Υπάρχουν άνθρωποι
που ζουν σπουδαίες ιστορίες και τις
αφηγούνται μετά, υπάρχουν κι αυτοί που
τις ακούνε. Υπάρχουν και κάτι άλλοι,
όπως ένα γνωστός Σαλονικιός συγγραφεύς,
που συχνάζουν στα μαγειρεία, στα μπαρ,
στην πιάτσα γενικά, ακούνε τις
ιστορίες των άλλων, τις κάνουνε δικές
τους και τις γράφουνε στα βιβλία τους.
Αυτή που ακολουθεί
είναι μια ιστορία που είπε ο τ, την ώρα
που ο β έλεγε μια άλλη ιστορία για τότε που
κάποιος έσωσε τη ζωή κάποιου άλλου, και
που εγώ είπα ότι θέλω να την κλέψω -την
ιστορία, την πρώτη, ή και τη δεύτερη, όχι
όμως τη ζωή, δεν είμαι ζωοκλέφτης, μόνο
μυθοκλέφτης- αλλά δεν θα το κάνω.
Είπα ψέματα,
φυσικά.
Στο μικρό νησί
του Αιγαίου, δίπλα στο μεγάλο νησί,
ζούσαν κυρίως τα μπάσταρδα των παπάδων
του μεγάλου νησιού. Μια ταβέρνα, όλη κι
όλη, φιλοξενούσε το καλοκαίρι τις ορδές
και τις πορδές των τουριστών, κάτι φρικιά
που λιώνανε στον ήλιο. Ιδιοκτήτες
ταβέρνας, ο Σάλτας κι ο Πήδας, ίδιοι
σαρακηνοί πειρατές, σίγουρα κάποιον
είχαν σκοτώσει στη ζωή τους. Με τα ιδια
τους τα χέρια. Γυμνά.
Τα βράδια, μετά
τις 12, σαν φούντωνε το γλέντι κι ήταν
όλοι μεθυσμένοι από φεγγάρι και πιοτί,
το είχαν παράδοση στο νησί, να φοράνε
οι τουρίστες, τα φρικιά, άφρο περούκες
και να διαγωνίζονται στον χορό αλά Μάικλ Τζάκσον. Ο νικητής, αν κι αυτό δεν θα το μαθαίνανε παρα μόνον αργότερα,
δεν έπαιρνε κανένα έπαθλο -ήταν
ο ίδιος έπαθλο. Οι αρχές τον πιάνανε, τον γδύνανε και τον παραδίδανε
στις ακόρεστες σεξουαλικές ορέξεις των
γριών του νησιού. Και δεν άκουγε ποτέ ξανά για τον νικητή κανείς.
Ακολουθως, Σάλτας κι ο
Πήδας αναλαμβάνανε δράση. Διψασμένοι
για αίμα και κορίτσια, βγάζανε από τη
μέση τα αγόρια. Οχι πια με τα χέρια γυμνά.
Σερβίρανε κακαβιά το ξημέρωμα και σκοτώνανε
με το ψαροκόκκαλο, σπάζανε τα ποτήρια, ρίχνανε γυαλί μέσα στη ρακή και
σχίζονταν τα σωθικά του πότη, ματοβαμμένη
γιορτή.
Η ιστορία αυτή
δεν έχει τέλος.
Στην άλλη ιστορία,
που δεν σας είπα, στο τέλος κάποιος σώζει τη ζωή
κάποιου.
Επρέπε να 'σουν εκεί να τις ακούς. Καλύτερα, εκεί για να τις βλέπεις. Ακόμη καλύτερα, εκεί για να τις ζεις.
Οταν δεν δημιουργείς καινούργιες, παίρνεις μερικές από δεύτερο χέρι.
Ιστορίες ντε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου