25 Φεβ 2015

Αμα βάλεις και τις φωτογραφίες, έχουμε πάνω από δυο χιλιάδες λέξεις εδώ πέρα

Τώρα τελευταία σκεφτόταν την περιφρόνηση. Οχι αυτήν του Γκοντάρ με την Μπαρντό, αν και δεν θα ήταν άσχημα να σκεφτόταν την Μπριζίτ όπως ήταν τότε, παρότι τον Γκοντάρ τον προτιμούσε με Ανακαρίνα (φωτ. 1) και με κομμένη την ανάσα (ναι, το ξέρω, η Σίμπεργκ, φωτ. 2, έπαιζε εκεί).
Σκεφτόταν την περιφρόνηση αλλά όχι αν τη γεννά η οικειότητα. Δεν τον ενδιέφερε πια αυτό. Δεν ένιωθε οικειότητα με κανέναν άλλωστε. Ενιωθε ωστόσο περφρόνηση. Και νωθρότητα. Ενιωθε μεγάλη περιφρόνηση όχι (μόνο;) για την ανθρωπότητα αλλά (και;) για τη νωθρότητα. Ενιωθε πολύ νωθρός όταν σκεφτόταν την περιφρόνηση. Η καρέκλα του έτριζε από το βάρος. Οχι των περιστάσεων, το δικό του. Πονούσε η μέση του. Δύσκολα άντεχε το μισό κορμί του τ' άλλο του μισό. Σκέφτηκε να ξεφορτωθεί το ένα από τα δυο μισά, αλλά δύσκολα θα συνέχιζε να ζει μισός. Οι περισσότεροι άνθρωποι, αν όχι όλοι, δύσκολα αντέχουν να ζουν μισοί. Το ίδιο και το μίσος, δύσκολα θα το άντεχε. Αυτό που ένιωθε. Για πόσους; Παραπάνω από τους μισούς, σίγουρα. Οι μισητοί μισοί του Πάνου. Κι οι άλλοι μισοί;
Του άρεζε η φωνή του Ντίλαν, αλλά όχι η φυσαρμόνικά του, όργανο βασανισμού σε μελλοντικά στρατόπεδα συγκεντρωσης. Οι καιροί όμως αλλάζουν. Οταν ο Ντίλαν παράτησε τη φυσαρμόνικα, δεν του άρεζε πια η φωνή του. Του άρεσε όμως η παρατημένη φυσαρμόνικα. Οχι ως παρατημένο αντικείμενο σε κάποιο συρτάρι, αλλά ως μη παρουσία, ως μη ήχος. Είναι το ωραίοτερο στοιχείο της μουσικής του Ντίλαν, όταν δεν ακούγεται η φυσαρμόνικα. Του άρεζε δηλαδή η ανυπαρξία της. Το ίδιο και η δικιά του. Οχι η φυσαρμόνικα. Η ανυπαρξία.
Οι φανταστικοι φίλοι. Οι ψευτικοι φίλοι. Οι φανταστικοι ψευτικοι φιλοι. Οι ψευτικοι φανταστικοι φίλοι. Πολλοί είχαν έναν φανταστικό φίλο. Γέννημα της φαντασίας, δηλαδή, σε περιόδους μοναξιάς. Κάποιοι, λιγότεροι, τυχερότεροι, είχαν και φανταστικό φίλο (ή στον πληθυντικό αριθμό) από πλευράς ποιότητας. Ο φανταστικός φίλος, γέννημα της φαντασίας, είναι ένας ψεύτικος, δηλαδή μη υπαρτός φίλος, αλλά πάντα φανταστικός ποιοτικά, ειδάλλως ποιο το νόημα να τον δημιουργήσει η φαντασία σου; Ψεύτικοι, ποιοτικά, φίλοι υπάρχουν - ανεξαρτήτως του τι φαντάζεσαι.
Koiταζε μια καρδια και εβλεπε εναν ελέφαντα. Οχι μιαν ελεφαντόσχημη καρδια ουτε την καρδια του ελέφαντα ουτε εναν ελέφαντα σε σχήμα καρδιας ουτε εναν ελέφαντα με καρδιακα πρπβλήματα. Πλήρης απουσια καρδιας. Σκέτος ελέφαντας. Ακαρδος. Αυτός. Οχι ο ελέφαντας. Κι ας του μοιάζει.

Εσε μεσα

Ο γκάους, που ακόμη καλά-καλά δεν ξέρω ποιος ειναι, καθώς μόλις πριν από λίγο -ευρισκόμενος στο βεσέ με πονοκέφαλο και αναρρώνοντας απο κάτι που θα το βαφτίσω λουμπάγκο αλλά χωρίς να ειμαι γιατρός και χωρις επισης να εχω συμβουλευτεί κάποιον που να ειναι- ξεκινησα τη Μέτρηση του Κόσμου του ντάνιελ κέλμαν, στο οποιο ενδεχομένως να πρωταγωνιστεί αυτος ο γκάους, ελπίζω πως ναι, γιατι σαν να εχει ενδιαφέροντα πράγματα να πει, σαν κι αυτο που ήθελα να το πω απο την αρχή, προτου χάσω τον ειρμό μου: "γεννιέσαι σε μια συγκεκριμένη εποχή κι είσαι αιχμάλωτός της ειτε το θέλεις είτε όχι. Σού προαφέρει λενα τεράστιο πλεονέκτημα ως προς το παρελθοβ και σε κάνει καρνάβαλο του μέλλοντος".
Ακου πράγματα, δες εγωκεντρικοτητα και κωλοχαρακτήρα: ξεκινησε να μετρά τον κόσμο απο το βεσέ του.

Τίποτε δεν συμβαίνει ποτέ

Η μελαγχολία της αντίστασης ειναι ενα βιβλίο που δεν εχω διαβάσει και στο οποιο βασιστηκε ο Μπέλα Ταρ για να γυρισει μια ταινια που επισης δεν εχω δει και που τον τιτλο της δεν τον θυμάμαι και κάπως ετσι σκαλιζοντας βρέθηκα σε αυτα τα λόγια που κάποιος δεν θυμάμαι ποιος αποδίδει στον Μπέλα Ταρ: I despise stories, as they mislead people into believing that something has happened. In fact, nothing really happens as we flee from one condition to another ... All that remains is time. This is probably the only thing that's still genuine -- time itself; the years, days, hours, minutes and seconds.

Διάλυμα, λέμε


8 Φεβ 2015

Η εξαφάνιση του πιο μοναχικού ανθρώπου στον κόσμο

O πιο μοναχικός άνθρωπος του κόσμου, πλαστικό μπουκάλι στην τσέπη γεμάτο κατά τα τρία τέταρτα δεν είναι σίγουρος με τι, ρακή, τσίπουρο ή κάτι τέτοιο, του το γέμισαν στην κάβα της γειτονιάς, εκεί που αγοράζει συνήθως ξηροκάρπια για τη μαμά, σαράντα χρονών και ζει ξανά με τη μαμά, μέχρι προχτές στολισμένο το χριστουγεννιάτικο δένδρο, γαμώ την ανεργία, δεν τον ενδιαφέρει τι θα πιει, μονάχα θέλει μόνος να φτιαχτεί. Ο πιο μοναχικός άνθρωπος του κόσμου συχνάζει σε μέρη όπου συγκεντρώνεται πολύς κόσμος, συναυλίες, πορείες, ομιλίες, γήπεδα, εκκλησίες, στη θεία λειτουργία, οπουδήποτε μπορεί να νιώσει λιγότερο μόνος, ζητά από αγνώστους να γίνουν φίλοι στο facebook και πολύ σύντομα θέτει επί τάπητος καυτά ερωτήματα που τον απασχολούν, όπως «πώς σας φαίνεται η καινούργια σειρά του Καπουτζίδη; χάλια, ε;». Ο πιο μοναχικός άνθρωπος του κόσμου ξυπνά πολύ νωρίς το πρωί, έξι-έξι και μισή, και διαβάζει τουλάχιστον επί μία ώρα ιταλικά, πάνε χρόνια που προσπάθησε αλλά δεν κατάφερε να πάρει το πτυχίο, ωστόσο δεν τα αφήνει για να μην τον αφήσουν. Εχει ταξιδέψει στο Λονδίνο, σε πολύ νεαρή ηλικία, όχι με τους γονείς, μόνος, με φίλους, και είναι πολύ περήφανος γι' αυτό, αν και δεν ντρέπεται να ομολογήσει ότι ένιωσε πολύ επαρχιώτης εκεί πέρα – θυμάται πόσο μπερδεύτηκε με τους Αγγλους που οδηγούσαν ανάποδα και γελάει ακόμα, μόνος του, με αυτό. Ο πιο μοναχικός άνθρωπος του κόσμου εκείνο το βράδυ κατέφτασε στη συναυλία γεμάτος ελπίδες και ανυπομονησία, αγχωμένος ότι άργησε κι απόρησε μα καλά γιατί τόσος λίγος κόσμος; επιασε κουβέντα με τους πρώτους τυχόντες, μαλακία, δες σύμπτωση ρε παιδί μου, έπεσε σε γείτονα. Ντράπηκε για τη μοναξιά του και στη συνέχεια εξαφανίστηκε, χωρίς καν να κάνει καινούργιους φίλους στο facebook. O γείτονας, ένας σκατόψυχος, ανακουφίστηκε κάπως από την εξαφάνιση του πιο μοναχικού ανθρώπου στον κόσμο, δεν είχε καμία όρεξη να τον βοηθήσει να βγει από τη μοναξιά του. Ασε που τρόμαξε λίγο, βλέποντας πόσα κοινά έχουν, τρόμαξε όπως όταν βλέπεις ξαφνικά τον εαυτό σου στον καθρέφτη. Οχι, εγώ δεν είμαι σαν κι αυτόν, σκέφτηκε. Και πάτησε «δημοσίευση» φοβούμενος ότι μπορεί να το διαβάσει ο πιο μοναχικός άνθρωπος στον κόσμο και τι θα πουν οι γείτονες;

YΓ. Η ιστορία είναι παντελώς φανταστική, όχι από πλευράς ποιότητας, αλλά της φαντασίας, δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα, οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις της πραγματικότητας είναι παντελώς συμπτωματική κι όποιος βρίσκει τον εαυτό του σε αυτές τις γραμμές κάνει λάθος.


3 Φεβ 2015

Φονεύς γραμμάτων

Μέτρησε με τα δάχτυλα ανοιγοκλείνοντας άναρθρα τα χείλη: μία, δυο, τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι, εφτά, οκτώ, εννιά, ουφ, ευτυχώς, γιατί σε λίγο θα του τελειώνανε τα δάχτυλα των χεριών και θα έπρεπε να συνεχίσει με των ποδιών και η μια του κάλτσα ήταν τρύπια, ρεζίλι θα γινόταν πάλι, όπως εκείνη τη φορά στη Δροσοπούλου με το σκισμένο μπατζάκι κάθετα από πάνω στ' αριστερό κωλομέρι μέχρι τον αστράγαλο, την ένατη μέρα λοιπόν από την ανάδειξη της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στον τόπο, τα λαχούρια ήταν πάλι στη μόδα, τα μούσια των χίπστερς γυάλιζαν στο φως το ήλιου γεμάτα φύλλα σπανακοτυρόπιτας, στην προβλήτα τα πιτσιρίκια άραζαν, yo (επιρροή Μπογδάνου), φωνάζοντας το ένα στον άλλο «ρε μαλάκα δώσμου πίσω τον αναπτήρα», μια ξανθούλα έβγαζε βόλτα το λυκοσκυλάκι της κι η ελπίδα, λυγερόκορμη, στεκόταν αμήχανη από την μάλλον ψυχρή έως και εχθρική υποδοχή μπροστά στα ράφια του βιβλιοπωλειου. Επιασε στα χέρια της ένα βιβλίο, τον Ηχο των Πραγμάτων όταν Πέφτουν, πάρ'το, πάρ'το είναι αριστούργημα, θέλησε να της φωνάξει, μα δίστασε, φοβήθηκε πως η φωνή του θα είχε τον ήχο των ανδρών όταν την πέφτουν στα κορίτσια. Θύμωσε μετά, όταν την είδε να το αφήνει αδιάφορα στη θέση του. Απελπισμένος από το κακό γούστο της ελπίδας, αναρωτήθηκε ποιος πουτάνας γιος είπε τον Σοπέν τιποτένιο και μετά αναρωτήθηκε μήπως δεν το αναρωτήθηκε ο ίδιος αλλά το βιβλίο που κρατούσε στα χέρια του και που στην πρώτη του σελίδα έγραφε τα εξής καταπληκτικά:


Πριν γυρίσει σελίδα, με την άκρη του ματιού του είδε την ελπίδα να φεύγει με άδεια χέρια από το βιβλιοπωλείο. Η απελπισία στρογγυλοκάθισε μέσα του, που όπως και το έξω του είχε σχήμα στρογγυλό: τόσα βιβλία για διάβασμα κυκλοφορούσαν διαρκώς, καθημερινά, χώρια τα τόσα που δεν είχε προλάβει ακόμα να διαβάσει, άσε δε τα τόσα που -το ήξερε- δεν θα προλάβαινε ποτέ του να διαβάσει κι ας αγόραζε διαρκώς. Τα λεφτά του τελείωναν κι η υπομονή του με την κατάσταση αυτή το ίδιο.
Οι καιροί ου μενετοί, σκέφτηκε, ενας οπορτουνιστής το 'χε γράψει, παλιά, σε μιαν σταλινική εφημερίδα και του 'χε μείνει – το μοναδικό πράγμα που κράτησε από τον σταλινισμό μαζί με τις γλυκιές αναμνήσεις. Οι καιροί ου μενετοί, έπρεπε να δράσει. Οταν κάτι σε κάνει δυστυχή, πρέπει να εξαλείψεις την πηγή της δυστυχίας. Ηταν δυστυχής εξαιτίας των βιβλίων. Τα βιβλία ήταν η αιτία του κακού, έπρεπε να εξαφανιστούν. Για αρχή θα έκαιγε το βιβλιοπωλείο. Ολα τα βιβλιοπωλεία. Μα δεν αρκούσε αυτό: εκδότες, συγγραφείς, όλοι αυτοί. Μαζικές δολοφονίες. Προληπτικά θα σκότωνε και όποιον είχε συγγραφικά ταλέντα. Αλλωστε ό,τι σκοτώνεις είναι δικό σου για πάντα, έτσι δεν λένε; Μόνον έτσι, λοιπόν, δικά του όλα τα βιβλία.
Πριν όμως αναλάβει δράση, θα έγραφε αυτήν την ιστορία, τη δική του, προφητεία μαζί και μανιφέστο, μελλοντική προκήρυξη ανάληψης ευθύνης και απολογία. Θα εξέδιδε μυθιστόρημα για τον μανιακό δολοφόνο της γραφής, που σκότωνε συγγραφείς, εκδότες, αναγνώστες, εμπρηστή που τοποθετούσε βόμβες στα βιβλιοπωλεία. Με αυτό θα τάραζε συθέμελα την παγκόσμια λογοτεχνία.
Τέτοια σκεφτόταν και στην καρδιά του φούντωνε η ελπίδα. Μέσα στο βιβλιοπωλείο έβρεχε κι οι βιβλιόφιλοι τον κοιτούσαν καχύποπτα κάτω απ' την ομπρέλα τους. Πεινούσε κιόλας και στο ψυγείο είχε σιρόπι για το βήχα, μια μαγιονέζα και μισό λάχανο από τον περασμένο μηνα.

(το κείμενο της φωτογραφίας, που ελπίζω διαβάζεται εύκολα, είναι από τα «Ερωτευμένα Φαντάσματα» του Πάκο Ιγνάσιο Ταϊμπο ΙΙ, εκδ. Αγρα)

1 Φεβ 2015

Για να μην αριστεροπαλαβώσουμε τελείως...

Στις πρόσφατες εκλογές ψήφισα με την καρδιά και όχι με τη λογική. Δηλαδή δεν ψήφισα ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτή τη στιγμή, Κυριακή, εννιά και μισή το βράδυ, μια εβδομάδα μόλις μετά τις εκλογές, επικρατεί μια ευφορία λόγω των τελευταίων κυβερνητικών κινήσεων (άσχετο: προσπαθώ να γράψω «κυβέρνηση» αναφερόμενος σ' ένα -έστω ρεφορμιστικό- αριστερό κόμμα και δεν μου βγαίνει, κάνω διαρκώς αναγραμματισμούς, βάζω λάθος τον τόνο, λείπουν γράμματα, προσπαθώ να γράψω «ελπίδα» και τη γράφω με ήτα, ίσως επειδή φοβάμαι την ήττα). Ευφορία λοιπόν. Ψυχική. Επικρατεί το συναίσθημα. Ενα συναίσθημα που φυσικά δεν αντικατροπτίζει την κοινωνική πραγματικότητα.
Η κατάσταση στη χώρα παραμένει σκατά. Και θα είναι σκατά για πολύ καιρό ακόμη. Ακόμη κι αν (αν, λέω, αν) η κυβέρνηση πετύχει, εν μέρει, σε μικρό ή σε μεγάλο βαθμό, τους στόχους της. Οι πληγές της τελευταία πενταετίας δεν θα κλείσουν τόσο εύκολα. Κι είναι πολύ οδυνηρή και ενδεικτική της ήττας/καταστροφής των τελευταίων πέντε ετών η ψυχική ευφορία που υπάρχει αυτή τη στιγμή, ευφορία που βασίζεται για την ώρα σε εξαγγελίες, κινήσεις επικοινωνιακές, σε κάποιες συμβολικές πράξεις, στην αίσθηση ότι γίνεται «επιτέλους, πραγματική διαπραγμάτευση!» - άσχετα που δεν γνωρίζουμε πού θα βγάλει. Δεν επιρρίπτω, φυσικά, καμία ευθύνη στη σημερινή κυβέρνηση, κάθε άλλο, κινείται απρόσμενα γρήγορα - ειδικά σε σχέση με την περιρρέουσα αίσθηση περί ανικανότητας της αριστεράς να κυβερνήσει/οργανωθεί. Αλλά το μέγεθος της ευφορίας που παρατηρείται, σε σχέση με τις προσδοκίες, γιατί, κακά τα ψέματα, κανείς δεν περιμένει θαύματα, απλώς μια μικρή βελτίωση της κατάστασης, δείχνει πόσο είχαν αποτύχει οι προηγούμενοι, πόση θλίψη και απόγνωση είχαν σκορπίσει οι θιασώτες της ρεαλιστικής, υπεύθυνης πολιτικής που αποκαλούσαν μάλιστα «παλαβή αριστερά» όσους διαφωνούσαν πιστεύοντας πως υπάρχει κι άλλος τρόπος.
Ακόμη δεν έχει γίνει τίποτε. Ο «άλλος τρόπος» μένει ν' αποδειχθεί στην πράξη αν υπάρχει. Τα πράγματα είναι πολύ-πολύ δύσκολα, σε όλα τα επίπεδα, στην κοινωνία και στη διαπραγμάτευση. Ακόμη κι ο όρος «διαπραγμάτευση» επί δικαιωμάτων αυτονόητων και αναφαίρετων, που μέχρι πρότινος αποτελούσαν εργατικές κατακτήσεις δεκαετιων, καταδεικνύει το μέγεθος της καταστροφής που προκάλεσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ρεαλισμού.
Τουλάχιστον τώρα κρατώ ένα μικρό, πολύ μικρό, πάρα πολύ μικρό, καλάθι. 
(το κείμενο γράφτηκε εξεπιτούτου εν τάχει, ως αποτύπωση μιας στιγμής, που μπορεί αύριο να έχει ανατραπεί, χωρις πολλή σκέψη, προφανώς και χαρακτηρίζεται από λάθη, παραλείψεις -όπως η παράλειψη της συνεργασίας-κηλίδας με τους ΑΝΕΛ-, υπερβολές και αντιφάσεις)