Είναι ένας τύπος που
μοιάζει με τρελό ή μ' επιστήμονα, μπορεί
να 'ναι και τα δύο, παίζει σκάκι μόνος
σε μια πλατεία, κουνάει τ' άσπρα, κουνάει
τα μαύρα, σκέφτεται τη μαύρη βασίλισσα
της σκακιέρας, σκέφτεται και τη λευκή,
αλλά και τη βασίλισσα Ιζαμπέλα (της
Ισπανίας), που στην εποχή της (της Ιζαμπέλας) η βασίλισσα
(της σκακιέρας) δεν είχε τόση δύναμη και
τόση εξουσία, καθώς μπορούσε να εκτελεί
πολύ λιγότερες κινήσεις και πολύ
λιγότερους αντιπάλους, σε αντίθεση με την ίδια, που έκανε ό,τι γουστάριζε κι
εκτελούσε άμα λάχει ό,τι κινούτανε, και
μια μέρα φώναξε τους σκακιστές και τους
είπε «καλά ρε κόνιες δε του μάδρες
τσούπες μι βέργες χιλιοπόγιες, πεντέχοι
και μαρικονάδοι, είστε σοβαροί; τη
βασίλισσα ρε, την έχετε τόσο υποτιμημένη,
τόσο για τον πούτσο και για τον ίππο και
για τον πύργο καβάλα; Απεριόριστες
εξουσίες στη βασίλισσα της σκακιέρας
τώρα, μη σας κόψω τα κεφάλια, τα πάνω και
τα κάτω, τσουτσέκια!».
Έτσι γλυκομίλησε στους
υπηκόους της η βασίλισσα κι άλλαξε διά
παντός το σκάκι όπως το ξέρανε.
Ο δε τρελός που μοιάζει με επιστήμονα, ή ο επιστήμονας που μοιάζει με τρελό, εκτός κι αν είναι και τα δύο, τελείωσε την παρτίδα, κέρδισε τον εαυτό του αλλά δεν έχασε τίποτε, δεν έχει και τίποτε να χάσει, ας πούμε τα λογικά του τα έχασε μια μέρα, όταν, στα δεκαπέντε του χρόνια, μήτε τρελός μήτ' επιστήμονας, αλλά φέρελπις σκακιστής, έπαιξε έναν αγώνα εκτός έδρας, στη Νέα Χαλκηδόνα, εκεί που 'χει σουβλάκια, και ηττήθηκε κατά κράτος από έναν οκτάχρονο πιτσιρικά, κι ήταν η ντροπή του τόσο μεγάλη, που όλα τα διάσημα τω καιρώ εκείνω σουβλάκια της Νέας Χαλκηδόνος δεν στάθηκαν αρκετά για να τον πείσουν να ξαναπαίξει σκάκι με αντίπαλο, έκτοτε δεν παίζει παρά μόνον με τον εαυτό του με τη δικαιολογία οτι «δεν έχει κανέναν να φοβηθεί, μόνον τον κακό του εαυτό». Κι αν τον ζορίσεις λίγο παραπάνω, θα σου πει και μια θεωρία για το σκάκι και τη σκληρότητά του και την ανισότητα που επικρατεί στη σκακιέρα μεταξύ των κομματιών, και για τη νεοφιλελεύθερη αριστεία, καθώς κάποια έχουν μεγαλύτερη αξία από τ' άλλα, όσο μεγαλύτερη αξία τόσο λιγότερα στη σκακιέρα, και όσο πιο ταπεινά τόσο πιο αναλώσιμα, και κάτι τέτοια κομμουνιστικά. Τρελός με πατέντα ο άνθρωπος αφού.
Ο δε τρελός που μοιάζει με επιστήμονα, ή ο επιστήμονας που μοιάζει με τρελό, εκτός κι αν είναι και τα δύο, τελείωσε την παρτίδα, κέρδισε τον εαυτό του αλλά δεν έχασε τίποτε, δεν έχει και τίποτε να χάσει, ας πούμε τα λογικά του τα έχασε μια μέρα, όταν, στα δεκαπέντε του χρόνια, μήτε τρελός μήτ' επιστήμονας, αλλά φέρελπις σκακιστής, έπαιξε έναν αγώνα εκτός έδρας, στη Νέα Χαλκηδόνα, εκεί που 'χει σουβλάκια, και ηττήθηκε κατά κράτος από έναν οκτάχρονο πιτσιρικά, κι ήταν η ντροπή του τόσο μεγάλη, που όλα τα διάσημα τω καιρώ εκείνω σουβλάκια της Νέας Χαλκηδόνος δεν στάθηκαν αρκετά για να τον πείσουν να ξαναπαίξει σκάκι με αντίπαλο, έκτοτε δεν παίζει παρά μόνον με τον εαυτό του με τη δικαιολογία οτι «δεν έχει κανέναν να φοβηθεί, μόνον τον κακό του εαυτό». Κι αν τον ζορίσεις λίγο παραπάνω, θα σου πει και μια θεωρία για το σκάκι και τη σκληρότητά του και την ανισότητα που επικρατεί στη σκακιέρα μεταξύ των κομματιών, και για τη νεοφιλελεύθερη αριστεία, καθώς κάποια έχουν μεγαλύτερη αξία από τ' άλλα, όσο μεγαλύτερη αξία τόσο λιγότερα στη σκακιέρα, και όσο πιο ταπεινά τόσο πιο αναλώσιμα, και κάτι τέτοια κομμουνιστικά. Τρελός με πατέντα ο άνθρωπος αφού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου