Μέχρι να
έρθει η ώρα να πατήσει πάλι το κουμπί,
προλαβαίνει να παίξει δύο ακόρντα
εναέριας κιθάρας, να κουνήσει τη λεκάνη
του μία φορά ρυθμικά προς τα αριστερά
και άλλη μία προς τα δεξιά και να
μουρμουρίσει κάποιον από τους αγαπημένους
στίχους.
Συνήθως το “baby' we'll be fine”.
Συνήθως το “baby' we'll be fine”.
Η διαδικασία
είναι απλή, μηχανική, την έχει ξανακάνει
τόσες φορές στο παρελθόν. Μπορεί να την
εκτελέσει κι ενας χαζός, καλή ώρα, ή ένα
έξυπνο ανθρωποειδές, ένα ρομπότ. Πατάει το κουμπί και το μηχάνημα σκούζει.
Σηκώνει το καπάκι, τοποθετεί καινούργιο
υλικό, κατεβάζει το καπάκι. Περιμένει
να ανάψει πράσινο. Εκείνο το χρονικό διάστημα είναι που τα
κάνει όλα, αυτός ο χρόνος είναι ο απόλυτα δικός του. Μέχρι ν' ανάψει πράσινο το
κουμπί: ακόρντα, χορός, τραγούδι.
Baby we'll be fine.
Κάποιες
φορές, μέχρι να ξαναπατήσει το κουμπί,
σπλαχνικές κυρίες από τα γύρω γραφεία,
με καφέ και τσιγάρα, εφαρμόζουν τη δική
τους ανταλλακτική οικονομία, αυτή της
εξυπηρέτησης και του γνωστού στην
κατάλληλη θέση, σ' εξυπηρετώ-με εξυπηρετείς,
βρίσκουμε την παρακαμπτήριο, κάνουμε
τη δουλειά μας, διότι ειδάλλως με το
σύστημα δεν βγάζεις άκρη, δεν υπάρχει
κράτος, αγάπη μου, τα διαλύσαν όλα, δεν
άφησαν τίποτε όρθιο οι αλήτες – όταν
δεν ανταλλάσσουν γνωστούς στην κατάλληλη
θέση, αντάλλασσουν ονόματα ιερέων από
κάποια ενορία, πάρ' τον τηλέφωνο και πες
του να σε διαβάσει στην παράκληση το
απόγευμα, είναι καλός, κι όταν τελείωνουν
και με τους ιερείς αναρωτιούνται τι
φρούτο περίεργο είναι αυτός ο έκτακτος
ο καινούργιος, που δεν μιλάει και παίζει
κιθάρα στον άερα και λικνίζεται υπό
τους ήχους ενός τραγουδιού που μόνο
αυτός ακούει μουρμουρίζοντας πού και
πού
Baby we'll be fine.
Αλλες στιγμές,
σπάνιες, πιο εμπνευσμένες, παρατάει
το τραγούδι, το χορό και την κιθάρα, και
μέχρι να έρθει η ώρα να πατήσει το κουμπί,
σκέφτεται κάτι παππούδες, μια αδίστακτη
συμμορία παππούδων, ηλικιωμένων,
συνταξιούχων οι οποίοι παραμονεύουν,
στήνουν καρτέρι έξω από τα φαρμακεία
της πόλης μέχρι να εντοπίσουν ανυποψίαστους
και ανήμπορους συμπαππούδες, συνηλικιωμένους
συσσυνταξιούχους, άρτι προμηθευθέντες
από το φαρμακείο τα φάρμακα του μήνα με
τη σύνταξη του μήνα, τους οποίους
ξεμοναχιάζουν και τους κλέβουν τα
φάρμακα, εκ των οποίων όσα η αδίστακτη
συμμορία δεν χρησιμοποιεί για τη δική
της υγεία τα βγάζει στη μαύρη αγορά και
τα επαναπροωθεί στους ανυποψίαστους,
ανήμπορους συμπαππούδες, συνηλικιωμένους,
συσσυνταξιούχους, πρώην θύματά τους,
αλλά δυστυχώς δεν ξέρει την κατάληξη
αυτής της ιστορίας γιατί μέχρι να τη
βρει έχει έρθει η ώρα να πατήσει το
κουμπί και δεν πρόλαβε καν ετούτη τη
φορά να μουρμουρίσει
Baby we'll be fine.
ΥΓ. Καμιά φορά οι φάτσες που βλέπεις ν' ακούν τη μουσική που σε αρέσει και σένα σε κάνουν να νιώθεις κάπως άβολα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου