Ξύπνησα σήμερα το πρωί και θυμήθηκα ένα πρόσφατο τετατέτ μου με έναν γλίτση δικηγορίσκο, απολογητή της εργοδοσίας, με
υπερχειλίζουσα μαγκιά, με τα χείλη σουφρωμένα, να γυαλίζουν απ' τα
σάλια, έτοιμο ανά πάσα στιγμή για τσαμπουκά, με ύφος, ήθος και στιλ
πρώτο τραπέζι πίστα, κακέκτυπο του γνωστού δικηγόρου επωνύμων που κάνει και μαντραπήδες και ρίχνει και κάνα φούσκο πού και πού. Σκέφτηκα πως το όνομα αυτού του δικηγόρου, στο λεξικό του μέλλοντος θα καταχωριστεί ως ουσιαστικό, συνώνυμο της θρασυδειλίας και της βλαχομαγκιάς.
Στο ίδιο λεξικό κάποιες από τις λέξεις που χρησιμοποιούμε σήμερα θα υπάρχουν με διαφορετικό νόημα
- αλλαγή, η, ουσ. - ο λαϊκισμός, οι ψεύτικες υποσχέσεις, η παροχολογία
- αλληλεγγύη, η, ουσ. - καθετί που εύκολα στερεύει
- ανάπτυξη, η, ουσ. - το κενό
- βουλή, η, ουσ. - οίκος ανοχής και ενοχής
- γεσεέ, η, ουσ. - 1. η εκτονωτική, ατελέσφορη πράξη, 2. η πρόσκαιρη διακοπή της κανονικότητας, το σπάσιμο της ρουτίνας. Παράδειγμα: Μπούχτισα, είσαι να κάνουμε μια γεσεέ σήμερα; 3. η πιστολιά στον αέρα. Παράδειγμα: στους κρητικούς γάμους είθισται να πέφτουν γεσεές στον αέρα. Συνώνυμο: αδεδύ.
- δακρυγόνο, το, ουσ. - καθημερινή τροφή, αντίστοιχη του διατροφικά ξεπερασμένου ψωμιού. Στις φράσεις: "Δακρυγόνο και σπρέι πιπεριού φάγαμε μαζί", όταν θές να μιλήσεις για κάποιον κοντινό σου άνθρωπο με τον οποίο έχεις περάσει πολλά, ή "Δακρυγόνα, χημικά και Χρήστο Παπουτσή", άλλη φράση που πέρασε στις μέρες μας αντικαθιστώντας το "Ψωμί ελιά και Κώτσο Βασιλιά". Εναλλακτικά οι διαιτολόγοι προτείνουν: "Αν δεν έχουν δακρυγόνα, ας φάνε πλαστικοσφαιράνι".
- δημοκρατία, η, ουσ. - ψευδαίσθηση, πλάνη, ουτοπία. Συνώνυμα: ελευθερία, δικαίωαμα, αξιοκρατία, ισονομία.
- δημόσιο, το, ουσ. - ο φορέας δεινών, η πηγή του κακού, ο Εωσφόρος.
- διάλογος, ο ουσ. - η διαδικασία κατά την οποία ο ισχυρότερος πείθει τον αδύναμο, ο εκβιασμός.
- θα - μόριο αντρικό, το πέος, αυτό που γάμησε κόσμο και κοσμάκη.
- κεντρώος-α-ο, επιθ. - που χαρακτήριζει τις ενέργειες και τις πράξεις ενός αυταρχικού ανθρώπου ή/και καθεστώτος. Συνώνυμα: φασιστικός, απολυταρχικός.
- λαός, ο, ουσ. - το mashup μπιτλικών και καφαβικών στίχων στον καθημερινό λόγο, για παράδειγμα "Σαν βγήκε η Lucy στον πηγαιμό για τον sky with diamonds οι συγκλητικοί στην αγορά συναθροισμένοι μετά από μια hard days night λέγαν love me do, oh αρνηθείς δεν μετανιώνει, μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι.
- λοβέρδος, ο, ουσ. - ο ψεύτης εραστής
- λούκα, η, ουσ. - το κακό κούρεμα και χτένισμα. Παράδειγμα, "καλέ τι λούκα είναι αυτή; σε ποιον μπαρμπέρη πήγες;"
- μεταρρύθμιση, η, ουσ. - η επί τα χείρω τροποποίηση της πραγματικότητας, η υιοθέτηση αντικοινωνικών μέτρων.
- μίμης - ο κακός συγγραφέας, ο γουάναμπί διανοούμενος.
- μισθός, ο, ουσ. - η ελεημοσύνη
- μνημόνιο, το, ουσ. - η ευλογία, κάτι που είναι πάρα πολύ καλό για την ανθρωπότητα
- μπάτσος, ο, ουσ. - ο άνθρωπος που γίνεται σύνθημα στο στόμα των πολλών και όλους τους ενώνει.
- πασχωμενιδισμός, ο, ουσ. - η εμμονική προσκόλληση και ενασχόληση με τη μορφή δημοσιευμάτων κατά της αριστεράς και των πολιτικών και κοινωνικών κινημάτων.
- συλλογικότητα, η, ουσ. - απαγορευμένος καρπός.
- σύνεση, η, ουσ. - η υποταγή, συνώνυμο: μετριοπάθεια, κουβελισμός
- σύνταξη, η, ουσ. - παράνομη, παραισθησιογόνα ουσία, η κατοχή της οποίας σε μικροποσότητες για προσωπική χρήση νομιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση του Γ.Α. Παπανδρέου του Γ' το 2061.
- σωματείο, το, ουσ. - είδος σε εξαφάνιση το οποίο εκφυλίστηκε κατά τη δεκαετία του '80 και σταδιακά αυτοκαταργήθηκε τρώγωντας ηρωικά τις σάρκες του.
- τράπεζα, η, ουσ. - το καμένο κτίριο
- τράπεζα, η, ουσ. - η εξουσία
Το παράδειγμα της τράπεζας, οι δύο ορισμοί της οποίας είναι εκ διαμέτρου αντίθετοι, δείχνει ότι το μέλλον των λέξεων, η μελλοντική τους σημασία, εξαρτάται από την έκβαση του πολέμου που μαίνεται αυτή τη στιγμή (και που για την ώρα χάνουμε οπισθοχωρώντας ατάκτως). Διότι όχι μόνο την ιστορία αλλά και τα λεξικά οι νικητές θα τα γράψουν.
3 σχόλια:
είχαμε την εισαγωγή τώρα αποκτήσαμε και αποσπάσματα...
ωραίος...
Ψάχνω να βρω τι σημαίνει ανάπτυξη. Τα λεξικά που διάβασα μέχρι τώρα αναφέρονται σε μία διαδικασία που επιτελούν τα φυτά. Όμως έχω την αίσθηση –αν όχι βεβαιότητα- ότι η χρήση της λέξης έχει ήδη αλλάξει. Γνωρίζει κανείς τίποτα
για πολλοστή φορά, άψογος!
Δημοσίευση σχολίου