, εγώ ήρθα για δουλειά, μου είπαν ότι είστε ο καλύτερος". Αυτό ήταν, αυτό ήμουν. Ο καλύτερος. Σήκωσα το πιστόλι μου και πυροβόλησα. Εκατό τοις εκατό επιτυχία, εξασφαλισμένη. Απολύτη εχεμύθεια. Φιλικές τιμές. Κινήθηκα προσεχτικά, με το βήμα της αρκούδας που μιμείται το περπάτημα τη γάτας, έστησα ενέδρα. Μια σφαίρα ακόμη, ένας ακόμη νεκρός, αποστολή εξετελέσθη. Ο Κινέζος όρθιος ακόμη, τον άκουγα να ξεροκαταπίνει, να βαριανασαίνει. Μύριζα τον φόβο του και μού ήρθε όρεξη για γλυκόξινο χοιρινό. Όπλισα ξανά. Πες μου, Κινέζε, μήπως εκτός από κινέζος είσαι και μπάτσος; Οχι κύριε, απάντησε. Φτου ρε πούστη μου, σκέφτηκα, και πού θα βρω τώρα το γλυκόξινο χοιρινό που λιγουρεύομαι; Πήρα στα χέρια μου το φάκελο, κοίταξα προσεκτικά τη φωτογραφία, μέτρησα τα λεφτά. Πέσμου τώρα Κινέζε, θέλεις να βλέπεις όσο εγώ θα σκοτώνω το γιό σου; (η συνέχεια εδώ)

υγ Δεν έχω λόγια, ούτε και θα βρω ποτέ, για αυτό το τραγούδι


8 Ιαν 2013

Notreal killer

ήταν κάποτε ένας τύπος που ασχολούταν με τις ζωές των άλλων, τις παιρακολουθούσε από κοντά, διακριτικά αλλά επίμονα, τις χαρές και τις λύπες τους, τις διακοπές και τα ξενύχτια, τις σκέψεις και τις αγωνίες, τα όνειρα και τις επιθυμίες τους, όλα τον ενδιέφεραν και όλα τα γνώριζε, κι αυτή η γνώση κόντευε να τον τρελάνει, ειδικά αυτό που δεν άντεχε ήταν η χαρά των άλλων, ειδικά κάπου μακριά του, όπου δυσκολευόταν να παρακολουθήσει, ζήλευε, φθονούσε τρομερά τις χαρούμενες στιγμές των άλλων, τις ήθελε δικές του, αντί να δημιουργήσει τις δικές του, δεν άντεχε τη σκέψη ότι κάποιοι περνούσαν όμορφα κι αυτός τόσο σκατά, και μια ημέρα που είχε ξυπνήσει στραβά, αποφάσισε να τους εξαφανίσει όλους, οπλίστηκε με ένα καλολαδωμένο από τις χτεσινές πίτσες πλήκτρο delete, διέγραψε όλες τις επαφές του από τα social media, στο τέλος διέγραψε και τον εαυτό του, την επόμενη ημέρα οι εφημερίδες γράψανε "μανιακός σίριαλ κίλερ αιματοκύλισε το ίντερνετ προτού δώσει τέλος στη ζωή του - οι ειδικοί επισημαίνουν τους κινδύνους από την αλόγιστη χρήση του διαδικτύου - ο ηλεκτρονικός μακελάρης ήταν συριζαίος;"

υγ Αν το καλοσκεφτείς, υπάρχουν και χειρότερα


Άνευ σημασίας

Δεν έχω κάτι σημαντικό να πω, ειδικά μετά τον εορταστικό καταιγισμό αναρτήσεων. Σκόρπια πράγματα, χωρίς συνοχή. Αλλά να, έβαλα κάτι τραγουδάκια στη σειρά κι άμα τα αφήσω χωρίς λέξεις θα είναι σαν να τα περιφρονώ. Πάτα πλέη λοιπόν. 

  01

*** Ελεγα λοιπόν ότι δεν έχω κάτι σημαντικό να πω. Αυτό σκεφτόμουν τις προάλλες: τον καταναγκασμό που διαγιγνώσκω σε κάποιους ιστολόγους να είναι συγκλονιστικοί. Δεν μ' ενδιαφέρει να είμαι συγκλονιστικός (όσα δεν τα φτάνει η αλεπού), προτιμώ να με συγκλονίζουν, άρα πάλι καλά που κάποιοι, αντίθετα με μένα, επιδιώκουν και καταφέρνουν να είναι συγκλονιστικοί. Αλλοι έχουν τον καταναγκασμό της εξυπνάδας, άλλοι της τέλειας επιχειρηματολογίας. Τόσο μα τόσο περιοριστικό, να φοβάσαι να αποτύχεις, να τσαλακωθείς.
*** Το άλλο πράγμα που τελικά είναι πολύ περιοριστικό και σκοτώνει το ιστολογείν είναι όταν πέφτουν οι μάσκες και πλέον οι (δυο, τρεις) αναγνώστες ενός ιστολογίου ξέρουν ποιος είναι ο ιστολόγος. Πώς να βγάλω τα σώψυχά μου, ρε φίλε, ή να κάνω τις τρελές εξομολογήσεις, όταν ξέρω ότι σε κάνα δίωρο θα βρεθούμε και θα μου πεις "τι μαλακίες έγραφες πάλι ρε ΠάνωΚάτε"; Ή, ακόμη κι αυτό, πώς να χτίσω ένα μύθο, μια παραμύθα, μια καταπληκτική προσωπικότητα όταν εσύ ξέρεις ότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα;
*** Δεν ξέρω πώς ακριβώς λέγεται αυτό το είδος μυθιστορήματος, σαν τη Λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων. Νομίζω "coming of age" ή κάπως έτσι. Δεν ξέρω επίσης αν τα "Μπλε καστόρινα παπούτσια" του Σκρουμπέλου έχουν σχέση με αυτό το είδος. Ετυχε όμως να τα διαβάσω το ένα πίσω από το άλλο και θεωρώ ότι ταιριάζουν κατά κάποιο τρόπο. Το ένα προβάλλει τη γαλλικότητά, το άλλο την ελληνικότητά του. Αγαπησιάρικα αμφότερα. Σαλιάρικα, που λέω, όταν πιάνουν οι στραβές μου, αν και η γλωσσα του Σκρουμπέλου, η μόρτικη της εποχής εκείνης, μόνο σαλιάρικη δεν είνα. Εφηβεία, 50s-60s, μπιστρό ή κωλόμπαρα, αριστεροί και δεξιοί, τα περιβόητα "πάθη της Αριστεράς" στο επίκεντρο, πολιτικό υπόβαθρο και πραγματικά ιστορικά γεγονότα στο φόντο. A, ναι, και ροκενρολ, φυσικά.
*** Στη λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων, που μ' εκανε να θυμηθώ τη γαλλική νουβέλ βαγκ, έχει ωραία κορίτσια. Δεν πολυμιλάμε για κορίτσια σε αυτό το ιστολόγιο, οπότε άσ' το καλύτερα. Αλλά στις γαλλικές ταινίες, στα γαλλικά βιβλία, έχει πολλά τσιγάρα και πολλά ωραία κορίτσια, θα το 'χεις προσέξει κι εσύ. Η εικονιζόμενη Τζιν Σίμπεργκ, πρωταγωνίστρια του γκονταρικού À bout de souffle, δεν είν' γαλλίς, φυσικά, αλλά στο βιβλίο του Γκενασιά υπήρχε μια γαλλιδούλα που της έμοιαζε. 
*** Πού και πού, ψιλοδιαβάζω στο κινητό την ιστορία των Joy Division, γραμμένη από τον μπασίστα τους, τον Πίτερ Χουκ. Λέει που λες, αυτός ο σπουδαίος μουσικός, ολίγον τι γρόθος ωστόσο, ότι όταν πρωτάκουσε την τελική μίξη του σπουδαίου Atmosphere, αφού δηλαδή είχε βάλει το χεράκι του ο ιδιοφυής παραγωγός Μάρτιν Χάνετ, του φάνηκε πολύ χάλια, κι αυτουνού και του κιθαρίστα της μπάντας, γιατί, λέει, ακούγονται πολύ χαμηλά στο τελικό αποτέλεσμα το μπάσο και η κιθάρα. Τόσο άσχετος και όμως συνυπεύθυνος για αυτό το αριστούργημα... 

