Από τότε που έγιναν της μόδας οι κινητές συσκευές, τα καρτοτηλέφωνα πέσαν σε αχρηστία. Για πολλά χρόνια, κόντρα σε κακοκαιρίες και μνημόνια στέκονταν περιφρονημένα στων δρόμων τις γωνιές φιλοξενώντας γραμμένους με μαρκαδόρο αριθμούς τηλεφώνων "69#^&&*%54 σέξυ αγόρι κάνει τρελά τσιμπούκια", μικρά αυτοκόλλητα "δεν πληρώνω", "λευτεριά στον Τ@δε", αλφάδια και λεκέδες από κάτουρα σκύλων στη βάση τους.
Με το πέρασμα των χρόνων, σαν να ήταν συνεννοημένοι, σαν να συμμετείχαν όλοι σε μια μεγάλη μυστική συνωμοσία, οι άνθρωποι, υπακουόντας στη σχετική διαφημιστική εκστρατεία, που με τη σειρά της αφουγκράστηκε προσεχτικά τις ανάγκες της κοινωνίας, άρχισαν σταδιακά να επιστρέφουν στα καρτοτηλέφωνα. Δεν χρειαζόταν πια να πληκτρολογήσεις αριθμό. Σήκωνες το τηλέφωνο, έλεγες στο τηλεφωνικό κέντρο "είμαι θυμωμένος", "είμαι λυπημένος", "έχω γκάβλες", "είμαι πολύ χαρούμενος", "φοβάμαι" και σε συνέδεαν με ένα ευήκοον ους, που προσεχτικά άκουγε ό,τι είχε ο καθείς να πει.
Λόγια αγάπης, θυμού, τρέλας, μοναξιάς, βωμολοχίες μα και ποίηση, κοινοτοπία και κοινοτυπία, που ποτέ δεν μπόρεσαν να ξεμπερδευτούν η μια από την άλλη, ταξίδευαν μέσα από τα καλώδια κάνοντας δεν ξέρω τι και βαριέμαι να σκεφτώ παραπάνω, για να είμαι ειλικρινής αυτή η πρόταση δεν μου βγαίνει, στασου ν’ αλλάξω παράγραφο, αλλά αν υπήρχαν σήμερα αυτά τα τηλέφωνα θα πήγαινα και θα έλεγα “έχω κολλήσει με μια μαλακία που γράφω” και θα μου δίνανε τη λύση, τη συνέχεια της ιστορίας, αφού στην τελική η λύση και η συνέχεια της ιστορίας θα ήταν η δική τους, της καρτοτηλεφωνίας, στοπ, αλλαγή παραγράφου.
Κι όλα ξεκίνησαν μια Τετάρτη μεσημέρι, Δεκέμβρης του 2013, όταν ένας μάλλον απελπισμένος είδε έναν πέραν πάσης αμφιβολίας οργισμένο να βρίζει στο καρτοτηλέφωνο γωνία Δραγούμη με Ολύμπου και να βαράει μπουνιές στο τζάμι. Ενας γλόμπος άναψε πάνω από τη χοντρή, πιτυριδιασμένη κεφάλα του μάλλον απελπισμένου (όσο για τον οργισμένο, τελικά χώρισε με το γκομενάκι) κι εντέλει βρήκε έναν μάλλον ριψοκίνδυνο επενδυτή, εκμεταλλεύτηκε την κρίση, που άλλωστε ήταν ευκαιρία, και το γενικότερο ξεπούλημα του κράτους, εξαγόρασε τη διαχείριση - εκμετάλλευση των καρτοτηλεφώνων, έστησε την εταιρία "Ανοιχτά αυτιά - Ανοιχτή καρδιά" με μετανιωμένους ασφαλίτες, που είχαν μπει κι αυτοί σε καθεστώς διαθεσιμότητας και το είχαν πάντα μεράκι να ακούνε αλλά μόνο για το καλό της ανθρωπότητας πια, και κάπως έτσι ο Πάνως ο Κ. έπιασε την καλή, έγινε μεγάλος και τρανός, αυτός ο χοντρός που τον είδαμε τις προάλλες στην τιβί να κάνει δεν ξέρω κι εγώ τι, ας πούμε να αγκαλιάζεται με μιαν ηθοποιό πάρα πολύ γνωστή.
