http://en.wikipedia.org/wiki/Wyatting
The practice of using weird tracks from a pub jukebox to annoy the other pub goers. The name was coined by Carl Neville, a 36-year-old English teacher from London, because one of the favourites LPs for this effect is Dondestan by Robert Wyatt.
Για κάποιους κολλημένους ο καλύτερος τρόπος για να κρίνουν έναν συνάνθρωπό τους είναι οι μουσικές του προτιμήσεις. Οι ίδιοι κολλημένοι τύποι κρίνουν και τα μπαρ στα οποία συχνάζουν με ανάλογο τρόπο. Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πολλά μπαρ τα οποία να διαθέτουν ένα τζουκ μποξ νέας τεχνολογίας που συνδέονται στο Ίντερνετ παρέχοντας στον πελάτη του μπαρ τη δυνατότητα επιλογής από δύο εκατομμύρια τραγούδια, οπότε ευτυχώς ή δυστυχώς όλες οι μουσικοσνομπαρίες της Ελλάδος δεν μπορούν να ασκηθούν σε αυτό το ευγενές σπορ.
Περί Γουάιατενιγκ (Wyattening) ό λόγος λοιπόν, ένα κίνημα(;) μια πρακτική(;) εμφορούμενη από το πανκ ήθος, την ντανταϊστική λογική και την ορμή των καταστασιακών. Τους τελευταίους μήνες αποτελεί πάθος των βρετανών ελιτιστών μουσικόφιλων.
Το Γουαϊατενιγκ ορίστηκε ως τέτοιο από τη δημοσιογράφο των ΝΥΤ Γουέντι Μακλιούρ, η οποία βρισκόταν κάποια στιγμή σε ένα τυπικό ροκ μπαρ, όταν κάποιος έβαλε στο τζουκ μποξ το “Thurday Afternoon” του Brian Eno, ένα μινιμαλιστικό κομμάτι πολύ μεγάλης διάρκειας με επαναλαμβανόμενα μέρη στο πιάνο, το οποίο στην κυριολεξία κατάφερε να σπάσει τα νεύρα των θαμώνων.
Το σκηνικό έκανε εντύπωση στη Μακλιούρ και κατέγραψε την εμπειρία της στους ΝΥΤ. Κατόπιν αυτού και αφού άρχισε η σχετική συζήτηση στα μπλογκ της Μακλιούρ και του Σάιμον Ρέηνολντς (βρετανού μουσικοκριτικού) πολλοί έσπευσαν να αποκαλυφθούν και να ομολογήσουν ότι πρόκειται για ένα παιχνιδάκι που παίζουν και έχει να κάνει με την επιλογή τραγουδιών στις παμπ, τα οποία είναι δύστροπα και ικανά να οδηγήσουν σε παράνοια τους τυπικούς μουσικόφιλους που ενδεχομένως είναι άμαθοι σε τέτοιους ήχους.
Ονομάστηκε Γουαϊτενιγκ από τον Ρομπερτ Γουάιατ (http://en.wikipedia.org/wiki/Robert_Wyatt), τον πρώην τραγουδιστή των avant-garde τζαζιστών Soft Machine, γιατί ο δίσκος του Dondestan θεωρήθηκε από τους γουαϊατιστές ο καλύτερος τρόπος για να αδειάσει κάποιο γεμάτο μπαρ ένα Σαββατόβραδο. Κάποιοι βρίσκουν παραλληλισμούς με τη θεωρία του στοχαστή Αντόρνο, ο οποίος έλεγε πως ο καπιταλισμός μπορεί να καταστραφεί διαστρέφοντας τις δομές της ποπ μουσικής.
Για πολλούς βέβαια το Γουαϊατενιγκ είναι παιδιάστικο, μια ανώφελη επίδειξη μουσικής ανωτερότητας κάποιων που “την είδαν” ειδικοί, avant garde, ανώτεροι από την πλέμπα των ποπ μουσικόφιλων.
Ο ίδιος ο Ρόμπερτ Γουάιατ βρίσκει αστείο το γεγονός ότι ένα ολόκληρο κίνημα πήρε από αυτόν το όνομά του. “Με τιμά το γεγονός ότι έγινα ρήμα”, λέει.
Παρόλα αυτά αυτός δεν θα το εφάρμοζε. “Δεν με αρέσει να είμαι εκνευριστικός για τους άλλους”, λέει.
Πηγή
http://www.guardian.co.uk/g2/story/0,,1816709,00.html Περί Γουάιατενιγκ (Wyattening) ό λόγος λοιπόν, ένα κίνημα(;) μια πρακτική(;) εμφορούμενη από το πανκ ήθος, την ντανταϊστική λογική και την ορμή των καταστασιακών. Τους τελευταίους μήνες αποτελεί πάθος των βρετανών ελιτιστών μουσικόφιλων.
Το Γουαϊατενιγκ ορίστηκε ως τέτοιο από τη δημοσιογράφο των ΝΥΤ Γουέντι Μακλιούρ, η οποία βρισκόταν κάποια στιγμή σε ένα τυπικό ροκ μπαρ, όταν κάποιος έβαλε στο τζουκ μποξ το “Thurday Afternoon” του Brian Eno, ένα μινιμαλιστικό κομμάτι πολύ μεγάλης διάρκειας με επαναλαμβανόμενα μέρη στο πιάνο, το οποίο στην κυριολεξία κατάφερε να σπάσει τα νεύρα των θαμώνων.
Το σκηνικό έκανε εντύπωση στη Μακλιούρ και κατέγραψε την εμπειρία της στους ΝΥΤ. Κατόπιν αυτού και αφού άρχισε η σχετική συζήτηση στα μπλογκ της Μακλιούρ και του Σάιμον Ρέηνολντς (βρετανού μουσικοκριτικού) πολλοί έσπευσαν να αποκαλυφθούν και να ομολογήσουν ότι πρόκειται για ένα παιχνιδάκι που παίζουν και έχει να κάνει με την επιλογή τραγουδιών στις παμπ, τα οποία είναι δύστροπα και ικανά να οδηγήσουν σε παράνοια τους τυπικούς μουσικόφιλους που ενδεχομένως είναι άμαθοι σε τέτοιους ήχους.
Ονομάστηκε Γουαϊτενιγκ από τον Ρομπερτ Γουάιατ (http://en.wikipedia.org/wiki/Robert_Wyatt), τον πρώην τραγουδιστή των avant-garde τζαζιστών Soft Machine, γιατί ο δίσκος του Dondestan θεωρήθηκε από τους γουαϊατιστές ο καλύτερος τρόπος για να αδειάσει κάποιο γεμάτο μπαρ ένα Σαββατόβραδο. Κάποιοι βρίσκουν παραλληλισμούς με τη θεωρία του στοχαστή Αντόρνο, ο οποίος έλεγε πως ο καπιταλισμός μπορεί να καταστραφεί διαστρέφοντας τις δομές της ποπ μουσικής.
Για πολλούς βέβαια το Γουαϊατενιγκ είναι παιδιάστικο, μια ανώφελη επίδειξη μουσικής ανωτερότητας κάποιων που “την είδαν” ειδικοί, avant garde, ανώτεροι από την πλέμπα των ποπ μουσικόφιλων.
Ο ίδιος ο Ρόμπερτ Γουάιατ βρίσκει αστείο το γεγονός ότι ένα ολόκληρο κίνημα πήρε από αυτόν το όνομά του. “Με τιμά το γεγονός ότι έγινα ρήμα”, λέει.
Παρόλα αυτά αυτός δεν θα το εφάρμοζε. “Δεν με αρέσει να είμαι εκνευριστικός για τους άλλους”, λέει.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου