Ερωτηθείς πολλές φορές «τι διαβάζεις;» μπαίνω στον πειρασμό να απαντήσω «το μέλλον», «το διαφημιστικό φυλλάδιο του Λιντλ», «τα συστατικά των φρίσκιζ που τρώω για πρωινό», «τις ενδείξεις-αντενδείξεις των σιμέκο», «το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ», «τις θέσεις του Φώτη Κουβέλη για την εξυγίανση του καλλιτεχνικού πατινάζ», «τη βιογραφία της Οπρα», αλλά επειδή πάνω απ’ όλα σιχαίνομαι το ψέμα, συνήθως απαντώ «ένα αστυνομικό» και η απάντησή μου αυτή συναντά ένα καγχασμό περιφρόνησης του τύπου «πφ… τα αστυνομικά δεν είναι λογοτεχνία», κι άντε μετά να εξηγήσεις τους φανατικούς αναγνώστες του Φίλιπ Ροθ, γνωστούς και ως Ροθίστας, ότι υπάρχει και το λεγόμενο νουάρ, πολλώ δε μάλλον απ’ τη στιγμή που κι εγώ δεν μπορώ να ορίσω επακριβώς το νουάρ μυθιστόρημα, χωρίς να χρησιμοποιήσω τις λέξεις «αστυνομικός, ντετέκτιβ, έγκλημα, φόνος, αλκοόλ, καπνός, μοιραία γυναίκα, ραγού, βούτυρο, αλτάνες, βελόνες, διακόπτης, αρθριτικά». (Γελοίος, το ξέρω, όμως λίγο, όχι πολύ). Κι επιπλέον, αφήνοντας την καλύτερη συνταγή ραγού στην άκρη, άντε να εξηγήσεις ότι ουσιαστικά το νουάρ είναι το πολιτικό μυθιστόρημα των ημερών μας. Για αυτό το λόγο, αυτοί οι έξυπνοι άνθρωποι που γράφουνε βιβλία ενίοτε μπαίνουνε στον κόπο να μας τα κάνουνε λιανά και να γράψουνε ένα λυσάρι εν είδει σημειώματος του επιμελητή, εν είδει επιμέτρου και εν είδει βλακομέτρου εντέλει. Ετσι λοιπόν ο επιμελητής (να μην ξεχάσει στο διάλειμμα να ανοίξει τα παράθυρα, να αεριστεί η αίθουσα) της συλλογής «Εγκλήματα – Εννέα ιταλικές ιστορίες» Τζανκάρλο Ντε Κατάλντο βρίσκει τρία κοινά χαρακτηριστικά στο ιταλικό νουάρ, τα οποία θα παραθέσω, με τα δικά μου λόγια, ευθύς αμέσως, αγνοώντας τον επιθετικό προσδιορισμό «ιταλικό» στο νουάρ, διότι μην το παραγαμήσουμε παραπάνω, αυτή η πουτάνα η εξειδίκευση φταίει για τα χάλια μας ως ένα σημείο, τα λέγαμε εμείς από το ’98 αλλά δεν μας άκουγε κανείς, φάτε τα τώρα, αλλά ούτε περί εξειδίκευσης θα εξειδικεύσω τώρα, αντιθέτως θα μπω στο ζουμί, πάρτε και ψωμάκι να κάνατε παπάρα, στα τρία βασικά χαρακτηριστικά του νουάρ (ιταλικού, ελληνικού, γαλλικού, αμερικανικού, γενικώς κι όπως κι αν έχει δυτικού, αλλά γιατί όχι και «τριτοκοσμικού»; δηλαδής αυτοί οι αναπτυσσόμενοι δεν γράφουν νουάρ; Άλλη ιστορία κι αυτή). Βασικό χαρακτηριστικό α) η διαφθορά. Παντού. Οσο πιο ψηλά ανεβαίνεις στην κοινωνική πυραμίδα, τόσο μεγαλύτερη είναι η διαφθορά. Δεν υπάρχει κανείς ηθικός φραγμός σε ό,τι αφορά το εύκολο κέρδος. Βασικό χαρακτηριστικό β) ο Ξένος. Με τη μορφή σίγουρα του μετανάστη, αλλά όχι μόνον: κάθε είδους περιθώριο, λουμπεναριό, που απειλεί την οικεία καθημερινότητα του φιλήσυχου πολίτη. Βασικό χαρακτηριστικό γ) που μοιάζει λίγο με το βασικό χαρακτηριστικό α) το κυνήγι της επιτυχίας, η υπέρμετρη φιλοδοξία, η επιθυμία αναρρίχησης όλο και πιο ψηλά στην κοινωνική κλίμακα. Νομίζω πως τα καταφέρνει μια χαρά ο συμπαθής Κατάλντο και περιγράφει τα βασικά χαρακτηριστικά του νουάρ χωρίς να χρησιμοποιήσει ούτε μία απ’ τις λέξεις «αστυνομικός, ντετέκτιβ, έγκλημα, φόνος, αλκοόλ, καπνός, μοιραία γυναίκα, ραγού, βούτυρο, αλτάνες, βελόνες, διακόπτης, αρθριτικά».
Και μετά ήρθε το φθινόπωρο, την 1η του Αυγούστου, και τελειώσανε οι διακοπές μου. Πρόλαβα να κάνω 175 μπανια και να φάω 296 παγωτά. Κι ύστερα ήρθαν και μ’ έδεσαν.
Βιάστηκα πέντε μέρες όσον αφορά το τραγούδι, αλλά χαλάλι. Επίσης κάτι ήθελα να πω περί Αγκάθα Κρίστι και Ελρόι και CSI και The Wire, αλλά βαρέθηκα.
Βιάστηκα πέντε μέρες όσον αφορά το τραγούδι, αλλά χαλάλι. Επίσης κάτι ήθελα να πω περί Αγκάθα Κρίστι και Ελρόι και CSI και The Wire, αλλά βαρέθηκα.
11 σχόλια:
Ο Λουκαρέλι δεν έπαιζε στην Πάρμα ένα φεγγάρι; Το έριξε στο νουάρ μετά;
Μ'έναν Ιζζό κι ένα μπωλ κεράσια περνάς μια βδομάδα ζάχαρη στην καλοκαιρινή Σαλονίκη - κι αφήνεις ήσυχη την pipermaru να δουλέψει και τον Πάνω να χορεύει στο ρυθμό της βουβουζέλας.
Σούλα, έπαιξε και στην Πάρμα, αλλά πάνω απ' όλα ό Λουκαρέλης έχει ταυτιστεί με τη Λιβόρνο (πάμε ρε συντρόφια!).
Go-Go, τι να κάνουμε, αμα αυτή τη φορά είχε λίγο χώρο, θα σε βάζαμε στο ψυγειο. ή μήπως προτιμάς κατάψυξη;
Όχι φίλος, κυρίως έπαιζε στη Λέτσε. Μετάπήγε Λιβόρνο και Πάρμα. Εσχάτως βέβαι γράφει ιταλικό νουάρ να συμπληρώσει ένσημα.
Ο άλλος, ο Ντε Σίλβα είναι ο γνωστός μας Τζιοβάνι; Και ο Μαντσίνι;;; μα τι γίνεται; νουάρ ποδοσφαιριστών είναι αυτό;
Κι ο Φαλέτι είναι ο πουτσαράς εξάδερφος του Γκαλέτι.
με συγχωρείτε... Από το διάβασμα της παλάμης των μπάτσων, τις γενικές γράμμές ή άλλως πως κοινά χαρακτηριστικά που ανάγουν το νουάρ σε ηθογραφία και τον Αύγουστο που κάνει τον Καμιλέρι γρανίτα, πώς φτάσαμε στον Γκαλέτι?
Πήξαμε στα τρόλια εδώ μέσα με φαίνεται. Για να προσέχουν μερικοί μερικοί... γνώστες διότι μπορεί και να αποφασίσω να μη δημοσιεύονται τα ανώνυμα σχόλια, λέμε!
Χούλιο, μερσί για τη διόρθωση. Ποδοσφαιρικό νουάρ, γιατί όχι; Δες ας πούμε, το "Ο σεντερ φορ θα πεθάνει το σούρουπο" του (θεού) Μονταλμπάν (που ήταν και σύντροφος Μπαρτσελονίστα).
Γνώστη, εξυπνο, εξυπνο το σχολιό σου, θα μπορούσα να το είχα γράψει κι εγώ...
Μενιέκ, ο καλός ο μύλος όλα τα Γκαλέτι!
Ο Αμανίτι έχει καμία σχέση με τον Αμοκάτσι;
Αμα είναι να σου κάτσει...
http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=19&artid=4545002&enthDate=07112009
Στο λίνκ που δίνει ο αγαπητός Πάκης από πάνω λέει μεταξύ άλλων: Μπορεί ο Πλάτων να είχε ακόμα την πολυτέλεια να λοιδορήσει τον Δον Κιχώτη, αλλά θα τα έχανε μπροστά σ΄ έναν Γιόζεφ Κ.
και συμπληρώνω εγώ: και πού να δεις πόσο θα τα 'χανε ο Πλάτων μπροστά στον Πάνως Κ.
Δημοσίευση σχολίου