5 Ιαν 2013

Μ' έχει πιάσει χαζομάρα

Ηταν ξεκάθαρος ο λοχαγός μου εκείνο το πρωί -όπως άλλωστε και κάθε πρωί κάτω από τον ελληνικό ήλιο- για της πατρίδος την κατάντια έφταιγα εγώ, οι όμοιοί μου που τρέχουν σε αυτά τα κοινωνικά φόρουμ (sic) και οσοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αρνούνται να υπηρετήσουν στο στρατό. Αυτοί οι τελευταίοι, κι εδώ πλέον καταθέτω προσωπικές απόψεις, αποφεύγοντας με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα τη στρατιωτική θητεία στερησαν από τον εαυτό τους μια εμπειρία ζωής: δεν γεύτηκαν τη γλύκα του πανίνι από τον αυτόματο πωλητή, τη γλύκα του κρουασάν ντόλτσε από τον αυτόματο πωλητή, έπαιρνες ένα γλυκό πανίνι, ένα αλμυρό και τα έχωνες στην ίδια τοστιέρα την καλυμμένη με την περίεργη κρούστα όπου άλλοι πριν από σένα είχαν κάνει ακριβώς το ίδιο χωρίς μετά να την καθαρίσουν και έψηνες τα τοστ σε σημείο κακοποίησης και χυνόταν η σοκολάτα από το κρουασάν και το τυρί από το αλμυρό πανίνι και μετά το έτρωγες, απόλαυση, σου λέω, ούτε ο χειρότερος χασισάκιας να ήσουν, μισό λεπτό, στον ελληνικό στρατό υπάρχει σοβαρή περίπτωση και να ήσουν (ο χειρότερος χασισάκιας).
Όσοι λοιπόν -παρότι εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω γιατί- δεν θέλουν να υπηρετήσουν στον ελληνικό στρατό μπορούν να κάνουν ένα ταξίδι στην κωλοΟυάσιγκτον και στο κωλοΚωλοράντο, στις δύο πολιτείες των ΗΠΑ όπου όχι μόνο νομιμοποίησαν τη χρήση της θεραπευτικής μαριχουάνας αλλά φτιάχνουνε και μηχανήματα αυτόματης πώλησης, ναι αυτά τα γνωστά μηχανήματα που βλέπουμε σε όλες τις τηλεοπτικές σειρές τύπου the office να γίνονται τόπος συνάθροισης αλλά και που συχνά "κολλάει" το σνίκερς μπαρ ή κάτι αντίστοιχο και δεν πέφτει και οργίζεται ο ευτραφής αμερικανός και κλοτσά και ταρακουνά δι φάκιγκ θινγκ ιζ στακντ αγκέν, σκέψου δηλαδή να περιμένεις να σου ρίξει τη μαριχουάνα και να κολλήσει και να μην έχεις άλλο ευρώ (δολάριο) να βάλεις και να τριγυρνάς δεξιά αριστερά και να ρωτάς "ρε φιλαράκι μήπως σου βρίσκονται πενήντα λεπτά να βάλω στο μηχάνημα της κανναβης;".
Δεν αφήσαμε τον ΓΑΠ να ολοκληρώσει το έργο του. Θα έφερνε τους αυτόματους πωλητές κάνναβης και στη χώρα μας και θα μπορούσε έτσι να θεπιστεί αυτή η πραγματικά εναλλακτική στρατιωτική θητεία που θα απέδιδε πλήρως την εμπειρία του έψιλον σίγμα αλλά χωρίς πρωινές αναφορές, βολές, ασκήσεις, και λοιπές αηδίες.


ΥΓ τρόπον τινά, ανάλογη εμπειρία, όχι με του στρατού, αλλά με την άλλη, είναι ο νέος δίσκος από τους φανταστικούς ήχους... 



4 Ιαν 2013

Κι ως έσκυψα να πιω εστέρεψε η πηγή

Ο φίλος μου και διαδικτυακός μου μέντορας, ο Θωμάς (το λινκ προς τον οποίο είναι ακίνδυνο και δωρεάν) -που τώρα τελευταία δεν του πολυαρέσουν αυτά που γράφω, γιατί, λέει, δεν απογειώνονται, τι είναι μωρέ Θωμά τα κείμενα; αεροπλάνα είναι για να απογειωθούν;- μου έχει πει "ό,τι και να γράφεις, να βάζεις λινκ, όσο πιο πολλά τόσο πιο καλά". Δίκιο έχει. Καταρχάς το χρωματάκι του λινκ στολίζει ωραία το μπλογκ, καταμέσας με το λινκ αποκτάς άλλο στάτους και κατατέλας γίνεσαι και πολύ εστίμντ. Γράφεις κάτι; Ισχυρίζεσαι κάτι; Δανείζεσαι; Κλέβεις κάτι από κάποιον; Βάζε λινκ, να δείχνεις την πηγή, πού βασίζεις αυτό που λες. Όσο πιο αξιόπιστη η πηγή σου τόσο πιο αξιόπιστος κι εσύ. (Και) έτσι διαχέεται η πληροφορία, με την αλληλοπαραπομπή. Στην τελική, η παράθεση λινκ σε ένα κείμενο αναρτημένο στο διαδίκτυο σε τίποτε δεν διαφέρει από τη βιβλιογραφία στο τέλος μιας επιστημονικής μελέτης.
Στην Ιρλανδία, το είδανε κάπως διαφορετικά το πράμα. Στην κωλοπιλάλα που 'χει πιάσει τους εφημεριδάδες να σώσουν το πλοίο που βουλιάζει, ο Οργανισμός Εφημερίδων της Ιρλανδίας (ή κάπως έτσι, Κύριος οίδε τι σκατά σημαίνουν τα αρχικά ΝΝΙ) κάνει λόμπινγκ (που για να μαθαίνεις και κάτι, αγαπητέ αναγνώστη, λόμπινγκ μεταξύ άλλων είναι και η σύγχρονη, ευπρεπής μορφή συνδικαλισμού), ασκεί δηλαδή πιέσεις στην κυβέρνηση να μην αλλάξει τη νομοθεσία σχετικά με τα πνευματικά δικαιώματα στο διαδίκτυο και συγκεκριμένα να εξακολουθήσει το λινκ προς μια εφημερίδα να προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα, πράγμα δηλαδή που σημαίνει δεν μπορώ να βάζω ένα λινκ προς μια εφημερίδα-μέλος της ΝΝΙ χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση της εφημερίδας, χωρίς δηλαδή πρώτα να έχω πληρώσει την εφημερίδα για αυτό μου το δικαίωμα. Προσοχή, δεν μιλάμε για πνευματικό δικαίωμα στη φωτογραφία, το κείμενο κτλ., αλλά στο λινκ, που εγώ θα δημιουργήσω, στο δικό μου ιστολόγιο, με το οποίο παραπέμπω, δηλαδή στέλνω επισκέπτη, δηλαδή πελάτη, προς την εφημερίδα! Τέτοιες σπασμωδικές κινήσεις δείχνουν αυτοκτονικές τάσεις και επειδή σε διάφορες γωνιές του διαδικτύου γελάει ήδη και το παρδαλό κατσίκι, μία από τις εφημερίδες-μέλη της ΝΝΙ, η Άιρις Τάιμς, διαχώρισε τη θέση της με σχετική της ανακοίνωση όπου τονίζει πως σαφώς και ενδιαφέρεται για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων της αλλά αυτό δεν αφορά τα λινκ, τη χρήση των οποίων φυσικά και ενθαρρύνει. Και τέλος πάντων κι η ίδια η ΝΝΙ αποφάσισε να διευκρινίσει τις προθέσεις της διευκρινίζοντας ότι... Να σου πω την αληθεια, βαριέμαι να το ψάξω παραπάνω, είναι κι ένα μπουκάλι κρασί εδώ στο σπίτι που κοντεύει να τελειώσει χωρίς τη δική μου συμβολή, οπότε αυτήν τη διευκρινιστική ανακοίνωση της ΝΝΙ, που ίσως αλλάζει συλλήβδην το θέμα, ίσως όχι, θα στη λινκάρω, κι ελπίζω να μη μου ζητήσουν φράγκα. 
Γιατί στα λέω τώρα όλα αυτά, που κανέναν δεν ενδιαφέρουν; Ε, να, κάπου αλλού θα έπρεπε να δημοσιευτεί αυτό, αλλά μου βγήκε με ύφος πανωκαππικό. 
 
Πηγή, πιο σοβαρή από μένα (με περισσότερα λινκ)  


To excel d'amour ψάχνει επενδυτή

To excel ντ' αμούρ θυμάται τότε που ήσουνα καψούρ. Επαναστατικό απλικέσιο για υπερσύγχρονα σμαρτφόν, βασισμένο σε μια από τις απλούστερες εφαρμογές της μικρομαλακίας, το excel ντ' αμούρ, υποβοηθούμενο από τα συστήματα παρακολούθησης όλων των πολιτών (αλλά και των πωλητών), τα μπιγκ μπράδερ, τα απόκρυφα ημερολόγια αγοριών και κοριτσιών, λειτουργει ως εξής: καταχωρείς στο πρώτο κελί -αν και την αγάπη μην τη βάζεις φυλακή- το όνομα της πρώτης σου αγάπης και από κει και πέρα το excel ντ' αμούρ σου εμφανίζει οτιδήποτε, οποιονδήποτε, οποιανδήποτε θέλησες ή πόθησες ποτέ σου και με συγκεκριμένα διαγράμματα, πίτες και λοιπές πίπες παρουσιάζει το βαθμό ανταπόκρισης, επιτυχίας, ικανοποίησης κάθε σου πόθου, όλη σου η ζωή κλεισμένη στα κελιά, σε γραμμές και σε στήλες, συναρτήσεις και αθροίσματα, ένα χρόνο τώρα μετρώ και αποχαιρετώ τα μέρη που θα μου λείψουν, σαν αυτούς τους μουσαφίρηδες, στο τέλος μιας αρμένικης βίζιτας, που χασομεράνε "να το επαναλάβουμε αυτό σύντομα να μας ξανάρθετε περάσαμε πολύ ωραία" μέσα από την πόρτα έξω από την πόρτα περιμένοντας το ασανσέρ μέσα στο ασανσέρ, ένας μεγάλος αποχαιρετισμός που παίζει καθυστερήσεις, όσο πιο μεγάλος τόσο πιο οριστικός, μεγάλος όπως το the Long Goodbye του Τσάντλερ όχι του Μπινγκ αλλά του άλλου, του Μεγάλου, άσχετο, δες σύμπτωση (αλλά και κατάντια) αυτός ο ηθοποιός που έπαιζε τον πατέρα του Ρος, φίλου του Τσάντλερ του Μπινγκ, όχι του άλλου του μεγάλου, είχε παίξει και τον Μάρλοου στον Μεγάλο αποχαρετισμό του Τσάντλερ του Μεγάλου, ναι άργησα έχω στήσει καποιον για καφέ, κατεβαίνω.

10 + 1 + 1

Σου λέω, τα σπάει ο Σπηλιάς, ποιος; απορημένη με ρωτάς, ο Νικ Κέηβ, δεν τον κατάλαβες; όχι, μου λες, απασχολημένη κάτι άλλο άκουγες, μια γάτα στο γιουτιούμπ να παίζει χεβιμέταλ

nikos spilias kai oi kakosporoi

Τον θυμάμαι στα 120 λεπτά του ΕμΤιΒί να προλογίζει τραγούδι της Κάλι Μινόγκ. Θυμάμαι μια συναυλία του που δεν πήγα. Θυμάμαι τη δυσπιστία μου απέναντι σε αυτόν τον τύπο που συνδύαζε τα ουρλιαχτά με τα δαντελένια μαντιλάκια. Τους καβγάδες με τον φίλο μου τον Β., καταραμένο ποιητή επίσης. Τη δικαίωση της δυσπιστίας μου κάθε φορά που έβγαζε κάποιο μέτριο (ή και κακό, βλέπε boatman's call) δίσκο. Ωστόσο, πάνω απ' όλα, θυμάμαι να τον ακούω πάντα. (Δυσ)Πιστά και με μανία. Μία ακόμη μουσική μου σταθερά. 

2 Ιαν 2013

Βρωμίχλη και αναρχημεία

Είμαι δύσπιστος και παράλογος άνθρωπος, περισσότερο κατά παρά υπέρ της επιστήμης και του ορθού λόγου. Αντιμετωπίζω με καχυποψία τον ειδησεογραφικό πανικό των τελευταίων ημερών σχετικά το νέφος και τη ρύπανση από τα τζάκια και τις ξυλόσομπες. Είμαι ενενήντα εννιά τοις εκατό σίγουρος ότι πρόκειται για συνωμοσία της κυβέρνησης και των πετρελαιάδων, που βλέπουν ότι κανείς δεν αγοράζει πια το πανάκριβο προϊόν τους. 
Μου το είπε τις προάλλες ένας ταξιτζής. 
Εκτός από δύσπιστος, καχύποπτος και παράλογος, είμαι και βιβλιόφιλος αλλά και εθισμένος στο τουίτερ. Διαβάζω αυτές τις άγιες μέρες, παρότι είμαι απαισιόδοξος άνθρωπος, με μεγάλη δυσκολία είναι αλήθεια, καθότι ο τίτλος του βιβλίου με απωθεί, τη Λέσχη των αθεράπευτα αισόδοξων. Παράλληλα, όταν με πνίγει σαν νέφος η πολλή αισιοδοξία, ρίχνω κλεφτές ματιές στο τουίτερ. Ετσι λοιπόν διάβασα χτες αυτήν την είδηση από τη βρετανική εφημερίδα Τέλεγκραφ σχετικά με τη μεγάλη ομίχλη του Λονδίνου, οφειλόμενη στις σομπες, και τους θανάτους (4.000!) που αυτή προκάλεσε. 
Πφ, σκέφτηκα, ως συνήθως οι εφημερίδες λένε ψέματα. Ολοφάνερη διαπλοκή της Τέλεγκραφ με την ελληνική κυβέρνηση και τους πετρελαιάδες για να τρομοκρατήσουν τον ελληνικό λαό. 
Λίγο μετά (αλήθεια λέω), έκπληκτος από τη σύμπτωση, διάβασα στη σελίδα 354 του αισόδοξου μυθιστορήματος: "...η αιθαλομίχλη του '52 ήταν η πιο φονική, με τέσσερις χιλιάδες ανθρώπους που έχασαν τη χωή τους από το διοξείδιο του θείου που έβγαζαν οι εκατοντάδες χιλιάδες καρβουνόσομπες, τα αέρια των εξατμίσεων και τα βιομηχανικά απόβλητα...". 
Η λογοτεχνία λέει πάντα την αλήθεια. Αρχισα να βλέπω το πράγμα διαφορετικά. Λες τελικά ο συνωμοσιολόγος ταξιτζής να είχε άδικο; 
Ξαναδιάβασα πιο προσεχτικά το άρθρο της Τέλεγκραφ. Προς επίρρωση των ισχυρισμών της, υπήρχε μια αναφορά σ' εναν συγγραφέα φανταστικών (δηλ. αποκύημα της φαντασίας) ιστοριών του 19ου αιώνα με το φανταστικό (δηλ. καταπληκτικό) όνομα Μπαρ, Ρόμπερτ Μπαρ. Οπωσδήποτε ένας άνθρωπος που φέρει το όνομα Μπαρ, είναι αξιόπιστος. Και Μπαρ και λογοτέχνης; Διπλά αξιόπιστος!
Είχε συγγράψει ετούτος ο κύριος μια ιστορία, το the doom of London, το 1892, απολύτως προφητική,  για την αφανισμό του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού του Λονδίνου λόγω του νέφους. Το κλου της ιστορίας είναι ότι οι Λονδρέζοι της εποχής αποδείχθηκαν ανάξιοι των τεχνολογικών, καπιταλιστικών επιτευγμάτων της εποχής και για αυτό πεθάνανε από ασφυξία. Αν το καλοσκεφτείς,  και σήμερα οι Έλληνες, που καίνε στο φουλ τις ξυλόσομπες, αποδείχτηκαν ανάξιοι των οικονομικών καπιταλιστικών επιτευγμάτων της ευρωζώνης και για αυτό αργοπεθαίνουν ασφυκτιώντας οικονομικά. 
Σου λέω, η λογοτεχνία λέει την αλήθεια. 

****

Διάβασα κι άλλη μια ενδιαφέρουσα ιστορία του Ρόμπερτ Μπαρ, με τίτλο "Η χημεία της Αναρχίας". Επίσης αποκαλυπτική και προφητική. Κρατήστε τα εξής δύο σημεία μόνο: Α) Αποκαλύπτει τις αιτίες της μαχροχρόνιας κόντρας μεταξύ αναρχικών και δημοσιογράφων, αφού στην ιστορία αυτή ένας δημοσιογράφος έχει παρεισφρύσει στις τάξεις των αναρχικών του Λονδίνου για τις ανάγκες του ρεπορτάζ. Β) An Anarchist League has no need for funds and so long as there is money enough to buy beer the League is sure of continued existence (πώς εξηγείται αυτή η προσκόλληση των αναρχικών με την κατανάλωση μπίρας; ε; μήπως για να φτιάχνουν μολότοφ με τα άδεια μπουκάλια; ε; Και γιατί δεν χρειάζονται έσοδα; ε; μήπως γιατί έχουν κρυφή χρηματοδότηση από σκοτεινά παγκόσμια οικονομικά κέντρα που έχουν ανεβάσει τις τιμές του πετρελαίου στα ύψη και μας σκοτώνουν σιγά σιγά με την αιθαλομίχλη με την οποία μας ψεκάζουν. Ε;).


ΥΓ. Στον ύπνο μου έπαιζε αυτό το τραγούδι 



1 Ιαν 2013

Ανώφελο το skip

κατά σειρά εμφάνισης, κρεγκ αρμστρονγκ - ράηζ, ρολ δε ντάης - κόλιγκ ολ γουόρκερζ, ανιμα - μάμπο μπι, λουντοβίκο εηνούντι - νάητμπουκ, ράηαν τιγκ - σάντοουπλεη, λε φραγμαντς ντε λα νουί - ντεμάν σετετ ιερ, λεφτ - τίαρ, μαξ ρίχτερ - ότομν μιούζικ 1, όλαφουρ άρναλντζ - 0048 0729, μπαρκ κατ μπαρ - βερόνα

orch