“Ποπό τι πολλά
πράγματα που είδα και τι ωραία πράγματα
σκέφτηκα για αυτά” μονολόγησες και
περπατούσες τρέχοντας σχεδόν στην έρημη
Τσιμισκή, τραγουδώντας Smiths,
μπας και προλάβεις να τα γράψεις
πριν τα ξεχάσεις και τώρα βαριέσαι και
δεν σου κάνει όρεξη για τίποτε να πεις,
ούτε για τον γέρο, το ραμολί, που τρέμοντας
μπήκε στο μαγαζί που πουλά τον φτηνό καφέ του
ενός ευρώ, όχι για καφέ, αλλά για τυρόπιτα
και νερό, κι ούτε μπορούσε να ακούσει
ούτε να μιλήσει και δεν του βγαίνανε
και τα λεφτά και στην αρχή σαν να τον
λυπήθηκες κάπως, μετά όμως έβγαλε το
μασούρι τα χαρτονομίσματα και τον
ξελυπήθηκες αλλά στο καπάκι τον
ξαναλυπήθηκες γιατί ήταν πολύ μοναχικό
ερείπιο με τυρόπιτα νερό μασούρι ευρώ,
τρέμουλο βαρηκοΐα, θα μπορούσε βέβαια
να είναι και σκληροπυρηνικός δεξιός,
αγύριστο κεφάλι, αλλά δεν μπόρεσες να
τον ξαναξελυπηθείς, έφυγες λυπημένος
με τον δικό σου καφέ, φρέντο εσπρέσο
σκέτο, σκέφτηκες γαμημένα γερατειά, και
στο στενάκι που κατέβαινε καρφί στο
Μέγαρο Μουσικής, από το παράθυρο του
ημιωρόφου παλιάς πολυκατοικίας, ας πούμε
τέλη εβδομήντα αρχές ογδόντα, πίσω από
την κουρτίνα που την πήγαινε πέρα δώθε
ο αέρας ακουγόταν το nothing
compares to you και σκέφτηκες πως δεν είν'
τυχαίο αυτό το τραγούδι, κάποιο καλό
άτομο μένει εκεί, μια ραγισμένη ψυχή,
που ακούει τη Σινέηντ στη διαπασών,
μπορεί βέβαια και να ήταν τυχαία επιλογή
απ' το shuffle του υπολογιστή,
προτού ακουστεί φερειπείν ένα τραγούδι
του Μαζώ, δεν είναι κριτήριο για τους ανθρώπους η γαμημένη
η μουσική, σκέφτηκες, περπάτησες στην
παραλία, μια όμορφη διάβαζε ένα βιβλίο
και το παγκάκι που καθόταν ήταν πολύ
μεγάλο, σας χωρούσε και τους δυο, ακόμη
και σένα τον χοντρό, και σκέφτηκες να
πας δίπλα της να καθίσεις και να τη
ρωτήσεις “τι διαβάζεις;”, αλλά δεν
πήγες, θα με πάρει για καμάκι, άσε που
μπορεί να ήταν αποηγοήτευση το βιβλίο
της, τίποτε της Βαμβουνάκη, λίγο πιο
πέρα ένα πρεζάκι φώναζε σε άλλο πρεζάκι
“είχε ρε λεφτά και πήγες και πήρες
τσιγάρα και μπαταρίες ρε; και πως θα
γίνουμε ρε με αυτά τα σκατά;” και το
έλεγε ξανά και ξανά και σκέφτηκες κι
εσύ ξανά και ξανά ότι θα μπορούσε στη
θέση τους να είσαι εσύ, οποιοσδήποτε
δηλαδή, και μην την παρεξηγείς τη φάση,
και χάζεψες τόσα γυμνασμένα κορμιά,
ποδήλατο τρέξιμο πάνω κάτω στην παραλία,
και σκέφτηκες πως στη θέση αυτών δεν θα
μπορούσες να είσαι εσύ, γαμημένε
χοντρομπαλά, κι έφτασες σπίτι τελικά
και τώρα ακούς Smiths.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου