23 Νοε 2016

τRομεRα πνευστά

Επεξεργασία και συντήρηση ονείρων 1.0.1

Δωμάτιο σε ξενοδοχείο του Μιλάνου, υγρό, σκοτεινό, σαν σπήλαιο, στην άκρη τού σαν τούνελ διαδρόμου μόνο τρεμόπαιζε το φως, χρειαζόσουν χάρτη για να βγεις, αλλά δεν είχες, πάω στη ρεσεψιόν να πάρω έναν, είπες, αλλά ούτε για τη ρεσεψιόν είχες χάρτη, χάθηκες, βρέθηκες σε κάτι ράγες με φορτηγά τρένα, που αυτά ήταν το φως στην άκρη του τούνελ κι έρχονταν κατά πάνω σου και θυσίασες τότε, ρίχοντάς την πάνω στις ράγες, μιαν γραία που είχε δει κι αυτή το ίδιο φως κι ήτανε κάποτε μέντιουμ κι έλεγε ό,τι της κατέβαινε στους ανθρώπους, αλλά έβγαινε αλήθεια, κι είχε πολύ σουξέ, μέχρι που μια μέρα είδε στον ύπνο της ότι της ζητούσε συμβουλή ο ίδιος ο Θεός και από τότε μόνο έλεγε στον κόσμο να πάει να προσευχηθεί στο Βαρδάρι, στις πορείες και στους συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ, που στη μικρή βιομηχανική περιοχή προσπαθούσαν με ένα αμυντικό χαφ-κόφτη να σπάσουν το λουκέτο για να μπουν να καταστρέψουν το μνημείο που είχε στηθεί για τον Σουφλιά, και μόλις έσπασε η πόρτα και χιμήξαν σαν τον εμετό οι πασόκοι, χίμηξες κι εσύ στη ρεσεψιόν να βρεις το χάρτη, και παραδίπλα τρώγανε το πρωινό τους οι πολύ φραγκάτοι, κάτι σοκοφρέτες σε σχήμα παπιγιόν, πήρες μία κι εσύ, μα ο γκρανμέτρ σού πήρε την μπουκιά από το στόμα, μα τι κάνετε εκεί; τρώτε τη σοκοφρέτα των κυρίων πλουσίων; αυτό δεν είναι για σας, και σε στείλαν πίσω στη σπηλιά σου, τιμωρία, χωρίς χάρτη, χωρίς φαγητό ούτε τροφή.

19 Νοε 2016

Παλιοχαρακτήρας

Έχω κακό χαρακτήρα, το ομολογώ. Γραφικό, εννοώ. Οχι, δεν είμαι γραφικός εγώ ο ίδιος, ούτε ο χαρακτήρας μου, νομίζω. Κι ούτε είμαι κάνας κακός άνθρωπος, αν και καμιά φορά με αρέσει να περιαυτολογώ. Τα γράμματά μου όμως είναι άσχημα. Οχι αυτά των ΕΛΤΑ, αλλά αυτά που κάνω όταν γράφω με μολύβι ή στυλό σε χαρτί.
Γι' αυτό δεν με αρέσει να γράφω. Ναι, εδώ είναι το σημείο που με διακόπτεις και μου λες «μα τι μαλακίες λες, γράφεις καταπληκτικά». Σ' ευχαριστώ, είσαι πολύ ευγενικός, πολύ ευγενική. Προτιμώ, που λες, ν' ακούω από το να γράφω. Οχι μόνο να ακούω μουσική, που νομίζω πως σε αυτό είμαι καταπληκτικός, αλλά γενικά ν' ακούω. Παρότι έχω τρίχες στ' αυτιά -για τις οποίες ντρέπομαι πάρα πολύ από κείνη την ημέρα που τις ανακάλυψα σε μια συνέλευση αναρχικών στο πανεπιστήμιο, πριν από πολλά χρόνια δηλαδή, γιατί πάει πολύς καιρός από το σύντομο όσο και αποτυχημένο μου φλερτ με τον αναρχικό χώρο- ακούω καταπληκτικά, εκτός απ' τις φορές που έχω ένα σφύριγμα στ' αυτιά, ή τις φάσεις που ξύνω τις φαβορίτες μου (κάνουν εκκωφαντικό θόρυβο) ή που ο άνεμος θροΐζει τις προαναφερθείσες τρίχες στα ώτα μου ή σε φάσεις που κορνάρει κάποιος μαλάκας οδηγός ή μαρσάρει κάνα τσογλάνι με το μηχανάκι του ή βαράει κάνα κομπρεσέρ και θέλω να το χώσω στον κώλο κάποιου, γούστα είναι αυτά. Είμαι πάντως καλός λίστενερ, που λένε και οι άγγλοι, και μου μιλάνε. Οχι μόνο οι Αγγλοι, αλλά όλοι. Δηλαδή όχι και τόσο πολλοί Άγγλοι, γιατί δεν ξέρω και πολλούς. Κυρίως οι Έλληνες μου μιλάνε, ξέρω πολλούς απ' αυτούς. Οχι ότι διακατέχομαι από καμιά ενσυναίσθηση, συμπόνοια και έγνοια για τα προβλήματα των άλλων, απλώς βαριέμαι να μιλάω.
Λόγω λοιπόν του κακού γραφικού μου χαρακτήρα προτιμώ ν' ακούω από το να γράφω και για το λόγο αυτό ποτέ δεν κρατούσα σημειώσεις κι είναι ένας από τους λόγους που αποφεύγω σαν το διάολο κάθε λογής γραπτό διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, τραγουδιού, ομορφιάς και σκύλων. Καμιά φορά όμως, με στέλνουν, ή πηγαίνω αυτοβούλως, σε κάτι πράγματα που πρέπει να δω ή ν' ακούσω και να κρατήσω σημειώσεις, να γράψω δηλαδή με στιλό και χαρτί. Οχι, δεν είμαι χαφιές, ρουφιάνος, ασφαλίτης, αν και με έχουν περάσει πολλές φορές για τέτοιον. Εσχάτως ανακάλυψα ότι χάρη στα κινητά τηλέφωνα, κι αφού με αρέσει να ακούω περισσότερο από το να γράφω, μπορώ να πηγαίνω, αυτοβούλως ή μη, και να ηχογραφώ αυτό που χρειάζομαι κι έτσι νόμισα πως έχω λύσει το πρόβλημά μου. Μόνο που καμιά φορά συμβαίνει εκεί ας πούμε που είμαι σε μιαν ομιλία κάτι αριστερών κι έχω το κινητό να ηχογραφεί να κάθεται δίπλα μου μια νευρική κοπελίτσα που πίνει το δέκατο τρίτο διπλό εσπρέσο φρέντο σκέτο τίγκα στο παγάκι και το κουνάει καθώς νευρικά ρουφάει τον καφέ της και κάνουν χράκαχράκα τα παγάκια και καλύπτει αυτό που πραγματικά θέλω να ηχογραφήσω, και σκέφτομαι πως μπορεί να είναι προβοκάτσια, ή να με περνάει για ρουφιάνο ή να έχει καταλάβει ότι εγώ είμαι με το αντίπαλο τ' αριστερό γκρουπούσκουλο και με κάνει σαμποτάζ στην ηχογράφηση – και σήμερα, ας πούμε, εκεί που ήμουν σε μιαν εκδήλωση κάποιων πολύ εντάξει τύπων και ηχογραφούσα με το κινητό, ήρθε δίπλα ξάφνου ένα γέρος και, ενώ μιλούσε ο επιστήμονας, ο γέρος πήρε να ξετυλίγει χράτσουχρούτσα ένα σάντουιτς που το είχε χιλιοτυλιγμένο και να μασουλάει πάνω από το κινητό μου και να πλατσουρίζει τα χείλια του εκτοξεύοντας ψίχουλα και σάλια και καλύπτοντας τον ποθητό ήχο του επιστήμονα, και είχε και χυμουλάκι να πιει και τον ρουφούσε μανιωδώς και σκέφτηκα πως κι εδώ πρόκειται περί προβοκάτσιας εναντίον μου, μάλλον με κατάλαβε ότι εγώ, αντίθετα με αυτούς, δεν είμαι και πολύ εντάξει, δεν είμαι στα καλά μου γενικώς, είμαι χαρακτήρας πολύ κακός και γραφικός.

