(Λόγω της έκτασής του, το κείμενο θα αναδημοσιευτεί σε τέσσερις συνέχειες)
“Σηκώστε τον ποδόγυρό σας, κυρίες μου, μπαίνουμε στην κόλαση”, έγραφε στον πρόλογο του “Ουρλιαχτού” του Άλεν Γκίνσμπεργκ ο Ουίλιαμ Κάρλος Ουίλιαμς. Ήταν όμως ο Ουίλιαμ Σ. Μπάροουζ που στο έργο του αποτύπωσε με τα πιο ζοφερά χρώματα πώς μετά το 1945 η ζωή στον πλανήτη μπορεί να μοιάζει με κόλαση. Γιατί όμως μετά το 1945; Διότι τον Αύγουστο εκείνου του έτους πραγματοποιήθηκαν οι δύο πρώτοι ατομικοί βομβαρδισμοί εναντίον της lαπωνίας.
Αν ο Αλμπέρ Καμύ και ο Τέοντορ Αντόρνο ισχυρίζονταν πως μετά τα Άουσβιτς και τα Νταχάου (όπου οι μαζικής κλίμακας φρικαλεότητες είχαν έναν πρωτοφανή γραφειοκρατικό και βιομηχανικό χαρακτήρα), η ποίηση δεν έχει πια κανένα νόημα, ο Μπάροουζ διακήρυττε ότι μετά τη Βόμβα ο πολιτισμός έτσι όπως τον ξέρουμε, οδεύει προς το τέλος του. Το “νέο όπλο” ήταν πράγματι κάτι το ασύλληπτο: στη Χιροσίμα, μέσα σε ένα δευτερόλεπτο, 30.000 άνθρωποι πέρασαν στην ανυπαρξία. Κι όταν ο φερόμενος ως “πατέρας της ατομικής βόμβας” φυσικός Οπενχάιμερ είπε στον τότε Αμερικανό Πρόεδρο Χάρι Σ. Τρούμαν “λερώσαμε τα χέρια μας με αίμα”, ο τελευταίος τού απάντησε: “Με λίγo νερό θα το ξεπλύνουμε”.
Για τον Μπάροουζ η βόμβα δεν ήταν παρά το σύμβολο αυτού ακριβώς του τρόπου σκέψης, το σύμβολο του πνεύματος, του κλίματος μιας νέας εποχής όπου καμία απαγόρευση δεν ισχύει. Επιπρόσθετα, τα δεδομένα για την πραγματικότητα που μας περιβάλλει άρχισαν να μεταβάλλονται δραστικά. Σύμφωνα με τον Μάλκολμ Μπράντμπερι, “Μετά τον πόλεμο ακολούθησε μια εποχή υλισμού, στρατιωτικής επέκτασης, ιδεολογικής ανησυχίας και μια αίσθηση ταχύτατης μεταμόρφωσης της ανθρώπινης συνείδησης. Ήταν η εποχή των ΜΜΕ, της στιγμιαίας καταγραφής, του νέου συστήματος μηνυμάτων, του πολλαπλασιασμού των υφών, της επιταχυνόμενης σύγχυσης των επιπέδων της πραγματικότητας.
Όπως άρχισαν ολοένα και περισσότερο να παρατηρούν οι συγγραφείς, ήταν μια εποχή στην οποία η πραγματικότητα έμοιαζε όλο και πιο πολύ με το μη-πραγματικό (unreality), συχνά δε το αληθινό (actuality) ξεπερνούσε την ικανότητα ενός συγγραφέα να το μετατρέψει σε εικόνα και η μυθοπλασία χρειαζόταν να γίνει υπερμυθοπλασία για να τα βγάλει πέρα με το πιο μυθοπλαστικό στάδιο της ιστορίας”. Ή, όπως το έθεσε, σε ένα γενικότερο βέβαια πλαίσιο, ο Βλαδίμηρος Ναμπόκοφ, “η πραγματικότητα είναι μια λέξη που δεν σημαίνει τίποτα αν δεν γράφεται μέσα σε εισαγωγικά”.
Τα εφιαλτικά σχήματα του Μπάροουζ είναι η περιγραφή ενός κόσμου που έχει υποστεί ένα ισχυρότατο σοκ και αντανακλούν αυτή τη σύγχυση όταν συνειδητοποιεί κανείς ότι δεν υπάρχει πια μια πραγματικότητα, ότι κάθε άνθρωπος κινείται μέσα στο αυστηρώς περιορισμένο πλαίσιο της προσωπικής και υποκειμενικής αντίληψης που έχει για τον κόσμο. Όπερ σημαίνει: “Τίποτα δεν είναι αλήθεια”. Κατ' επέκταση: Ολα επιτρέπονται”. Διότι αν τίποτα δεν είναι αληθινό, τότε ακόμα και η πιο βδελυρή πράξη, η μεγαλύτερη κτηνωδία δεν έχει καμιά απολύτως
Αν ο Αλμπέρ Καμύ και ο Τέοντορ Αντόρνο ισχυρίζονταν πως μετά τα Άουσβιτς και τα Νταχάου (όπου οι μαζικής κλίμακας φρικαλεότητες είχαν έναν πρωτοφανή γραφειοκρατικό και βιομηχανικό χαρακτήρα), η ποίηση δεν έχει πια κανένα νόημα, ο Μπάροουζ διακήρυττε ότι μετά τη Βόμβα ο πολιτισμός έτσι όπως τον ξέρουμε, οδεύει προς το τέλος του. Το “νέο όπλο” ήταν πράγματι κάτι το ασύλληπτο: στη Χιροσίμα, μέσα σε ένα δευτερόλεπτο, 30.000 άνθρωποι πέρασαν στην ανυπαρξία. Κι όταν ο φερόμενος ως “πατέρας της ατομικής βόμβας” φυσικός Οπενχάιμερ είπε στον τότε Αμερικανό Πρόεδρο Χάρι Σ. Τρούμαν “λερώσαμε τα χέρια μας με αίμα”, ο τελευταίος τού απάντησε: “Με λίγo νερό θα το ξεπλύνουμε”.
Για τον Μπάροουζ η βόμβα δεν ήταν παρά το σύμβολο αυτού ακριβώς του τρόπου σκέψης, το σύμβολο του πνεύματος, του κλίματος μιας νέας εποχής όπου καμία απαγόρευση δεν ισχύει. Επιπρόσθετα, τα δεδομένα για την πραγματικότητα που μας περιβάλλει άρχισαν να μεταβάλλονται δραστικά. Σύμφωνα με τον Μάλκολμ Μπράντμπερι, “Μετά τον πόλεμο ακολούθησε μια εποχή υλισμού, στρατιωτικής επέκτασης, ιδεολογικής ανησυχίας και μια αίσθηση ταχύτατης μεταμόρφωσης της ανθρώπινης συνείδησης. Ήταν η εποχή των ΜΜΕ, της στιγμιαίας καταγραφής, του νέου συστήματος μηνυμάτων, του πολλαπλασιασμού των υφών, της επιταχυνόμενης σύγχυσης των επιπέδων της πραγματικότητας.
Όπως άρχισαν ολοένα και περισσότερο να παρατηρούν οι συγγραφείς, ήταν μια εποχή στην οποία η πραγματικότητα έμοιαζε όλο και πιο πολύ με το μη-πραγματικό (unreality), συχνά δε το αληθινό (actuality) ξεπερνούσε την ικανότητα ενός συγγραφέα να το μετατρέψει σε εικόνα και η μυθοπλασία χρειαζόταν να γίνει υπερμυθοπλασία για να τα βγάλει πέρα με το πιο μυθοπλαστικό στάδιο της ιστορίας”. Ή, όπως το έθεσε, σε ένα γενικότερο βέβαια πλαίσιο, ο Βλαδίμηρος Ναμπόκοφ, “η πραγματικότητα είναι μια λέξη που δεν σημαίνει τίποτα αν δεν γράφεται μέσα σε εισαγωγικά”.
Τα εφιαλτικά σχήματα του Μπάροουζ είναι η περιγραφή ενός κόσμου που έχει υποστεί ένα ισχυρότατο σοκ και αντανακλούν αυτή τη σύγχυση όταν συνειδητοποιεί κανείς ότι δεν υπάρχει πια μια πραγματικότητα, ότι κάθε άνθρωπος κινείται μέσα στο αυστηρώς περιορισμένο πλαίσιο της προσωπικής και υποκειμενικής αντίληψης που έχει για τον κόσμο. Όπερ σημαίνει: “Τίποτα δεν είναι αλήθεια”. Κατ' επέκταση: Ολα επιτρέπονται”. Διότι αν τίποτα δεν είναι αληθινό, τότε ακόμα και η πιο βδελυρή πράξη, η μεγαλύτερη κτηνωδία δεν έχει καμιά απολύτως
σημασία ή συνέπεια.
Ο Ζαν-Φρανσουά Λιοτάρ γράφει ότι: “Δεν έχουμε να κάνουμε αληθινά με έναν σκοπό ζωής. Ο σκοπός αυτός έχει αφεθεί στη διάκριση του καθενός. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του. Και όλοι γνωρίζουν πόσο λίγoς είναι τούτος ο εαυτός”.
Ο Ζαν-Φρανσουά Λιοτάρ γράφει ότι: “Δεν έχουμε να κάνουμε αληθινά με έναν σκοπό ζωής. Ο σκοπός αυτός έχει αφεθεί στη διάκριση του καθενός. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του. Και όλοι γνωρίζουν πόσο λίγoς είναι τούτος ο εαυτός”.
Ποιος είναι αυτός στα αριστερά του nikolakisdiaselos? O Γουίλιαμ Μπάροουζ φυσικά. Η φωτό είναι τραβγημένη στου Ρέντη όπου οι δύο κύριοι παρακολούθησαν προπόνηση της ομάδας νέων του Ολυμπιακού.
Πέρα από την πλάκα, στη φωτό δύο μορφές της λογτεχνίας του 20ού αιώνα: ο Γ. Μπάροουζ αριστερά, και δεξιά του ο nikolakis, ε, συγγγνώμη, ο Τζακ Κέρουακ.
1 σχόλιο:
Δεν είπες όμως ότι στη φωτογραφία αυτή παρακολούθουμε τους υπό δοκιμή 16χρονους ποδοσφαιριστές απ΄ την Ταγγέρη που τους ανακαλύψαμε έξω από ένα χαμαιτυπείο να καπνίζουν κιφ και να κλωτάνε τενεκεδάκια....
Δημοσίευση σχολίου