Ένα (ποστ) στα γρήγορα και στα όρθια από το κινητό στον σταθμό λαρίσης
Η φωνή από το πίσω κάθισμα του τρένου εκνευριστική, όχι λόγω ηχοχρώματος, αλλά λόγω του απαιτητικού, κακομαθημένου ύφους. Μιλούσε στο κινητό. Με κοφτές, απότομες εκφράσεις. Μια χάρη από κάποιον ζητούσε. Κάτι είχε η ίδια κάνει λάθος σε κάποια αίτησή της για αυτές τις θέσεις κοινωφελούς εργασίας του οαεδ κι έστελνε κακήν κακώς και άρον άρον έναν κακομοίρη να το διορθώσει. Ατιμη κρίση, ρουφιάνα ανεργία, μας βγάζεις τον χειρότερό μας ευατό. Τρέχα νικο, δεν έχουμε χρόνο. Με ακούς; δεν με ακούς; αυτός να τρέχει να την εξυπηρετήσει κι αυτή στα διαλείμματα της συνομιλίας να τον βρίζει, άχρηστε, καθυστερημένε, δεν ξέρεις τι σου γίνεται. Να πέφτει κάθε τρεις και λίγο η τηλεφωνική γραμμή και να γκρινιάζει η φωνή αν είναι δυνατόν. Πάντως εγώ άτομο που δεν γνωρίζει ότι δεν έχουν σήμα τα κινητά πάνω σε κινούμενα τρένα δεν θα προσλάμβανα αν ήμουν αφεντικό. (Βεβαίως και μένα κανένα αφεντικό δεν με θέλει εσχάτως). Εντέλει ούτε ευχαριστώ δεν του είπε του ανθρώπου, μόνο ενα "να δεις που μαντάρα θα τα κάνει".
Ηθελα να τη δω. Να βάλω πρόσωπο στη φωνή.
Ειχα αρχίσει να τη φαντασιώνομαι. Κουκλάρα, θεογκόμενα, αυταρχική. Επρεπε να σηκωθώ και ταχαμου τυχαία να ρίξω μια ματιά, να επιβεβαιώσω ή να διαψεύσω τη φαντασίωση. Διπλα μου, ενας πιο τεράστιος από μένα εξηντάρης κοιμόταν μακαρίως. Αδύνατον να τον ξεκουνήσω, το εμπόδιό του να υπερπηδήσω. Εντέλει σίγησε η φωνή, ξεθώριασε κι η φαντασίωση. Δεν γύρισα να την κοιτάξω ποτέ. Τώρα το μετανιώνω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου