Παλιά, τότε που
στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με τα θρυλούμενα,
οι πάνκηδες παίζανε ξύλο στην Προξένου
Κορομηλά με τους καρεκλάδες κι οι δυο
μαζί με τους μπάτσους. Τότε.
Τότε εμείς τα
μικρά παίζαμε ξύλο ή μπάλα με τον διπλανό
μας στο σχολείο. Κι οι δυο μαζί με τα
γύρω τα θρανία. Κι όλη η τάξη έπαιζε ξύλο
με το διπλανό το τμήμα, το Δ1, Ε1, ΣΤ1. Κι
αν κάποιοι είχαμε την τύχη ή την ατυχία
το επίθετό μας να βρίσκεται στο μέσον
του αλφαβήτου, καμιά φορά, ανάλογα με
τις αριθμητικές ανάγκες των τμημάτων,
τη μια μέρα παίζαμε ξύλο με το Ε1 και την
άλλη μέρα με το Ε2, χωρίς αναστολές και
ηθικούς φραγμούς.
Καμιά φορά
παίζαμε, εμείς του 4ου, ξύλο ή μπάλα ή
και τα δύο, με το άλλο σχολείο, το 15ο. Ή
κάναμε ακριβώς τα ίδια με την άλλη
γειτονιά. Καμιά φορά, σταματούσαμε να
παίζουμε ξύλο μεταξύ μας, και παίζαμε
ξύλο, εμείς της Κάτω Ηλιούπολης, με
αυτούς της Ανω (ή μπάλα ή και τα δυο). Κι
όλοι μαζί οι Ηλιουπολίτες με τους
Ευοσμίτες. Καμιά φορά λέγαμε ότι όλοι εμείς
από τα Δυτικά θα πάμε και θα δείρουμε
όλους αυτούς τους φλώρους εκεί στα
Ανατολικά. Δεν πήγαμε ποτέ, απ' όσο
θυμάμαι. Οι πιο ξεβγαλμένοι από μας,
αργότερα, πήγαιναν για καφέ στην Αρετσού
και γύρναγαν πίσω σαν την καμαρωτή
τσουτσού, χωρίς να έχουν δείρει κανέναν
φυσικά, μόνο γκομενάκια είχαν «χτυπήσει»
- μεταφορικα ρε, όχι στην κυριολεξία, εξ
ου και τα εισαγωγικά. Εννοείται ότι
μεγαλώνοντας, είτε στα Δυτικά είτε στα
Ανατολικά, πάντα δέρναμε τους Αθηναίους.
Και εννοείται πως κάναμε την ανάγκη
φιλοτιμία για να δείρουμε όλοι μαζί,
Βόρειοι και Νότιοι, Θεσσαλονικείς και
Αθηναίοι, τους (βρωμό)Τούρκους.
Δεν θυμάμαι ποτέ
να παίξαμε ξύλο φτωχοί εναντίον
πλουσίων.
Η μπάλα δεν μ' ενδιαφέρει πια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου