Ξύπνησε μ’ έναν πόνο στην αρχιδοσακούλα. Έξω, νύχτα ακόμη. Είχε αποκοιμηθεί στον καναπέ με τα ρούχα φορώντας το ίδιο λερό παντελόνι, σκληρό σαν πέτρα από τη λίγδα. Περπάτησε στα τυφλά. Διαμαρτυρόμενη κύστη, καθολική δυσφορία, ορθόδοξη επιθυμία: να κατουρήσει. Σκουντούφλης στο σκοτάδι, άνοιξε την πόρτα του μπάνιου, πάτησε το διακόπτη ν’ ανάψει το φως με τα μάτια κλειστά. Κάτι στεκότανε μπροστά του και του έφραζε το δρόμο: Μ’ απορία κοίταξε τους δύο εξωγήινους με τις αντιασφυξιογόνες μάσκες που του φράζανε το δρόμο προς τη λεκάνη. Μπάτσοι ντου, ντισκομπάλα και φωτορρυθμικά. Κινήθηκε αριστερά να τους προσπεράσει, «αλυσίδες, σύντροφοι, αλυσίδες», κινήθηκαν και αυτοί. Κινήθηκε δεξιά, το ίδιο, τζίφος. Οχιανακουφισμένος, μπήκε στην κρεβατοκάμαρα, χωρίς ν’ ανάψει φως, για να μην την ξυπνήσει, άνοιξε το συρτάρι κι άρχισε να κατουράει. «Τι κάνεις εκεί;» ξαφνιασμένη άναψε το φως. «Μα δεν βλέπεις; Κατουράω» της απάντησε. «Στο συρτάρι με τα ρούχα;» απόρησε αυτή. Τινάζοντάς την μια, δυο, πάνω από τρεις είναι μαλακία, άρχισε να ρητορεύει: «Ο μεγάλος λατινοαμερικανός φιλόσοφος Κλάνο Μέντες σε πρόσφατη εκ βαθέων συνέντευξή του στη Ναταλία Γερμανού είχε ορίσει ως γλωσσολογικά τα αίτια του αμερικανικού ολοκληρωτισμού: ‘Ολοκληρωτισμός’, απ’ το ‘ολόκληρος’, αντίθετο του ‘μερικός’. Άρα αμερικός-αμερική, όπου το άλφα είναι στερητικό, πάει να πει όχι μερικός, άρα Αμερική, όχι μερική, άρα τ’ αντίθετό της, δηλαδή ολοκληρωτική». Κουμπώθηκε κι έβγαλε από τη τσέπη του μια χούφτα χώμα. «Δες», της είπε, «πληρώθηκα σήμερα».
4 σχόλια:
Τι μου θύμισες τώρα...
Φοιτητής αρχιτεκτονικής στη Γηραιά Αλβιόνα, λέει το αμίμητο: -Ολοκληρωτικό πολίτευμα είναι η δημοκρατία.
-Γιατί το λες αυτό, παλικάρι μου;
-Γιατι ολοκληρωτικός είναι ο ολοκληρωμένος, άρα...
Ελα ρε γαμώτο, πάντα κάποιος τα έχει σκεφτεί (και πει) πριν από μένα. Τζάμπα χοροπηδούσα από τη χαρά μου για το λεχτικό ευρημά μου.
Κατά σύμπτωση, μου συνέβη ακριβώς το ίδιο σήμερα! Κοίτα να δεις!
Εμείς παίρνουμε το χώμα, εμείς θα μπούμε και στη φυλακή!
Δημοσίευση σχολίου