Ηρθε μια εποχή που ο άφθονος τίποτε άλλο δεν μπορούσε πια να στερηθεί, πλην του στερητικού τού άλφα*, με τούτη δω την γκάφα ξέμεινε φθόνος, κάτι τέτοιο φάνταζε με ήττα, αποφάσισαν να του κόψουνε το θήτα, κι έγινε ο φθόνος φόνος.
(*Είμαι χαζός, το πιο πιθανό είναι το άλφα της αφθονίας να μην είναι στερητικό, δεν γνωρίζω την ετυμολογία της λέξης)
(*Είμαι χαζός, το πιο πιθανό είναι το άλφα της αφθονίας να μην είναι στερητικό, δεν γνωρίζω την ετυμολογία της λέξης)
2 σχόλια:
άφθονος, -η, -ο: αυτός που παρέχεται σε υπεραρκετή ποσότητα, που δεν εξαντλείται ή δεν στερεύει εύκολα. Ετυμολογία: αρχ. < α στερητικό + φθόνος. Η λέξη αρχικά σήμαινε αυτός που δεν φθονεί / φθονείται, που δεν αρνείται και επομένως "ο απλόχερος" άρα και "επαρκής".
Όχι εγώ, ο Μπαμπινιώτης. :)
όχι ρε Κάσπερ, έμεινα ενεός, δηλ. μαλάκας τώρα... Ευχαριστώ κι εσένα και τον Μπάμπη τον Νιώτη!
Δημοσίευση σχολίου