11 Νοε 2016

Μικρή φανταστική ιστορία του κόσμου

Ηταν μια φορά ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου, μιλάμε ήτανε τόσο καλός που θλιβόταν πραγματικά για τις στεναχώριες, τα βάσανα και τις δυστυχίες των άλλων, είτε τους ήξερε προσωπικά είτε όχι, ένιωθε όμως ανήμπορος να τους βοηθήσει όλους αυτούς, και μη βρίσκοντας άλλη αποτελεσματικότερη λύση για μιαν ευτυχισμένη κοινωνία αποφάσισε να αρχίσει να βγάζει από τη μιζέρια τους όλους τους λυπημένους, δυστυχισμένους, στεναχωρημένους, προχώρησε δηλαδή κυριολεκτικά στην εξάλειψη της φτώχειας, της λύπης και της δυστυχίας, σκοτώνοντας κάθε ευρισκόμενο σε αυτήν την κατάσταση άνθρωπο, που έβρισκε στο πέρασμά του, μπαμ και κάτω λέμε, έτσι απλά αλλάζω την κοινωνία μωράκι μου φευγάτο, που λέει και ο κι εσύ Λάμπης Μπάμπη μου Λιβιεράτος, μέχρι που δεν έμεινε κανείς, και κατάφερε να φτιάξει την τέλεια, απολύτως ευτυχισμένη κοινωνία, κι ήταν όλοι οι άνθρωποι τόσο ευχαριστημένοι που αποφάσισαν και τον έκαναν Ανωτατο Αρχοντα του Κόσμου, με απόλυτες εξουσίες, σύντομα όμως συνέβησαν τα εξής, αρχικά οι πολίτες, από φόβο μην τυχόν και εντοπιστούν να στεναχωριούνται από το άγρυπνο μάτι του Αρχοντα κι αποφασίσει αυτός με το μακρύ του χέρι να τους βγάλει από τα βάσανά τους μια και καλή, αναπόφευκτα άρχισαν να υποκρίνονται τους ευτυχισμένους (πέθαινε κάνας συγγενής, σαμπάνιες ανοίγανε) και μάλιστα τόσο πετυχημένα που ο Αρχοντας άρχισε να βαριέται και να βρίσκει ότι δεν έχει αντικείμενο και σκοπό η ζωή του κι άρχισε να μη νιώθει και πολύ καλά, αρχικά κάπως σαν στομαχόπονο μέχρι που η θλίψη του έγινε βαρύτατη, ανίατη ασθένεια και το πήρε απόφαση και αυτοκτόνησε τρώγοντας μπαμιες.

Στην κηδεία του Αρχοντα δεν πήγε κανείς. Ηταν όλοι καλεσμένοι σε ένα πάρτι εκεί κοντά. Ευτυχείς, λυπημένοι και πότες.