Κάποιος σκότωσε κάποιον, μπορεί και κάποιαν, γιατί έτσι. Στέκονταν οι δυο τους εκεί πέρα και περίμεναν κάτι να εμφανιστεί και, αντ' αυτού, εμφανίστηκε ένας άλλος, που το ένα απ' τα δύο ζευγάρια μάτια τον κοίταξε κάπως, ίσως παρακλητικά, σε φάση "μείνε, σε χρειάζομαι, φοβάμαι εδώ πέρα", και το άλλο ζευγάρι τον κοίταξε κάπως αλλιώς, ίσως προκλητικά, σε φάση "μείνε, σε χρειάζομαι, θέλω κάποιον για μάρτυρα", μα ο άλλος που εμφανίστηκε εκεί πέρα κοιτούσε κάπου αλλού και καθότι γενικότερα απέφευγε να κοιτά τον οποιονδήποτε στα μάτια δεν είδε την παράκληση μήτε και την πρόκληση αλλά ούτε και το φονικό που εκτυλίχθηκε εμπρός του, μόνο σαν έστρεψε το βλέμμα του προς τη σωστή κατεύθυνση είδε κάποιο πτώμα σε κάτι αίματα, μπορεί να ηταν άνδρας, μπορεί και γυναίκα, κι ο άλλος, ο πρώτος από τους τρεις που στέκονταν εκεί πέρα, εξαφανίστηκε τρέχοντας ή κάπως αλλιώς, μπορεί πετώντας, ίσως και έρποντας, μπορεί και κολυμπώντας, και σαν ήρθε αυτό, ξες, που κάνει τις πολλές τις στάσεις και που μπαίνουν πολλοι μαζί μέσα, όρθιοι και καθιστοί, που περιμέναν οι πρώτοι δύο κάποιοι, που ένας, μπορεί και μία, εξ αυτών είναι πλέον το θύμα, κι ο άλλος, σίγουρα άνδρας αυτός, είναι ο θύτης, που αφού τρέχοντας, πετώντας, έρποντας ή κολυμπώντας έφτασε κάπου που ένιωθε ασφαλής έβγαλε μια κόλλα χαρτί να γράψει κάτι, διαγώνισμα, συνταγή, στίχους, λίστα για το σουπερμάρκετ, κάτι άλλο, μια συνωμοσία ίσως, ώστε να εμπλέξει στη συνέχεια εκείνον εκεί τον τρίτο τον αθώο που ήταν και δεν ήταν μάρτυρας του φονικού διότι όχι μόνο βρέθηκε σε λάθος τόπο τη λάθος στιγμή, αλλά δυστύχησε να κοιτά προς την άλλη πλευρά σαν έπεσε η πρώτη μαχαιριά, μπορεί και πιστολιά, κι έτσι όταν πρώτα έφτασε ως έλεγα αυτό που περιμέναν οι δυο πρώτοι και κατέβηκαν κάποιοι αλλοι, ένα κάποιο πλήθος ατόμων, κάποιοι φωνάξαν "Χριστέ μου, φονικό" και άλλοι "Μα τον Αλλάχ, τι είναι τούτο το κακό!" και κάποιοι παράλλοι "νάτος ο φονιάς, απάνω του παιδιά" και καποιοι αντιπαράλλοι, ρουφιάνοι ή ευσυνείδητοι πολίτες, καλέσαν εκείνους με τις στολές, τους πώς τους λένε, με τα μπιστόλια, που κάποιοι τους λεν γουρούνια κι άλλοι παιδιά των εργατών, και τον βάλανε σε ένα μέρος που 'χε κάτι κάγκελα και του κάνανε κάτι ερωτήσεις σε φάση "παλιόμουτρο εδώ που ήρθες όλα θα τα μαρτυρήσεις", και εντέλει μαρτύρησε την άγνοιά του και πως δεν ήξερε τίποτε συγκεκριμένο, όλα ήταν κάπως αόριστα, είχε τα δικά του προβλήματα, σιγά μην ασχοληθεί με τα δικά τους, και τον καταδικάσανε, ένεκα της αοριστίας, παρατατικά ως μέλλοντα παρακείμενο σε τρομοκρατική οργάνωση να εξιστορεί τον ενεστώτα ως την υπερσυντέλεια του κόσμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου