25 Απρ 2011

Ενα τουίτ σε επιμήκυνση

Μία απ' τις μεγαλύτερες ήττες που έχουν φάει οι έλληνες μπλόγκερ -κι ας μην το ξέρουν, ας μην το παραδέχονται- οφείλεται σε αυτογκόλ. Παλιά διαδίδανε μεταξύ τους κείμενα άλλων μπλόγκερ, τα συζητούσαν, διαφωνούσαν, καβγαδίζανε, μπαζάρανε κείμενα του φούφουτου, του μίτζουρα, του χλιμίτζουρα, του ποκοπίκου, του φιρφιρίκου, της σάρας, της μάρας, μέχρι που ήρθε και το κακό συναπάντημα, όπου κακό συναπάντημα οι λογής λογής επώνυμες πένες (δημοσιογραφικές, συνήθως, οι οποίες φιλοξενούνται είτε στις ονλάιν εκδόσεις των εφημερίδων είτε σε νέα εγχειρήματα με παλιά συστατικά, κυρίως τηλεοπτικά, βλέπε protagon) και ξάφνου οι μπλόγκερ μπαζάρουν, τουιτάρουν, κάνουν σέαρ και λάικ (μαζικά) ό,τι πει η χι επώνυμη πένα, αποδεχόμενοι με τον τρόπο αυτό -ακόμη κι αν προσπαθούν να την απορρίψουν- την πραγματικότητα έτσι όπως την ορίζει η επώνυμη πένα.
Είναι φορές που νομίζω ότι τον κάθε Πάσχο οι ίδιοι οι μπλόγκερ τον κάνανε αυτό που είναι σήμερα. Κι αυτό, όπως λέμε είς άπταιστον τουιτερικήν, είναι #fail.

24 Απρ 2011

Με αφορμή 160 σελίδες χωρίς λόγο ύπαρξης

Μέσα μου καθημερινά συγκρούονται ο ελιτιστής με τον λαϊκιστή.
Τον τελευταίο καιρό όλο και συχνότερα υπερισχύει ο λαϊκιστής.

Λένε ότι όλοι οι μεγάλοι καλλιτέχνες κλέβουν ασύστολα. Αλλά ακόμη κι αυτό, βραδερφέ, προϋποθέτει ως βασική προϋπόθεση τη δημιουργία - δεν αρκεί δηλαδή να λες "μου αρέσουν οι Τζόι Ντιβίζιον" αλλά πρέπει να γράψεις και τραγούδια που θυμίζουν τους Τζόι Ντιβίζιον, ομοίως, στην περίπτωση της συγγραφής, χρειάζεται να γράψεις κάτι, όχι απλώς να μυξοκλαίς μεθυσμένος πάνω απ' το χαρτί λέγοντας "τότε που ημασταν νέοι, και όμορφοι και στα οδοφράγματα εγω και.... (και αραδιάζεις καμιά δεκαπενταριά ονόματα φίλων σου) ακούγαμε Μπομπ Ντίλαν και Λέοναρντ Κοέν και διαβάζαμε αποσπάσματα απ' τον Οδυσσέα του Τζόις στα μπιστρό του Παρισιού και το φθινόπωρο φανταζε τόσο όμορφο, στα γαλάζια καστανωπά ξανθά σου μάτια, κι ήταν η ζωή μας σκηνές από ταινία του Γκοντάρ και σου χάρισα ένα βιλίο του Φιτζέραλντ, μου χάρισες ένα πανάκριβο ουίσκι, που το ήπιαμε μαζί, και τα άπαντα του Μπρετόν" - ε όχι, αυτό δεν είναι λογοτεχνία, δεν είναι καν "κλέβω τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες", απλώς είναι λίστες (όχι πολυ διαφορετικές από αυτές που κάνουμε πριν πάμε στο σουπερμάρκετ), παράθεση αριστουργημάτων της τέχνης με σκοπό το τίποτά σου να κλέψει λίγη απ' τη λάμψη τους, όμως όχι, δεν αρκεί να διαβάσεις Σελίν για να γίνεις Σελίν, ούτε να πίνεις πολύ για να γίνεις Μπουκόφσκι, διότι τα μεθύσια σου, αντίθετα με του Χανκ, είναι πάντα τόσο δαντελένια, δεν περιλαμβάνουν ποτέ ξερατά, λιποθυμίες, διάρροιες, όχι, διότι οι ευτυχείς λίγοι σαν και σένα όλα ξέρουν να τα κάνουν καλύτερα: να πίνουν, να μεθάνε, να γαμάνε, να αγαπάνε, να ζουν εντέλει καλύτερα απ' την πλέμπα, απ' τους αδαείς πολλούς που -για φαντάσου!- κι αυτοί πίνουν, κι αυτοί μεθάνε, κι αυτοί γαμάνε, κι αυτοί αγαπάνε, κι αυτοί ζουν, κι αυτοί κάποιους καλλιτέχνες εκτιμάνε, αλλά δεν θεωρούν ότι κάνουν δα και τίποτε σημαντικό, δεν διαλαλούν τα μεθύσια, τα γαμήσια τους, ούτε εκδίδονται εν είδει μυθιστορήματος/αφηγήματος οι λίστες με τα αγαπημένα τους τραγούδια, βιβλία, φιλμ, και, στην τελική, αφού απευθύνεσαι μόνο σε μια φαντασιακή ελίτ, ρε μεγάλε, γιατί μπαίνεις στον κόπο και εκδίδεσαι; Κάντα μια εκτύπωση και μοίρασέ τα στους ομοίους σου.

Μέρες αηδίας

O κεντρικός χαρακτήρας της "Βλακείας του έρωτα" του Βίλχελμ Γκενατσίνο ασκεί ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον επάγγελμα - είναι ελεύθερος αποκαλυπτής, όχι πανανθρώπινος αποκαλυπτής, όχι φονταμενταλιστής, αλλά πολιτισμικός αποκαλυπτής, ένας ρεβιζιονιστής της προόδου, ενας συντηρητικός των αισθήσεων. Ο κος Μπλάουλ, γνωστός του, ασκεί ένα ακόμη πιο ενδιαφέρον επάγγελμα - είναι επιστήμων του νου με ειδίκευση στη ρητορική της ευτυχίας στις αγγελίες γάμων του Διαφωτισμου. Ο κος Μπλάουλ επιδίδεται στον εξής αγώνα: να επιτραπεί σε υπαλλήλους και εργάτες να παίρνουν κάθε μήνα τουλάχιστον μια ελεύθερη μέρα αηδίας [...] να μένουν μια μέρα μακριά απ' τη δουλειά τους, χωρίς ανακοινώσεις, αιτιολογίες, όταν νιώσουν ξαφνικά αηδία, είτε για την εταιρεία τους, είτε για έναν συνάδελφο, είτε για τον ίδιο τους τον εαυτό, είτε για οτιδήποτε. Μια ελεύθερη ημέρα αηδίας θα βοηθήσει να συνέλθουμε χωρίς να χρειαστεί να το βάλουμε στα πόδια.
Δεν ξέρω τι πιστεύει ο γερμανός Βιλ. Γκενατσίνο για την κα Μέρκελ, το ΔΝΤ, την οικονομική κρίση, τις PIGS.
Ωστόσο τέτοια, καθ' όλα έλλογα αιτήματα, φαντάζουν στην ελληνική μνημονιακή πραγματικότητα ως ουτοπίες του χειρίστου είδους.

19 Απρ 2011

Η κοινωνική αξία των έξυπνων και καλλιεργημένων (κυρίως μέρος)

(και τώρα η συνέχεια που όλοι περιμένατε)

(αλλά πριν, μια σύντομη παρέκβαση)

Θέλω ν’ αγοράσω ένα σμαρτφόν, όχι επειδή είμαι θύμα του καταναλωτισμού ούτε επειδή είμαι τρέντι γκατζετάκιας, αλλά επειδή ενστερνίζομαι απόλυτα τις αλαβάνειες προβλέψεις, ότι σύντομα θα γίνει της πλατείας Ταχρίρ και στην Ελλάδα, και θέλω μεταδίδω με τουίτς και μ΄άλλα τέτοια σόσιαλμιδιά την επανάσταση στους καναπεδάτους. Πήγα στο κινητάδικο και ρώτησα τις τιμές, με επιχορηγήσεις, μπόνους, προσφορές κτλ. και προβληματισμένος πήρα το δρόμο της επιστροφής με άδεια τα χέρια. Κι επειδή είμαι κολλημένος με τα ντέρμπι, σαν τον Μουρίνιο ένα πράμα, πήγα στο περίπτερο να προμηθευτώ κανάδυο. Πώς πάμε; με ρώτησε ο ρουφιάνος περιπτεράς. Δεν πάμε, αναστέναξα. Ούτε ένα ταξιδάκι; επέμεινε. Για ταξιδάκια είμαστε τώρα ανθρωπέ μου; Δεν βλέπεις τι γίνεται; Ναι αλλά τουλάχιστον εσύ πρόλαβες και τα έκανες τα ταξιδάκια σου νωρίτερα, δεν καθόσουν να μιζεριάζεις, με παρηγόρησε ο πανθορών περιπτεράς. Κι επειδή πιστεύω ότι τίποτε δεν είναι τυχαίο και τα πάντα συμβαίνουν για έναν λόγο, για να θησαυρίζουν οι πολυεθνικές και οι πλούσιοι, αποφάσισα ο μαλάκας να πάω αύριο και να το πάρω το σμαρτφόν, γιατί δεν θα κάτσω να μιζεριάσω, αμπώς.

