Ας πούμε είκοσι μέρες πριν, δεν έχει σημασία, στο μπαρ που σερβίρει τα 72 διαφορετικά κοκτέιλ και όπου σαν πεισματάρηδες γεροξούρηδες εγώ κι ο Δ επιμένουμε να πίνουμε μόνο μπίρες.
Καθόμαστε. Ενας ανόρεχτος, ένας ορεξάτος. Πήρε ένα βιβλίο. Μου λέει ποιο. Τον κατακεραυνώνω για την επιλογή του. Καλά ρε μαλάκα, τα εναλλαχτικά μπεστσέλε πας και παίρνεις, τι είσαι ρε κάνας λογοτεχνικός φασαίος, τι είναι φασαίος; με ρωτάει, χίπστερ της λογοτεχνίας ασπούμε, του λέω (ψιλολανθασμένα, δεν έχει σημασία, δεν το ξέρει ότι κάνω λάθος γιατί έτσι με βολεύει, άλλωστε στην εποχή μας όλες οι έννοιες ορίζονται και επανακαθορίζονται κατά το δοκούν και καταπώς μας βολεύει την εκάστοτε στιγμή).
Είμαι απατεώνας. Αλήθεια. Συνηθίζω να μιλάω με πολλή σιγουριά και απαξιωτικά για πράγματα που δεν ξέρω παριστάνοντας τον ειδήμονα. Αλλά μόνο σε πολύ φιλικούς κύκλους (τι κύκλους δηλαδή, οι φίλοι μου είναι λιγότεροι και από τα δάχτυλα που απαιτούνται για να κάνεις το σήμα της νίκης, τέλος πάντων). Ξέρω ότι μπορώ ανά πάσα στιγμή σε αυτόν τον στενό κύκλο να αναθεωρήσω τη γνώμη μου, να την απαρνηθώ, να πω εν ολίγοις ό,τι μου καβλώσει και να μην παρεξηγηθώ. Απορώ γιατί.
Την Αμερικανική Αγωγή
του Λέρνερ (εκδ. Δώμα) είχε πάρει ο φίλος.
Τον κορόιδεψα τόσο (δεν ξέρω γιατί, ίσως
ήταν οι μπίρες, ίσως τα ξηροκάρπια που
σίγουρα θα μου προκαλούσαν στομαχόπονο...)
που του γάμησα την ανάγνωση.
Δεν του
αρέσει το βιβλίο, με ενημέρωσε τις
επόμενες μέρες. Εντέλει μου το χάρισε.
Δεν με χάλασε.
Το διαβασα. Μου άρεσε πολύ. Δεν έχει σημασία.
Φάστφόργουο τώρα, από τις είκοσι μέρες πριν, στην περασμένη Κυριακή που δευτεροψηφίζαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Στο ίδιο μπαρ. Πάλι μπίρες. Ανόρεχτες πολύ.
Τον κατακεραυνώνω: Καλά ρε μαλάκα, γιατί δεν σου άρεσε η Αμερικανική Αγωγή; Πρόκειται περί βιβλιάρας! Φοβερή γραφή, φοβερή πολυπρόσωπη αφήγηση. Και τι εύστοχο σχόλιο περί τραμπισμού ε;
Με κοίταξε σαν (να ήμουν) μαλάκας (είμαι, δεν είναι). Δεν μίλησε. Ή κι αν μίλησε, κι αν δικαιολογήθηκε, κι αν επιχειρηματολόγησε, κι αν με έβρισε, δεν τον άκουσα. Διότι η προσοχή μου ήταν ήδη στραμμένη αλλού.
Περίμενα τα πρώτα αποτελέσματα των εκλογών στο ΣΥΡΙΖΑ, όχι για κανέναν άλλον λόγο, αλλά γιατί ήθελα να δω τις αντιδράσεις της παρέας στο διπλανό τραπέζι, των οποίων τη συζήτηση κρυφάκουγα όταν δεν κατακεραύνωνα τον φίλο μου περί Αμερικανικής Αγωγής (απορώ καμιά φορά γιατί με κάνει παρέα...). Με αρέσει να κρυφακούω, τη βρίσκω, κρυφακούω συχνά, όχι παντα επιτυχημένα, ίσως επειδή έχω τρίχες στα αυτιά.
Είχανε όλοι ψηφίσει. Αυτοί στο διπλανό τραπέζι. Κάποιοι τον ένα, άλλοι την άλλην. Δεν λέω τα ονόματα των δύο υποψηφίων, δεν θέλω να κάνω κλικμπέητ ή να πλακώσουν οι συριζοκαβγάδες εδώ πέρα... Πάντως είχε γίνει εμφανές πως όσοι ψήφισαν αυτόν που εντέλει κέρδισε τον ψήφισαν κυρίως γιατι η άλλη (και οποιοδήποτε απ' τα παλιά στελέχη) δεν μπορεί να κερδίσει τον Μητσοτάκη. Δεν τους ενδιέφερε η Αριστερά, η πολιτική, το πρόγραμμα ή οτιδήποτε άλλο: απλώς πιστεύανε ότι με αυτόν, που τελικά κέρδισε, το κόμμα τους θα επανέλθει στην εξουσία.
Οκ, τίμιο (ασπούμε), σκέφτηκα.
Διαφωνώ όμως. Μάλλον. Τι σημασία έχει
άλλωστε τι πιστεύω εγώ;
Πληρώσαμε,
φύγαμε.
Την άλλη μέρα με πονούσε το στομάχι. Μάλλον από τα ξηροκάρπια.
Διάβασα και αναλύσεις στο ίντερνετ. Συχνά διαβάζω πράγματα στο ίντερνετ χωρίς να με ενδιαφέρουν: ζώδια, γκόσιπ, αθλητικά, στήλες ευζωίας και εσωκομματικές εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ.
Πολλές αναλύσεις, επικριτικές προς τον νικητή των εκλογών, κάνανε παραλληλισμούς του νικητή με τον Ντόναλντ Τραμπ, μιλούσαν για τραμπισμό.
Ανάφερα αυτό το γεγονός στον φίλο μου, που δεν του άρεσε η Αμερικανική αγωγή, αυτό το βιβλίο-εύστοχο σχόλιο περί τραμπισμού.
Να μου το φέρεις πίσω το βιβλίο, μ' είπε. Θέλω να το ξαναδιαβάσω.
Ε, τι να κάνω κι εγώ; του το πήγα γιατί πάνω απ' όλα είμαι ένας καλός και στοργικός φίλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου