«Εδώ, αγαπητέ μου, σημειώθηκε μια απόπειρα διάρρηξης!», πνιχτά βγαίνανε τα λόγια από το στόμα του. Τα τρεμάμενα χείλη του είχαν στραβώσει προς τα δεξιά, πηχτό σάλιο είχε μαζευτεί στη γωνία τους. Χλωμός με σποραδικές έντονες κοκκινίλες στο πρόσωπο, μάτια μικρά, γουρλωμένα, που γυάλιζαν πίσω απ’ τα γυαλάκια, λιγοστά λευκά μαλλιά που ανέμιζαν δεξιά αριστερά· θα τον λυπόμουν αν δεν τον σιχαινόμουν τόσο. Ως μονάκριβο τρόπαιο κράδαινε το σπασμένο(;) λουκέτο της πόρτας που οδηγούσε στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας.
Σχεδόν άνεργος, σχεδόν εργαζόμενος, αλλά όπως κι αν έχει απλήρωτος και υπερβολικά κουρασμένος για να πω οτιδήποτε, στεκόμουν, τον κοιτούσα και σιωπούσα.
«Τον είδα, τον είδα, εδώ μέσα ήταν! Κρατούσε μια τσάντα, πηγαινοερχότανε, αλλά, καταλαβαίνετε αγαπητέ, δεν τον είδα πάνω στην απόπειρα, δεν τον είδα όντως να σπάει το λουκέτο, αλλά η φυσιογνωμία και μόνο αγαπητέ, ω! ήταν εγκληματική, ίσως έπρεπε να του κάνω έλεγχο σωματικό προτού φύγει».
«Καλό σας βράδυ», με δυσκολία άρθρωσα τις λέξεις και μπήκα στ’ ασανσέρ.
«Να σου πω, να σου πω», απότομα γύρισε στον ενικό αφήνοντας στην άκρη τις ευγένειες και τους πληθυντικούς, «θα βάλουμε κάμερα στην είσοδο». Προφανώς θυμόταν την έντονη περσινή διαφωνία μας επί του θέματος. Αδύναμος σήκωσα τους ώμους. «Το συζητήσαμε με τον κύριο Τάδε και θα βάλουμε κάμερα», θριαμβολόγησε, «τα έξοδα θα μοιραστούν εξ ίσου». Ξανασήκωσα τους ώμους: «Είμαι ενοικιαστής, βρείτε τα με την ιδιοκτήτρια». «Θα βάλουμε κάμερα, θα βάλουμε κάμερα, έχει αποφασιστεί», είχε αρχίσει πλέον να ουρλιάζει, το ασανσέρ ανέβαινε τους ορόφους κι η φωνή του, απ’ την κόλαση βγαλμένη, αντηχούσε στα αυτιά μου.
Καμερακαμερακάμερα.
Cum era.
Σχεδόν άνεργος, σχεδόν εργαζόμενος, αλλά όπως κι αν έχει απλήρωτος και υπερβολικά κουρασμένος για να πω οτιδήποτε, στεκόμουν, τον κοιτούσα και σιωπούσα.
«Τον είδα, τον είδα, εδώ μέσα ήταν! Κρατούσε μια τσάντα, πηγαινοερχότανε, αλλά, καταλαβαίνετε αγαπητέ, δεν τον είδα πάνω στην απόπειρα, δεν τον είδα όντως να σπάει το λουκέτο, αλλά η φυσιογνωμία και μόνο αγαπητέ, ω! ήταν εγκληματική, ίσως έπρεπε να του κάνω έλεγχο σωματικό προτού φύγει».
«Καλό σας βράδυ», με δυσκολία άρθρωσα τις λέξεις και μπήκα στ’ ασανσέρ.
«Να σου πω, να σου πω», απότομα γύρισε στον ενικό αφήνοντας στην άκρη τις ευγένειες και τους πληθυντικούς, «θα βάλουμε κάμερα στην είσοδο». Προφανώς θυμόταν την έντονη περσινή διαφωνία μας επί του θέματος. Αδύναμος σήκωσα τους ώμους. «Το συζητήσαμε με τον κύριο Τάδε και θα βάλουμε κάμερα», θριαμβολόγησε, «τα έξοδα θα μοιραστούν εξ ίσου». Ξανασήκωσα τους ώμους: «Είμαι ενοικιαστής, βρείτε τα με την ιδιοκτήτρια». «Θα βάλουμε κάμερα, θα βάλουμε κάμερα, έχει αποφασιστεί», είχε αρχίσει πλέον να ουρλιάζει, το ασανσέρ ανέβαινε τους ορόφους κι η φωνή του, απ’ την κόλαση βγαλμένη, αντηχούσε στα αυτιά μου.
Καμερακαμερακάμερα.
Cum era.
3 σχόλια:
και τα μυαλά στα κάμερα, του αόρατου εχθρου.
Με προβληματίζει η ετικέτα "πορνό". Τι σκέφτηκε πάλι το διεστραμμένο μυαλουδάκι σου για να ταράξει τα μικροαστικά ήθη;
Θέλω κόπυ - ή μάλλον άσε, δε θέλω.
ΠΕς που ειναι η πολυκατοικία να ρθουμε να σπασουμε την καμερα
Δημοσίευση σχολίου