Ρωτούσαν «τι
θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;» και
έδινε πάντα την ίδια απάντηση, αινιγματική
και αποστομωτική, τόσο που σαν χαζοί
τον κάναν χάζι: «τυχοπώλης». Ουδείς
ποτέ, ούτε ο ίδιος, δεν κατάφερε να
προσδιορίσει επακριβώς τα καθήκοντα
ενός τυχοπώλη. Μην είναι κάποιο μέντιουμ,
που λέει την τύχη, βλέπει το μέλλον, το
ριζικό των ανθρώπων; ή μήπως ένας άνθρωπος
γουρλής, που έναντι αμοιβής, ας πούμε
τα κέρδη μισά-μισά, στέκεται δίπλα στους
παίκτες στα καζίνα για να φέρει την
εύνοια της τύχης; ή μήπως, έστω, ένας
πράκτορας του ΟΠΑΠ, με τα κίνο και τα
σκρατς, τα λαϊκά και κρατικά λαχεία που
παίζουν οι πολίτες μπας και τους κάτσει
η ευτυχία;
Οσο κι αν έψαξε, δεν βρήκε πουθενά σχολή της Ανωτάτης Τυχοπωλικής για να μάθει να κάνει την τύχη του και μάλιστα σε πλεόνασμα ώστε να την πουλήσει και στους άλλους. Τέτοια τον βρήκε ατυχία. Kαθημερινά χτυπούσε το κεφάλι του στον τοίχο μέχρι που, προτού σπάσει, άγνωστο ποιο, το κεφάλι ή ο τοίχος, κατάλαβε πως δεν επρόκειτο για πρόβλημα επαγγελματικό αλλά περισσότερο ορθογραφικό. Mήπως να γίνει τοιχοπώλης, να πουλάει τοίχους δηλαδή αντί για τύχη, τοίχους ή τείχη, που υψώνονται και χωρίζουν τους ανθρώπους, τοίχους για απομόνωση, τοίχους απ' αυτούς που άμα θες μπορείς να ανεβείς και μετά στο κενό να πηδήξεις;
Κατόπιν έρευνας αγοράς διαπίστωσε με φρίκη πως τέτοιους τοίχους, διαχωριστικούς, απομονωτικούς κι εντέλει δολοφονικούς, κατασκεύαζαν και πωλούσαν οι εκάστοτε κρατούντες, ήταν δικό τους μονοπώλιο, κρατικό με ολίγη σύμπραξη του υγιούς ιδιωτικού και ανταγωνιστικού τομέα. Ετούτοι οι λίγοι οι εκλεκτοί και τυχεροί κρατούντες ήταν όχι μόνον οι πραγματικοί και αποκλειστικοί τοιχοπώλες αλλά είχαν επεκτείνει τη δράση τους και σε διαφορετικές ορθογραφίες, ήσαν και τειχοπώλες και τυχοπώλες αλλά και δυστυχοπώλες, τη δε ευτυχία δεν την πωλούσαν, αλλά τη μοιράζονταν μεταξύ τους. Διαχωρίζαν, απομόνωναν και σκορπούσαν δυστυχία με τεράστια επιτυχία. Ήταν πραγματικά εκπληκτικό πόση μεγάλη ζήτηση είχαν τα προϊόντα τους παγκοσμίως.
Άλλη λύση δεν βρήκε, από το να βγει στην παρανομία και να πουλά στη μαύρη αγορά τη δική του, προσωπική δυστυχία, μια παντελώς εγωκεντρική, μίζερη, μελό ιστορία σε συνέχειες, με κεντρικό τίτλο «Ό,τι ξέρεις είναι λάθος, τα λεφτά την φέρνουν την ευτυχία», μόνο που ατύχησε και παρά τη διαφημιστική του εκστρατεία δεν αγόρασε τίποτε ποτέ κανείς.
Οσο κι αν έψαξε, δεν βρήκε πουθενά σχολή της Ανωτάτης Τυχοπωλικής για να μάθει να κάνει την τύχη του και μάλιστα σε πλεόνασμα ώστε να την πουλήσει και στους άλλους. Τέτοια τον βρήκε ατυχία. Kαθημερινά χτυπούσε το κεφάλι του στον τοίχο μέχρι που, προτού σπάσει, άγνωστο ποιο, το κεφάλι ή ο τοίχος, κατάλαβε πως δεν επρόκειτο για πρόβλημα επαγγελματικό αλλά περισσότερο ορθογραφικό. Mήπως να γίνει τοιχοπώλης, να πουλάει τοίχους δηλαδή αντί για τύχη, τοίχους ή τείχη, που υψώνονται και χωρίζουν τους ανθρώπους, τοίχους για απομόνωση, τοίχους απ' αυτούς που άμα θες μπορείς να ανεβείς και μετά στο κενό να πηδήξεις;
Κατόπιν έρευνας αγοράς διαπίστωσε με φρίκη πως τέτοιους τοίχους, διαχωριστικούς, απομονωτικούς κι εντέλει δολοφονικούς, κατασκεύαζαν και πωλούσαν οι εκάστοτε κρατούντες, ήταν δικό τους μονοπώλιο, κρατικό με ολίγη σύμπραξη του υγιούς ιδιωτικού και ανταγωνιστικού τομέα. Ετούτοι οι λίγοι οι εκλεκτοί και τυχεροί κρατούντες ήταν όχι μόνον οι πραγματικοί και αποκλειστικοί τοιχοπώλες αλλά είχαν επεκτείνει τη δράση τους και σε διαφορετικές ορθογραφίες, ήσαν και τειχοπώλες και τυχοπώλες αλλά και δυστυχοπώλες, τη δε ευτυχία δεν την πωλούσαν, αλλά τη μοιράζονταν μεταξύ τους. Διαχωρίζαν, απομόνωναν και σκορπούσαν δυστυχία με τεράστια επιτυχία. Ήταν πραγματικά εκπληκτικό πόση μεγάλη ζήτηση είχαν τα προϊόντα τους παγκοσμίως.
Άλλη λύση δεν βρήκε, από το να βγει στην παρανομία και να πουλά στη μαύρη αγορά τη δική του, προσωπική δυστυχία, μια παντελώς εγωκεντρική, μίζερη, μελό ιστορία σε συνέχειες, με κεντρικό τίτλο «Ό,τι ξέρεις είναι λάθος, τα λεφτά την φέρνουν την ευτυχία», μόνο που ατύχησε και παρά τη διαφημιστική του εκστρατεία δεν αγόρασε τίποτε ποτέ κανείς.
2 σχόλια:
Μήπως έκανε ορθογραφικό λάθος στη λάθος ορθογραφία του και εννοούσε τυχο-police? Θα κυνηγούσε όσους ήταν τυχεροί ενώ δεν έπρεπε, το φτωχαδάκι που κέρδισε το τζόκερ, τον χιουμορίστα ρότζερ που κέρδισε μια τζέσικα, τον τενίστα που πανηγύρισε τη νίκη σε μια μπαλιά που χτύπησε φιλέ και μέσα, τέτοια πράγματα.
SunCoater, γαμώτο, δεν το σκέφτηκα! Γαμάτη θα ήταν μια τυχο-police!
Δημοσίευση σχολίου