Με το πέρασμα των χρόνων, σαν να ήταν συνεννοημένοι, σαν να συμμετείχαν όλοι σε μια μεγάλη μυστική συνωμοσία, οι άνθρωποι, υπακουόντας στη σχετική διαφημιστική εκστρατεία, που με τη σειρά της αφουγκράστηκε προσεχτικά τις ανάγκες της κοινωνίας, άρχισαν σταδιακά να επιστρέφουν στα καρτοτηλέφωνα. Δεν χρειαζόταν πια να πληκτρολογήσεις αριθμό. Σήκωνες το τηλέφωνο, έλεγες στο τηλεφωνικό κέντρο "είμαι θυμωμένος", "είμαι λυπημένος", "έχω γκάβλες", "είμαι πολύ χαρούμενος", "φοβάμαι" και σε συνέδεαν με ένα ευήκοον ους, που προσεχτικά άκουγε ό,τι είχε ο καθείς να πει.
Λόγια αγάπης, θυμού, τρέλας, μοναξιάς, βωμολοχίες μα και ποίηση, κοινοτοπία και κοινοτυπία, που ποτέ δεν μπόρεσαν να ξεμπερδευτούν η μια από την άλλη, ταξίδευαν μέσα από τα καλώδια κάνοντας δεν ξέρω τι και βαριέμαι να σκεφτώ παραπάνω, για να είμαι ειλικρινής αυτή η πρόταση δεν μου βγαίνει, στασου ν’ αλλάξω παράγραφο, αλλά αν υπήρχαν σήμερα αυτά τα τηλέφωνα θα πήγαινα και θα έλεγα “έχω κολλήσει με μια μαλακία που γράφω” και θα μου δίνανε τη λύση, τη συνέχεια της ιστορίας, αφού στην τελική η λύση και η συνέχεια της ιστορίας θα ήταν η δική τους, της καρτοτηλεφωνίας, στοπ, αλλαγή παραγράφου.
Κι όλα ξεκίνησαν μια Τετάρτη μεσημέρι, Δεκέμβρης του 2013, όταν ένας μάλλον απελπισμένος είδε έναν πέραν πάσης αμφιβολίας οργισμένο να βρίζει στο καρτοτηλέφωνο γωνία Δραγούμη με Ολύμπου και να βαράει μπουνιές στο τζάμι. Ενας γλόμπος άναψε πάνω από τη χοντρή, πιτυριδιασμένη κεφάλα του μάλλον απελπισμένου (όσο για τον οργισμένο, τελικά χώρισε με το γκομενάκι) κι εντέλει βρήκε έναν μάλλον ριψοκίνδυνο επενδυτή, εκμεταλλεύτηκε την κρίση, που άλλωστε ήταν ευκαιρία, και το γενικότερο ξεπούλημα του κράτους, εξαγόρασε τη διαχείριση - εκμετάλλευση των καρτοτηλεφώνων, έστησε την εταιρία "Ανοιχτά αυτιά - Ανοιχτή καρδιά" με μετανιωμένους ασφαλίτες, που είχαν μπει κι αυτοί σε καθεστώς διαθεσιμότητας και το είχαν πάντα μεράκι να ακούνε αλλά μόνο για το καλό της ανθρωπότητας πια, και κάπως έτσι ο Πάνως ο Κ. έπιασε την καλή, έγινε μεγάλος και τρανός, αυτός ο χοντρός που τον είδαμε τις προάλλες στην τιβί να κάνει δεν ξέρω κι εγώ τι, ας πούμε να αγκαλιάζεται με μιαν ηθοποιό πάρα πολύ γνωστή.
2 σχόλια:
Δύτης+ΠάνωςΚ=LFE (έγραφε ένα άλλο καρτοτηλέφωνο).
Ρε συ, τι ρέντα είναι αυτή τελευταία! Μήπως άρχισες πάλι το προύνο; :)
Αχ, Δύτη, μας πήρανε χαμπάρι και τι θα λέει τώρα ο κόζμος, η κενωνία;
Ούτε ρέντα Δύτη, ούτε μερέντα, ούτε προύνο, δυστυχώς. Απλώς απαλεψιές. Δυστυχώς.
Δημοσίευση σχολίου