Δούλευε στις αποθήκες. Καθημερινά τοποθετούσε στα ράφια, αεροστεγώς σφραγισμένους, τους αναστεναγμούς των ανθρώπων. Ολων των ειδών τους αναστεναγμούς: πόνου, λύπης, αγανάκτησης, ηδονής... Τους τακτοποιούσε κατά είδος, κατά διάρκεια, κατά γένος, κατά αυθεντικότητα. Πριν, ήταν για χρόνια άνεργη. Οταν έπιασε δουλειά στις αποθήκες, χάρηκε. Ήταν αυτό που ζητούσε: μια δουλειά που δεν απαιτούσε τίποτε παραπάνω από σωματική κόπωση, χωρίς συναισθηματική, πνευματική ή άλλη επένδυση εκ μέρους της. Ηθελε να δουλεύει χωρίς να σκέφτεται. Ομως, ευρισκόμενη διαρκώς ανάμεσα στους στεναγμούς των ανθρώπων, πήρε ν' αναστενάζει κι αυτή, να μιμείται και να αναπαραγάγει τους αναστεναγμούς των άλλων. Μια μέρα θυμήθηκε ότι κάποτε ήταν ευτυχισμένη, μ' έναν καλό σύντροφο, που την περίμενε στο σπίτι - όμως δεν ήξερε καν το όνομά του, ούτε πώς και γιατί είχε υπάρξει ευτυχισμένη, είχε ξεχάσει το δρόμο προς το σπίτι, τι μεσολάβησε και βρέθηκε να ζει νύχτα μέρα σε μια αποθήκη με τους αναστεναγμούς των άλλων που τους είχε κάνει και δικούς της.
2 σχόλια:
.Φαντάζομαι το σημείο καμπής θα ΄ταν η μέρα που της έπεσε από τα χέρια και έσπασε ένα σφραγισμένο μπουκάλι, αποκαλύπτοντας για πρώτη φορά -πέρα από την τυπική ετικέτα- τι περιείχε μέσα
.Είχε και μια δίδυμη αδελφή που χωρίσανε όταν ήτανε πολύ μικρές - όλοι φανταζόμαστε σε ποια αποθήκη δουλεύει εκείνη
.Αλλά βασικά ήθελα να πω: ΦΟΒΕΡΟ το Silent Sigh.
Ο Badly Drawn Boy υπήρξε σποραδικά μεν αλλά αξέχαστα συγκλονιστικός.
Δημοσίευση σχολίου