Τελευταία, στα
γραπτά του, έκανε εγώκαιρo.
Εβρεχε λέξεις ασταμάτητα. Οι λέξεις
δεν ψάχνανε κανέναν. Μόνο την πρόσκρουση
με τη γη. Δίχως παραλήπτη, οι λέξεις
ξεχείλιζαν υπομονετικά κι υπονομευτικά τους υπονόμους. Τριγύρω
μόνο ανοιχτές ομπρέλες. Αδιάβροχοι
αναγνώστες. Κανείς δεν συμπαθεί έναν
εγώκαιρο. Που βρέχει μόνο για πάρτη του.
Αυτό δεν ήταν το μοναδικό πρόβλημά
του. Τα κείμενά του αποκάλυπταν
ελαττωματικό χαρακτήρα. Χωρίς τελείες,
δεν ήταν ατελείωτα αλλά γεμάτα ατέλειες.
Τα κείμενα απαιτούσαν. Κάτι να προτείνει.
Κι αυτός δεν είχε τίποτε μεγαλεπήβολο
κατά νου. Μόνο μικρές προτάσεις. Τα
κείμενα ζητούσαν λύσεις. Ιδέες. Εξωστρέφεια
επιχειρηματική. Δηλαδή επιχειρήματα
για της κοινωνίας την αλλαγή. Πολυτέλεια
σε τέτοιους καιρούς να μην κοιτάζεις
γύρω σου. Αλλά μόνο στον καθρέφτη. Και
να μη σου αρέσει. Αυτό που βλέπεις. Με
μικρές φράσεις δεν είναι κείμενο, αλλά
τηλεγράφημα. (Τα κείμενα, σαν τα σκυλιά, μοιάζουν στον αφέντη τους, στο γραφιά τους τέλος πάντων, δεν μπορείς να ζητάς από ατσούμπαλους, άχαρους, πληθωρικούς ανθρώπους να γράφουν με στιλ, με τεχνική, αναπόφευκτα τσαλαβουτάν στη λάσπη, στα βρωμόνερά, πετάνε τις λέξεις όπως πετιούνται οι μύξες όταν φταρνίζονται, τα σάλια όταν βλέπουν το φαγητό και τα δάκρυα όταν το φαγητό τελειώνει, ούτε από μεθύστακες να γράφουν λογικά σε μιαν ευθεία γραμμή, με ύφος αυστηρό, με συνοχή και τέλος πάντων κλείσε την παρένθεση). Κι ήρθε μια μέρα που ο
ασύρματος σίγησε. Μια σκόνη κάλυψε τα
πάντα. Κι οι άλλοι γίνανε χέρια. Οχι
βοηθείας, μόνον τυπικής χειραψίας. Γίναν
οι λέξεις τυπικές και δεν σημαίναν
τίποτε. Για να ελαφρύνει το κλίμα,
θυμήθηκε μια δασκάλα του των Αγγλικών
που τη λέγαν Μεταλίδου και φυσικά τη
φωνάζαν τα παιδιά Χεβιμεταλίδου αλλά
το πιο κοντινό σε χέβι μέταλ που τους
τραγούδησε ποτέ και μάλιστα ακαπέλα,
γιατί απαγορευόταν στην τάξη να φοράς
καπέλα, ήσαν οι δασκάλοι τότε αυστηροί,
δεν επιτρέπαν τα γιο και τα γιογιό μέσα
στην τάξη, ήταν το Like a Prayer της
Μαντόνα, μια οπωσδήποτε άβολη στιγμή
για τον ίδιον που στα δώδεκά του χρόνια
περνούσε ήδη την ψυχεδελική του περίοδο
κι ήθελε ν' ακούσει κάτι σε πρώιμους
Πινκ Φλόυντ, κι όταν διηγήθηκε αυτήν
την ιστορία σε κάποιους απόρησαν, μα η
δασκάλα σας τραγούδησε το Λάηκ ε πρέηερ,
ε μα ποιος, τσατίστηκε αυτός
γιατί διέγνωσε δυσπιστία, η Μαντόνα, αυτοπροσώπως; Φαντάζεσαι την Παναγιά Παρθένα να κάνει τουρνέ στα σχολεία
της επαρχίας και τις συναυλίες ν' ανοίγει
ο Κρίνος; Φτηνό το αστείο το ήξέρε αλλά
ίσως κάποιος φτηνιάρης, κακόγουστος να
γελάσει λίγο.
2 σχόλια:
Πολύ πετυχημένο το λογοπαίγνιο με τον "εγώκαιρο".
Κι έχεις δίκιο,
γιατί πολλοί γράφουν αυτιστικά, εγωκεντρικά, μιλάνε πολύ
και λένε έμμεσα συνέχεια Εγώ!
Πολλοί συγγραφείς αντίστοιχα αυτοβιογραφούνται ασύστολα, ωμά,
σαν η ζωή-τους να είναι το παν στο σύγχρονο σύμπαν.
Καλή χρονιά
Πατριάρχης Φώτιος
Κυρίως για μένα έγραψα ό,τι έγραψα, Πατριάρχη, αυτοκριτικά και αυτοαναφορικά.
Καλή χρονιά!
Δημοσίευση σχολίου