Αυτή η ιστορία πρέπει να τελειώσει με κάτι δικό μου. Κοιτάχτηκα σε ένα καθρέφτη φτιαγμένο από τριχωτές λωρίδες ακτινίδιων. Είχα βάλει το καλύτερο παλτό μου, από μέσα γυμνός, κι ήμουν έτοιμος να βγάλω τα αρχίδια μου βόλτα, έξω στη βροχή.
Στον ελεύθερό τους χρόνο, οι δύο αδερφικοί φίλοι, ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτονας, ήταν φονιάδες καλλιτέχνες. Φιλοτεχνούσαν έργα του κώλου στην κυριολεξία. Φορώντας μόνο ο ένας τον άλλο σαν στενό κορσέ, γυμνοί απ' τη μέση και κάτω, βουτούσαν σε μια λεκάνη γιομάτη μπογιά κι ακολούθως αφήνανε τ' αποτύπωμα του κώλου τους πάνω στο χαρτί. Εξαιρετικά δημοφιλείς, οι δύο καλλιτέχνες απολάμβαναν καθολικής αναγνώρισης και οι πωλήσεις πήγαιναν καλά. Όταν όμως κάποια στιγμή αποφάσισαν να αλλάξουν τεχνοτροπία και να δημιουργούν έργα με τα σανδάλια τους καρφωμένα πάνω στον πάπυρο, συνάντησαν την απόρριψη, θεωρήθηκε το έργο τους βρόμικο, προσβλητικό και ιερόσυλο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, πλάκωσαν κι οι Πέρσες. Κι επειδή η ιστορία έχει αποδείξει ότι ακόμη και οι Πέρσες, όσοι κι αν είναι, ποτέ δεν επαρκούν, αλλά χρειάζεται κι ένας Εφιάλτης, πλάκωσε και η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι Πέρσες, κατά μυριάδες, σε άψογους σχηματισμούς, έφτασαν πάνω στα υπερηχητικά τους πατίνια. Καθώς όμως την ημέρα εκείνη στην Αθήνα κυκλοφορούσαν τα μονόζυγα, άφησαν εκτός δακτυλίου τα πατίνια και φορώντας roller skates κατέκλυσαν τους δρόμους και τις πλατείες, τα γυμναστήρια και τις στοές, ακόμη και το εργοστάσιο πατάτας και το καλλιτεχνικό εργαστήριο των Αρμόδιου και Αριστογείτονα. Οι ιθαγενείς κάτοικοι σκιάχτηκαν. Τι θέλουν ετούτοι οι ξένοι εδώ; Σταδιακά, καθότι οι Πέρσες υπερτερούσαν αριθμητικά, οι ντόπιοι άρχισαν να νιώθουν ξένοι στον ίδιο τους τον τόπο. Όλοι; Όχι ακριβώς. Υπήρχε κάποια που είχε βολευτεί με τη νέα τάξη πραγμάτων.
Η Ασπασία ήταν αυτό που λέμε πουτανάκι. Και παλιοχαρακτήρας σαφώς. Άλλωστε για το λόγο αυτό, από παλιά της είχε αποδοθεί ο χαρακτηρισμός «ε, τέρας». Άγνωστο πώς η Ασπασία έβγαζε τα προς το ζην. Οι φήμες επ' αυτού έδιναν και έπαιρναν και επικεντρώνονταν ακριβώς σε αυτό: ότι κι η Ασπασία τον έδινε και τον έπαιρνε. Κι αν ρωτούσες «ποιον;», όλοι χαμήλωναν το βλέμμα και απέφευγαν να δώσουν μια σαφή απάντηση.
Επισήμως πάντως και η Ασπασία ήτο καλλιτέχνης. Έφκιαχνε κολιέδες με κοφτό μακαρονάκι. Ωστόσο ήταν κάθε άλλο παρά επιτυχημένη. Πήγαινε καθημερινά από ένα έργο της στον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, τους έπιανε το γόνατο, τους έπιανε και λίγο πιο ψηλά, θερμή ικέτισσα, μπας και δεχτούν να το εκθέσουν στην γκαλερί τους. Αυτοί παίρνανε τον κολιέ, κι έτσι όπως αυτή ήταν γονυπετής εμπρός τους, την χύνανε με ένα ποταμό ψεμάτων και τη διώχνανε. Κατόπιν μαγείρευαν το κοφτό μακαρονάκι με σάλτσα πέστο και γελούσαν με την αφέλειά της. «Τα λόγια τους βρομάνε ψέμα και σκόρδο», σκεφτόταν η Ασπασία, αλλά επέμενε καθημερινά και περίμενε υπομονετικά, να γυρίσει ο τροχός, να σταματήσει να γαμιέται για τα προς το ζην η φτωχιά.
Με την άφιξη των Περσών, η Ασπασία έκανε χρυσές δουλειές. Οι Πέρσες ξετρελάθηκαν με τις δημιουργίες της και, άμαθοι από υψηλή τέχνη, σνόμπαραν την τέχνη του κώλου των Αρμόδιου και Αριστογείτονα.
***
Στα πολύ παλιά τα χρόνια, στην αρχαία εποχή, ήταν ένα εργοστάσιο που έφκιαχνε πατάτες. Αλλά ετούτες οι πατάτες ήταν το κάτι άλλο βρε παιδάκι μου, πολύ σπέσιαλ, πολύ ξεχωριστές, δεν ήτο απλώς γεώμηλα, αλλά ντελικατέσεν. Μελωμένες, σοροπιασμένες, καραμελωμένες, γκλασέ, σε όλα τα πιθανά και απίθανα σχήματα, ενίοτε γεμιστές με λουκάνικο ή καραμελότσιχλα, θεωρούνταν είδος πολυτελείας, λιχουδιά απ' τις λίγες, έδεσμα προορισμένο για σημαίνοντα πρόσωπα. Ο αρμόδιος του εργοστασίου, που όλοι τον φωνάζαν απλώς Αρμόδιο, είχε για συνεργάτη, τον αδερφικό του φίλο και γειτονάκι του, απ' τους καλύτερους γείτονες που μπορούν να λάχουν σε άνθρωπο, και για το λόγο αυτό τον φωνάζανε άριστο γείτονα, Αριστογείτονα.Στον ελεύθερό τους χρόνο, οι δύο αδερφικοί φίλοι, ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτονας, ήταν φονιάδες καλλιτέχνες. Φιλοτεχνούσαν έργα του κώλου στην κυριολεξία. Φορώντας μόνο ο ένας τον άλλο σαν στενό κορσέ, γυμνοί απ' τη μέση και κάτω, βουτούσαν σε μια λεκάνη γιομάτη μπογιά κι ακολούθως αφήνανε τ' αποτύπωμα του κώλου τους πάνω στο χαρτί. Εξαιρετικά δημοφιλείς, οι δύο καλλιτέχνες απολάμβαναν καθολικής αναγνώρισης και οι πωλήσεις πήγαιναν καλά. Όταν όμως κάποια στιγμή αποφάσισαν να αλλάξουν τεχνοτροπία και να δημιουργούν έργα με τα σανδάλια τους καρφωμένα πάνω στον πάπυρο, συνάντησαν την απόρριψη, θεωρήθηκε το έργο τους βρόμικο, προσβλητικό και ιερόσυλο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, πλάκωσαν κι οι Πέρσες. Κι επειδή η ιστορία έχει αποδείξει ότι ακόμη και οι Πέρσες, όσοι κι αν είναι, ποτέ δεν επαρκούν, αλλά χρειάζεται κι ένας Εφιάλτης, πλάκωσε και η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι Πέρσες, κατά μυριάδες, σε άψογους σχηματισμούς, έφτασαν πάνω στα υπερηχητικά τους πατίνια. Καθώς όμως την ημέρα εκείνη στην Αθήνα κυκλοφορούσαν τα μονόζυγα, άφησαν εκτός δακτυλίου τα πατίνια και φορώντας roller skates κατέκλυσαν τους δρόμους και τις πλατείες, τα γυμναστήρια και τις στοές, ακόμη και το εργοστάσιο πατάτας και το καλλιτεχνικό εργαστήριο των Αρμόδιου και Αριστογείτονα. Οι ιθαγενείς κάτοικοι σκιάχτηκαν. Τι θέλουν ετούτοι οι ξένοι εδώ; Σταδιακά, καθότι οι Πέρσες υπερτερούσαν αριθμητικά, οι ντόπιοι άρχισαν να νιώθουν ξένοι στον ίδιο τους τον τόπο. Όλοι; Όχι ακριβώς. Υπήρχε κάποια που είχε βολευτεί με τη νέα τάξη πραγμάτων.
Η Ασπασία ήταν αυτό που λέμε πουτανάκι. Και παλιοχαρακτήρας σαφώς. Άλλωστε για το λόγο αυτό, από παλιά της είχε αποδοθεί ο χαρακτηρισμός «ε, τέρας». Άγνωστο πώς η Ασπασία έβγαζε τα προς το ζην. Οι φήμες επ' αυτού έδιναν και έπαιρναν και επικεντρώνονταν ακριβώς σε αυτό: ότι κι η Ασπασία τον έδινε και τον έπαιρνε. Κι αν ρωτούσες «ποιον;», όλοι χαμήλωναν το βλέμμα και απέφευγαν να δώσουν μια σαφή απάντηση.
Επισήμως πάντως και η Ασπασία ήτο καλλιτέχνης. Έφκιαχνε κολιέδες με κοφτό μακαρονάκι. Ωστόσο ήταν κάθε άλλο παρά επιτυχημένη. Πήγαινε καθημερινά από ένα έργο της στον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, τους έπιανε το γόνατο, τους έπιανε και λίγο πιο ψηλά, θερμή ικέτισσα, μπας και δεχτούν να το εκθέσουν στην γκαλερί τους. Αυτοί παίρνανε τον κολιέ, κι έτσι όπως αυτή ήταν γονυπετής εμπρός τους, την χύνανε με ένα ποταμό ψεμάτων και τη διώχνανε. Κατόπιν μαγείρευαν το κοφτό μακαρονάκι με σάλτσα πέστο και γελούσαν με την αφέλειά της. «Τα λόγια τους βρομάνε ψέμα και σκόρδο», σκεφτόταν η Ασπασία, αλλά επέμενε καθημερινά και περίμενε υπομονετικά, να γυρίσει ο τροχός, να σταματήσει να γαμιέται για τα προς το ζην η φτωχιά.
Με την άφιξη των Περσών, η Ασπασία έκανε χρυσές δουλειές. Οι Πέρσες ξετρελάθηκαν με τις δημιουργίες της και, άμαθοι από υψηλή τέχνη, σνόμπαραν την τέχνη του κώλου των Αρμόδιου και Αριστογείτονα.
***
Νιώθω λίγο άβολα να γράφω για κάτι ξένο προς τα εμέ, για κάτι που δεν έχω ζήσει, μια ιστορία της οποίας ο ήρωας, κι αυτός που στο τέλος σώζει το κορίτσι, δεν είμαι εγώ ο ίδιος. Αυτή η ιστορία λοιπόν πρέπει να τελειώσει με κάτι δικό μου. ***
Κι ήρθε μετά η ευρωπαϊκή λαίλαπα με τη μορφή της κοινής αγροτικής πολιτικής, η οποία έβαζε τέλος στην παραγωγή πατάτας. Ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτονας βρέθηκαν στη δεινότερη των θέσεων. Δεν εξήγαγαν πλέον πατάτες και τα έργα του κώλου τους δεν τα αγόραζε κανείς. Απευθύνθηκαν σε μένα, οργανώσαμε ένα σχέδιο, τους έφερα σε επαφή με τους κατάλληλους ανθρώπους, και μια ωραία πρωία, η ήδη υπερπληθής Αθήνα, γιομάτη Ευρωπαίους με προτεταμένα φιλελεύθερα πέη και Πέρσες πάνω σε roller skates, δέχτηκε την επίθεση των παλιών καλών μου φίλων, των ανθρώπων των Μονάδων Αποκατάστασης της Τάξης, των από κρατικής μηχανής θεών, που συνήθως δίνουν τη λύση στις ιστορίες μου. Μέσα στον αχό της μάχης, στην κλαγγή των όπλων, στο ποδοβολητό των αλόγων, στην οσμή των δακρυγόνων, και καθώς η βροχή έπεφτε ράιτθρού, γυμνοί απ' τη μέση και κάτω, μουσκεμένοι ως το κόκαλο, ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτονας φόνευσαν την Ασπασία κραυγάζοντας «Πάρτα μωρή βρώμα! Τα αρχίδια του ΠάνουΚάππα πήρες τελικά!».***
Σας το είχα πει απ' την αρχή: αυτή η ιστορία έπρεπε να τελειώσει με κάτι δικό μου. YΓ. Κανονικά εδώ ταιριάζει περισσότερο το Potato Junkie των Therapy? αλλά βαριέμαι να ψάχνω.
9 σχόλια:
έξοχο! ένα μικρό κομψοτέχνημα χιουμοριστικής πολιτικής φαντασίας (δεν κάνω πλάκα)
Ορεξούλες βλέπω. Άρχισες ήδη την προεκλογική (ή καλύτερα εκλογική;) υπονόμευση.
Μπράβο, μπράβο, σε θαυμάζω - αν και το ξέρεις ήδη, μην επαναλαμβάνομαι κάθε τρεις και λίγο.
Αυτή τη φορά, ήταν πατάτα το ποστ.
(πλάκα κάνω!)
mia melagxolia diakrinw...
Ανωνυμε, φχαριστώ, εσύ μπορεί να μην κάνεις πλάκα, εγώ όμως -στο ποστ- πλάκα κάνω!
Go-Go κι εγώ σε θαυμάζω, ειδικά όταν μαγειρεύεις κάτι χωρίς μπεσαμέλ...
Δύτη, ήταν πατάτα, αλλά δεν βαριέσαι, όλα μια πλάκα είναι. (δεν κάνω πλάκα)
Αρσέν, εσύ βλέπεις βαθιά με φαίνεται, διότι εγώ κάνω πλακατζίδικα ποστ, για να την κρύβω τη ρουφιάνα... (μάλλον δεν έπρεπε να βάλω τη βροχή ε; αυτή με πρόδωσε;)
κάτι μου είπε ο καταιγιστικός ρυθμός στο τέλος και κάποιες επιτιδευμένες βωμολοχίες-υπονοούμενα...
[μα καλά, ποιος είμαι, ο φρόυντ???]
πάρε λοιπόν κι ένα τράγουδάκι ανάλογο του mood σου (είμαι της ομοιοπαθητικής όπως καταλαβαίνεις)... > http://www.youtube.com/watch?v=kDmvkN4P5rE
υγ. θέλω θέλω να διαβάσω Σκρουμπέλο
Αρσέν, αυριο το επιστρέφω στη βιβλιοθήκη. Θες να πάμε μαζί, να το παρεις χέρι με χέρι;
πήζω πάνε μου με την εξεταστική...
άσε μέσα ένα σημειωματάκι, όταν το δανειστώ μες το καλοκαίρι να σε θυμηθώ και να δακρίσω
Καλά, θα σε αφήσω ένα ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ... :)
(σε θανοκαλλιρικό ρυθμό: "Καλή επιτυχία, καλή επιτυχία...")
Δημοσίευση σχολίου