Παρά τα όσα κατά καιρούς έχω γράψει σε αυτό το ιστολόγιο,
θεωρώ πως τελικά απαιτεί περίσσιο θράσος για να γράψεις μια βιβλιοκριτική. Ωστόσο από τότε που η Ρήνα μου χάρισε το 2666 του Μπολάνιο, με ρωτάει
καθημερινά «και τι λέει το βιβλίο; Πώς σου φαίνεται; Να το διαβάσω μετά κι εγώ;»
και ειλικρινά δεν ξέρω τι να της πω.
Όπως στη μουσική, αν και με
διαφορετικό τρόπο, υφίσταται ένα hype και στη λογοτεχνία. Ας μου επιτραπεί το σχόλιο λοιπόν, ότι τα
τελευταία χρόνια ο πρόωρα χαμένος χιλιανός συγγραφέας είναι… τρέντυ, στους κύκλους των
βιβλιόφιλων ας πούμε.
Δεν ξέρω αν είμαι ιδιαίτερα
οξυδερκής αναγνώστης. Μάλλον όχι. Αλλά είμαι αφοσιωμένος. Πριν από αρκετά
χρόνια, είχα την πρώτη μου επαφή με τον Μπολάνιο, πριν το χάιπ, με την «Τελευταία νύχτα στη Χιλή». Μού άρεσε. Εγραψα κι ένα σχετικό ποστ. Το οποίο πήγε άπατο.
Αργότερα διάβασα και τις Πουτάνες Φόνισσες, τη συλλογή διηγημάτων του. Μου
άρεσαν όχι όλα αλλά τα περισσότερα διηγήματα. Θα σου πω σε πολύ λίγο τι είναι
αυτό που δεν με αρεσε. Εκανα ένα ακόμη ποστ για τον Μπολάνιο. Δεν θυμάμαι πώς
τα πήγε. Αργότερα, έγραψα ακόμη ένα ποστ, το οποίο ακόμη κι εγώ το έχω ξεχάσει.
Κάπου στη βιβλιοθήκη μου,
περιμένουν υπομονετικά οι Άγριοι ντετέκτιβ και τα Τηλεφωνήματα. Σαν ροκ
συγκρότημα του πενήντα ακούστηκε αυτό: the savage detectives and the phonecalls. Τώρα διαβάζω το
2666, στο κρεβάτι, και το Μακρινό αστέρι, στο σαλόνι. Το μακρινό αστέρι κοντεύω
να το τελειώσω, το 2666 εννοείται πως όχι.
Τι με αρέσει στον Μπολάνιο; Ο
ρυθμός του. Το γεγονός ότι δεν μοιάζει με σχεδόν κανέναν άλλο συγγραφέα, αυτοί
που ξέρουν λένε πως θυμίζει Μπορχες,
Κορτάσαρ. Με αρέσει η πρωτοτυπία των ιδεών και των θεμάτων του. Με αρέσει η
ατμόσφαιρά του. Με αρέσει η αριστερή οπτική του, η οπτική του εμιγκρέ, του
μπον βιβέρ, του περιπλανώμενου, που διατρέχει όλο του το έργο.
Όμως, ο Μπολάνιο είναι υπερβολικά χιλιανός. Η γνώση της
ιστορίας της Χιλής, της ιστορίας της Λατινικής Αμερικής είναι προαπαιτούμενο για
την καλύτερη κατανόηση του έργου του. Και δεν μιλάω μόνο για τα γεγονότα, τα
οποία κάποιος ενδεχομένως μπορεί παράλληλα με την ανάγνωση να τα μάθει, αλλά
μιλάω για την ατμόσφαιρα της εποχής του Αλιέντε, της εποχής του πραξικοπήματος
του Πινοτσέτ. Πώς μπορεί ο έλληνας αναγνώστης να έχει επίγνωση αυτής της ατμόσφαιρας;
Ακόμη χειρότερα για τον αναγνώστη, ο Μπολάνιο είναι ένας συγγραφέας που γράφει για συγγραφείς. Οι ήρωές του είναι
διανοούμενοι, ποιητές, ζωγράφοι, κριτικοί τέχνης, θεωρητικοί της τέχνης,
ακαδημαϊκοί. Ολοι αυτοί οι τύποι ασχολούνται επισταμένως με διάφορες
προσωπικότητες της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας, ένα κατεβατό ονόματα, ένα
κατεβατό αναφορές στο έργο τους, με λεπτομέρειες τέτοιες για το στιλ, το ύφος
γραφής τους, το λογοτεχνικό ρεύμα στο οποίο άνηκαν, που συχνά σκέφτομαι ότι
καποιους από αυτούς τους έχει επινοήσει ο μασκαράς ο Μπολάνιο.
Συχνά πυκνά μού δίνει την
εντύπωση πως δεν τον ενδιαφέρει η ιστορία. Δεν τον ενδιαφέρει η υπόθεση. Τον
ενδιαφέρει η ατμόσφαιρα, τον ενδιαφέρει να διηγηθεί, λίγο πριν απ’ την μεγάλη
ανατροπή στην κυρίως υπόθεση του βιβλίου, με μύριες λεπτομέρειες περιστατικά
αδιάφορα (ή που μπορεί να μην καταλαβαίνω εγώ γιατί είναι σημαντικά), να σου
αφηγηθει λεπτομερστατα όνειρα και εφιάλτες, να βάλει ένα δευτερεύον πρόσωπο να
εξιστορεί, εξίσου μακροσκελώς, μια άλλην ιστορία. Ιστορίες μέσα σε ιστορίες, εικόνες μέσα σε εικόνα, διάχυτος σουρεαλισμός, μεταμφιεσμένα παλπ μυθιστορήματα, κουλτούρα και εξαθλίωση, avant garde και λαϊκότητα.
Γοητευτικός και ξεχωριστός
όσο δεν πάει. Σίγουρα. Αλλά τόσο ιδιοσυγκρασιακός, τόσο απαιτητικός συγγραφέας,
που ψάχνει ιδιοφυείς και οξυδερκείς αναγνώστες. Ή απλώς ένας μασκαράς που
κατάφερε, χρόνια μετά το θάνατό του, να μας ξεγελάσει όλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου