Το βλίτο ή βλήτο είναι ετήσιο φυτό της οικογένειας των αμαρανθοειδών. Η επιστημονική του ονομασία είναι Amaranthus blitum (Αμάραντος το βλήτον). Είναι ιθαγενές της περιοχής της Μεσογείου αλλά έχει εισαχθεί σε πολλά μέρη του κόσμου, όπως στην ανατολική Βόρεια Αμερική[1]. Τρώγεται σε πολλά μέρη του κόσμου.[2] Εκτιμάται ιδιαιτέρως στην ελληνική κουζίνα όπου οι βλαστοί και τα φύλλα του τρώγονται βραστά με ελαιόλαδο και λεμόνι.
Μεταφορικά βλίτο λέγεται ο χαζός.
πηγή: βικιπαίδεια
Στην προβλήτα όταν ο καιρός είναι καλός μαζεύονται πολλές παρέες, άλλοι ξάπλα χάμω, άλλοι καθιστοί με τα πόδια να κρέμονται πάνω από το νερό, άλλοι αραχτοί στα ευρύχωρα πεζούλια, φωνάζουν, γελούν, βγάζουν σέλφι, αγκαλιάζονται, φιλιόνται, φωτοσυνθέτουν, πίνουνε καφέδες, μπίρες, μπάφους – μόνο κάτι λίγοι, θαρρείς από διακριτικότητα, θαρρείς από ντροπή, πάνε και κάθονται πίσω-πίσω στο στενό πεζουλάκι στη σκιά, που ίσα που χωράει ο κώλος ενός πρώην χοντρού 130 κιλά, νυν και πάλι χοντρού 99 κιλά, αυτοί οι κάτι λίγοι έχουν ένα κοινό, όχι τον μεγάλο κώλο, αλλά ότι κάθονται μονάχοι, λες και δεν θέλουν να φαλτσάρουν στη χαρά των άλλων, που λέει κι ο ποιητής, λες και δεν θέλουν να είναι στο προσκήνιο κάτω από τον ήλιο με την ασπρουλιάρα μοναξιά τους, και τέλος πάντων όταν ο καιρός δεν είναι καλός οι παρέες των καθήμενων δεν μαζεύονται στην προβλήτα, πάνε κάπου αλλού, δεν ξέρω πού, αυτοί όμως που κάθονται μονάχοι στο στενό πεζουλάκι της σκιάς είναι εκεί, βρέξει χιονίσει, και παρότι γνωρίζει ο ένας μοναχός τον άλλον και παρότι δεν υπάρχουν τριγύρω οι παρέες των πολλών, για να νιώθουν ντροπή που είναι μόνοι, εξακολουθούν να κάθονται χώρια, ο καθείς σε απόσταση ασφαλείας από τον άλλον. Κάθονται, καπνίζουν ή δεν καπνίζουν, στενάζουν ή δεν στενάζουν, αλλά πάντως επιμένουν να κάθονται μονάχοι.
Δεν γνωρίζω αν και πόσοι απ' αυτούς παραμένουν μόνοι και αφού φύγουν από την προβλήτα.
Το μόνο που με στεναχωρεί σε αυτή την ιστορία είναι ότι μεταφορικά βλήτο λέγεται ο χαζός, κι όχι ο μοναχός, και δεν μου κάθισε καλά ο τίτλος.
Μεταφορικά βλίτο λέγεται ο χαζός.
πηγή: βικιπαίδεια
Στην προβλήτα όταν ο καιρός είναι καλός μαζεύονται πολλές παρέες, άλλοι ξάπλα χάμω, άλλοι καθιστοί με τα πόδια να κρέμονται πάνω από το νερό, άλλοι αραχτοί στα ευρύχωρα πεζούλια, φωνάζουν, γελούν, βγάζουν σέλφι, αγκαλιάζονται, φιλιόνται, φωτοσυνθέτουν, πίνουνε καφέδες, μπίρες, μπάφους – μόνο κάτι λίγοι, θαρρείς από διακριτικότητα, θαρρείς από ντροπή, πάνε και κάθονται πίσω-πίσω στο στενό πεζουλάκι στη σκιά, που ίσα που χωράει ο κώλος ενός πρώην χοντρού 130 κιλά, νυν και πάλι χοντρού 99 κιλά, αυτοί οι κάτι λίγοι έχουν ένα κοινό, όχι τον μεγάλο κώλο, αλλά ότι κάθονται μονάχοι, λες και δεν θέλουν να φαλτσάρουν στη χαρά των άλλων, που λέει κι ο ποιητής, λες και δεν θέλουν να είναι στο προσκήνιο κάτω από τον ήλιο με την ασπρουλιάρα μοναξιά τους, και τέλος πάντων όταν ο καιρός δεν είναι καλός οι παρέες των καθήμενων δεν μαζεύονται στην προβλήτα, πάνε κάπου αλλού, δεν ξέρω πού, αυτοί όμως που κάθονται μονάχοι στο στενό πεζουλάκι της σκιάς είναι εκεί, βρέξει χιονίσει, και παρότι γνωρίζει ο ένας μοναχός τον άλλον και παρότι δεν υπάρχουν τριγύρω οι παρέες των πολλών, για να νιώθουν ντροπή που είναι μόνοι, εξακολουθούν να κάθονται χώρια, ο καθείς σε απόσταση ασφαλείας από τον άλλον. Κάθονται, καπνίζουν ή δεν καπνίζουν, στενάζουν ή δεν στενάζουν, αλλά πάντως επιμένουν να κάθονται μονάχοι.
Δεν γνωρίζω αν και πόσοι απ' αυτούς παραμένουν μόνοι και αφού φύγουν από την προβλήτα.
Το μόνο που με στεναχωρεί σε αυτή την ιστορία είναι ότι μεταφορικά βλήτο λέγεται ο χαζός, κι όχι ο μοναχός, και δεν μου κάθισε καλά ο τίτλος.
(Θα μπορούσε να γραφτεί καλύτερα όλο αυτό, αλλά δεν κάνουμε λογοτεχνία εδώ, όποιος θέλει λογοτεχνία να την πάρει στο σπίτι του).
2 σχόλια:
Ξύδι. Το ξύδι ταιριάζει καλύτερα στα βλήτα, από ότι το λεμόνι!
Θα με δοκιμάσω με ξύδι όταν αποφασίσω να με φάω! :D
Δημοσίευση σχολίου