Λέει: Θα έπινα έναν καφέ τώρα, αν έφτιαχνες.
Σηκώνομαι. Την πλησιάζω. Τι καφέ, γαλλικό ή τουρκικό; Πώς να θέσω την ερώτηση σωστά; Δεν είναι αστεία πράγματα αυτά.
Λέει: Σκέφτεσαι να πεις κάτι στα γαλλικά κι έχεις κολλήσει, για αυτό με κοιτάς σαν να σ' έχει πιάσει χέσιμο;
Εχει δίκιο, σαφώς.
Εχει δίκιο, σαφώς.
(της το διαβάζω, δεν της αρέσει, μού λέει "όπου χέσιμο, βάλε τουλάχιστον εντερικές διαταραχές", γελάω, της λέω "θα το προσθέσω!").
Και πάω να χέσω.
Και πάω να χέσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου