Ήταν ένας εθισμένος στον ήχο που ήταν ηχολήπτης, δηλαδή λάμβανε ήχους, ταχυδρομικά απ’ όλον τον κόσμο, μέσα σε φακέλους, ήχους καθημερινούς αλλά και σπάνιους, ήχους εύθραυστους καλά τυλιγμένους με μπλίστερ, με τις φυσαλίδες ντε, που εννιά στους δέκα έχουν την τάση να τις σκάνε πατπατπατ, αλλά και ήχους βαριούς και ασήκωτους, βιομηχανικούς και μεταλλικούς μέσα σε τεράστια δέματα, και κάθε φορά είχε ένα έξης δίλημμα που ήταν το εξής, να ανοίξει τον φάκελο και ν’ ακουστεί ο ήχος, με κίνδυνο να μην ηχογραφηθεί και έτσι για πάντα να χαθεί, ή να κρατήσει τον φάκελο κλειστό, διατηρώντας τον ήχο για πάντα σφραγισμένο, ποτέ απελευθερωμένο, με συνέπεια να μην ακουστεί ποτέ, καθιστώντας τον ήχο ανήκουστο, αρνούμενος έτσι στον ήχο την ίδια του την ύπαρξη, το έναν και μοναδικό του σκοπό, που είναι να ακούγεται, καθιστώντας τον μη-ήχο, άηχο, προφυλάσσοντας όμως έτσι τον κόσμο από ανεπιθύμητους ήχους, όπως του ρεψίματος, της κλανιάς, του κομπολογιού, του ταβλιού, των φρένων των λεωφορείων του ΟΑΣΘ, της τηλεόρασης, του κλιματιστικού, της ηλεκτρικής σκούπας, των εσεμές, των ρινγκτόουν, αλλά και στερώντας του υπέροχους ήχους όπως της φωνής της/του/των και του γέλιου της/τους/των, της σιγανής καλοκαιρινής βροχής, ακόμη και του τελευταίου χτυπήματος στην κιθάρα που γίνεται πηδώντας στον αέρα και χτυπώντας τις χορδές την κατάλληλη στιγμή, που ακόμη δεν έχω αποφασίσει αν αυτή η στιγμή είναι στην κορυφή του αλματος ή ακριβώς μόλις τα πόδια αγγίξουν τη γη, και στη συνέχεια έγινε ο ηχολήπτης εγωιστής, δηλαδή άρχισε να ακούει τους ήχους μόνον αυτός, κρατώντας τους φακέλους κλειστους, αλλά με κάτι τεράστια ακουστικά σαν του γιατρού, στηθοσκόπια ντε, που αυτός τα έλεγε ηχοσκόπια, και μετά αποφάσισε να γίνει έμπορος των καλών ήχων, να τους πουλά έναντι αδράς αμοιβής, και από ηχολήπτης κατήντησε παραλήπτης, δηλαδή λάμβανε ταχυδρομικά παράδες απ’ όλον τον κόσμο μέσα σε φακέλους.
1 σχόλιο:
Εξαιρετικό!
Δημοσίευση σχολίου