(και τώρα αρχίζει επιτέλους η συνέχεια που όλοι περιμένατε)

Ξίνισα όταν πρωτόπεσε στα χέρια μου το βιβλίο (η επιστολή του Λόρδου Τσάντος, ντε, του Χούγκο φον Χόφμαννσταλ): ολιγοσέλιδο (76 σελίδες) με δύο εισαγωγές και ένα επίμετρο, ούτως ειπείν περισσότερα είναι τα γύρω γύρω που λένε για το βιβλίο οι διάφοροι από αυτά που λέει το βιβλίο αυτό καθαυτό. Σαν να λέμε, γράφω μια ακατανόητη υψίστου νοήματος παπαριά για την επεξήγηση της οποίας γράφονται σελίδες επί σελίδων.

Περιφρονητικά παραμέρισα τις δύο εισαγωγές και το επίμετρο και προχώρησα κατευθείαν στην ανάγνωση της επιστολής του Λόρδου Τσάντος κάνοντας και φανταστικά λογοπαίγνια του τύπου «αν ο Φερνάντο Σάντος είναι ο καρπουζάς απ’ το Εστορίλ, ο Λόρδος Τσάντος τι να ‘ναι άραγε; Πεπονάς απ’ το Φαρμβίλ;», ώσπου ξάφνου το μάτι μου έπεσε σ’ αυτό: «αρχισε να μου γίνεται αδύνατο να συζητήσω για θέματα υψηλά ή γενικού ενδιαφέροντος και να φέρνω στο στόμα μου λέξεις που όλος ο κόσμος συνηθίζει φυσιολογικά να χρησιμοποιεί δίχως ενδοιασμούς. Ενιωθα δυσφορία ανεξηγητη ακόμη και να ξεστομίσω λέξεις όπως ‘πνεύμα’, ‘ψυχή’, ‘σώμα’» - μόρφωση, καλλιέργεια, κουλτούρα, επιστήμη, θα πρόσθετα εγώ.

Εχετε ίσως καταλάβει κάποιοι την (σχεδόν) απέχθεια που τρέφω για αυτά τα πράγματα – και για τη σοβαρότητα και την εξυπνάδα επίσης, ενδεχομένως επειδή όσα δεν τα φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια, μου λέει το κόκκινο διαβολάκι στ’ αριστερό μου αυτί – στο δεξί κανένα αγγελάκι δεν μου λέει τίποτε, σήμερα δεν δουλεύει, άγγελοι και διαβόλοι δουλεύουν εκ περιτροπής πλέον εξαιτίας του νόμου Λοβέρδου για την προστασία της εργασίας…

Πέρα από τους αγγέλους και τους διαβόλους ένα πράμα κατάλαβα, διαβάζοντας εντέλει το επίμετρο της μεταφράστριας Εφης Γιαννοπούλου: για μένα γράφει ρε ο Χόφμαννσταλ, "προβληματιζόμενος ταυτόχρονα για τα όρια της γλώσσας και τη δυνατότητά της να εκφράσει τον κόσμο, προβληματισμός που θα κυριαρχήσει σε όλον τον αιώνα που τότε άρχιζε τόσο στη φιλοσοφία όσο και στη λογοτεχνία" - το κείμενο σε εισαγωγικά ξεπατικωμένο απευθείας απ' το βιβλίο, σιγά μην το γράψω με δικά μου λόγια.

Στο τρίτο και τελευταίο μέρος αυτής της επικής σειράς αναρτήσεων θα μάθουμε αν τζάμπα καίει η λάμπα που ΄χει ανάψει πάνω απ’ την προϊούσα καράφλα μου, τι είναι το Αούστερλιτς, τι τζιν πίνει ο φίλος που θα μου το δανείσει, πόσα τζιν χρειάστηκε να πιω κατά τη συμφωνία δανεισμού και τι σχέση έχει τ΄ Αούστερλιτς με όλα τα παραπάνω. Μείνετε συντονισμένοι.

(συνεχίζεται)

18 Απρ 2011

Η κοινωνική αξία των έξυπνων και καλλιεργημένων (πρελούδιο)

Τώρα με την κρίση, πώς περνάτε τα βράδια σας;
Καθόμαστε σπίτι, διαβάζουμε φωναχτά αποσπάσματα απ' το "Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε" του Ράινερ Μαρία Ρίλκε και σκάμε στα γέλια.

"Ας συμφωνήσουμε σε τούτο: το καπάκι ενός κουτιού, ενός κουτιού άρτιου στην υγεία του, που ο ίδιος ο γύρος του δεν είναι λυγισμένος διαφορετικά απ΄το το γύρο του ίδιου του κουτιού, ένα τέτοιο καπάκι δεν θα ΄πρεπε να γνωρίζει άλλη επιθυμία απ' το να βρίσκεται πάνω στο κουτί του - αυτό θα έπρεπε να είναι το τελευταίο που μπορεί να φανταστεί: ανυπέρβλητη ικανοποίηση, η εκπλήρωση όλων του των πόθων. Είναι άλλωστε κάτι αυτόχρημα ιδεώδες να αναπαύεσαι συμμετρικά, κοχλιωμένο υπομονετικά κι απαλά πάνω στις μικρές ελικώσεις και να αισθάνεσαι να εισχωρεί μέσα σου η προεξοχή ελαστική και τόσο κοφτερή, όπως είναι κι ο γύρος σου, όταν είστε χωρισμένα το ένα απ' το άλλο".

Πέρα από τα γέλια που κάναμε με το συγκεκριμένο -και όχι μόνο- απόσπασμα, υπάρχει και ο θαυμασμός για την αρτιότητα του ύφους και της γραφής αλλά και η απορία: τι σκατά θέλει να πει ο ποιητής; Λοιπόν, είναι ξεκάθαρο νομίζω πως μιλάει για σεξ, για το γεμάτο πάθος ερωτικό σμίξιμο ενός απόλυτα ταιριαστού ζευγαριού, τη στιγμή μάλιστα της διείσδυσης, για την απόλυτη παράδοση στη λαγνεία. Νιώθω τόσο ερεθισμένος όσο είμαι σίγουρος πως ένιωθε κι ο συγγραφέας, ο οποίος είμαι σίγουρος πως είχε και τα δύο του χέρια απασχολημένα όταν έγραφε αυτό το χωρίο, το ένα πάνω στο χαρτί, το άλλο πάνω στο καυλί.

Κι όμως! Ερχεται ο Κλαούντιο Μαγκρίς, στην εισαγωγή της "Επιστολής του Λόρδου Τσάντος" του Χούγκο φον Χόφμαννσταλ, να πει τα εξής, να τα ξεκαθαρίσει όλα, να τα πει λιανά και να βάλει τα πράγματα στη θέση τους:
"Ο Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε (είναι) χαρακτηριστικό παράδειγμα της εξάλειψης του βιογραφικού και αφηγηματικού εγώ (πλήρως διασκορπισμένου και απορροφημένου στα πράγματα που παραμένουν ασύνδετα μεταξύ τους και αντιστέκονται στην αποκρυπτογράφηση), είναι συμβολικά ένας αριστοκράτης ξεκομμένος από την πιο βάναυσα νεωτερική πραγματικότητα, ένας αριστοκράτης που ξαναβρίσκει μια αυστηρή αντικειμενικότητα παροξύνοντας μέχρις αυτοκαταστροφής την ίδια του την αισθητηριακή ευαισθησία".

(συνεχίζεται...)

16 Απρ 2011

Ο Τζόνι Στομπανάτο στο panokato

Τι έγινε, δεν γράφεις πια στο μπλογκ; σαν να το παράτησες ε; με ρώτησε χτες ο καλός παρότι εν γένει αρνητικός συνάδελφος στη δουλειά, την ίδια δουλειά για την οποία η παλιά, καλή φίλη που με πήρε τις προάλλες τηλέφωνο ρώτησε "ακόμη σε αυτή τη βρωμοδουλειά είσαι;" και δεν ήξερα τι να απαντήσω ούτε στον καλό συνάδελφο ούτε στην παλιά καλή φίλη.
Κι άρχισα να σκέφτομαι, να γράψω μήπως για το αμετάφραστον των βιβλίων του Κωστάκη Ανάν σ' αντιδιαστολή με τις λαλίστατες γιαουρτόφιλες λογοτέχνισσες, όψιμα κοπτόμενες περί της πατρίδος ημών, οι οποίες γράφουν εις τα εγγλέζικα και κατόπιν μεταφράζονται εις την ελληνικήν;
Μπα, όχι.
Θα μπορούσα να σου πω ίσως και για τον Χούνιαντι, έναν συγγραφέα δημιούργημα της πένας του Χρ.Χωμενίδη, το βιβλίο του οποίου "Στη δευτέρα παρουσία ας μας βάλουν απουσία" διαβάζω, μη με ρωτάς γιατί, αυτές τις ημέρες. Ο Φέρεντς Χούνιαντι ήταν λογοκριτής βιβλίων σε κάποιο απολυταρχικό καθεστώς κι έγινε σπουδαίος και τρανός συγγραφέας σβήνοντας φράσεις από βιβλία άλλων, διαστρεβλώνοντας το νόημά τους κι εντέλει παράγοντας ένα τελείως διαφορετικό περιεχόμενο. Ενας συγγραφέας που έσβηνε, αντι να γράφει, βιβλία. Ομοίως και για να προστατέψω έναν έλληνα νομπελίστα αλλά και για να φτιάξω μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα θα κάνω μια χουνιαντιά στη δήλωση του Χ. Πισσαρίδη: "Καταργήστε τους περιορισμούς στις απολύσεις" θα σβήσω το "τους περιορισμούς σ" και θα μείνει "Καταργήστε τις απολύσεις". Πόσο πιο ωραία ε; Μπράβο νομπελισταρά μου, τι καλά που τα λες.
Αλλά μπα, ποιον ενδιαφέρουν όλα αυτά;
Η Νεκρή Ευρώπη του Χρ.Τσιόλκα θέλει ένα σεντόνι ποστ από μόνη της. Μαύρο, κατάμαυρο, αποπνικτικό, θεοσκότεινο. Ουτε μια ακτίδα φωτός. Παντού μιζέρια, εξαθλίωση, ρατσισμός, παρακμή. Ενα βαθιά πολιτικό βιβλίο. Μια ιστορία που ξεκινά απ' την κατοχική επαρχιακή Ελλάδα και καταλήγει μέσω Αυστραλίας στην Ελλάδα των Ολυμπιακών Αγώνων και στην παρακμή της ενωμένης Ευρώπης. Και ένα κατ' εμέ αμφιλεγόμενο και συζητήσιμο εύρημα για να δοθεί το τέλος του βιβλίου: ένα περίεργο άλμα απ' τον σκληρό -πιο σκληρός δεν γίνεται- ρεαλισμό στη μεταφυσική.
Ομως ούτε για τον Τσιόλκα θα σου πω.
Εγώ θέλω να σου πω για τον Τζόνι Στομπανάτο, το πρωτοπαλίκαρο του Μίκι Κόεν, του εβραίου γκάγκστερ στο μεταπολεμικό LA, που νόμιζα ότι ήταν δημιούργημα της αξεπέραστης πένας του Τζ.Ελρόη (αλλος ψυχάκιας κι αυτός, το ΄ξερες ότι αυτός και κανα δυο απόστρατοι αξιωματικοί της αστυνομίας έχουν φτιάξει μια λέσχη, ένα κλαμπ, και τρέχουν και εξετάζουν παλιές αλυτες υποθέσεις δολοφονιων; όσο πιο αρρωστημένες οι υποθέσεις τόσο πιο πολύ γουστάρουν οι ματάκηδες, οι ψυχάκηδες εγκληματολάγνοι). Ο Τζόνι Στομπανάτο, ο ατσάλινος Τζόνι, που τα χε με τη Λάνα Τάρνερ, κι από ζήλια μια φορά έβγαλε πιστόλι κι απείλησε τον συμπρωταγωνιστή της Σον Κόνερι, αλλά μάγκας ο Σον τού πήρε την μπιστόλα και τον πέταξε έξω απ' το στούντιο ναούμε, τι Τζέιμς Μποντ άλλωστε θα ήταν;
Αυτή η ζήλεια του τον έφαγε τον φουκαρά παλικαρά τον Στομπανάτο: απειλούσε ότι θα χαράξει τη μούρη της Λάνας και αποκεί και πέρα μπλέκεται το πράγμα: επισήμως τον σκότωσε η ανήλικη κόρη της Λάνας για να προστέψει τη μάνα της από τη μανία του ζηλιάρη εραστή. Οι φήμες λέγανε όμως ότι στην πραγματικότητα τον έφαγε η ίδια η Λάνα και έστησε την ιστορία φορτώνοντας το έγκλημα στην κόρη της, που ως ανήλικη δεν θα καταδικαζόταν στη φυλάκα. Η δε μαφία, λένε κάποιοι, ήταν πεπεισμένη ότι τον Τζόνι τον έφαγε τελικα ο Τζέιμς Μποντ, ο Σον Κόνερι ντε, στη ρεβάνς της πρώτης τους αναμέτρησης.
Θα μπορούσα να γράψω για αυτά, αλλά ποιον ενδιαφέρουν;
Γαμώ το ΠΑΣΟΚ, μέχρι και τα χόμπι, τις μικρές μονομανίες και τα ενδιαφέροντα μάς τα 'χει περικόψει.

ΥΓ. Η φωτογραφία του Τζόνι Στομπανάτο και της Λάνα Τέρνερ είναι απ' την εφημερίδα Μακεδονία της 13ης Απριλίου 1958. Η δολοφονία Στομπανάτο είχε λάβει χώρα πριν από περίπου μία βδομάδα.

11 Απρ 2011

Αν δεν έχεις 100 ευρώ μπορεί και να πεθάνεις;

"Τι συμβαίνει;"
"Ε, τίποτα σημαντικό, έχω ένα έντονο πόνο στην κοιλιά και σε συνδυασμό με ένα έντονο βήχα με έχει σκίσει. Επειδή ο μικρός μου γιος πέρασε μια γαστρεντερίτιδα μάλλον την κόλλησα. Είπα αφού μένω κοντά να περάσω μια βόλτα τώρα πριν χειροτερέψει η κατάσταση"
"Καλά ο βήχας δεν είναι επείγον αλλά την κοιλιά να τη δούμε γιατί σέρνεται όντως μια γαστρεντερίτιδα τελευταία...άσε. Έχεις βιβλιάριο μαζί σου;"
"Όχι αλλά έχω τον ΑΜΚΑ"
"Κάνει. Φέρε. Μουμπλε μουμπλε...οκ, πάρε αυτό το χαρτί....μάλιστα....θέλω 5 €"
"Γιατί;;"
"Είναι σύμφωνα με το νόμο τα χρήματα που πρέπει να δώσεις επειδή ήρθες στα επείγοντα"
"Δε κατάλαβα. Γιατί δίνω εισφορές κάθε μήνα; Δε θέλω να τα πληρώσω"
"Κάνεις πολύ καλά και θα σου πω και μπράβο. Πάρε το χαρτί και μπες μέσα"
Ο διάλογος είναι πραγματικός και έγινε ανάμεσα σε εμένα και σε υπάλληλο σε Νοσοκομείο σε πόλη της περιφέρειας.
Η συνέχεια είναι πιο ζουμερή. Πάρτε ένα ποτάκι.
Το πήρατε;
Ακόμα;
'Αντε....
Πάμε...
Μπήκα μέσα που λέτε. Ο γιατρός μικρός σε ηλικία και ΑΕΚ. Μου το είπε όταν άκουσε τον ήχο από το κινητό, κάνοντας και καζούρα επειδή μας απέκλεισαν από τον τελικό.
Τες πα για να μη μακρηγορώ, διότι το έχω αυτό είμαι πολύ περιγραφικός και πρέπει να το κόψω, μου είπε να κάνω εξετάσεις και ότι, συγκρατήστε αυτό, για το βήχα δε μπορεί να κάνει κάτι και να πάω σε ένα πνευμονολόγο. Εκείνη την ώρα μπαίνει ένας τυπάς Ρωσοπόντιος μέσα και λέει στον γιατρό ότι δεν έχει 35 ευρώ και τι να κάνει. Ο γιατρός του απαντάει ότι δε μπορεί να έχει ευθύνη και ότι θα υπογράψει ο ίδιος ο ασθενής ότι παίρνει πρωτοβουλία και φεύγει. Εκείνη την ώρα δε κατάλαβα...
Πήρα τις εξετάσεις μου και βγήκα ξανά στον πηγαιμό για τον καλούλη υπάλληλο έξω.
"Τι έγινε; Σου έγραψε εξετάσεις;αχα....για να δω....μάλιστα...μια ακτίνα και βιοχημικές....35 ευρώ όπως του κυρίου που μόλις έφυγε"
"Μάλιστα. Υπέροχα. Μα καλά ξαναρωτάω τι πληρώνω τότε κάθε μήνα;Τι κάνουμε τώρα; Εγώ πάλι δε θέλω να πληρώσω και στο κάτω κάτω της γραφής δεν έχω και μαζί μου 35 ευρώ. Έχω 20".
"Χμμμ πρέπει να πιέσεις το γιατρό. Εδώ δε μπορώ να κάνω κάτι εγώ"
"Μα αυτός έδιωξε μόλις ένα τύπο. Θα συμβιβαστεί με εμένα που έχω κάτι απλό;"
"Δίκιο έχεις. Να δω μήπως θα μπορέσω να βγάλω κάποιες εξετάσεις να πληρώσεις άμα είναι 20 ευρώ;"
"Γιατί βρε αδερφέ τι είναι; Φέτα να βάλεις λιγότερα κιλά;Όχι ρε ξέρω ότι εσύ θες να το κάνεις επειδή θες να βοηθήσεις αλλά να πα να γαμηθούν πάω σπίτι να τη βγάλω με σούπα και μωρομάντηλα δε το χρειάζομαι το κωλοσύστημα υγείας τους".
"Καλά λες ρε φίλε, πάρε τα χαρτιά μη πληρώνεις και να πάνε στο διάολο όλοι. Απλώς να για εσένα θα το κάνω μη το πολυφωνάζεις μη πάρουν χαμπάρι όλοι και βρω μπελά".
Υπο αυτές τις συνθήκες λοιπόν έκανα τις εξετάσεις. Για ένα απλό περιστατικό.
Φανταστείτε:
1ον) Να είχα κάτι σοβαρότερο και αυτοί να λένε ότι "εμ έχεις μόνο 20 ευρώ"
20ν) Να επρόκειτο για ένα απο τα παιδιά μου. Θα είχα κάνει το γατρουδάκο αφίσα.
Με τα πολλά τελικά κάνω τις εξετάσεις τις πάω στο γιατρό.
Μου λέει "Νταξ δεν παίζει κάτι αλλά να σου γράψω κάτι τις. Πάρε αυτό για τη διάρροια είναι ένα χαπάκι. Για το βήχα δε μπορώ να κάνω κάτι. Πρέπει να πας σε πνευμονολόγο".
Του είπα να μου προτείνει κάτι για να περάσει το Σαββατοκύριακο και να πάω από βδομάδα στο γιατρό που πρέπει.
Μου έγραψε ένα σιρόπι και ένα inhaler και μου είπε να παω στο ΙΚΑ να τα γράψω πρώτα γιατί είναι ακριβά.
Εκεί παραξενεύτηκα. Ρε φίλος, σκέφτηκα, εγώ σου ζητάω κάτι να την περάσω το ΣΚ και εσύ μου γράφεις κάτι που είναι για Δευτέρα; Τι διάολο πόσο ακριβά μπορεί να είναι;
Αποφάσισα ότι δε θα πάρω το inhaler που ήταν και το πιο ακριβό σίγουρα. Στο κάτω κάτω της γραφής δεν ένιωθα ότι το χρειαζόμουν. Από τη στιγμή που είχα αποφασίσει να παω σε άλλο γιατρό μέσα στην εβδομάδα θα έβλεπα τι μου προτείνει αυτός. Από περιέργεια θα ρωτούσα όμως το φαρμακοποιό πόσο έκαναν τα φάρμακα που μου πρότεινε ο προκλητικός ΑΕΚτσής.
Ο φαρμακοποιός απεφάνθη: Σιρόπι και inhaler μόνο (πάνω στα νεύρα ξέχασα και το χάπι για τη διάρροια) 59 ευρώ παρακαλώ.
"Μα καλά" λέω στο φαρμακοποιό λες και ήταν ο εισαγγελέας στο δικαστήριο και θα μου έδινε φωτοστέφανο και απέραντο δίκιο "είναι δυνατόν να μου προτείνει να πάω σε άλλο γιατρό και να μου γράφει το inhaler που κάνει 52 ευρώ; Ας μου έγραφε μόνο το σιρόπι"
"Ε και ο άλλος γιατρός αυτό θα σου γράψει. Να το πάρεις."
Στραβοκοίταξα το φαρμακοτρίφτη. Το κατάλαβε γιατί έκανε λίγο πίσω. Και δεν είμαι και κανάς τρομακτικός, το αντίθετο μάλιστα.
"Να κοιτάς τη δουλειά σου και να μου δώσεις μόνο το σιρόπι" είπα στον μεταλλαγμένο από εισαγγελέα σε Σατανά φαρμακοποιό, πήρα το σιροπάκι μου και έφυγα.

Τι έχει λοιπόν παιχτεί;

Για ένα απλό περιστατικό αρχικά στο νοσοκομείο πρέπει να πληρώσεις σίγουρα 5 € και από εκεί και μετά ένα ποσό ανάλογα με τις εξετάσεις και με το ταμείο σου. Εγώ θα πλήρωνα 35 €, άρα θα έπρεπε να έχω πληρώσει 40€. Έχουμε επίσης ένα γιατρό που παρά τον όρκο που έδωσε στον Ιπποκράτη αρνείται να βοηθήσει τον άρρωστο και τον διώχνει. Ο ίδιος γιατρός γράφει για κάτι που δεν είναι της δικής τους ευθύνης ένα φάρμακο που κάνει 52 ευρώ με την προτροπή μάλιστα "να πας να το γράψεις". Αν έπαιρνα τα φάρμακα όλα θα έδινα 65 ευρώ (ή θα χρέωνα το ασφαλιστικό ταμείο με ένα ποσό ανάλογο της συμμετοχής του αν τα έγραφα). Μέσα λοιπόν σε ένα βράδυ για ένα απλό επαναλαμβάνω περιστατικό θα έπρεπε να έχω δώσει πάνω από 100€.
Μέσα στο παιχνίδι ο φαρμακοποιός. Γιατρός και φαρμακοποιός στην ίδια πλέμπα για να τσεπώνουν οι ίδιοι και οι φαρμακευτικές.
Απορείτε ακόμα γιατί νοσεί το ΕΣΥ;
Τώρα πως αντιδρούμε σε όλα αυτά; Όχι εγώ εδώ δε θα το παίξω επαναστάτης. Δε θα συμβουλέψω με βάση τι έκανα εγώ. Βάση θα έχουμε τι κάνει ο υπάλληλος του ταμείου. Μόνος του.
Πριν φύγω, του άφησα ένα κέρασμα που με γλίτωσε από 40 ευρώ. Του έδωσα θάρρος που προτρέπει όσους δε θέλουν να πληρώσουν να το κάνουν γιατί θέλει κάκαλα να τα βάλεις με όλους.
Και μου έδωσε αυτό
Από κάτω δεν υπογράφει κανένα κόμμα. Υπογράφει ο ίδιος (για ευνόητους λόγους δεν έχω βάλει το όνομα του). Κάνει ότι μπορεί αυτός από μόνος του για να μη περάσει αυτή η ιστορία με τις πληρωμές στα νοσοκομεία.
Παλεύει λοιπόν μόνος του απέναντι σε μια συντεχνία ΟΡΙΣΜΈΝΩΝ φαρμακευτικών-γιατρών-φαρμακοποιών.
Δε φτάνει μόνο οι πολίτες λοιπόν να έχουν το σθένος να μπουν μπροστά και να πουν Δε πληρώνω. Πρέπει να υπάρχει και βοήθεια από γιατρούς και υπαλλήλους των Νοσοκομείων. Και τους προτρέπω:
Βοηθήστε όσο μπορείτε. Από το χέρι σας περνάει...

1 Απρ 2011

Νέα πνευματική ελίτ

Μια φορά κι έναν καιρό ένας γνωστός μου αλλά όχι γνωστός συγγραφέας, δεν έχει σημασία ποιος, αποκάλεσε έναν γνωστό αλλά όχι γνωστό μου συγγραφέα, δεν έχει σημασία ποιον, γουρούνι των γραμμάτων, που τσαλαβουτά στο βούρκο της ελληνικής λογοτεχνίας.
Νωρίτερα σήμερα μού υπεδείχθη, εν είδει ιστολογικού σημειωματος, το οποίο στοχαζόταν πάνω στα βάσανα της γραφής, το ηλεπόνημα μιας άγνωστής μου, η οποία απεδείχθη γνωστή (αν όχι κάτι παραπάνω) ενός γνωστού της υποδείξασας σ' εμέ το σημείωμα, τον οποίον, παρότι έχουμε κοινούς γνωστούς, προσωπικά γνωρίζω μόνον μέσω του όχι και τόσο γνωστού εξαιρετικού λογοτεχνικού πονήματός του.
Κύκλους ανάγνωσης κάνουμε ως αναγνώστες μεταξύ γνωστών αγνώστων και αγνώστων γνωστών, εναλλασόμενοι σε ρόλους, διαγκωνιζόμενοι σε εφευρετικότητα, ευφυολογία, παραδοξότητα, αιρετικότητα, νεοκουλτουροκαταρίαση και μεταμοντέρνο αυτοσαρκασμό.
Βάζουν τα δυνατά τους με τα γραπτά τους να είναι και να δείχνουν έξυνποι, καλλιεργημένοι, ευφυείς κάνοντας αναφορές και κλεισίματα του ματιού (αυτή η διακειμενικότητα που 'χουμε ξαναπεί) σε άλλους έξυπνους, καλλιεργημένους, ευφυείς. Κανείς (λίγοι;) δεν αναδεικνύει τη βλακεία (του) μέσα απ' τη γραφή. Αλλωστε η εποχή μας ένα μόνο πράγμα δεν αντέχει: τη βλακεία (την αποτυχία, την έλλειψη φιλοδοξίας, την απουσία στόχων).
Κανείς συγγραφέας, γνωστός ή άγνωστος, δεν είναι πραγματικός. Όπως οι λογοτεχνικοί ήρωες είναι δικά τους δημιουργήματα, έτσι κι οι συγγραφείς είναι αποκύημα της φαντασίας του αναγνώστη.
Νομίζω πως το ίδιο ισχύει και για τους ιστολόγους.