2 Νοε 2006

ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΜΠΑΡΟΟΥΖ , Ο ΗΘΙΚΟΛΟΓΟΣ

από άρθρο του Ηλία Μαγκλίνη, στο περιοδικό Διαβάζω, τον Μάρτιο του 1998.

“Ενθύμια φρίκης” είχε ορίσει τα ποιήματά του ο Νίκος Καρούζος, ένας ορισμός που ταιριάζει και στα έργα του Μπάροουζ όπου στήνεται ένα είδος “θεάτρου της ωμότητας” γεμάτο σαδομαζοχιστικά συμπλέγματα και διαστροφές, μεταλλαγμένα έντομα, τερατογενέσεις, μυστικούς κυβερνητικούς πράκτορες, παρανοϊκούς στρατιωτικούς, εξωγήινους, πρεζόνια, ερμαφρόδιτους, σαδιστές γιατρούς και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί. Σκοπός του Μπάροουζ φαίνεται να είναι η πρόκληση της βίαιης αφύπνισης της συνείδησης του αναγνώστη να τον καταστήσει ικανό και πάλι να τρομάξει Τι άλλο είναι ένα “γυμνό γεύμα”; “Εκείνη η παγωμένη στιγμή που σταματάς για να κοιτάξεις τι βρίσκεται στην άκρη του πιρουνιού σου”. Και αυτό που βλέπεις δεν είναι καθόλου ωραίο...
Πρόκειται για ένα αποκαλυπτικό και εσχατολογικό όραμα στο οποίο αν οι μονομανίες του συγγραφέα τον κάνουν κάποτε να είναι μονομερής, κουραστικός και να επαναλαμβάνεται, στις καλύτερες στιγμές του, τον καθιστούν αυτό που έλεγε και ο ίδιος, “έναν χαρτογράφο, εξερευνητή αγνώστων περιοχών της ανθρώπινης ψυχής”. Επιθυμία του είναι να κάνει “τους ανθρώπους να μάθουν για την πραγματική εγκληματικότητα της εποχής μας”''.
Κατά βάθος, ο Μπάροουζ, παρά τις ριζοσπαστικές δομές και το ανατρεπτικό περιεχόμενο των κειμένων του, είναι ένα παράξενο είδος νοσταλγού του παρελθόντος. Ακόμα και την ομοφυλοφιλία του, παρά το ότι ενέδωσε σε αυτή με ένα ακραίο πάθος και την κοινοποίησε από πολύ νωρίς στη ζωή του, ενδόμυχα την αντιμετώπιζε ως ένα είδος κατάρας, αρρώστια της σάρκας, μια αμαρτία για την οποία θα πρέπει να τιμωρηθεί -ο αμερικανικός πουριτανισμός στο απόγειό του ("Δεν είμαι αδερφή”, σκέφτηκε. “Είμαι αποχωρισμένος από το σώμα μου”, γράφει στο Αδερφή").
Είναι, λοιπόν, ο Μπάροουζ ένα παράδοξο είδος ηθικολόγου; Ίσως στην ηθικολογία καταλήγουμε όλοι εξαιτίας της ανικανότητάς μας να προβάλλουμε αντίσταση σε ορισμένα θλιβερά και σκοτεινά σημεία των καιρών. Το μοναδικό καταφύγιό μας είναι ένα χρεοκοπημένο σύστημα ηθικών αξιών. Άρα, ωθούμαστε σε μια ακατάσχετη ηθικολογία, σε μια “φιλολογία της ηθικής” όπου υπάρχει θεωρία (του χειρίστου είδους μάλιστα) και καθόλου πράξη. Η ηθικολογία μάς θέτει αυτόματα σχεδόν “εκτός μάχης”, μας κάνει γραφικούς και ακίνδυνους ενώ ταυτόχρονα εγκαθιδρύει ένα καθεστώς ακαμψίας, ξηρότητας, στειρότητας, απάθειας, παθητικότητας, πλήξης και ανίας, με άλλα λόγια, ένα υπόγειο καθεστώς συντηρητισμού.
Η ροπή του Μπάροουζ στο να απεικονίζει το “πρόσωπο της φρίκης”, τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης (συνεχίζοντας, κατά κάποιον τρόπο, την παράδοση του Ναθάνιελ Χόθορν), η κλίση του στο γκροτέσκο και το πάθος του να δίνει μορφή και όνομα στο Κακό δεν φαίνεται να είναι παρά μια μέθοδος για να εξορκίσει κανείς το Κακό. Μέσα από τη γραφή ο Μπάροουζ δείχνει να λειτουργεί σαν ένα είδος μάγου ή εξορκιστή (ξόρκια ενάντια στους εφιάλτες που τον στοιχειώνουν, έχει αποκαλέσει τα δικά του ποιήματα ο Μίλτος Σαχτούρης). Για τον Μπάροουζ δεν είναι ζήτημα επιλογής, είναι μονόδρομος: "Όσοι έχουν ακούσει από το μη κυρίαρχο ημισφαίριο κομμάτι του εγκεφάλου τονίζουν την απόλυτη εξουσία τους. Γνωρίζουν πως ακούν την Αλήθεια. Το γεγονός ότι καμιά απόδειξη δεν παρατίθεται και η φωνή μπορεί να λέει ασυνάρτητες ανοησίες είναι άσχετο. Και η Αλήθεια δεν έχει τίποτα να κάνει με γεγονότα” γράφει στο τελευταίο του βιβλίο Μια στις χίλιες. Ο Μπάροουζ γνωρίζει καλά ότι μέσα από τη γραφή και τη δημιουργία, αν μη τι άλλο, απαλύνεται η ροή του χρόνου, η οποία, όσο πλησιάζουμε στη νέα χιλιετία, μοιάζει να είναι ολοένα και πιο βασανιστική. Όχι επειδή ο χρόνος κυλά αργά. Ακριβώς το αντίθετο. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, οι αιτίες της σύγχρονης πλήξης οφείλονται περισσότερο στη σαρωτική και ισοπεδωτική ταχύτητα με την οποία αντιμετωπίζουμε τον κόσμο και τα πράγματα, παρά στην όποια βραδύτητα. Επίσης, σύμφωνα με πολλούς εγκληματολόγους, οι βαθύτερες αιτίες των εκρήξεων ακραίας και άσκοπης βίας στο άστυ, φαίνεται πως είναι η πλήξη: οι άνθρωποι σκοτώνουν γιατί δεν έχουν τι άλλο να κάνουν πια. Και για να κλείσουμε έτσι όπως περίπου αρχίσαμε, ας θυμηθούμε αυτό που είχε γράψει ο φιλόσοφος Μπερντιάεφ: “Η μόνη αληθινή κόλαση είναι η πλήξη μας”.
Τέλος επιτέλους, με τα περί του Μπίλ Μπάροουζ. Εδώ μια φωτογραφία που τράβηξε ο nikolakisdiaselos χρόνια πριν, στην Ταγγέρη, και ήταν αρκετά ευγενικός ώστε να μας την παραχωρήσει...


Φυσικά και λέω ψέμματα παραπάνω.

5 σχόλια:

artois είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
artois είπε...

«Το αληθινό σκάνδαλο με τον Μπάροουζ» γράφει ο Ευγένιος Αρανίτσης «δεν σχετίζεται (καθώς μας λένε) με τον τερατώδη λόγο περί εγκλήματος ούτε με την πορνογραφία του, ακόμη λιγότερο μάλιστα με την πειραματική ύφανση του κειμένου, συχνά απροσπέλαστη και οπωσδήποτε προσβλητική για την παλιά φρουρά των κριτικών, αλλά με το ότι ένας εντελώς περιθωριακός απ' όλες εκείνες τις ιδιότητες που η κοινωνία θεωρεί συνώνυμες του κακού, του βδελυρού και του περιφρονητέου, έρχεται να δώσει, ήδη απ' τη δεκαετία του '50, το πιο πλήρες, τρομακτικό, βαθυστόχαστο και εντέλει πανηγυρικά επαληθευμένο όραμα του μέλλοντος.»

H φωτογραφία που αναδημοσιεύεις είναι τραβηγμένη στην Ταγγέρη, το 1961, και περιλαμβάνει κι άλλους από το βαρύ πυροβολικό των Μπιτς: Πήτερ Ορλόφσκι, Γουίλλιαμ Μπάροουζ, Άλεν Γκίνσμπεργκ, Γκρέγκορυ Κόρσο μαζί με τους Πωλ Μπόουλς και Ίαν Σάμερβιλ. Έχει γίνει εξώφυλλο στο "Contact Highs", του Άλαν Άνσεν (τέταρτος από αριστερά), ο οποίος υπήρξε συνεργάτης και στενός φίλος του Όντεν και έζησε πολλά χρόνια στην Αθήνα.

ΠανωςΚ είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
ΠανωςΚ είπε...

Artois, εύστοχος, ως συνήθως, ο Αρανίτσης. Αλλά προς τι έκπληξή του; Πολλάκις έχει παρατηρηθεί "περιθωριακές μειοψηφίες" να ωθούν τις καταστάσεις προς τα μπρος.
Ασε που ο χαρακτήρ του καλλιτέχνη δεν συναδει απαραίτητα με το έργο του (περιέργως πολλοί μαλάκες έχουν καταθέσει αριστουργήματα, ενώ υπέροχοι άνθρωποι έχουν καταθέσει μαλακίες).
Α, κι ευχαριστώ πολύ για τις πρόσθετες πληροφορίες για τη φωτό...

artois είπε...

Δεν νομίζω ότι ο Αρανίτσης εξεπλάγη γι αυτό που λες – εξάλλου δεν είναι από αυτούς που εκπλήσσονται Περί "αληθινού σκανδάλου" γράφει και όχι περί εκπλήξεως. Και υποθέτω ότι αναφέρεται στην αγανάκτηση (ή σκανδαλισμό) που προκαλεί το γεγονός ότι "βαθυστόχαστο και εντέλει πανηγυρικά επαληθευμένο όραμα του μέλλοντος" δίνεται από "εντελώς περιθωριακούς".
Γιατί είναι επίσης γεγονός ότι οι περισσότεροι δεν το αναμένουν /επιθυμούν.

Tώρα για τον Γκίνσμπεργκ, δεν θα έλεγα ότι το σύνολο του έργο του ήταν σε μεγάλη δυσαρμονία με την ζωή του.