Σταμάτα
με τα πόδια στον αέρα και το κεφάλι στη
γη αδειανό, κοντεύει να σπάσει, το μυαλό
το 'χεις χάσει, κάπου στο νερό, νάτο
κολυμπάει, όπως κι εγώ, στην Καραϊβική,
ζώα κρυμμένα πίσω από τα βράχια και
ψάρια μικρά κολυμπούνε μαζί μου κι ένας
υποβρύχιος τύπος, επιχειρηματίας εξ
Ιαπωνίας, άρχοντας του νερού, τον σκοτώσαν
τόνοι γλίτσας, οδήγησε το αυτοκίνητό
του στον ωκεανό καβάλα στο κύμα του
ακρωτηριασμού, φιλιά στις γοργόνες
αγκαλιά με τυφώνες, με τα
όστρακα τραμπολίνο, του λέω δεν είν'
αυτός ο πλάνήτης του ήχου, η άλλη πλευρά
του φεγγαριού δεν υπάρχει, προσπαθούσα
καιρό να σε βρω, κράτα το κεφάλι μου, ο
υπόλοιπος φεύγω από δω, μου μυρίζει
καπνός από όπλο, χτυπημένος από σφαίρα,
ντυμένος στα μαύρα, στο λιμάνι γριά, που
μένει εδώ λίγο πιο πέρα, γονατιστή σε
μια τρύπα στο χώμα, σκάβει να βρει τη
φωτιά, ντυμένη στα μαύρα, κοιτά τον
ουρανό, ύφος ποιητικό, κι ένας γέρος
εκεί παραπέρα, μια ζωή κοιμόταν να
κρατήσει δυνάμεις και να μείνει ξύπνιος
σαν έρθει το τέλος, σκάβει να βρει τη
φωτιά σε μια παραλία, είδα ταινία, ξυράφι
στο μάτι, ξυράφι στο μάτι, να ξες, είμαι
σκύλος απ' την Ανδαλουσία, ανδαλουσιανός
σκύλος και σαν μεγαλώσω θα γίνω
εκχυδαϊστής, δώσμου βρωμιά, κάτι δικό
σου να φορώ στο τσιμέντο με μοναξιά,
βγάλε και στείλε το φορεμα που φοράς
από ένα μακρινό αστέρι σε τούτο το μπαρ.
Διευκρίνιση: προφανώς καμία από τις ανωτέρω λέξεις δεν είναι δική μου, όλες (ή σχεδόν όλες τεσπά) προέρχονται από στίχους των Pixies
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου