Είχα μια σειρούλα στο στρατό, τον Χασομέρη, δεν ήτο παρατσούκλι αλλά όνομα και πράμα. Τον εθυμάμαι κάθε φορά που στέκομαι στην κυλιόμενη σκάλα, περισσότερο όταν ανεβαίνει, παρά όταν κατεβαίνει, κι εύχομαι να μη σταματήσει αυτή η κύλιση ποτέ. Πρωί πρωί, τρύπωσα στο βιβλιοπωλείο, ινκόγκνιτο, μασκαρεμένος μ' ένα σφράγισμα στο δόντι και στραπατσαρισμένα γυαλιά, που τα βρήκα όταν ξύπνησα ανάμεσα στα πόδια μου, Κύριος οίδε τι προσπαθούσα να (μού) κάνω στον ύπνο μου. Στο έρημο βιβλιοπωλείο διάβαζα ποίηση, Τίτο Πατρίκιο, κάτι που μ' άρεζε, σε φάση "τα πολιτικά μας όνειρα νικήθηκαν απ' τις μεταβαλλόμενες βιογραφίες των ηγετών που κάποτε είχαμε πιστέψει", ή κάπως έτσι (όχι δεν είχα κατά νου τον Αλέξη), μπορεί να το θυμάμαι και λάθος, γιατί εκεί που το παπαγάλιζα για να τ' αποστηθίσω και με την πρώτη ευκαιρία στο τουίτερ ή σε κάποιο μπαρ να το χρησιμοποιήσω, ξάφνου είδα μια ξανθιά να με ζυγώνει (μπ-γ-δ) κι όπως λέει ο θειος μου, περιγράφοντας πώς μια μέρα βγήκε στη σύνταξη, "την έκανα κατσίκα", λάκισα δηλαδή, έφυγα από την ποίηση κι έπιασα έναν του φανταστικού τόμο από τρόμο μη με δει η γκόμενα να διαβάζω στίχους και με πάρει για κάνα φλώρο.
Μα δεν ισχύει από πρώτης Αυγούστου η απαγόρευση των γυναικών εις τα βιβλιοπωλεία;
* (μπα-γου-δο)
4 σχόλια:
Κακό συναπάντημα σε βιβλιοπωλείο;;
Μεγάλη πόρτα θα διαβείς
Μεγάλη είναι η πόρτα της κολάσεως, λένε. Μπρρρ... τα καζάνια!
πάνω σαγαπάω ρε
Γεια σου ρε ΤόζιεΜόρφι! Αγάπη, γιέα.
Δημοσίευση σχολίου