22 Μαρ 2011

Και παπαδοπαίδι και ηθοποιός

Όταν ήμουν μικρός ήμουν νέος πρωτοπόρος.
Αφοπλιστικό ε; Περίεργο ε; Ε ναι.
Αυτό δεν είναι περίεργο όσο το ότι ήμουν ένα φεγγάρι παπαδοπαίδι. Βέβαια. Αλλά η καριέρα μου τελείωσε άδοξα. Τι έγινε: Μια φορά το Πάσχα ήθελα και εγώ να κρατάω το εξαπτέρυγο για να συνοδέψω τον επιτάφιο. Όταν εξέφρασα την επιθυμία να το κάνω, πετάχτηκε ένας μαντραχαλάς και μου είπε όχι ιδιαίτερα κομψά είναι η αλήθεια ότι έπρεπε να κερδίσω αυτό το εξαπτέρυγο με την παρουσία μου στο ιερό της εκκλησίας κάθε Κυριακή. Αν ήσουν εκεί περισσότερες Κυριακές από άλλους θα έπαιρνες εξαπτέρυγο. Αν όχι τότε α παράτα μας ρε φίλος.
Τσατίστηκα και έβαλα ιερό (πραγματικά) σκοπό να πάρω αυτό το εξαπτέρυγο την επόμενη χρονιά. Με το που πέρασε το Πάσχα ξεκίνησα τη σταυροφορία. Πήγα καλά. Είχα κερδίσει την εύνοια όλων. Είχα το εξαπτέρυγο. Ήταν εκεί. Με φώναζε.
Αυτό που δεν είχα ήταν η άδεια της μάνας μου. Ήθελε πάντα το Πάσχα να είμαστε όλοι μαζί στην εκκλησία τουλάχιστο τη Μεγάλη Παρασκευή και στην Ανάσταση. Έκλαψα. Φώναξα. Παρακάλεσα. Εις μάτην. Στολίστηκα και με απογοήτευση πήγα στην εκκλησία. Οι γιαγιάδες νόμιζαν ότι ήμουν συνοφρυωμένος λόγω του θείου δράματος αλλά εγώ είχα σκάσει γιατί ο Μιχάλης που είχε έρθει σαφώς λιγότερες Κυριακές από εμένα να βοηθήσει πήρε το εξαπτέρυγο. Και έτσι έφαγα ένα χρόνο στα ιερά τζάμπα.
Ε μετά από αυτά δε ξαναπήγα.
Αλλά ας γυρίσουμε στο τότε που ήμουν νέος πρωτοπόρος.
Ήταν μέσα τις δεκαετίας του 80. Μικρός ήμουν να ξέρετε. Αυτό που δεν έχω καταλάβει είναι το εξής. Ήταν το ΚΚΕ. Οι πιο νέοι ήταν στην ΚΝΕ. Εμείς δηλαδή ήμαστε οι πιο νέοι.
Τα νήπια.
Τες πα ήταν η εποχή των συνεδρίων ΚΝΕ-Οδηγητή. Καλά θα κάνετε να με ρωτήσετε που σκατά το θυμήθηκα τώρα και τα γράφω. Ε ας πούμε ότι είχα μια κουβέντα σήμερα και μου τα θύμισε.
Λοιπόν. Ο πατέρας μου είχε μια κλούβα. Κλούβα για όσους δε γνωρίζουν αποκαλείται το είδος εκείνο του αυτοκινήτου που είναι κλειστό αλλά έχει καρότσα πίσω. Είναι Φόλκσβάγκεν και είναι γνωστή και ως χίπικη και είχε μπροστά το μεγάλο στρογγυλό σήμα της VW. Ήταν και πορτοκαλί. (Το λέω αυτό για να δείξω ότι ο πατέρας μου είχε γούστο, διάλεξε ψυχεδελικό χρώμα όχι αηδίες). Αυτό σημαίνει ότι κάθε καλοκαίρι εκείνη την εποχή φορτώναμε πανό ξυλεία κλπ κλπ και γυρίζαμε στα χωριά. Μαζί με άλλους "τρελούς" εκείνη την εποχή σε ειδικό χώρο στήναμε τα πάντα. Πάγκους, σκηνές τα πάντα. Και μικροφωνικές. Βέέέέέέβαια. Χωρίς μικροφωνική δε γινόταν decent συνέδριο του κόμματος. Οι μικροφωνικές όταν τις ετοίμαζε και τις διάβαζε η Βούλα είχαν μια δυναμική. Έντονη φωνή, μαλωσιάρικη ρε παιδί μου. Μιλάει για τα δρώμενα των καπιταλιστών δολοφόνων και είναι σαν να τους έχει μπροστά της και τους δικάζει. Αλλά από ένα σημείο και μετά ήταν ότι και τα τζιτζίκια στην πλατεία του χωριού το καλοκαίρι. Ενοχλητικά στην αρχή αλλά τα συνηθίζεις. Καταλαβαίνεις τη ζημιά που σου έχουν κάνει στο τύμπανο όταν γυρίζεις σπίτι.
Συνήθως η όλη φάση γινόταν στην κεντρική πλατεία του χωριού.
Το μενού ήταν ίδιο.
Είχε ομιλίες, γλέντι Κρητικό, βιβλία από το κόμμα και θεατρικά από τους Νέους Πρωτοπόρους. Στα πρώτα χρόνια ήμουν αρκετά μικρός και δεν έπαιρνα μέρος στα θεατρικά. Αλλά τα έβλεπα τόσες φορές που ήξερα όλους τους διαλόγους απ έξω. Αργότερα με άφηναν να παίρνω μέρος και στις πρόβες. Ε, καλοκαίρι ήταν δεν είχα και κάτι καλύτερο να κάνω και εκτός απ αυτό βοηθούσα πολλές φορές και τις αδερφές μου που ήταν μεγαλύτερες να μάθουν τους διαλόγους τους. Το θεατρικό ήταν ένα αντίτυπο, δεν είχε σκάνερ φωτοτυπικά και μαλακίες τότε, άρα έπαιρνες το βιβλίο στο σπίτι και έγραφες τις ατάκες σου. Μετά στον δίπλα και πάει λέγοντας.
Μπορεί να μη θυμάμαι ατάκες (μόνο μια που έλεγε η μικρότερη αδερφή "Τι μυρίζει τι μυρίζει ήρθε το καλό παιδί;" κλείσε την παρένθεση τι κακό συνήθειο ρε φίλος) αλλά θυμάμαι την υφή του χαρτιού στα χέρια μου όταν βοηθούσα τη μεγάλη αδερφή. Μεγάλα έντονα γράμματα και κακή σχέση με το χαρτί με την έννοια ότι μάλλον ήθελε το κακό του και προσπαθούσε να του κάνει ανεπανόρθωτη ζημιά με το στυλό. Αυτό δεν ήταν κόλα διαγωνισμού. Μαρμάρινη πλάκα κλεμμένη από τον ιερό βράχο ήταν. Δουλεμένη με σκαρπέλο και σφυρί.
Τελικά ήξερα όλο το έργο.
Απ έξω, δε παίζουμε τώρα. Ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία να το παίξω μάγκας σε όλους τους υπόλοιπους συνομήλικους μου που ήταν μαζί μου. Παιδιά ήμαστε. Το θέατρο, έστω και αν ήταν από τα αδέλφια μας και γνωστούς μας, μας φαινόταν κάτι καταπληκτικό. Ε φανταστείτε να ξέρεις και τη συνέχεια στην πλοκή.
Καθόμαστε σταυροπόδι μπροστά στη σκηνή για να μην ενοχλούμε τους μπροστά. (Να πω εδώ ότι τότε καρέκλες γύφτου δεν υπήρχαν. Παίρναμε τις ψάθινες από τα καφενεία. Αν και τώρα που το λέω νομίζω είχαμε και καρέκλες αγορασμένες από το κόμμα. Σημαδεμένες και ψάθινες). Και εγώ ψιθύριζα τα λόγια. Και οι άλλοι τσατίζονταν στην αρχή. Αλλά μετά που η αγωνία έφτανε στο αποκορύφωμα και ήθελαν να μάθουν τι θα γίνει με ρωτούσαν.
Κάποια στιγμή μεγάλωσα κι εγώ. Και μου έδωσαν ένα μικρό ρόλο. Δε θυμάμαι τι ήμουν αλλά είχα ένα τελάρο μπροστά μου που στήριζα με ένα κορδόνι από το λαιμό όπως είναι τη σήμερον οι Κινέζοι που έρχονται κοντά σου με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά και σου λένε ότι έχουν τζάμπα ένα στυλό που είναι και αναπτήρας. Επίσης δε θυμάμαι τι έλεγα. Αλλά θυμάμαι με σιγουριά ότι εγώ, ο άνθρωπος που ήξερε απ έξω όλους τους διαλόγους, την πρώτη φορά που ανέβηκε στο σανίδι κόλλησε. Ήταν το τρακ της σανίδας; Ο ενθουσιασμός; Δε ξέρω.
Κοιτούσα τον κόσμο με ένα χαμόγελο περίεργο και για λίγα δεύτερα δεν έλεγα τίποτα. Μέχρι που η Λητώ με ξύπνησε ψιθυρίζοντας μου τις πρώτες λέξεις. Και όλα κύλησαν ομαλά. Η παράσταση σώθηκε από τη ξεφτίλα. Γιατί δε ξέρω αν εσείς έχετε ανέβει στη σκηνή και από κάτω να είναι κόσμος ως επί το πλείστον αγρότες και καμιά φορά σε ορεινά μέρη. Κοιτάξτε για να μη παρεξηγηθώ. Οι άνθρωποι είναι καταπληκτικοί αλλά πως να το πω...το ζούσαν ρε παιδί μου. Σχολίαζαν καμιά φορά λάιβ και δυνατά. Χρειάζεται να πω παραπάνω;
Ένα επίσης από τα πράγματα που όφειλες να κάνεις σε εκείνα τα συνέδρια ήταν να πάρεις έστω ένα βιβλίο από τους πάγκους που τα πουλούσαν. Τώρα βέβαια εδώ έχω να το λέω. Ότι για αρκετά χρόνια παιδικά βιβλία οι άτιμοι δεν είχαν. Ο πατέρας μου λοιπόν ήθελε να με μάθει να διαβάζω βιβλία γιατί γενικότερα αυτό είναι καλό. Όταν φτάναμε όμως στους πάγκους καταλάβαινε ότι το περιεχόμενο των βιβλίων δεν κάνει για εμένα. Παρόλα αυτά έπαιρνε βιβλία για εμένα και καλά.
Έτσι βρέθηκα να έχω δικά μου βιβλία, αν και δε τα διάβασα ποτέ (το έκανε όμως ο πατέρας μου) ένα τούβλο για το Κιλελέρ ένα που ο τίτλος του ήταν "Στην κόλαση της Κ.Υ.Π." και ένα ακόμα για ένα δημοσιογράφο του Ριζοσπάστη που δολοφονήθηκε. Δεν θυμάμαι ρε γαμώ το τώρα το όνομα του αλλά ήταν το βιβλίο ήταν σίγουρο κίτρινο απ έξω. Αυτό μου άρεσε γιατί είχε και φωτογραφίες. Του δημοσιογράφου στις διακοπές του ή στα γραφεία του ριζοσπάστη ή αλλού αλλά δε βαριέσαι είχε ένα ενδιαφέρον παραπάνω. Πως το έλεγαν ρε συ....τέλος πάντων δεν έχει σημασία τώρα. Α!Βιδάλη τον έλεγαν!Κώστας Βιδάλης!
Ε ρε το θυμήθηκα ρε ο μπαγάσας. Και έχουν περάσει τόσα χρόνια. (Ε όχι και τόσα χαλάρωσε δεν είσαι και 80. Ε ναι δεν είμαι...).Όπως και να έχει εγώ πήγαινα κατενθουσιασμένος στη μάνα μου να της πω ότι ο μπαμπάς μου πήρε βιβλίο. Άσχετα αν ήμουν 8 χρονών και παραμάσχαλα είχα την "Κόλαση της Κ.Υ.Π.".

Ουφ....είναι δεύτερη φορά μέσα σε λίγες μέρες που βγάζω-όπως είπε και η Άφρο διαβάζοντας το αμέσως τελευταίο ποστ πριν από αυτό-μια νοσταλγία. Ε φτάνει, όχι άλλο δε νομίζετε; Μπροστά να κοιτάμε άντε...

Υ.Γ. Πρέπει να πω ότι πρώτα έγραψα το κείμενο και μετά αναζήτησα τα βιβλία για πλάκα και καλά. Έπαθα ζαβλαμά όταν είδα ότι υπάρχουν ακόμα διαθέσιμα. Και είναι αυτά!Μετά από τόσα χρόνια...

6 σχόλια:

δύτης των νιπτήρων είπε...

Νέος πρωτοπόρος! Τι λες! Κι εγώ ήμουνα.

demetrat είπε...

με τρομάζεις μικρέ πρωτοπόρε.
Σαν νωρίς δεν άρχισες να θυμάσαι;
δ

Ioannis Skordopoutsoglou είπε...

@ Δύτης
Ορίστε λοιπόν. Έχουμε ένα κοινό παραπάνω.
@ Demetrat
Εμ γι' αυτό λέω τέρμα με τη νοσταλγία.

Stazybο Hοrn είπε...

Ο Διακογιάννης ήταν στη βιβλιοθήκη κάθε Πασόκου. Σε γέλασε ο μπαμπάς σου...

Ανώνυμος είπε...

Δεν τα θυμάσαι καλά. Το "Στην Κόλαση της ΚΥΠ" δεν ήταν δικό σου, αγαπητέ Σκορδοπούτσογλου. Δεν ήταν κανενός μας. Ήταν μιας γνωστής που μας το είχε αφήσει και καλά για να μας κατευνάσει επειδή είχε δανειστεί και είχε χάσει ένα από τα βιβλία της σειράς του Καζαντζάκη. Η μαμά ακόμα έχει να το λέει.
Του λείπανε σελίδες (κάποιο παιδί τις είχε σκίσει) και ήταν και μουτζουρωμένο με μπλε στιλό. Από ράφι σε ράφι κι από δωμάτιο σε δωμάτιο, σαν την άδικη κατάρα κυκλοφορεί μέχρι σήμερα. Δεν νομίζω να το διάβασε κανείς μας ποτέ.
Περίεργο πάντως. Θυμάσαι αυτό το κωλοβιβλίο και δεν θυμάσαι τη Μυθολογία της Ζαραμπούκα, την Τενεκεδούπολη, τα βιβλία της Ζέη, της Ζωρζ Σαρρή, της Μάρως Δούκα, της Έλλης Αλεξίου, του Δημήτρη Ραβάνη Ρεντή, το Όμορφη Πορτοκαλιά μου του Χοσέ Μάουρο δε Βασκονσέλος, τα Ξύλινα Σπαθιά, τη Τζαμίλια του Αϊτμάτοφ, τη Μάνα του Γκόρκι και τόσα άλλα που περάσανε από τα παιδικά μας χέρια χάρη στην αγάπη του πατέρα μας για τα βιβλία και, ναι, χάρη στα φεστιβάλ της ΚΝΕ.
Υπογραφή: η μεσαία αδερφή.

Ioannis Skordopoutsoglou είπε...

Η μεσαια αδερφη εσκισε τον Σκορδο σε κομματια.Ναι ειναι οπως το λεει...