30 Οκτ 2009

Ολα τα μπάνια μυρίζουν ίδια,
όταν... αποπατάς

Είμαι ένας άνθρωπος με παραξενιές (σώώώώπα) και εμμονές. Μία απ' αυτές είναι η απέχθεια που τρέφω προς τη φράση "αυτά μόνο στην Ελλάδα γίνονται" (τα 'χω ξαναπεί). Μιλάμε, μπορώ να γίνω πολύ βίαιος, όταν τ' ακούω αυτό, έτσι όπως μόνο ένας Ελλην, γνήσιος απόγων του Ηρακλέως μπορεί να γίνει. Η πρόσφατος ειδησεογραφία όμως, ντάρλινγκζ, είναι εδώ για να με κάνει να διατηρώ τα φρένα μου σώα και την ψυχική μου διάθεση ήρεμη, στα όρια του επίπεδου, του φλατ ντε, που λένε και οι Αγγλοι, ουχί του διαμερίσματος αλλά του ξεφούσκωτου, του φούιτ που λέμε κι εδώ πάνω στο Σάνσίτι του Κροσίτυ στο Γουεστ Σάιντ οβ δε Σαλόνικα σίτυ. Τουρνέ στας Ευρώπας λοιπόν αγάπες μου με φωτογραφίες κλεμμένες από πού δεν μπορώ να σας πώ, μέχρι να με βάλουν μέσα, οπότε και θα τους ρουφιανέψω όλους, δικαίους και αδίκους.

Λέγεται συχνάκις με αφορμή τις εκάστοτε μαθητικές / φοιτητικές κινητοποιήσεις: Τα τσογλάνια, τα θρασίμια, τα αμούστακα, που δεν ξέρουν τι θέλουν, που δεν έχουν αιτήματα, που κλείνουν τους δρόμους, που το μόνο που θέλουν είναι να χάνουν μαθήματα, αλλά τι τα θες; οι μαθητικές-φοιτητικές κινητοποιήσεις αποτελουν ένα καθαρά ελληνικό φαινόμενο. Σε όλα τα άλλα τα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση περνούν χωρίς αντιδράσεις. Σωστά: για του λόγου τ' αληθές, μια καρτ ποστάλ απ' την Αυστρία.


Και φυσικά η Ευρώπη είναι τόσο μα τόσο ανεκτική, τόσο φιλελεύθερη, τόσο μα τόσο έτοιμη για την πολυσυλλεκτικότητα, τον πολυπολιτισμό και την... πολυπολυτότητα. Μόνον στην Ελλάδα ευδοκιμεί ο ρατσισμός (δεν διαφωνώ, ευδοκιμεί και με το παραπάνω...). Για του λόγου τ' αληθές, η πολυσυλλεκτική, μούλτι κούλτι, πολιτισμένη, φιλειρηνική, ανθρωπιστική, χώρα της σοκολάτας, η Ελβετία, και συγκεκριμένα η αφίσα αυτή στην πόλη της Ζυρίχης.

Νικολά: Ρε μαλάκα τι βρομάει έτσι;
Ο άλλος, υποθέτω γνωστός αλλα βαριέμαι να ψάχνω ποιος: Ρε μαλάκα, δεν το ήξερες;
Ολα τα μπάνια είτε φτηνά, είτε ακριβά, το ίδιο βρομάνε όταν χέζεις...


Και ορίστε, ορίστε το τελευταίο πειστήριον. Θυμάστε, είμαι βέβαιος, την ιστορία με τη "ροζ βίλα" που είχε χτίσει μακαρίτης έλλην πρωθυπουργός για τη νεότατην πρώην αεροσυνοδόν σύζυγόν του. Και τη λάσπη περί του αριθμού των βεσέδων. Παρόμοια επίθεση είχε εξαπολυθεί την ίδια περίοδο απ' την κυβερνητική ομάδα και προς τον αρχηγό της τότε αντιπολίτευσης και πατέρα της σημερινής σχεδόν σίγουρης νέας αρχηγού του κεντροδεξιού ελληνικου κόμματος. Ολοι τότε, αρχές του '90, σχολιάζαμε πόσο πολύ πρέπει να χέζει ο ψηλός και τι σκατά τους θέλει τόσους καμπινέδες... Μόνο στην Ελλάδα γίνονται αυτά, φυσικά. Και στη Σαρκοζία, μπαρδόν, την Γαλλίαν ήθελον είπον... Ακούσατε προφανώς την πρόσφατην είδηση περί του κόστους του σαρκοζικού βεσεδίου...

Αχ, τα είπα και ξεθύμανα. Καιρό είχα να μείνω τόσο αργά, βάρδια, στη δουλειά, κι έπρεπε να ξεθυμάνω λίγο. Και αν είπα μια μαλακία παραπάνω, να με σχωρνάτε. Η παρορμητικότητα που με διακρίνει είναι καθαρά ελληνική ιδιότητα (χοχο).

28 Οκτ 2009

Ψαρεύοντας στο θολό τοπίο της σοσιαλδημοκρατίας

Μια σειρά από αστεία άρθρα στην Αυγή δείχνουν ότι ο συγκεκριμένος πολιτικός σχηματισμός που εκδίδει την εφημερίδα βρίσκεται σε ιδεολογική τρικυμία. Πολύ περισσότερο δείχνουν όμως ότι οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με κάποιους από αυτούς που γράφουν στην Αυγή. Τελευταία αφορμή για τα παραπάνω αποτελεί το χθεσινό άρθρο του Σ. Κουρουζίδη που ουσιαστικά αναπαράγει τις ιδεολογικές συγκρούσεις στο μυαλό της Σώτης Τριανταφύλλου, όπως αυτές φαίνονται στη συνέντευξή της για τα Εξάρχεια στην Ελευθεροτυπία ("Η ανομία είναι αντεπαναστατική").

Το άρθρο της Αυγής θα μπορούσε κάλλιστα να το υπογράφει και ο ίδιος ο Χρυσοχοΐδης καθώς α) στοχοποιεί μια γειτονιά, θεωρώντας τη κέντρο παραβατικότητας, β) παρουσιάζει ως κοινωνική ανάγκη την ύπαρξη αστυνομίας, γ) θεωρεί ότι αυτή η αστυνομία δεν είναι δα και τόσο κακή (όπως στον υπαρκτό σοσιαλισμό), δ) σημειώνει ότι πολλές από τις συλληψεις γίνονται σωστά και κακώς διαμαρτυρόμαστε και ε) αναφέρει ότι η Αθήνα κάηκε το Δεκέμβρη και ότι οικονομικά καταστράφηκε το κέντρο της Αθήνας λόγω αυτής της εξέγερσης.

Πραγματικά πιο αντιδραστικό άρθρο είχα χρόνια να διαβάσω στην Αυγή ειδικά σε μία τόσο ευαίσθητη στιγμή που προσπαθεί να καλλιεργηθεί ένα κλίμα με στόχο συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους. Δε θα σχολιάσω πόσο φαιδρά είναι όλα τα παραπάνω που λέει το άρθρο και τις επικίνδυνες λίαν Πρετεντερικές αποχρώσεις του. Θα σταθώ μόνο σε ένα. Στην ιδανική κοινωνία του ΣΥΝ ο μπάτσος θα είναι απαραίτητος σύμφωνα με τον κ. Κουρουζίδη (κοινωνική-κατασταλτική λειτουργία το ονομάζει). Το μετασχηματισμό της κοινωνίας θα τον επιτύχει ειρηνικά (κοινοβουλευτικά προφανώς), καθώς η "βία και η ανομία είναι αντεπαναστατικά και αντιαριστερά".

Δεν έχω καμία ψευδιαίσθηση ότι ο ΣΥΝ έχει καμία σχέση με τον Μαρξ ή τον Λένιν. Αλλά δεν ήξερα ότι κάποιοι που γράφουν στην Αυγή εκτός από την πολιτική συγκρότησή τους έχουν μαλώσει και με την επιστήμη της ιστορίας. Το όνομα Ροβεσπιέρος δεν τους λέει κάτι; Δεν έχουν μάθει ότι αν δεν υπήρχε η βία ακόμη θα είχαμε τους Λουδοβίκους και τους Σουλτάνους; Ή μήπως τώρα που έχουμε "δημοκρατία" δεν υπάρχει ταξική πάλη;

27 Οκτ 2009

H απλή μέθοδος του τρίτου
ή και περισσότερου ανθρώπου

Ξετύλιξε βιαστικά το τσαλακωμένο χαρτί που ένας άγνωστος περαστικός τού εγχείρισε προσπερνώντας τον τάχα μου αδιάφορα: «Η σωφρονιστική υπάλληλος Χ. και ο δημόσιος υπάλληλος Π. αγνοούν ο ένας την ύπαρξη του άλλου. Ωστόσο είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον. Αποστολή σου είναι, μέχρι το τέλος αυτής της ιστορίας, να τους φέρεις σε επαφή με κάθε τρόπο ώστε να πέσουν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Αυτό το μήνυμα θα αυτοκαταστραφεί πνιγμένο στο αλκοόλ».
Ο Ντετέκτιβ Μπαϊράν βλαστήμησε, έβρισε, καταράστηκε την τύχη του, τη μοίρα του, το ριζικό του, τους χίλιους κεραυνούς και τα γαμημένα τα αφεντικά, δεξιά και αριστερά. Αυτή η υπόθεση βρομούσε. Μπήκε στο πρώτο μπαρ που βρήκε μπροστά του. Κατά σατανική σύμπτωση, ήταν εκείνο όπου του είχανε σερβίρει ένα καβλί με ιστορία, αντί για το κοκτέιλ που είχε ζητήσει. Ο χώρος δονούταν από το εκθαμβωτικό μετά-κράουτ ροκ των Beak. Προφανώς ο ντιτζέη επιδιδόταν σε wyatting με αξιοσημείωτη επιτυχία: το μπαρ ήταν έρημο, μια Γκουανταλαχάρα στην καρδιά της τρελής μεγαλούπολης. Παρήγγειλε Τζέημσον με πάγο και βύθισε μέσα στο ποτήρι του το χαρτί που έπρεπε να αυτοκαταστραφεί. Αναψε τσιγάρο και θρήνησε σιωπηλά για τα χαμένα δέντρα του Αμαζονίου, τα οποία τόνοι αλκοόλ έχουν καταστρέψει όλα αυτά τα χρόνια που ασκούσε το κωλοεπάγγελμα.
Βγήκε απ’ τον θρήνο γευόμενος μια ξαφνική πίκρα: κάπνιζε πλέον το φίλτρο. Ξέπλυνε το στόμα του με μια τελευταία γουλιά Τζέημσον, πλήρωσε και έφυγε απ’ το μπαρ. Είχε δυο-τρεις παλιούς συμμαθητές που -όπως άλλοι γίνονται μεγαλογιατροί, μεγαλοδικηγόροι, μεγαλοδημοσιογράφοι, μεγαλέμποροι, μεγαλομαλάκες, μεγαλογαμιάδες- είχαν γίνει μεγαλομπάτσοι, στα ανώτερα κλιμάκια της ΓΑΔΑ. Η έρευνά του έπρεπε να αρχίσει από κει. Μετά την πρόσφατη κυβερνητική αλλαγή, πλέον η Αστυνομία είχε το ελεύθερο να τα ξέρει όλα, να τα κάνει όλα και να είναι η Λόλα.
Στο σπίτι της Λόλας, που μύριζε χοιρινό καμένο, τρόμο και περιττώματα ερπετών, ο Ντετέκτιβ Μπαϊράν βολεύτηκε σε έναν υπολογιστή, όσο η Λόλα τού ετοίμαζε έναν γκαϊφέ βυζαντινό, γλυκύ βραστό. Μπήκε στη βάση δεδομένων, έγραψε τις λέξεις-κλειδιά και άρχισε να διαβάζει:
Η Χ., σωφρονιστική υπάλληλος σε ένα σωφρονιστικό κατάστημα μιας μεγάλης πόλης στο Βορρά, προτιμούσε να συστήνεται ως δεσμοφύλακας. Ο Π. ήταν δημόσιος υπάλληλος, γραφέας β’ για την ακρίβεια, σε περιφερειακή υπηρεσία ενός υπουργείου, σε μια μικρή επαρχιακή πόλη του Νότου. Η Χ., σεξομανής αλλά αγαπούσε πολύ και το διάβασμα. Ο Π., μανιώδης αναγνώστης αλλά ανέραστος. Η Χ., όταν φορούσε τη στολή, τρομαχτική, νταρντάνα, ανδρογυναίκα, μια φονική μηχανή με δύο πόδια, ο φόβος και ο τρόμος των κρατουμένων στις γυναικείες φυλακές όπου υπηρετούσε. Όταν όμως έβγαζε από πάνω της τη στολή του δεσμοφύλακα, μεταμορφωνόταν σε γυναικάρα, επιβλητική μεν αλλά καβλιάρα, ερωτική, μουνάρα. Δεν ήταν σεξιστής ο συντάκτης της αναφοράς που μελετούσε ο Ντετέκτιβ Μπαϊράν, η ίδια η Χ., μέσα της, έτσι ένιωθε. Ο Π., ό,τι και αν φορούσε, πάντα ο ίδιος: αόρατος, ανύπαρκτος, ελάχιστα πιο σημαντικός για την ανθρωπότητα απ’ τη βρομιά που μαζεύεται στο νύχι του ποδιού ενός ποδοσφαιριστή που αγωνίζεται στα ξερά του περιφερειακού πρωταθλήματος. Δεν ήταν προκατειλημμένος απέναντι στον Π. ο συντάκτης της αναφοράς που μελετούσε ο Ντετέκτιβ Μπαϊράν, ο ίδιος ο Π. ένιωθε έτσι. Η Χ. είχε πρόσφατα εμπλακεί σε μια τρόπον τινά δυσάρεστη υπόθεση: εκκρεμούσε εις βάρος της μια έρευνα των Εσωτερικών Υποθέσεων περί σεξουαλικής παρενόχλησης ανδρών συναδέλφων της και -σε μια περίπτωση- βιασμού ενός εξ αυτών. Η κυνική ομολογία της Χ. -«ναι, το έκανα, τους κακομεταχειρίστηκα όπως τους άξιζε, όπως το ήθελαν, και όπως, στην τελική, τους άρεσε»- δεν βοήθησε καθόλου την πορεία των ερευνών, καθώς ερχότανε σε πλήρη σύγκρουση με τις καταθέσεις των φερόμενων ως θυμάτων, που την αθώωναν επιμένοντας μάλιστα να τονίζουν τα προτερήματα της Χ., τη συναδερφικότητά της, τον επαγγελματισμό της και την ευεργετική για τους ίδιους αυταρχική και ενίοτε βάναυση συμπεριφορά της. Στη ζωή του Π., αντίθετα, όλα κυλούσαν όπως πάντα, επίπεδα, χωρίς αναταράξεις, χωρίς σκαμπανεβάσματα. Μόνη του χαρά, μοναδική του μανία, τα βιβλία –διάβαζε πολύ και πολλά ταυτόχρονα: άλλο βιβλίο πριν από τον ύπνο, στο κομοδίνο ακουμπισμένο, άλλο βιβλίο στο χέσιμο, αφημένο πάνω στο πλυντήριο, ενίοτε και μέσα, άλλο βιβλίο για τις διαδρομές με το λεωφορείο, μέσα στην τσέπη, παρότι σπανίως διάβαζε βιβλία τσέπης ο Π.
Ο ντετέκτιβ Μπαϊράν ξεφύσηξε, αναστέναξε, μουρμούρισε «βρε τι τρελάρες είναι ετούτοι οι δύο», και εκσφενδόνισε απ’ το παράθυρο τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, έφερε τούμπα το γραφείο, κλώτσησε δυο τρεις καρέκλες, έσπασε τα βοημικά βάζα και τα κρύσταλλα Κίνας, άρπαξε τον βυζαντινό, γλυκύ βραστό γκαϊφέ που τού έφερνε η Λόλα και της τον πέταξε στη μούρη, αυτή ούρλιαξε απ’ τον πόνο, της έκανε κεφαλοκλείδωμα, την πέταξε στα σχοινιά και όπως επέστρεφε προς τα πάνω του με δύναμη, άφησε το αποτύπωμα της Βέρμαχτ μπότας του στο δόξα πατρί της, κατόπιν ανέβηκε στη γωνία που σχημάτιζαν τα σχοινιά, εκτοξεύτηκε στον αέρα και έπεσε με όλη του τη δύναμη και το βάρος στο κορμί της Λόλας. Της σήκωσε το ένα πόδι και άρχισε να μετράει φωναχτά: «Ένα, δύο τρία, τέλος! And the winner is the super fantastroumfikos Ντετέκτιβ Μπαϊράν!».
Ενιωθε καλύτερα, το χρειαζόταν να ξεδίνει μια στο τόσο ο έρμος επί δικαίων και αδίκων. Πλέον ένιωθε έτοιμος να συντάξει τη δική του αναφορά προς την Υπερεσία. Πήρε ένα μολυβι, σάλιωσε την άκρη του, και έγραψε σε ένα χαρτάκι ρίζλα:
«Υπόθεση εργασίας, προς την Υπερεσία, απ’ τον Ντετέκτιβ Μπαϊράν με αντικείμενον την (πολύ ωραίαν γκόμεναν ομολογουμένως και αρκούντως ερεθιστικήν) σωφρονιστικήν υπάλληλον Χ. και τον (μέγαν τζιτζιφιόγκον και μέγιστον λαπάν) δημόσιον υπάλληλον Π. Ζητούμενον: η ακόρεστος, ορμητική, αυταρχική δεσμοφύλαξ Χ. πρέπει να συναντηθεί παντοιοτρόπως με τον αφελήν, ανέραστον, φλούφλην, βιβλιόφιλον Π. Το πρόβλημα ετούτο θα λυθεί ακολουθώντας την απλήν μέθοδον του τρίτου ανθρώπου, βάζοντας εις το παιχνίδι ένα τρίτον ή και περισσότερον πρόσωπον, το οποίο θα φέρει σε επαφή Χ. και Π. Προτείνουμε το τρίτον πρόσωπον να είναι η πλούσια βιβλιοθήκη της Χ., η οποία θα εξαπολύσει ανθρωποκυνηγητόν εις την Χ., επικεφαλής του οποίου θα τεθεί ο Ηλίας Κανέτης ο Στραβός με την Τύφλωσή του, τεχνηέντως οδηγώντας τη Χ. προς Νότον. Την ίδιαν στιγμήν, έτερη ομάς, απ’ την βιβλιοθήκην του Π., θα πραγματοποιήσει τα απάνθρωπα, αμπουγκρεημπικού τύπου βασανιστήρια εις τον δύσμοιρον Π. Λόγω της κρισιμότητός της και καθότι ο άμεσα αρμόδιος κύριος Ντε Σαντ ασθενεί με νέαν γρίπη, η επιχείρηση ετούτη θα διευθυνθεί απ’ τη δυαρχία των Αλδαπουέρτα μετά των Οφθαλμών του και Μπρυκνέρ μετά των Μαύρων Φεγγαριών του. Τεχνηέντως ετούτη η ομάς θα ζμπρώξει προς Βορράν τον Π. Κάπου προς την μέσην, και αφού θα έχουν καταβάλλει τα ανάλογα διόδια εις την εθνικήν οδόν, οι δύο -καταδικασμένοι να γίνουν εραστές- ερασταί της λογοτεχνίας θα συναντηθούν. Και θα είναι τόσα τα δεινά που θα έχουν τραβήξει, που θα αντιληφθούν ότι πλέον δεν υπάρχει παρηγοριά στην λογοτεχνία, όπως έχει γράψει και ο Ροβέρτος Βολανιος, τους στίχους του οποίου έχει μελοποιήσει ο Σώτης Βολάνιος εις την μεγάλην του επιτυχίαν ‘Τίκι Τάκα στο τσάκα τσάκα’. Κατόπιν τούτων, η υπόθεσις θα θεωρηθεί λήξασα. Αυτό το μήνυμα, γραμμένον σε τσιγαρόχαρτον ρίζλαν, θα αυτοκαταστραφεί με τη χρήση μαλακών ναρκωτικών ουσιών (μπάφος)».
Case Closed.

ΥΓ. Η ιστορία, κατόπιν αιτήματος σχετικού της συνιστολόγου Go-Go. Αυτή φταίει.
Βίντεο πρώτο: Οι Beak που ακούγονται στο μπαρ όπου μπαίνει ο Ντετέκτιβ Μπαϊράν.


Βίντεο δεύτερο: Οι Ντετέκτιβμπαϊράν, στους οποίους χρωστάει την ύπαρξή του ο Ντετέκτιβ Μπαϊράν.

(Διαφήμιση)
Πεινάς;

Αν ναι, μην κάθεσαι εδώ. Τράβα εκεί. Κερνάει ο Σκορδοπούτσογλου.
Μακριά από υγιεινισμούς, καθωσπρεπισμούς και βιολογικά προϊόντα.
Εκεί που ο Καντ συναντά του κρέατος την... ίνα(;;;): Στην καντίνα.

26 Οκτ 2009

Ταξραπή στα Κύθηνα.
Αστρίδι στην Αθήρα.

Μια πράσινη πιπεριά, μεγάλη, πολύ μεγάλη, τεράστια, σαν νταλίκα, κέρατο. Τη μετέφεραν πάνω στο ειδικό αμαξίδιο των σιδηροδρόμων, για να τη βάλουνε στο τούνελ, το οποίο είχε υποστεί ειδική μετατροπή σε ιταλικό ξυλόφουρνο. Κι ήταν μάγκες αυτοί με την πιπεριά. Οχι σαν τους άλλους, τους ανίδεους, που είχανε κρεμάσει την μπουγάδα απ' τα ζέπελιν, και αιωρούνταν τα άπλυτά τους στη στρατόσφαιρα.
Αλλά ο Ντετέκτιβ Μπαϊράν δεκάρα δεν έδινε για όλα αυτά.
Μπήκε στο μπαρ και όλα τα βλέμματα έπεσαν απάνω του, όμως, καθώς αυτός ήταν κατά βάθος πολύ μαλακός, δεν χτύπησαν πολύ. Βολεύτηκε στην μπάρα και ζήτησε απ' τον μπάρμαν ένα καβλί με ιστορία.
“Ενα καβλί με ιστορία για τον κύριο εδώ, τον μερακλή, το μέγα μουστερή”, είπε αυτός στην ενδοεπικοινωνία.
Αργά, σειάμενο κουνάμενο, εμφανίστηκε ένα καβλί με ιστορία και κάθισε στο σκαμπό δίπλα στον ντετέκτιβ Μπαϊράν. Σταύρωσε τα αρχίδια του (μην ανησυχείτε, θα αναστηθούν και αυτά), άναψε τσιγάρο και φύσηξε τον καπνό στη μούρη του Ντετέκτιβ Μπαϊράν.
Τι μπορώ να κάνω για σένα”; ρώτησε.
“Θέλω την ιστορία σου”, είπε αυτός, “αλλά τη θέλω μεγάλη. Εσύ πόσο την έχεις;”
“Πολύ μεγάλη”, αποκρίθηκε το καβλί με ιστορία παίρνοντας μια βαθιά ανάσα: “Εχω δείρει, ξυλοκοπήσει, προπηλακίσει, έχω βασανίσει, ξυλοφορτώσει, καταχεριάσει, έχω γρονθοκοπήσει, κλωτήσει, λιανίσει, εχω μισερωσει, διαλύσει, διαμελίσει, έχω ρουφιανέψει, καταδώσει, ψευδομαρτυρήσει, έχω διαβάλλει, συκοφαντήσει, επίσης έχω ξυλομαυρίσει, ξυλοτοπιάσει, ξυλομπαλονιάσει, έχω βρεχοξυλιάσει, σπασοξυλιάσει βιδοποιήσει, κομματιάσει, αλατοποιήσει, μπερταχιδώσει, γαμοδείρει...”
“Λες ψέματα”, τόλμησε να κόψει το καβλί και να διακόψει την ιστορία του ο Ντετέκτιβ Μπαϊραν, βέβαιος πως τελικά την είχε μεγάλη την ιστορία και τη φαντασία, και θα τράβαγε σε μάκρος, αν όχι και σε πάχος.
“Δεν λέω ψέματα χρυσό μου, είμαι ψέματα, η υπόσχεση που έδωσε ένας σαχλαμάρας στους φίλους του ότι μια μέρα θα γράψει ανερυθρίαστα για το καβλί με ιστορία, για το κοκτέιλ (εκρηκτικό, μολότοφ ή απλά πολύχρωμο)”.
“Δηλαδή, σαν να λέμε, δεν υπάρχεις;” ψέλλισε ο Ντετέκτιβ Μπαϊράν συνειδητοποιώντας άξαφνα ότι δίπλα του δεν καθόταν κανείς.
Αποτέλειωσε το κοκτέιλ του, άφησε ένα χαρτονόμισμα στο μπαρ. Βγήκε έξω, σχημάτισε έναν αριθμό στο κινητό του τηλέφωνο: “Η υπόθεση έκλεισε με επιτυχία. Τελικά μεταξύ αυτών που γράφουν και αυτών που δεν γράφουν είναι προτιμότερο να διαβάζει κανείς αυτούς που δεν γράφουν”.
Λίγο παρακάτω κάποιος του έβαλε μια μπατανόβουρτσα στο χέρι: “Βούτα την σε αγνό παρθένο ελαιόλαδο και επάλειψε την πιπεριά”.



υγ. Για τους Σαββατοκυριακάτικους, δυο-τρεις φορές το χρόνο, φίλους.

22 Οκτ 2009

Ζώντας στο σοσιαλισμό:
απολογισμός των πρώτων 15 ημερών

Επιεικώς...

Ερμηνεία της μεγάλης διαφοράς

Η διαφορά ΠΑΣΟΚ και ΝΔ είναι 10,5 μονάδες και μεταφράζεται στην καθημερινή ζωή ως εξής: επί ΝΔ κάναμε λόγο για νταβατζήδες, ενώ επί ΠΑΣΟΚ για προστάτες.

21 Οκτ 2009

Εδώ για να του πείτε

Γιατί είναι και δημοκράτης ο κύριος. Ίσα που γλιτώνουμε τη λεπτοσπείρωση, θέτει τόσο νευραλγικά ερωτήματα και αφήνει τη δυνατότητα σχολιασμού απ'έξω..


Ελλείψει επισήμου βίντεο, ορίστε ένα λάιβ

Πόσος καιρός πάει απ' την τελευταία φορά;

Οταν η ζωή αντιγράφει την τέχνη

Διάβασα νωρίτερα σήμερον στο Σομπρέρο μια καταπληκτικιά ιστορία, που λέει ούτε λιγο ούτε πολύ ότι ο σούπερσταρ της μπαλας Χριστιάνος Ρονάλδος έχει πάθει μαύρα μάγια, που του τα έκανε ένας μαύρος σαν το κατράμι μάγος, κατόπιν σχετικού αιτήματος από κάποια πρώην του Χριστιάνου, ως ανταπάντηση στα λευκά μάγια με τα οποία τον προστάτευε ένας λευκός μάγος, προσληφθείς απ' τη μητέρα του Χριστιάνου Ρονάλδου. Και είναι τέτοια η εσωτερικιά σύγκρουσις, η αντίθεσις μεταξύ μαύρου και λευκού, ο εσωτερικός αναβρασμός, τέτοια η αντάρα μέσα στο κορμί και την ψυχή του νεαρού ταλαντούχου ποδοσφαριστού, που έχει δεν έχει άλλους τέσσερις μήνες καριέρας μπροστά του, κι αφού διάβασα την ιστορία ετούτη, αναφώνησα μέσα μου, και όχι έξω μου, διότι εκείνην την ώρα ήμανε στη δουλειά και δεν ήθελον να έγνουν οι συνάδερφοι ότι ελουφάριζα, "αλί, αλί, οποία σύμπτωσις, ετούτη η ιστορία του Χριστιάνου Ρονάλδου μού θυμίζει την ιστορίαν του Μπούμπα!", ποίος είναι ο Μπουμπας θα αναρωτηθείς ευλόγως αγαπητέ αναγνωστα, λοιπόν: Μπουμπα είναι ο τίτλος ενός εκ των δεκατριών διηγημάτων που μπορεί να διαβάσει κανείς στο εξαιρετικό "Πουτάνες φόνισσες" του φανταστρουμφικού Χιλιανού συγγραφέως Ρομπέρτο Μπολάνιο, για τον οποίο είχα γράψει κι άλλη μίαν μαλακίαν στο παρελθόν εγώ ο ίδιος αυτοπροσώπως. Στο διήγημα Μπουμπα, ένας Χιλιανός, αριστερό εξτρέμ σε μια μεγάλη ισπανική ομάδα της Βαρκελώνης, που δεν προσδιορίζεται ποια είναι, αλλά όλοι ξέρουμε πως δεν είναι η Εσπανιόλ, αρα ποιος μιλάει καταλά στα κεραμίδια, είναι τραυματίας και περνάει την αποθεραπεία του νοσταλγώντας την πατρίδα του και βγαίνοντας στα μπαρ, ως άλλος Ροναλδίνιος -στην τελευταία του περίοδο, προ της μεταγραφής του εις την ομάδα του Βερλουσκόνιου. Εχει για φίλο έναν Ισπανό, πολύ παιχταρά, που όμως και αυτός είναι ντεφορμέ, όπως άλλωστε και όλη η ομάς η οποία κακοχειροτεροπηγαίνει. Ολα αυτά μέχρι που έρχεται το νέο μεταγραφικό απόκτημα της ομάδας, ο αφρικανός μάγος της μπαλας, ο μεσοεπιθετικός αστήρ Μπούμπα, ο οποίος παρότι ηγοράσθη ως νεανίας των 20 Μαϊων δείχνει να είναι κοντά 35, θα ενθυμείσθε αναμφιβόλως ανάλογα παραδείγματα αφρικανών ποδοσφαιρστών εις το δικό μας πρωτάθλημα, παράδειγμα ο Φορί Κουέ, ο οποίος ήρθε εις τον ΟΣΦΠ στα 18 του χρόνια, έκατσε εις τον λιμένα μια πενταετία, και απεχώρησε απ' τον ΟΣΦΠ στα 17 του χρόνια, και ύστερον από μία πενταετία ακόμη απεχώρησε απ' το ποδόσφαιρο, όντας πλέον 42 ετών! Ο Μπούμπα, για να γυρίσουμε στα της λογοτεχνίας, κανενός το μάτι δεν γεμίζει, αλλά δοθεισης της ευκαιρίας προβαίνει σε κάτι βουντού στο βεσέ, σε κάτι μαγείες, σε κάτι μαγγανείες, κάτι αίματα που στραγγίζουν οι τρεις ποδοσφαιριστάς μαζί και γίνονται η φοβερή τριάς που κατροπώνει τους αντιπάλους, χάρη στα Μπουμπαμάγια. Μονο που κάποια στιγμή ο Μπούμπα θα κληθεί να πληρώσει για τα πλάγια μέσα και τη μαγιαχρησία του και τα βουντού του. Ή μήπως δεν είναι ακριβώς έτσι; Τι να σας πω δεν ξέρω, διαβάστε το βιβλίο εσείς, κι ό,τι καταλάβετε να μου το πείτε κι εμένα. Εγώ πάω για pro.

20 Οκτ 2009

Ποιος Βίνσεντ; Σάμι, λέμε ρε!

Sammy Van Dog

Αναρωτιέμαι με ύφος περισπούδαστο σαν της Κάρυς Μπράντσο, όταν κάθεται με τα εσώρουχα μπροστά στο λάπτοπ της για να γράψει τη βαθυστόχαστη στήλη της: Εάν το νταντά ήταν η απόρριψη όλων των κανόνων της τέχνης, η επιδίωξη της γελοιοποίησης της κυρίαρχης αισθητικής, με σκοπό την καταστροφή της τέχνης, προκειμένου να δημιουργηθεί μια καινούργια απελευθερωτική τέχνη, μήπως τότε, μετά την είδηση ότι ένας πίνακας του σκύλου Σάμι πωλήθηκε έναντι 1.700 δολαρίων, θα πρέπει να κάνουμε στο εφεξής λόγο για το νέο νταντά, το post-dadaism, το οποίο ενδεχομένως είναι καλύτερα να ονομαστεί dogdogism ή για τους φίλους απλώς γαβγάβ;

(η φωτό είναι αποκεί
που είναι παρμένη και η είδηση,
κλικ στο λινκ παραπάνω δηλαδής)

16 Οκτ 2009

Γεια σου κυρ εισαγγελέα!

Ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Θεσ/νικης Δημήτρης Παπαγεωργίου έστειλε έγγραφη προειδοποίηση προς τις διευθύνσεις δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για τις αυξανόμενες καταλήψεις στην πόλη. Ας σημειωθεί ότι η κατάσταση στα σχολεία της χώρας παρουσιάζει διάλυση (η δικαιολογία είναι οι εκλογές και η μη τοποθέτηση καθηγητών λόγω αυτών), καθώς σε πολλές περιπτώσεις (αν και μέσα Οκτωβρίου) δε συμπληρώνεται το πλήρες ωράριο και δεν υπάρχουν βιβλία. Φυσικά ο θεσμός της πρόσθετης διδασκαλίας δεν έχει καν ξεκινήσει. Μέσα στα βασικά αιτήματα των καταλήψεων είναι η πλήρωση των θέσεων καθηγητών και η παροχή βιβλίων, ζητήματα για τα οποία η ΟΛΜΕ έπρεπε να έχει κινητοποιηθεί αλλά...
Ο κύριος εισαγγελέας λοιπόν λέει ότι:
"οι μαθητές να κατανοήσουν πως η συμπεριφορά τους στοιχειοθετεί το ποινικό αδίκημα της διακοπής και διατάραξης της ομαλής διεξαγωγής δημόσιας υπηρεσίας, και οι γονείς ότι, εάν δεν αποτρέπουν τους ανήλικους μαθητές από τη διάπραξη του παραπάνω αδικήματος, στοιχειοθετούν το ποινικό αδίκημα της παραμέλησης εποπτείας ανηλίκου".
Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης στις επισημάνσεις ο εισαγγελέας προειδοποιεί πως θα δρομολογήσει ποινικές διαδικασίες.

Πιθανώς ο κύριος εισαγγελέας έχει γαλουχηθεί με αξίες άλλων εποχών ("από το αυτί και στο δάσκαλο").
Πιθανότερα όμως να κάνει απλώς τη δουλειά του ως μπάτσου της εκάστοτε εκτελεστικής εξουσίας.

Ωστόσο, αν δεν έχει δουλειά να κάνει, ας δει το παρακάτω λεξιλόγιο και ας αφήσει τις καταλήψεις:

Χριστοφοράκος
Ζίμενς
Βόνταφον
Απαγωγές Πακιστανών
Κύπριος φοιτητής
Εφραιμ
Βατοπέδι
Λεφτά ασφαλιστικών ταμείων
(συμπληρώστε κατά βούληση)

Και αν τα παραπάνω δεν εφάπτονται των αρμοδιοτήτων του κυρίου Παπαγεωργίου ας ασχοληθεί με τα παρακάτω:

Παναγιώτης Ψωμιάδης βενζινάδικο
κόμβος Ωραιοκάστρου
αναθέσεις έργων Κορώνειας
20 εκ ευρώ Δήμου Θεσσαλονίκης (με φτερά)
Κουμπάροι και ΜΕΒΓΑΛ
(συμπληρώστε κατά βούληση)

Επίσης αν ο κύριος εισαγγελέας είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος σε θέματα εκπαίδευσης τρεις ερωτήσεις:

Οι ωρομισθίες λειτουργών που δεν έχουν ακόμα πληρωθεί από πέρσι δεν αποτελούν αδίκημα;
Τα κενά στα σχολεία που δεν έχουν πληρωθεί από εκπαιδευτικούς δεν αποτελούν "διατάραξη της ομαλής διεξαγωγής δημόσιας υπηρεσίας";
Η τοποθέτηση εκπαιδευτικών σε σχολεία (Πρόσθετη διδακτική στήριξη, εκκλησιαστικά και ειδικά σχολεία) εκτός των πινάκων του ΥΠΕΠΘ και χωρίς ΑΣΕΠ και η μοριοδότησή τους με αδιαφανή κριτήρια δεν καταστρατηγεί την αρχή της ισότητας;



Διαφήμιση






Μεγεθυντής
Χαπιού
"ο Ευρωπέος"

15 Οκτ 2009

Χίλια χρόνια μοναξιά

Τα ξέρω όλα, μου είπε, και η καρδιά μου άρχισε να βαράει στα 1.000 bpm. Τον έπιασα απ’ το γιακά: “Αρχίδι, εγώ όμως ξέρω τι δουλειά κάνεις”.
Κι ήταν αλήθεια. Ήξερα τι δουλειά έκανε, μόνιμος κανωτίποτας, πίσω απ’ ένα γκισέ. Στο παρελθόν είχε τύχει να με εξυπηρετήσει, τρόπος του λέγειν δηλαδή: «Τρίτος όροφος, δεύτερο γραφείο, κύριε, εκεί να απευθυνθείτε». Καθημερινά σχεδόν, την ώρα που πήγαινα στη δουλειά, τον έβλεπα να σχολάει απ’ τη δικιά του. Πάντα η ίδια μακάρια αποβλάκωση στο βλέμμα, μεσήλικας, αξουρισιά σαν βρομιά, θεόστραβα γυαλιά, τρεις γκρίζοι αγκαθωτοί θάμνοι στο κρανίο, δεξιά, αριστερά και στην κορυφή, αντί μαλλιών. Περπάτημα περίεργο, σαν σούρσιμο, σαν ερπετού, πόδια δυσανάλογα μικρά σε σχέση με τον υπόλοιπο κορμό. Μύριζε ξινισμένο ιδρώτα, φτηνό αφτερσέιβ. Παντελόνια με τσαλακωμένη τσάκιση, πουκάμισα με λαχούρια.
Σερνότανε αφήνοντας θαρρείς μιαν γλίτσα πίσω του, την οποία πολλές φορές έπαιρνα από πίσω (ο καθείς με τα φετίχ του), για να τον βρω στο περίπτερο έξω απ’ την «Ίριδα», εκεί όπου με τον Paul τρώμε σουτζουκάκια στα κάρβουνα και απελαύνουμε τους κακομούτσουνους, να αγοράζει Απογευματινή και MetroSport.
Κάθε φορά που τον έβλεπα ήθελα να τον πλακώσω στα χαστούκια.
Αλλά με πρόλαβε το ερπετό, με χτύπησε με τη φιδίσια γλώσσα του κάτω απ’ τη μέση.
Τα ξέρω όλα, μου είπε, και η καρδιά μου άρχισε να βαράει στα 1.000 bpm. Τον έπιασα απ’ το γιακά: «Αρχίδι, εγώ όμως ξέρω τι δουλειά κάνεις».
«Ενας φάκελος, στο γραφείο μου, κλειδωμένος», συνέχισε απτόητος αυτός: «Αν πάθω κάτι, έχω δώσει ειδική εντολή να ανοιχτεί. Τότε αυτά που ξέρω για σένα θα τα μάθουν όλοι. Και δεν το θες καθόλου αυτό φιλαράκο».
«Δεν είμαι φίλος σου, πούστη εφοριακέ!».
«Θα γίνεις, θέλεις δεν θέλεις. Η μοναξιά, καλέ μου φίλε, είναι δύσκολο πράγμα».
«Καριόλη, θα σε σκίσω!». Ξεκίνησα με μια γροθιά στο στομάχι, Καρατζαφέρης στο κατεστημένο. Διπλώθηκε στα δύο. Τον ίσιωσα με μια γονατιά στο πρόσωπο· έσταζα ιδρώτα, έσταζε αίμα. «Εχεις αλλάξει. Δεν είσαι αυτός που ήσουν, φίλε μου», οι λέξεις βγήκαν με δυσκολία απ' τον υπόνομο που 'χε για στόμα. Τον κλώτσησα στο καλάμι και τον έριξα κάτω χτυπώντας τον με τα δύο χέρια στην πλάτη. Μεθοδικά άρχισα να τον κλωτσώ σε κάθε σημείο του κορμιού του. Ταυτόχρονα με κομμένη την ανάσα τού έδινα ένα καλό μάθημα: «Όταν ο παρατηρητής -κλωτσιά- βρίσκει το αντικείμενο παρατήρησης -κλωτσιά- αλλαγμένο, το πιθανότερο είναι -κλωτσιά- πως τις αλλαγές -κλωτσιά- έχει -κλωτσιά, κλωτσιά- υποστεί -κλωτσιά- ο παρατηρητής -κλωτσιές αλλεπάλληλες».
Τον επόμενο χειμώνα τον πέρασα στη φυλακή. Παράπονο δεν είχα. Η κάμερα παρακολούθησης μπορεί να μην άφηνε περιθώριο αμφισβήτησης της ενοχής μου, ωστόσο με μετέτρεψε εν μία νυκτί σε σταρ του σινεμά, σε μια ταινία που θεωρήθηκε η πιο βίαιη όλων των εποχών, κατάλληλη για 18 άνω (βία, χρήση χυδαίας γλώσσας). Μέχρι και γκρουπ με το όνομά μου είχε δημιουργηθεί στο facebook, χάρη στο οποίο, αν μη τι άλλο, είχα πολλούς φίλους.


13 Οκτ 2009

Ε.Γ.Ω. θα σώσω το Ε.Σ.Υ.


Έχω ένα δίλημμα. Και θα προσπαθήσω να σας εξηγήσω την κατάσταση για να με βοηθήσετε να βγω από αυτό, γιατί η συζήτηση που είχα με τον Πάνω, καθόλου δε με βοήθησε (όπως οι περισσότερες), ίσα ίσα που αρχίσαμε τις αβρότητες και τις -ενίοτε- καφρότητες ο ένας στον άλλο.

Θα πρέπει πρώτα όμως να σας αποκαλύψω κάτι, το οποίο ήθελα επιμελώς να αποφύγω, για ευνόητους λόγους. Αλλά πώς αλλιώς να σας εξηγήσω για τα "χαρτάκια" που τόσο πολύ μπέρδεψαν τον Πάνω και άρχισε να ονειρεύεται με τόση νοσταλγία που έσταξε ένα δάκρυ στο πληκτρολόγιο τη συλλογή με τα Πανίνι της Σάρα Κέι;

Λοιπόν, είμαι δημόσιος υπάλληλος. Ορίστε, το είπα. Κι αυτό επειδή τώρα τελευταία υφίσταμαι συνεχώς μομφές και κατηγορίες γι'αυτό από φίλους, γνωστούς και συγγενείς. Κι όχι τόσο προσωπικά, όσο για τη γενικότερη κατηγορία και με κάθε αφορμή... (φααααπ, αυτοχαστουκίζομαι για να γυρίσω στο θέμα).

Το θέμα αγαπητοί μου είναι ότι ήθελα να κάνω εξέταση αίματος. Κι επειδή στο νοσοκομείο την προηγούμενη εξέταση την έκλεισα 2 μήνες σχεδόν πριν αλλά όταν έφτασα στο ταμείο για το εισιτήριο μου είπαν ότι έπρεπε να είχα πάει πρώτα σε γιατρό να μου τις γράψει, αλλιώς θα πλήρωνα (δικό μου λάθος, έπρεπε να το σκεφτώ, αλλά στο τηλέφωνο που έκλεισα το ραντεβού δε μου το υπενθύμισε κανείς, μαλακία μου, το παραδέχομαι, απλά συγχίστηκα που έφαγα 1 ώρα και 2 μήνες και το μόνο που κατάφερα ήταν μια μίνι εγκεφαλική διαταραχή), είπα αυτή τη φορά να ξεχάσω την ευσυνειδησία μου και να χαρώ τη βόλεψή μου. Και πήγα σε γιατρό έξω.

Εδώ γιατρούς δεν ξέρω, καθότι νέα (στην πόλη, όχι στη ζωή, δυστυχώς). Μπήκα λοιπόν στον πρώτο τυχόντα που ξεκινούσε το ιατρείο του πριν τις 11 και τον πέτυχα χωρίς κόσμο. Με ενθουσίασε και η όψη του, τρελός μεσήλιξ επιστήμονας, με τούφες άσπρου μαλλιού να διακοσμούν χαριτωμένα το χώρο γύρω από το κρανίο του, γένι αξιοσέβαστο και ένα βίντατζ καναπέ με λιωμένη ταπετσαρία, περιοδικά παντού και απερίγραπτη ακαταστασία γενικώς. Πολύ χαριτωμένος μού φάνηκε θα έλεγα.

Του εξηγώ το λόγο της επίσκεψης, τί θέλω να κάνω από εξετάσεις (τα γνωστά ζάχαρα, χοληστερίνες, σίδηρα κι ατσάλια), πως πάει η υγεία μου και η περίοδός μου, τα κλασικά, α, και που δουλεύω και πως βρέθηκα εκεί - τα κλασικά επίσης μόλις βλέπουν τον τόπο έκδοσης του βιβλιαρίου (ε, ο ΑΣΕΠ βλέπετε, δεν κάνει διακρίσεις -λέμε τώρα- δύσκολοι καιροί, ας διοριστεί κανείς κι ας είναι και στο Καστελόριζο...). Καταλαβαίνετε λοιπόν, ήμαστε μια ευχάριστη ατμόσφαιρα και ο επιστήμονας παράλληλα κάνει τη δουλειά του. Κοινώς συμπληρώνει, βάζει σφραγίδες και κόβει "χαρτάκια" από το βιβλιάριό μου.

Επειδή εδώ έχει τα κενά ο Πάνως, να εξηγήσω και σε σας πως πάει το σύστημα. Το βιβλιάριο υγείας έχει διπλότυπα, γράφει ο γιατρός την εξέταση, κόβει το ένα αντίτυπο στο οποίο υπογράφει ο περιθαλπόμενος και κρατάει ο γιατρός για να πληρωθεί από το ταμείο και το άλλο μένει στο βιβλιάριο. Κόβει λοιπόν 3 τέτοια χαρτάκια και μου δίνει να υπογράψω το ένα. Αμέριμνη, αλλά με μια διογκούμενη εδώ που τα λέμε υποψία, πηγαίνω στον ΟΠΑΔ να θεωρήσω τις εξετάσεις (μη με ρωτάτε κι εσείς σαν τον Πάνω τον αδαή, σας έβαλα λινκ).

Τελωσπάντων, για να μη μακρυγορούμε, εκεί πρόσεξα βασικά ότι μου είχε χρεώσει 3 επισκέψεις, μία στις 17/7 και μία στις 10/9 τις οποίες φυσικά ποτέ δεν έκανα - και η σύμπτωση είναι ότι και στις δύο περιπτώσεις έλειπα, τη δεύτερη μάλιστα για υπηρεσιακό ταξίδι στο εξωτερικό! Η προϊσταμένη στην οποία πήγα να ρωτήσω γιατί και πως γίνεται αυτό, εξήρε μεν το ήθος μου που δεν έδειξα αδιαφορία, αλλά μου είπε ότι καλύτερο θα ήταν να πάω απλά να ζητήσω τα χαρτάκια πίσω, για να μη φτάσουμε σε καταγγελία (να ξέρετε, είναι πάγια τακτική στο δημόσιο, από όσο έχω καταλάβει τόσα χρόνια, ότι διευθετούμε τις καταστάσεις με απαλότητα και προδέρμ. Κοινώς, αν δεν έχεις φάει δις ή δεν έχεις σκοτώσει, τη σκαπουλάρεις με χάρη και κινήσεις μπαλαρίνας).

Έτσι μειλήχιος ήταν και ο εν λόγω γιατρός όταν γύρισα να διεκδικήσω την αποκατάσταση της θιγμένης μου τιμιότητας και αντανακλαστικής αντίδρασης. Γιατί τα'βλεπα όταν τα έκοβε, τί στο καλό ήταν; Έπρεπε να περπατήσω κοντά ένα χιλιόμετρο μέσα στη βροχή ακροπατώντας στα δεκάποντά μου προσπαθώντας να αποφύγω τις λακούβες και τα αυτοκίνητα-πυροσβεστήρες για να το συνειδητοποιήσω ότι εξαπατήθηκα;
"Ξέρετε, κάνουν ένα χρόνο να μας τα πληρώσουν..." - ναι, αλλά είναι όμορφα όταν τα παίρνετε μαζεμένα τριπλά...

Α, και το ωραιότερο δε σας το είπα, εγώ είχα μεν υπογράψει σε ένα, αλλά και τα άλλα δύο που πήρα είχαν δύο αλανιάρες μουτζούρες στη θέση της υπογραφής μου.

Τρελό λαμόγιο ο τρελός επιστήμονας. Και κάπως έτσι αδειάζουν και τα ταμεία (καλά, μην τρελαινόμαστε, υπάρχουν κι άλλοι τρελοί "παιχταράδες" σε υψηλότερους θώκους). Αλλά αν οι ίδιοι υποστηρίζουμε ένα σύστημα που δομεί τη λειτουργία του με χαρτάκια Πανίνι και δεν προφυλάττουμε τα δικαιώματά μας, τί περιμένεις. Και μη φανταστείτε ότι εγώ δεν το σκέφτηκα λίγο για να κάνω όλο το δρόμο πίσω πάλι με τα δεκάποντα για να δώσω την παράσταση της εξαπατημένης δημοσίου υπαλλήλου. Αλλά όχι, μια go-go δεν την κοροϊδεύει κανείς. Τώρα, την καταγγελία το σκέφτομαι. Ήταν και γλυκούλης πανάθεμά τον.


Μήπως να πάω να τον εκβιάσω;

Δεν τσευδίζω




ΚαιΡόθ ήταν!

Να κάνω αυτό το ποστ.
Να σταματήσω να διαφωνώ με την Κ. για τον συγκεκριμένο συγγραφέα.
Να εισέλθω στο θαυμαστό κόσμο του, με τον πλέον παράταιρο τρόπο, καθότι εγώ εισέρχομαι αλλά το φάντασμα φεύγει και ο Ροθ αποχαιρετά τον Ζούκερμαν.

12 Οκτ 2009

Ναι, γεια σας, ο σπασοκλαμπάνιας είμαι

Πάλι χτες δεν κατάφερα να βρω να διαβάσω την αγαπημένη μου "Εποχή". Οπότε είπα να το ρίξω στα υποκατάστατα αγοράζοντας την "Αυγή". Και στην τελευταία σελίδα διάβασα, μεταξύ άλλων, τα εξής:

Με αυτά και με άλλα, το πολυδιαφημισμένο άνοιγμα στην αριστερά και πάλι έμεινε λόγος κενός. Αυτή η ιστορία με το ΠΑΣΟΚ που θυμάται την αριστερά προεκλογικά και μόνο όταν αμφισβητείται η αυτοδυναμία του, πρέπει να τελειώνει. Και δεν έχει καμιά σημασία αν από την αριστερά δεν φαίνονται πρόθυμοι να εμφανιστούν πιθανοί συνομιλητές. Είτε έχεις στρατηγικό σχέδιο μεγάλων συμμαχιών και κυβερνητικών παρατάξεων, είτε δεν έχεις. (Βεβαίως, στο σημείο αυτό έχουμε πέσει σε έναν φαύλο κύκλο, κι όσοι δεν ξεχνούν εκείνα τα απίστευτα δημοσκοπικά ποσοστά που έπαιρνε πριν από έναν χρόνο ο ΣΥΝ, το καταλαβαίνουν πολύ καλά: Όσο η αριστερά δεν θα προσφέρεται ως συνομιλητής σε μια πιθανή μεγάλη κεντροαριστερή συμπαράταξη, τόσο θα κερδίζει μεγάλες αυτοδυναμίες το ΠΑΣΟΚ. Κι όσο θα παίρνει μεγάλες αυτοδυναμίες το ΠΑΣΟΚ, τόσο η αριστερά θα αρνείται να παίξει τον ρόλο του συνομιλητή, αρκούμενη στη ριζοσπαστική αυτάρκειά της...)

Δεν κάνω τον κόπο να το σχολιάσω. Αντίθετα, θα ήθελα να 'ξερα πώς εξηγείται αυτή η έγνοια και η σκορδογκαΐλα της συγκεκριμένης εφημερίδας για την κ. Δαμανάκη και σε τρεις διαφορετικές σελίδες (54, 55, 56), σε τρία διαφορετικά άρθρα, ψέγουν τον Γ. Παπανδρέου για τη μη υπουργοποίησή της. Διότι, αν θέλουμε να ασκήσουμε κριτική στο ΠΑΣΟΚ, υπάρχουν πολύ σοβαρότερα και ουσιαστικότερα ζητήματα επί των οποίων μπορεί να ασκηθεί κριτική. Λες και αν υπουργοποιούταν η κυρία Δαμανάκη στο Υπουργείο Πολιτισμού, θα σήμαινε κάτι... Εκτός και αν έτσι θεωρούν οι άνθρωποι της "Αυγής". Και κάτι τελευταίο, διότι όταν το κάνουν οι "άλλοι" τους κράζουμε, αλλά προφανώς όταν το κάνουμε "εμείς" δεν μας χαλάει καθόλου: ασχετα με τις εκτιμήσεις περί της τελικής προσφοράς των συνιστωσών, αυτό το πράμα που κατεβαίνει στις εκλογές και που "έπαιρνε τα απίστευτα δημοσκοπικά ποσοστά πριν από ένα χρόνο" λέγεται ΣΥΡΙΖΑ, όχι ΣΥΝ.


(το τραγουδάκι άσχετο, απλώς τ' ακουγα όταν έγραφα αυτή την μπούρδα)

9 Οκτ 2009

Το ήξερε η Μαρία;

Κατά πως φαίνεται, η συντρόφισσα Δαμανάκη κάτι ήξερε για τα πλάνα του αντιεξουσιαστή υπουργού Προστασίας του Πολίτη (ούτε χιούμορ δεν έχουν οι Πασοκοι) και για αυτό αρνήθηκε να πάρει θέση. Βρέθηκε, όμως, ο Σπύρος Βούγιας, γνωστός για το ήθος του από την εποχή που διεκδικούσε το δήμο Θεσσαλονίκης, να αναλάβει υφυπουργός δίπλα στο δημοκράτη Χρυσοχοΐδη. Από το πρώτο 24ωρο φροντίζουν να δείξουν ποιοι είναι. Δεκάδες προσαγωγές και διήμερη καταστολή στα Εξάρχεια. Όσοι γνωρίζουν την ιστορία του ΠΑΣΟΚ της καταστολής δε θα πρεπει να εκπλήσσονται. Όσο για το Χρυσοχοΐδη, το δημοσιέυμα του Ριζοσπάστη από το 2001 τα λέει όλα για το πόσο σοβαρα παίρνει το ρόλο του αρχηγού των ταγμάτων ασφάλειας-προστασίας του πολίτη.

Εδώ οι αστειότητες του Βούγια περί "εστίας ανομίας" στα Εξάρχεια.
Εδώ μαρτυρία προσαχθέντα κατά το χθεσινό αστυνομικό πογκρόμ.
Εδώ και εδώ η δράση του ΠΑΣΟΚ στο ζήτημα του ασύλου και των εξαρχείων (για να μην ξεχνάμε τι εστί ΜΠΑΤΣΟΚ).

Υπενθυμίζουμε:
Επιχείριση Αρετή
Χημείο 95
Καλτεζάς
Αντώνης Δροσογιάννης
Πολυτεχνείο 95

Για μια χούφτα μαραβέδια

Ο δαιμόνιος συντάχτης του Everything you know is wrong Πάνος Κάλχας-Σάχλας διαβάζει την "Ιστορία του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών" του Χάουαρντ Ζιν, εντυπωσιάζεται από όσα μαθαίνει και ξετρυπώνει έναν κομπάρσο, αδικημένο από Θεό, ανθρώπους και Ιστορία, τον μούτσο Ροντρίγκο (ουδεμία σχέση με τον Μουτσοντρίγκο). Ιδού τι δήλωσε σε παγκόσμια αποκλειστικότητα.

Για να τουμπιγκινγουιδάρουμε να ξεκλιαρίσω ότι το όνομά μου, κύριε Σάχλαποτέτοιε μου, δεν είναι Μούτσο Ροντρίγκο, ούτε υπήρξα ποτέ μούτσος. Το όνομά μου, βαρύ σαν ιστορία, είναι Juan Rodrigo Bermejo de Triana, παρότι -άγνωστο γιατί- άλλες πηγές επιμένουν να με ονομάζουν Rodrigo Bernajo. Για τις θαυμάστριές μου ωστόσο είμαι απλώς ο Hot Rod.
Γιος του ευγενούς τεντζεροποιού Βισέντε Μπερμέχο και της καλλιπύγου Σερένι Μπετενκούρ. Οι γονείς μου, σεφαραδίτες κρυπτοεβραίοι, διώχθηκαν από τους Ισπανούς, ο πατερας μου μάλιστα δολοφονηθηκε απ' αυτούς. Καθότι οι καιροί δύσκολοι και η κρίση μεγάλη, ορφανός ων, αποφάσισα, γιε μου πού πας, μάνα να πάω στα καράβια.
Εκείνο τον καιρό, στα 1492, ενας σκιτζής Γενοβίτης, ονόματι Χριστόφορος Κολόμβος, μάζευε πλήρωμα για ένα τολμηρό ταξίδι στις Ινδίες. Σαλπάρισα, μετά την καταργηση των προγραμμάτων Σταζέ, μαζί του. Τριαντά μέρες πλέαμε σε μια θάλασσα γιομάτη με λογής παράξενα φυτά, ένας γέρο-Ηλιος μας κοιτούσε και μας έκλεινε πού και πού το μάτι κοροϊδευτικά, κύριε Σάχλα, σε στιλ “πού πάτε ρε μαλάκες;”.
Στο μήνα απάνω ο αυτός ο κώλος, ο χιλιπόγιας, ο Κολόμβος, μας μάζεψε, απογοητευμένους απ' την αποτυχία μας να βρούμε τις Ινδίες, ή οποιαδήποτε άλλη στεριά, καταλαβαίνετε την ψυχολογία του ναύτη, κύριε Κάλχα μου, είχαμε ένα μήνα να γαμήσουμε, και ήδη το πλήρωμα είχε αρχίσει να γίνεται -πώς να το θέσω κοσμίως;- μαλθακό (παρότι παρουσιάζαμε συμπτώματα πριαπισμού), να αδερφίζει, για να το πω λαϊκά. Ηταν επείγουσα η ανάγκη να βρούμε μια στεριά, ένα φιλόξενο λιμάνι, να γαμήσουμε. Και ο Κώλος ο Μβος υποσχέθηκε αμοιβή πολύ μεγάλη, σε όποιον έβλεπε πρώτος στεριά.
Κι έτσι με το ηθικό αναφτερωμένο συνεχίζαμε το ταξίδι μας.
Τη νύχτα εκείνη, ήταν θυμάμαι 12 του Οχτώβρη, κατά τις 2 το πρωί, τ' αρχίδι ο επιλοχίας με είχε βάλει σκοπιά στο παρατηρητήριο, γερμανικό νούμερο. Ηθελα τόσο πολύ την αμοιβή, για τη φαμίλια μου, κυρ Σάχλα μου, για τη σενιορίτα και τα νίνιοζ που δεν είχα να με περιμένουν πίσω, που προσπαθούσα με μανία να διαπεράσω το σκοτάδι και να δω στεριά. Μέχρι που ξαφνικά, μέσα στο σκοτάδι, κάτι γυάλισε, κάτι άστραψε, σαν πικνίκ μες στο δασάκι, μια μικρή φωτιά, στην καρδιά έβαλα πατίνια και δυο ρουλεμάν και ανέκραξα "Τέρα! Τέρα! Τέρα!".
“Πάει του 'στριψε του μαλακοκάβλη του Ροντρίγκο”, σκεφτήκαν οι αγουροξυπνήμενοι συνταξιδιώτες μου, "και βλέπει πορνοράματα με την Τέρα Πάτρικ". Οχι βρε γίδια, επέμεινα, στεριά, πέρα μακριά, ευθεία μπροστά, βλέπω στεριά! Κραυγές ενθουσιασμού ακολούθησαν και επιβραβευτικά χτυπήματα στην πλάτη, που να 'ξερα ο δόλιος, ότι κάποιος ετοιμαζόταν να με μαχαιρώσει πισώπλατα; Το ίδιο πρωί, αυτό το κόνιο, αυτός ο πούτα μάδρε, ο Κολόμβος, με συνεχάρη. Αλλά ανακοίνωσε ότι πρώτος αυτός, κατά τις 10 το προηγούμενο βράδυ, είχε δει στεριά, αλλά δεν το είχε πει σε κανένα, γιατί ήθελε να σιγουρευτεί προτού μας ξεσηκώσει χωρίς λόγο. Αρα λοιπόν την αμοιβή, την ισόβια σύνταξη των 10.000 μαραβεδίων, την οποία δικαιούμουν, που θα μου παρείχε μια ασφάλεια στον καιρό της επισφάλειας και της αμφισβήτησης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, θα την έπαιρνει ο ίδιος ο Assmvos, αυτός ο βρωμερός ασβός με τη μούρη του ποντικού, και όποιος είχε αντίρρηση μπορούσε να προσέλθει σε διάλογο με την μπιστόλα του.
Καταρρακώθηκα. Αρχισα να χάνω κιλά. Το δέρμα μου κιτρίνισε. Δεν είχα όρεξη για τίποτε. Ούτε να γαμήσω ούτε να σκοτώσω Ινδιάνους ήθελα. Μέσα μου άλλωστε είχε ήδη ξυπνήσει το κάλεσμα της μάμα Αφρικα. Τα βρόντηξα όλα. Πήρα το πρώτο αεροπλάνο για Αφρική. Εκεί ασπάστηκα τον ισλαμισμό και άρχισα να καταστρώνω το σχέδιο επανάκτησης όλων όσων αυτός ο σατανικός Χριστόφορος Κολόμβος μου είχε στερήσει: αλλά δεν θα αρκούμουν μόνο στα μαραβέδια. Θα του έπαιρνα ό,τι είχε και δεν είχε. Θα τον κατέστρεφα. Κι έτσι οργάνωσα ένα χτύπημα, το οποίο πραγματοποιήθηκε περίπου πεντακόσια χρόνια αργότερα, σε αυτό που οι διάδοχοι του Κολόμβου είχαν ονομάσει Δίδυμοι Πύργοι.



(προς τα ζαγάρια της υπηρεσίας που παρακολουθεί το ηλεχτρονικό έγκλημα και γενικότερα τη δραστηριότητα των πολιτών στο διαδίκτυο -δεν υπάρχει πλέον λόγος να τ' αρνούνται, το έχουν άθελά τους ομολογήσει, μετά τις πρόσφατες συλλήψεις: αυτό το κείμενο είναι της πλάκας και για πλάκα, και δεν εμπεριέχει ίχνος αλήθειας, πλην κάποιων ιστορικών στοιχείων)

8 Οκτ 2009

B-Bob e-Do

G.A.P. is a guerilla girl?

(η φωτό απ' την έκθεση του Bob ή Ντού)

7 Οκτ 2009

Ο άνθρωπος που έτρωγε ψωμί στον Αδη

Ηχούν οι σάλπιγγες, Πανούλη μου, και ο Αδάμ Ρεγκούζας, κάτω απ’ την ομπρέλα, παρακατσεύει, καιροφυλαχτεί, παραμονεύει, ορέ μηκρητόπουλα, να γίνει χαλίφης στη θέση του νομάρχη που θέλει να γενεί ηγέτης ενωτικός.

Και το στόρυ πάει ως εξής: Όταν τα λεκιασμένα με το χρήμα αθώων φορολογουμένων χέρια του Καραμανλή, αυτά τα χέρια-μαχαίρια, που διέπραξαν πληθώρα πολιτικών εγκλημάτων, γεμάτα ρόζους και κάλους απ’ το πλέιστέισιον, σηκώθηκαν ψηλά, εν είδει παραιτήσεως, άνοιξε διάπλατα ο δρόμος που πανούργοι, βοργίες, άσοι στις ραδιουργίες, επικοινωνιολόγοι με σούφλια λόγια είχαν προλειάνει. Ο Κάπα Κάπα παραιτήθηκε, ο Πάνως Κάπα επαναπατρίστηκε, το Κάπα Κάπα Ε σταθέχασε (η ευγενής τέχνη του να μένεις σταθερός χάνοντας) και ο Παναγιώτης Ψι αποφάσισε διαδεχόμενος τον Καραμανλή να γίνει Σαρκοζί, να γίνει Μπερλουσκόνι, καθότι το ηθικό της ΝΔ, που ‘φαγε του ΠΑΣΟΚ τη σκόνη, μόνος αυτός μπορεί και το σηκώνει, το μικρό μου πόνυ, μικρό μου πόνυ, για το κόμμα, που άλλων αμαρτίες πληρώνει, η ψυχή του πώς ματώνει, στην κρίσιμη τούτη ώρα γκαζώνει και δεν μετανιώνει.

(κλικ στο δεύτερο λινκ)

4 Οκτ 2009

Εκλογές στο χωριό



Τραπέζι Κυριακής στο χωριό. Όλη η οικογένεια μαζεμένη - μόνο σε γιορτές γίνεται πλέον αυτό. Α! συν τους κουμπάρους του αδερφού μου. Αλλά αυτή η Κυριακή δεν είναι τυχαία, είναι η Κυριακή των εθνικών εκλογών.

Κοιτάξτε βέβαια, καμιά φανατισμένη οικογένεια δεν είμαστε. Πολιτικά ποτέ δε συζητάμε σπίτι μας. Και πως θα γινόταν εξάλλου τέτοιο σκορποχώρι (ή ακριβώς γι'αυτό και είμαστε σκορποχώρι).

Που λέτε, το τραπέζι αυτό τα είχε όλα: η οικογένεια του θείου ΠΑΣΟΚοι (όλοι, αυτοί είναι one big happy family, βρήκαν και νύφη ανάλογη). Η δική μου πάλι οικογένεια... αφήστε τα.

Ο μπαμπάς ανέκαθεν ΚΚΕς. Του'μεινε από τότε που ήταν εργάτης, κι όταν πλέον έγινε επιχειρηματίας, δεν μπόρεσε να ξεφύγει από τη συνήθεια, μόνο που μουρμουρίζει μέσα από τα δόντια του που και που για το ΙΚΑ που τον χαρατσώνει, ειδικά όταν (φυσικά) οι υπάλληλοι δεν έχουν τη δική του (παρά τα 60 του χρόνια, "υπεράνθρωπη") έγνοια για τη δουλειά. Πέραν του ότι ο άνθρωπος απλά δεν μπορεί να καθίσει ούτε 10 λεπτά.

Η μαμά δε, μέγας λάτρης του Κωνσταντόπουλου ("ωραίος άντρας!"). Έτσι του την έκανε του συντρόφου της το '93 και αλλαξοπίστησε. Όπως φυσικά την είχε κάνει και στο μπαμπά της όταν παντρεύτηκε. Και ευτυχώς εδώ που τα λέμε, μη το συζητάτε, σ' εκείνο το σόι να δείτε τι γίνεται... όλοι μπλε και βάλε - η γιαγιά μπλε ρουά, μεγάλη φαν του Παπαδόπουλου "τάξις και ηθική!". Ακόμη τη θυμάμαι να στέκει στο χώρισμα της πόρτας με το κομπινεζόν μέσα στα μεσάνυχτα... και φααααπ ένα χαστούκι μεγαλειώδες, όταν έφηβη πια, καλοκαίρι στο χωριό, είπα να πάω μια βόλτα με τα υπόλοιπα παιδιά - αφού βέβαια είχα πάρει την άδεια του θείου μου... Και παρόλες τις διαβεβαιώσεις της μάνας μου ότι δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα, με έστειλε πακέτο πίσω στο σπίτι όπου με περίμενε κι ο παππούς για να εισπράξω κι εκεί ένα ωραιότατο φτύσιμο και τη μάνα μου να μη μπορεί να κρατήσει τα γέλια.

Αδερφή και αδερφός συνασπισμένοι κι αυτοί (κι εγώ το '93 να σας πω τη μαύρη αλήθεια...). Έλα μου όμως που στα ζευγάρια υπάρχει διχασμός. Πασόκος μέγας ο γαμπρός μου, δεξιά η νύφη... Αφήστε τα. Μη πω για τον κουμπάρο...
Ρέστα βέβαια έδωσε η πεντάχρονή (παρά κάτι μήνες) ανιψιά. Με ύφος απορίας και αηδίας προς τον κουμπάρο: "μα πας καλά παιδάκι μου; το χοντρό;".

Και κατόπιν, παίρνοντας δύο από τα ψηφοδέλτια που επιστρέψαν σπίτι, φυσικά μη ξέροντας να διαβάζει, αλλά έχοντας απίστευτη φωτογραφική μνήμη:
"Μα καλά, δύο ίδια ΚΚΕ;" κρατώντας το Μ-Λ ΚΚΕ από τη μία και το ΚΚΕ Μ-Λ από την άλλη. Άντε να εξηγήσεις τώρα στο παιδί αυτά που δεν μπορείς να καταλάβεις εσύ ο ίδιος ακριβώς... (δηλαδή κάτι καταλαβαίνω, αλλά δεν μπορώ να σας το εξηγήσω ούτε εσάς επακριβώς).

Εγώ πάλι, μόνη κι έρημη, όχι μόνο στην οικογένεια, αλλά και σε ολόκληρο το χωριό. Αλλά πλέον δεν ασχολούνται μαζί μου, μόνο την πρώτη φορά, πριν χρόνια είχαν απορήσει για τον τρελό του χωριού, αλλά το ενδιαφέρον τους δεν κράτησε πάνω από δυο δευτερόλεπτα, ούτε καν το γουαρχολικό μου πεντάλεπτο δε μου παραχώρησαν, με σκίασε ο άτιμος ο Σημίτης...