29 Μαΐ 2008

Μόρια και κασίδα

Στην ουρά μπροστά μου, έξω από τη διεύθυνση δευτεροβάθμιας του χωριού μου είναι μια πολύ όμορφη κοπελίτσα. Την παρατηρώ ώρα. Φοράει ένα κοντό φουστανάκι, το δέρμα της είναι άσπρο σαν κρέμα γάλακτος, τα μαύρα γυαλιά της γαντζώνονται στις ξανθές μπούκλες της. Είναι μια από τις πολλές που αγωνιούν για μια θέση στον ήλιο της μέσης εκπαίδευσης. Νέος ΑΣΕΠ πλησιάζει,τα φροντιστήρια τρίβουν τα χέρια τους και φουσκώνουν τις τσέπες τους, όλοι πουλάνε στα χιλιάδες θύματα των υποψήφιων εκπαιδευτικών. Κάποιοι ως πιο τυχεροί όμως θα χρησιμοποιήσουν το γνωστό καλό ελληνικό τρόπο: το παράθυρο. Θα μαζέψουν μόρια από αδιάβλητους θεσμούς, όπως η ενισχυτική και η πρόσθετη διδασκαλία. Θα εκμεταλλευτούν μια γνωριμία, έναν μπατζανάκι, έναν τοπάρχη. Η γνωστή ιστορία από το 1831. Το γνωστο μπουρδελοκράτος. Το οποίο όχι μόνο σε κοροιδεύει αλλά θεσπίζει και ΑΣΕΠ για να φαίνεται αξιοκρατικό. Ας δούμε ένα παράδειγμα πόσο αξιοκρατικό είναι... Και αν θέλει ο κύριος Στυλιανίδης ας μας δώσει απάντηση. Μπορεί να μας δώσει απάντηση και κάποιος συνδικαλιστής της ΟΛΜΕ ή κάποιος διευθυντής δευτεροβάθμιας. Αλλα ας δώσουν μια απάντηση που να είναι πειστική. Γιατί αλλιώς Στρασβούργο. Αν τα μουλάρια δεν καταλαβαίνουν ας αποζημιώνουν. Αλλά δε θα μας δουλεύουν άλλο.

Ο Α.Ι. δεν έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις. Ωστόσο έδωσε στον ΑΣΕΠ φιλολόγων και πέτυχε. Κέρδισε έτσι 13 μόρια και μαι καλή θέση στον ενιάιο πίνακα ώστε να δουλέψει ωρομίσθιος στη χειρότερη περίπτωση. Φυσικά αυτή τη θέση την έχασε στον πίνακα γιατί δεν είχε πάει φαντάρος. Τη χρονια που πέρασε αναγκάστηκε να πάει στρατό, αν και είχε νομιμη αναβολή, για να μπορέσει να δουλέψει. Την ίδια χρονιά που "υπηρετούσε" η Σούλα , η Μαρίκα και η Ζαργάνα, αν και είχαν λιγότερα μόρια από αυτόν, δούλεψαν και μάζεψαν μόρια προυπηρεσίας. Ο μαλάκας Α. Ι. σήμερα, πολίτης πια, βρίσκεται κάτω από αυτές στον πίνακα και, αν και έχει γράψει καλύτερα στον ΑΣΕΠ, του χρόνου θα έχει προτεραιότητα η Σούλα και η Ζαργάνα. Ίσως και η Μαρίκα. Δε θα εξετάσω την κατάφωρη συνταγματική παραβίαση περί ισότητος. Ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του. Θα καταδείξω όμως κάτι που ο καθένας έχει τη δυνατότητα να κατανοήσει ρίχνοντας μια απλή ματιά στους κατεξοχήν αφερέγγυους πίνακες κατάταξης αναπληρωτών και ωρομισθίων της δευτεροβάθμιας. Εκεί που κάποιοι παράτυπα αποκτούν μόρια και κάνουν άλματα από τον πάτο στην κορυφή του πίνακα. Εκεί που δε μετράει αν έχεις μεταπτυχιακό, αλλά αν κάποιος διευθυντής στη Λήμνο σου δίνει μόρια και ας βρίσκεσαι εσύ χαμηλά στον πίνακα, και ας μην έχεις δώσει ΑΣΕΠ και ας μην έχεις πατήσει στη Λήμνο.
Ο Α.Ι βρίσκεται σε μια θέση στον πίνακα ανάμεσα σε άλλους που δεν είχαν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις. Ένας από αυτούς είναι ο Μ.Δ., ο οποίος στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ έγραψε χαμηλότερα από τον Α.Ι. Ωστόσο, ως δια μαγείας στον πίνακα είναι πιο ψηλά από αυτόν, όπως και από τον Π.Σ και τον Κ.Α., οι οποίοι επίσης έγραψαν καλύτερα από τον Μ.Δ. Και όλοι έχουν ένα κοινό: δεν είχαν πάει φαντάροι, άρα δεν μπορούσαν να δουλέψουν ως ωρομίσθιοι ή αναπληρωτές καθώς τοποθετούνται τελευταίοι στον πίνακα ασχέτως μορίων. Έλα όμως που ο Μ.Δ τα τελευταία τρία χρόνια φαίνεται να "δούλεψε" ως ωρομίσθιος γιατί έχει κάτι μοριάκια παραπάνω, όπως φαίνεται στον πίνακα. Πώς έγινε αυτό κύριε Στυλιανίδη; Γιατί προτίμησαν αυτόν για ωρομίσθιο, αν και δεν είχε εκπληρώσει στρατιωτικές υποχρεώσεις, αλλά ήταν και χαμηλότερα στον πίνακα από πολύ πολύ κόσμο; Μήπως έκανε πρόσθετη κάπου που οι άλλοι δεν μπόρεσαν να κάνουν;
και με τί κριτήρια έκανε αυτός;
Ποιος λυκειάρχης αποφασίζει και γιατί;
Ακόμα πιο τρανταχτό είναι το παράδειγμα του Π.Χ και του Σ.Α. Ο πρώτος δεν έχει περάσει καν στον ΑΣΕΠ και επίσης δεν έχει πάει φαντάρος. Ο δεύτερος αν και πέρασε ΑΣΕΠ με 7 μόρια είναι πιο κάτω στον πίνακα από τον πρώτο γιατί ο Π.Χ εμφανίζει 8 μόρια από προυπηρεσία!! Υπενθυμίζω: και οι δυο δεν έχουν υπηρετήσει κάτι που συνεπάγεται ότι μπαίνουν στο τέλος του πίνακα αναπληρωτών και ωρομισθίων. Ο Π.Χ όμως φαίνεται έκανε πρόσθετη σε κάποιο γνωστό του λυκειάρχη. Και τρία χρόνια μαζεύει (και ας είναι και ρώγες) ενώ ο Σ.Α. είναι μαλάκας.

Μπορώ να έχω μια απάντηση σε όλα αυτά; Ξέρω θα κάνετε την πάπια, όπως όλοι στο σάπιο σύστημα της πελατείας που υπάρχει από το στρατό μέχρι την τελευταία υπηρεσία αυτής της σάπιας χώρας. Και πατάτε στην οκνηρία του κόσμου που δε σας σέρνει στα ευρωπαϊκά δικαστήρια, γιατί τα εδώ χέρι χέρι πηγαίνουν με την εξουσία σας.
Στρασβούργο λοιπόν κύριε Στυλιανίδη;


Μεγάλες στιγμές της ανθρωπότητας.

Ζω μία μεγάλη στιγμή της ανθρωπότητας, αυτή τη στιγμή, λιγότερο από πέντε μέτρα μακριά απ' το γραφείο μου. Δύο άτομα, αυτός και αυτή, πάνω από έναν υπολογιστή. Εδώ και πέντε λεπτά προσπαθούν να απαντήσουν εμπράκτως στο ερώτημα "πώς μπαίνει κανείς στη σελίδα του Υπουργείου Παιδείας;".




Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΒΛΑΚΕΙΑ ΜΕ ΚΑΝΕΙ ΝΑ ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ

Καβλί ενός εκατομμυρίου δολαρίων!

Είναι μεσημέρι και μαλακίζεστε στο γκουγκλ. Προφανώς, για να μαλακίστείτε, χρειάζεστε ένα γκαβλί. Πατάτε kavli στη φωτογραφική αναζήτηση του γκουγκλ και τέταρτο αποτέλεσμα θα βγει αυτός ο κυριούλης...

Ο οποίος έχει και ίδρυμα! Που δίνει και βραβεία! Και τι βραβείο! Ενα εκατομμύριο δολάρια παρακαλώ...

Λοιπόν θα κάνω τα πάντα για να πάρω το βραβείο Kavli. Εχω το σκοπό μου. Πρέπει να πάω να κάνω πλαστική στου Dr. Pousti...


Αντωνίου Βήτα, Αστυνομία

με αφορμή τη συζήτηση λίγο πιο κάτω. κάποιος το παρήγγειλε στον πάνωκ, αλλά αυτός έχει meeting με τον χρηματοοικονομικό του σύμβουλο.

Μεγάλη και σίγκουρη (μπάντα)

Warning: the following video contains nudity and some people might find it offensive. Click only if you are over 18 (όχι ρε, δεν είναι τσόντα, το νέο βιντεο των Sigur Ros είναι, μάλλον την είδαν Δόγμα 95, λίγο ετεροχρονισμένα βέβαια).

Τελικά για τίποτε σε αυτή τη ζωή δεν μπορείς να είσαι σιγκουρος. Ελπίζω ο επερχόμενος δίσκος τους να μην είναι τόσο χάλια.

Συγκρίνετε αυτό... (άλλος για τα Μάταλα;)



με αυτό...



Κρίμα...

28 Μαΐ 2008

Ενας pro (στη διάλεκτο της Sun City -και σας γαμάμε το σπίτι- ο επαγγελματίας) γράφει

Υπάρχει ένα συγκροτηματάκι, αποτελούμενο από νέους, που γράφει περίεργα τραγούδια, μερικά από τα οποία γίνονται και σουξέ. Ένα απ΄ αυτά τα σουξέ, που τα άκουσα αυτές τις μέρες, ενώ έχει ζωή ενός χρόνου τουλάχιστον: «Απ΄ το σπίτι δεν θα βγω/ πίνω μπάφους και παίζω προ/ Δεν έχω χρόνο για το μωρό/ πίνω μπάφους και παίζω προ». Θα πρέπει να εξηγήσω ότι οι «μπάφοι» είναι τσιγαριλίκια- τσιγάρα με χασίς- το «προ» είναι παιχνίδι που παίζεται στα κομπιούτερ και το «μωρό» είναι η «γκόμενα» ή το μωράκι του σπιτιού! Με άλλα λόγια: από τη εποχή του Τσιτσάνη, του Θεοδωράκη, του Γκάτσου, του Χατζιδάκι, του Αναγνωστάκη, του Ξαρχάκου, του Μαρκόπουλου και του Ελύτη, περάσαμε στην εποχή του «αράζω και δεν κάνω τίποτα. Όλη τη μέρα, παίζω με το κομπιούτερ και φουμάρω χασίς»!

Κουντοζ στον καλό κύριο Α.
που ανακάλυψε ετούτο το διαμάντι
και μας έστειλε το σχετικό λινκ.

27 Μαΐ 2008

Ο σπαρακτικός μονόλογος ενός βλάκα

- Συνάδελφοι...
- ...
- Συνάδελφοι, εεε, παρακαλώ, προσέξτε με λίγο.
- ...

(δεν σηκωνω το κεφάλι από τον υπολογιστή, αλλά μόνο το βλέμμα και τον κοιτώ πάνω απ' τα γυαλιά, μου έχουν πει ότι γίνομαι πολύ επιθετικός όταν κοιτάζω κάποιον έτσι. Ουτε και το ακουστικό που μονίμως έχω στο δεξί αυτί βγάζω, παρότι ο δίσκος του Πολ Γουέλερ που ακούω δεν με αρέσει και πάρα πολύ -εντέλει, άσχετο, αποφάσισα να τον ανεβάσω εδώ για να μην πολυαρέσει και σε άλλους, όλα πρέπει να τα μοιραζόμαστε σε αυτή τη ζωή).

- Ε, λοιπόν, συνάδελφοι είμαι υποψήφιος για το ***** του **** και ζητώ την ψήφο σας.
- ...
- Για αυτό λοιπόν... Εεεε, όποιος θέλει, εεε... ας πει και καμια καλή κουβέντα σε κάποιον άλλον. Και...
- (τον λυπήθηκα και τον διέκοψα) Εντάξει, καλή τύχη.
- (ανακουφισμένος) Ευχαριστώ.

Φεύγει.

Without deviation, progress is not possible (Frank Zappa)

Το είδα το σημερινό πρωτοσέλιδο της "Εστίας" και γέλασα. Εύστοχο εν γένει ως αξίωμα το "ο λαϊκισμός αναστέλλει κάθε πρόοδο", εντούτοις εν προκειμένω ειρωνικό εξαιτίας της αψόγου χρήσεως του πολυτονικού συστήματος.
(ένα κλικ πάνω στη φωτογραφία θα σας επιτρέψει την άνετη και απολαυστική ανάγνωση του πρωτοσέλιδου)

26 Μαΐ 2008

Στην Πρώτη η πρωτιά!

- Μπαμπά, μπαμπά, εσύ πότε θα γίνεις ανδριάντας;
- Σκάσε, παιδί μου, και χαμογέλα...

ΥΓ. Σε προλάβανε δημαρχάρα μου ατσαλάκωτη αυτοί απ' τα Σέρρας και πρώτοι στήσανε ανδριάντα στον... εθνάρχη. Αλλά δεν ανησυχώ: το πλάνο του Βασιπάπ προχωρεί και μέσα στα επόμενα δυο χρόνια ο Ελευθέριος Βενιζέλος (στο κάτω μέρος της πλατείας Δικαστηρίων) θα κοιτάζει κατάματα τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ανδριάντας του οποίου θα στηθεί στην πλατεία Αριστοτέλους. Πόσο θα κοστίσει; Ψίχουλα! 250.000 ευρώ, για να τιμηθεί ο πολιτικός, που για να μην πιάσω τα της κυνηγημένης αριστεράς, ευθύνεται για το πολεοδομικό αισθητικό χάλι της Θεσσαλονίκης, η οποία σύμφωνα με τον ίδιο, πριν αρχίσει την τσιμεντοποίησή της, ήταν μια τουρκόπολη(!!!) η οποία είχε τα πισινά της στραμμένα στη θάλασσα.

Ας είναι καλά ο εθνάρχης. Πάψαμε να έχουμε τα πισινά μας στραμμένα στη θάλασσα. Ξαλαφρώσαμε και πνιγήκαμε στα ίδια μας τα σκατά.

Η ελληνίδα ΥΠΕΞ ανοίγει τα χαρτιά της

Η κυρία υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος Ντόρα Μπακογιάννη
παρευρέθη εψές εις τας εκδηλώσεις μνήμης διά το ολοκαύτωμα του Σουλίου.


Είμαι μια Ελληνοπούλα, μια μικρή Σουλιωτοπούλα.
Αγαπώ με την καρδιά μου την πατρίδα τη γλυκιά μου.
Κι αν ο εχθρός έρθει πάλι με σκοπό να την προσβάλλει,
όχι, δεν θα τον αφήσω και θα του φωνάξω "πίσω"!

Μπέλα τσάο πλας σιξ

Βαριέέέμαι πολύ τον τελευταίο καιρό (σώώώπα, που θα μου έλεγε κι ο φίλος μου ο Σκύλος).
Σήμερα ας πούμε, αντί για οτιδήποτε άλλο, καθόμουν κι έψαχνα αυτά τα κάτω. Προσεγγίστε το τραγούδι όπως θέλετε -ιστορικά, πολιτικά, μουσικά. Αλλά σιγά μην κάτσω να γράψω οτιδήποτε σχετικά. Και μόνο που τα πόσταρα, μπαρδόν συνέλληνες, ανάρτησα έπρεπε να πω, κουράστηκα.











25 Μαΐ 2008

If only life was so simple

Ποτέ δεν με πολυαρέσαν οι Τζάμπαγουάμπα. Εύλογα δεν περίμενα ότι μετά από μια ιδιαιτέρως ψυχοφθόρα ημέρα ένα απ' τα καινούργια τους τραγούδια θα μου έφτιαχνε τη διάθεση τόσο πολύ.

Πρόσθεσέ με, λέει, κάνε με φίλο σου στο φέησμπουκ ή στο μάησπεης (άσε σχόλιο στο μπλογκ μου, κατ' επέκταση, για να 'ρθούμε στα καθ' ημάς). Η ειρωνεία είναι ότι το τραγούδι το άκουσα στο μάησπεης τους και φυσικά δεν παρέλειψα να το προωθήσω σε όλους τους φίλους μου στο φέησμπουκ.

Οι στίχοι (στο τέλος θα αρχίσω να ανεβάζω και ποίηση...):

I’m a loner alone with neuroses and hate
Anger is a permanent character trait
My letter bombs are primed and ready to send
Would you like to add me as a friend?
I’m a wound-up whiner with a fetish for guns
I’m almost 50 and I live with my Mum
I hope my nude picture doesn’t offend
Would you like to add me as a friend?

Add me. Add me
My mother says she wished she’d never had me
Add me. Add me
Would you like to add me as a friend?

I’m a recovering alcoholic I rarely leave my room
Peeping through the curtains in my dog costume
The voices in my head aah they’ll get me in the end
Would you like to add me as a friend?
I’d really like to mail you the picture that I drew
It’s Kylie’s body but the head is you
I’ve asked you sixty times before I’m asking you again –
Would you like to add me as a friend?

Add me. Add me
My mother says she wished she’d never had me
Add me. Add me
Would you like to add me as a friend?

Here’s a picture of me in my Nazi uniform
doing a trick with an egg that I like to perform
at a monster truck rally that my Mum and me attend
Would you like to add me as a friend?

I’ve added Britney and Paris and you and Tom
I’m going to find your address so I can visit you at home
I don’t like people but I think I could pretend –
Would you like to add me as a friend?
Add me. Add me
My mother says she wished she’d never had me
Add me. Add me
Would you like to add me as a friend?

Και το τραγούδι -που μπορείτε να τ' ακούσετε και στο myspace τους με καλύτερο ήχο- από μια ζωντανή εκτέλεσή του.


Κάπου στην Πολυτεχνείου, λίγο παραπέρα απ' το προηγούμενο ποστ

Οπως ίσως έχετε καταλάβει απ' τον τίτλο του ιστολογίου ή και από τις αντικρουόμενες και αντιφατικές μπούρδες που γράφω, δεν είμαι σίγουρος για πολλά πράγματα σε αυτή τη ζωή. Ομως με όλη τη δύναμη της ψυχής μου, παρότι δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχει ψυχή, πιστεύω αυτό ακριβώς που λέει το σύνθημα (κι αν κάποιος/α νιώθει προσβεβλημένος/η, να με συγχωρεί αλλά δεν λυπάμαι καθόλου που τον/την πρόσβαλα). Μοναδική εξαίρεση, η δική μου καριέρα.

Κάπου στην Πολυτεχνείου

Χτες ήταν Σάββατο (σώπα).
Και για αυτό είπα να ποστάρω αυτή τη φωτό.
(το πάνω σύνθημα δεν μας αφορά επί του παρόντος παρά τη διαχρονικότητά του)

23 Μαΐ 2008

Knights who say "Ni"

Ας θυμηθούμε τα παλια...


22 Μαΐ 2008

Ντ'βάρι, στην Πτολεμαΐδα πάνω-κάτω

Τόσο καιρό έκανε το κράτος τα στραβά μάτια για το ηλιέλαιο.
Δεν μπορεί να κάνει το ίδιο για το χασισέλαιο; Ε;
Επί τη ευκαιρία, να δώσω ένα τεράστιο κούντοζ κι ένα ακόμη μεγαλύτερο ρισπέκτ, για τη μεγάλη αλήθεια που ξεστόμισε ο στόμας του Ρούσοπουλου, όταν ερωτήθηκε, ο Ρουσόπουλος, όχι ο στόμας του, αν ο ίδιος (ο στόμας ή ο Ρουσόπουλος;) θα δοκίμαζε *****έλαιο:
"
Στη χώρα του λαδιού καλό είναι να τιμούμε τα ελληνικά προϊόντα".

Εβίβα Τεό!

Ευχαριστώ τον Σ. για την φωτογραφία.

Υπέρ τού κατά συρροήν

Τι μπορεί να κερδίσει ολοκληρωτικά τον δύσπιστο αναγνώστη μιας αστυνομικής νουβέλας έλληνος συγγραφέως, τον οποίο ο αναγνώστης συστηματικά απέφευγε παρότι είχε ακούσει τα καλύτερα για αυτόν, μόνο και μόνο για να μην απογοητευτεί από έναν ακόμη έλληνα λογοτέχνη; Να είναι αραγε η άψογα δομημένη πλοκή; Η αστική ευγένεια που ξεχυλίζει από τις σελίδες; Ο παιγνιώδης ελιτισμός; Η λεπτή ειρωνεία; Η πληθώρα αναφορών στην τέχνη; Η κλιμακούμενη και σφαιρική ανάπτυξη των χαρακτήρων; Η οικονομία στο λόγο; Η απρόσμενη ανατροπή; Ισως όλα αυτά, μπορεί και τίποτε. Αυτό όμως που μου έκανε το τσαφ, το κλικ, βρε παιδάκι μου, ήταν ο "καταιονητήρας" και τα "ύφυγρα μαλλιά της". Υπέροχες λέξεις, που τόσο επιτηδευμένα ανεπιτήδευτα τις χρησιμοποίησε ο Πέτρος Μαρτινίδης στο "Κατά συρροήν" του!

21 Μαΐ 2008

Δώρο

Είναι μια σπέσιαλ μέρα σήμερα για εναν φίλο, ο οποίος εκεί που κάθεται κι ασχολείται με τα κακάδια της μύτης του, μπορεί να σου γράψει το εξής πολύ εύστοχο: Ξέρεις τι σκέφτομαι; Οτι το post-rock είναι το σημείο που ενώνεται η μουσική με τον κινηματογράφο. Ειλικρινά δεν μπορώ να φανταστώ κάτι πιο ταιριαστό για να ντύσει μια ταινία (εντάξει εξαιρούνται οι ταινίες του Τάκη Βουγιουκλάκη και του ¨Ομηρου Ευστρατιάδη). Πρέπει να κάνουμε κάποια στιγμή μια τέτοια συζήτηση. Επειδή λοιπόν πολύ γουστάρω όταν ξαφνικά κάποιος μου λέει κάτι τέτοιο, κι επειδή είναι πολύ σπέσιαλ μέρα σήμερα για κείνον, ας του αφιερώσουμε ένα τραγουδάκι που θα τ' αρέσει. Ασε δε που είμαι σίγουρος ότι -πάλι- θα αρχίσει να με βρίζει.




Να σε χαίρονται βρε όσοι σ' αγαπάνε, τέτοιος λεβέντης που 'σαι!

Κάτω τα ξερά σας!

Αναδημοσίευση από το κεντρικό θέμα του αθηναϊκού ιντιμίντια:

ΓΙΑ ΤΗ ΜΙΑ ΦΩΤΙΑ, ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΥΟ ΦΩΤΙΕΣ & ΤΑ ΓΙΑΤΙ ΤΟΥΣ…

Την Κυριακή 18/ 5 γύρω στις 7.30 το πρωί ξεσπάει φωτιά στην Κατάληψη Villa Amalias στην οδό Αχαρνών, η οποία πριν κατασβεστεί προκαλεί υλικές ζημιές. Άμεσα συγκεντρώνονται εκατοντάδες σύντροφοι-ισσες και ξεκινούν οι εργασίες για την αποκατάσταση των ζημιών. Σχεδόν 30 ώρες αργότερα, γύρω στις 1 το μεσημέρι της 19ης/5 μια παρακρατική ομάδα εφόδου, μετά από παρακολούθηση της περιοχής, επιτίθεται και πάλι με εύφλεκτα υλικά –μέρα μεσημέρι σ’ έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας- προκαλώντας μια δεύτερη φωτιά. Η αλληλεγγύη είναι και πάλι μαζική, οι εργασίες ξεκινούν και πάλι άμεσα. Αυτές οι δύο δολοφονικές επιθέσεις έρχονται να κλιμακώσουν, ν’ ανεβάσουν το επίπεδο μιας σειράς επιθέσεων που εδώ και αρκετούς μήνες έχουν βάλει στο στόχαστρο ανοιχτούς κοινωνικούς-πολιτικούς χώρους, στέκια, καταλήψεις, επιτροπές κατοίκων, γραφεία πρωτοβάθμιων εργατικών σωματείων. Αυτή η βία δεν είναι ορφανή. Άμεσος ή έμμεσος εντολέας και προστάτης τους είναι το κράτος. Εντολοδόχοι και εκτελεστές είναι οι παρακρατικοί μηχανισμοί που απαντούν θρασύδειλα στην δράση όλων όσων αγωνίζονται για ένα κόσμο χωρίς αφέντες και δούλους. Η VillaAmalias – ένας ανοιχτός κατειλημμένος κοινωνικός-πολιτικός χώρος που λειτουργεί αυτοοργανωμένα και συλλογικά εδώ και 18 χρόνια- συμπυκνώνει με την ύπαρξη της και τη δράση της όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που τη θέτουν στη μαύρη λίστα αυτών των καθαρμάτων. Γι αυτούς δεν είμαστε τίποτ’ άλλο παρά ένα από τα αγκάθια στο κέντρο αυτής της γκρίζας πόλης. Τους ενοχλεί αυτό που είμαστε και αυτό που κάνουμε. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που – με ή χωρίς στολές- έφτασαν μέχρι την πόρτα μας. Τους ενοχλεί που μέσα στον κόσμο της εξατομικευμένης μιζέριας δεν κοιτάμε την πάρτη μας και τη βολή μας αλλά επιλέγουμε να δρούμε κοινωνικά και να ζούμε συλλογικά. Τους ενοχλεί που για εμάς η αλληλεγγύη και η αντίσταση δεν είναι κούφια προεκλογικά λόγια αλλά χειροπιαστοί τρόποι ζωής. Τους ενοχλεί που αντί να είμαστε ιδιοκτήτες και δανειολήπτες είμαστε καταληψίες. Τους ενοχλεί που αντί να σιχτιρίζουμε και να βαράμε μετανάστες επιλέγουμε να σταθούμε στο πλάι τους. Τους ενοχλεί που δε χωράμε στο φανταχτερό τίποτα των μμε και του lifestyle και επιλέγουμε να εκφραζόμαστε και να δημιουργούμε αντιεμπορευματικά. Τους ενοχλεί…Η λίστα είναι μακριά. Αλλά νομίζουμε ότι και αυτά αρκούν. Αν νομίζουν ότι μπορούν να μας φοβίσουν, να μας τρομοκρατήσουν, να μας απομονώσουν κοινωνικά και να μας εξαφανίσουν πολιτικά είναι βαθιά νυχτωμένοι. Κανένας δε θα μας πάρει αυτό που εδώ και 18 χρόνια δημιουργούμε. Είμαστε πολλοί και πολλές, διαφορετικοί και διαφορετικές, ίσοι και ίσες. Έχουμε τους λόγους, έχουμε τους τρόπους και όλα συνεχίζονται!
ΚΡΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΡΑΤΙΚΑ ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΘΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΔΩ!
ΥΓ 1: Προς τους φυσικούς αυτουργούς των δολοφονικών επιθέσεων: δεν υπάρχει καμία ασφαλής τρύπα για κανένα τυφλοπόντικα.
ΥΓ 2: Προς την Ελληνική Αστυνομία: Οι μάσκες σας έχουν πέσει προ πολλού. Να σας χαίρετε η Δημοκρατία σας…
ΥΓ 3: Προς επίδοξους «ιδιοκτήτες» που θα σπεύσουν να θυμηθούν την περιουσία τους: Όπως εμείς το βρήκαμε παρατημένο και μισοκατεστραμμένο, το φτιάξαμε και του δώσαμε ζωή, έτσι εμείς θα το ξαναφτιάξουμε. Μη ξερογλύφεστε…
ΚΑΤΑΛΗΨΗ VILLA AMALIAS
Αχαρνών 80 & Χέυδεν

20 Μαΐ 2008

Μαθήματα δημοσιογραφίας για (νομ)αρχάριους

Λοιπόν, δημοσιογράφος μπορεί να μην είμαι, αλλά ένα δυο πράγματα για τα βασικά της δημοσιογραφίας τα ξέρω. Οπως για παράδειγμα ότι μια είδηση πρέπει κυρίως και κατεξοχήν να απαντάει στα εξής ερωτήματα: "Ποιος, πότε, πού και -αν είναι δυνατόν- γιατί;". Απλό δεν είναι; Με την ίδια λογική, η συνοδευτική λεζάντα μιας φωτογραφίας οφείλει να επεξηγεί όσα, αντίθετα με την γνωστή κλισαρισμένη μαλακία "μία εικόνα, χίλιες λέξεις", η φωτογραφία δεν μπορεί να πει.
Άλας! Στην ιστοσελίδα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης ούτε αυτό δεν μπορούν να κάνουν. Αν κλικάρετε τώρα εδώ (προτού προλάβουν ενδεχομένως να το αλλάξουν) θα διαβάσετε την εξής λεζάντα: "14/05/2008: Εκατόν πέντε Γερμανούς μοτοσικλετιστές, μέλη του Ευρωπαϊκού Ομίλου «EuroΒiker» υποδέχθηκε ο Νομάρχης Παναγιώτης Ψωμιάδης στον αύλειο χώρο της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης".
Πολύ όμορφα. Οντως απαντάει στα βασικά ερωτήματα "ποιος, πότε, πού". Ευλογα λοιπόν περιμένουμε να δούμε τον Πανίκα με κάμποσους μοτοσικλετιστές τριγύρω του, την περασμένη Τετάρτη, στον αύλειο χώρο της Νομαρχίας. Φευ συνέλληνες! Αντ' αυτού βλέπουμε τη φωτό που έχω αναρτήσει.
Προφανώς ο Ψωμιάδης πλέον θεωρεί, απ' τη στιγμή που ο Παπαγεωργόπουλος κατασκευάζει το νέο δημαρχιακό μέγαρο με θέα στη θάλασσα, ότι η παραλία της Θεσσαλονίκης είναι ο αύλειος χώρος της νομαρχίας του...

Ολα τα είχανε στη Μιανμάρ, του Βούδα η επιφώτιση τους μάρανε

Λένε κάτι κακοί αθρώποι πως οι ορθόδοξοι ιερείς είναι ανάρμοστα χοντροί.
Απ' την αλλη βέβαια ο εξανθρωπισμένος Χριστός ήταν οστεώδης.
Οι περισσότερες απεικονίσεις του Βούδα τον θέλουν τουλάχιστον στα ανάρμοστα κιλά του ΠάνωςΚ εκείνη την αποφράδα ημέρα που τάχαμου αδιάφορα ο Σαλαδίνος τον ανέβασε σε μια ζυγαριά, απ' αυτές που ζυγίζουν τα υπέρβαρα στα ΚΤΕΛ, με αποτέλεσμα να τεζάρει η ζυγαριά κι ο ΠανωςΚ να φύγει απ' το νησί κολυμπώντας.
Τουλάχιστον οι βουδιστές μοναχοί της φωτογραφίας, που γιορτάζουν το Vesak τους μαζεύοντας ελεημοσύνες για τους πληγέντες της Μιανμάρ, είναι στιλάκια.

Διαφήμιση

Ο φίλος και συμπλογκερίτης Σαλαδίνος σοβαρεύεται, ανεξαρτητοποιείται και φτιάχνει κάτι πολύ ενδιαφέρον.

19 Μαΐ 2008

No hace falta alas para volar

No hace falta alas para volar

Το μπιμπ και το δελφίνι να ησυχάσω δεν με αφήνει

Ενα το χελιδόνι, ένα το ποστ, τέσσερις οι φωτογραφίες, πολλά τα νεύρα μου.

Μία για τα φοβερά αναπτυξιακά σχέδια του Αρούλη στη Χαλκιδική:

- Και για πες, Άρη, για μένα τι μπορείς να κάνεις;
- Θα σου κάνω εγώ ένα γήπεδο γκολφ στη Χαλκιδική, υπερνομάρχα μου, να γλύφεις τα δάχτυλά σου και στον Φτερωτό να μη δίνεις.



Μία που μου θυμίζει γιατί κάποτε ούτε που ήθελα να ακούω τη φράση "Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου":


- Γιώργο μου...
- Νίκο μου...
- Γιώργο μου...
- Νίκο μου θέλω να σου ζητήσω κάτι.
- Ο,τι θες εσύ Γιώργο μου.
- Να πείσεις αυτά τα παλιόπαιδα, τον Αλέκο και τον Αλέξη, να ξανασκεφτούν το ζήτημα της συνεργασίας.
- Ναι Γιώργο μου. Ο,τι πεις Γιώργο μου. Οταν με καλέσουν να μιλήσω για το Μάη του '68, εγώ ταιριάζει δεν ταιριάζει, θα μιλήσω για την αναγκαιότητα συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ.
- Σε ευχαριστώ Νίκο μου.
- Για σένα Γιώργο μου... τα πάντα. Χαιρετισμούς στο Μίμη και τη Μαρία.



Μία γιατί δεν αντέχω τη φάτσα του Στυλιανίδη:

Ο υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων φαίνεται να τα πηγαίνει καλά με δεύτερο μισό των αρμοδιοτήτων του. Πάλι καλά. Γιατί με το πρώτο μισό... άστο καλύτερα.


Και μία φωτό που με άρεσε πολύ και ξέρω ότι θα αρέσει και στον αδερφό+συμπλογκερίτη ΙοαννιΣκορδοπούτσογλου.

Δεν σας γεμίζει το μάτι ο πιτσιρικάς;
Και ποιος σας λέει ότι δεν είναι ο επόμενος Ντιέγκο Μαραντόνα;

Η αγαπημένη μου φλωριά

Φλωροι ξεφλώροι, το κομμάτι γαμεί. Σαν να ακούς Μάμαζ εντ δε Πάπαζ, λίγο πιο χωσέ αρμάνδο όμως.

18 Μαΐ 2008

Το τέλος μιας σχέσης

Σιχτίρι. Κυριακή μεσημεράκι, έχω τα χάλια μου, ένεκα τρομερού εφιάλτη. Για να ηρεμήσω, λέω, θα αράξω να διαβάσω την "Εποχή" και θα βάλω να ακούσω κάνα δισκάκι στο λάπτοπ. Ας δώσω μια ευκαιρία ακόμη, λέω ο μαλάκας, στο Hungry Saw των Tindersticks. Ανοίγω το φάκελο, επιλέγω τα κομμάτια, πατάω enter και στρέφω το βλέμμα προς την εφημερίδα. Ματαια περίμενα να ακούσω κάτι. Η οθόνη του λάπτοπ είχε γίνει μπλε. Ηταν και παραμένει μπλε, ό,τι -από τα όχι και λίγα που ξέρω- κόλπα κι αν χρησιμοποίησα. Οι γαμωτίντερστιξ φταίνε. Σιχτίρι. Κι έχω τριάντα γκίγκα μέσα στο λάπτοπ μουσικής που κατέβασα το τελευταίο τετράμηνο και δεν τα έχω κάνει μπακάπ. Σιχτίρ. Γαμωτίντερστιξ. Θα τους κάνω μήνυση. Ας τους ακούσω για τελευταία φορά πρώτα όμως. Αν και καλύτερα θα ταίριαζε εκ των Let's start again (έκκληση προς το λάπτοπ), Let's Pretend (ότι δεν συνέβη αυτό που συνέβη), Tiny Tears (για το αδικοχαμένο λάπτοπ) και Whiskey and Water (που θα πιω για να ξεχάσω), ας τελειώσω άπαξ και διά παντός τη σχέση μου με αυτά τα υποκείμενα με το τραγούδι με το οποίο ξεκίνησε, μια νύχτα του Δεκέμβρη του '97, μέσα σε ένα ΚΤΕΛ.



Εχω πολλά νεύρα, λέμε.

17 Μαΐ 2008

Οι παλιές αγάπες πάνε στον Παράδεισο (Σαν να μην πέρασε μια μέρα)



Δεν είναι κάτι φοβερό. Αλλά είναι το καινούργιο single των Cure. Και τα σκιουράκια σαν και του λόγου μου χαίρονται και χοροπηδάνε μέσα στα δάση ακούγοντάς το (edit: Υποψιάζομαι πως μετά τον Σαρκοζί κι ο Ρομπερτ Σμιθ έχει θεσσαλονικιώτικες ρίζες. Ακούστε πώς προφέρει τη λέξη "λλλοβ"...)

Οχι ότι ενδιαφέρει κανέναν, αλλά ορίστε τα δυο αγαπημένα μου των Cure. Πόσα χρόνια έχουν περάσει από τότε που πρωτοκυκλοφόρησαν;

Μια ζωντανή εκτέλεση του "M" (απ' το 17 seconds)



Και μια ζωντανή του "100 years" (πόσο emo πρέπει να είσαι τελικά όταν ξεκινάς έναν δίσκο σου, το Pornography, αλλά και την πρώτη τηλεοπτική σου εμφάνιση με τον στίχο "It doesn't matter if we all die";).



Καλό σουκουδού.

16 Μαΐ 2008

Αφίσα συμπαράστασης

Ευχαριστώ πολύ τον Θ. που μπήκε και πάλι στον κόπο να υλοποιήσει τη μαλακία που κατέβασε η γκλάβα μου.

Παρλεβού φρανζέ, μακαρόνια φρικασέ

- Ρε δικέ μου, τι είναι ετούτοι που διαδηλώνουν μες στη βροχή;
- Φίλος, κάτι γάλλοι αλήτες ασφαλίτες είναι, μη δίνεις σημασία.

Members of the plainclothes police unit demonstrate with students, teachers and other public sector workers in Lyon, southeastern France, May 15, 2008, to protest against job cuts and reforms announced by France's President Nicolas Sarkozy's government. REUTERS/Robert Pratta (FRANCE)

Ευχαριστώ τον καλό κύριο Α. που με έστειλε αυτή τη φωτογραφία, καθότι γνωρίζει ότι είμαι αλληλέγγυος στο δίκιο αίτημα των απανταχού αστυνομικών για συνδικαλιστικούς αγώνες...

Γκουντμόρνιγκ μάη νέημπορζ! - Φακ γιου! - Γιες, γιες, φακ γιου του!

Κάποια στιγμή, πίσω στο μακρινό 2008, ένα μαγιάτικο πρωινό, κατά τις δέκα και μισή, έγινε ένα είδος επανάστασης: το χρήμα με τη μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα καταργήθηκε. Σύσσωμα τα επαναστατικά μητροπολιτικά συμβούλια κάθε αυτοοργανωμένου έθνους-κράτους συναποφάσισαν την κυκλοφορία για συλλεκτικούς λόγους, από την Πανίνι ΑΕ, η οποία άλλωστε είχε και τη σχετική τεχνογνωσία, του νέου χρήματος, που σήμανε, εις αναγνώριση της ανωτερότητας του νεότερου αλλά ήδη αρχαίου νεοελληνικού πολιτισμού, την επιστροφή στις δραχμές. Τα νέα χαρτονομίσματα όμως δεν απεικόνιζαν πλέον τον Κολοκοτρώνη, την Μπουμπουλίνα ή τον Κοραή, αλλά παραστάσεις από κινηματογραφικές ταινίες. Και μάλιστα κάθε δεκαχίλιαρο, κάθε πεντοχίλιαρο, κάθε χιλιάρικο και πεντακοσάρικο φιλοτεχνούνταν με κάποια σκηνή από διαφορετική κινηματογραφική ταινία.

Η συλλογή αυτών των χαρτονομισμάτων σύντομα έγινε παγκόσμια μανία. Με το πέρασμα των χρόνων, τη φθορά της επαναστατικής ηθικής, τη διαφθορά των επαναστατικών αντιπροσώπων και τη ολοένα μεγαλύτερη συσσώρευση κινηματογραφικών χαρτονομισμάτων, μια νέα κοινωνική διαστρωμάτωση αναπτύχθηκε. Δεν είχε σημασία πόσα δεκαχίλιαρα είχες: η αξία τους διαφοροποιούνταν από την ταινία την οποία το χαρτονόμισμα απεικόνιζε. Στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας βρίσκονταν οι κάτοχοι χαρτονομισμάτων με τον «Πρίγκιπα της Ζαμούντα» και την «Πολυθρόνα για δύο». Πιο κάτω έβρισκες κατόχους της «Κρυφής γοητείας της μπουρζουαζίας», αστούς του κερατά που λούζονταν με μέλι και με γάλα, ενώ με τον «Ταπεινό και καταφρονεμένο» με τον Νίκο Ξανθόπουλο έπαιρνες το γάλα με δελτίο. Ομοίως, διαφορετική κοινωνική θέση αλλά και ρόλο είχε ο κάτοχος δεκαχίλιαρου με τον Ρόμποκοπ, ανάλογη αλλά πιο χαμηλή ο κάτοχος της «Μεγάλης των μπάτσων σχολής». Ταξικός εχθρός τους ο κάτοχος δεκαχίλιαρου με τον «Νονό 1 + 2», ανώτερος ταξικά από τον «Νονό 3», ο οποίος ίσα που τα έβγαζε πέρα με μικροαπατεωνιές. Σε μεγάλη εξαθλίωση ζούσαν οι κάτοχοι χαρτονομισμάτων του «Ανάλυσέ το 1 + 2».

Σταδιακά αναπτύχθηκε μια νέα επαγγελματική τάξη, η οποία παρείχε συμβουλές για αποτελεσματικές επενδύσεις των κινηματοχρημάτων. Σε πολλά θύμιζε τους παλιούς χρηματιστές, μόνο που πλέον τους λέγανε κινηματογραφιστές.

Και μετά δεν ξύπνησα αλλά με έστειλε η Κ για τσιγάρα. Πήρα ένα χαρτονόμισμα με τα "Διακόσια τσιγάρα" και πήγα. Για ρέστα ο περιπτεράς μου έδωσε κάμποσα "Thank you for smoking".

Και για να καταλάβετε για τι είδους κοινωνία μιλάμε, ορίστε μια σκηνή που μελλοντικά θα θεωρείται... όλα τα λεφτά:



Κάπου στο πέμπτο λεπτό:
-Good morning my neighbours.
-Fuck you!
-Yes, yes! Fuck you too!

15 Μαΐ 2008

Σαν χοροθέατρο...

- Και δε μου λες συνάδελφε, η κότα έκανε τ' αυγό ή τ' αυγό την κότα;
- Τι να σου πω συνάδελφε, δεν τα κάναμε αυτά εμείς στη Σχολή.

Συμβολισμός

Φωτογραφίζοντας το ΠΑΜΕ.
Αλλη διάσταση στην έννοια "επαναστατικός τουρισμός".

Από πού βγήκε η φράση "είσαι για τα καρναβάλια"

Μεσημέρι Καθαρής Δευτέρας 1999, Πάτρα

Ο Σ. και ο Β. αγκαλιασμένοι κυλιόντουσαν στον καναπέ σκασμένοι στα γέλια. Πότε ο ένας, πότε ο άλλος, σταματούσε για ένα δευτερόλεπτο προσπαθώντας να συγκρατηθεί, αλλά ξαναξεκινούσε παρασυρόμενος από τα χάχανα του άλλου. Ο Κ. προσπαθούσε με σκυφτό το κεφάλι και με αξιοσημείωτη αποτυχία να συγκρατηθεί. Ο Γ. κοιτούσε σαν χαζός απορημένος, η Μ. και η Ζ. αναρωτιόντουσαν «μα τι πάθατε ρε βλαμμένα;» κι ο Π. κατακόκκινος κοιτούσε εχθρικά τα δύο, ανάθεμα την ώρα, κατάρα τη στιγμή που τα γνώρισε γελαστά παιδιά, σαν να ήθελε να τα σκοτώσει, ψιθυρίζοντας «σκάστε ρε μαλάκες» προσποιούμενος ότι δεν είχε συμβεί τίποτε.

Τη λύση έδωσε με ολύμπια ψυχραιμία η μητέρα του Γ.

«Ορίστε», είπε στον Π., «βλέπω σε αρέσει πολύ το χταποδάκι μου, ενώ οι φίλοι σου ούτε που άπλωσαν το χέρι. Φάτο εσύ».


Τρεις μέρες πριν, Κέρκυρα.

Πρωί. Ο Κ., ο Γ., ο Β. κι ο Σ. επιδίδονταν με αξιοσημείωτη επιτυχία στο ομαδικό ξύσιμο αρχιδιών.
«Ο χοντρός, ρε μαλάκες, πού είναι;» αναρωτήθηκε ο Γ.
Εκείνη τη στιγμή ο Π., για τους φίλους του «χοντρός», άνοιξε την πόρτα του δωματίου και μπήκε μέσα, στο ένα χέρι το τσιγάρο, στ’ άλλο ένα τεράστιο πλαστικό ποτήρι με καφέ.
«Μέρα», ίσα που μπόρεσε να αρθρώσει μια κουβέντα.
«Χοντρούλη, θα ‘ρθεις το τριήμερο στην Πάτρα, να σας φιλοξενήσω;» ρώτησε ο Γ.
«Δεν ξέρω ρε, δεν έχω πολλή όρεξη για καρναβάλια και μαλακίες. Ξέρεις αφού, έχω τα προβλ…» και πνίγηκε στο βήχα.
«Ετσι είναι, ο έρωτας κι ο βήχας δεν κρύβονται, κι εσύ έχεις και τα δύο», τον πείραξε ο Β. κι ο Π. πνίγηκε παντελώς… Γκουχ μία, γκουχ δύο, γκου τρεις και ξέρασε στο πάτωμα κάτι καφέδες…
Οι υπόλοιποι τον κοιτούσαν τάχαμου με αηδία, προσπαθώντας να συγκρατήσουν τα γέλια τους.
«Καλά, άμα με αφήστε να καθαρίσω αυτά τα καφέ, θα με πάρετε μαζί σας; Δεν νομίζω ότι θα μου κάνει και πολύ καλό να περάσω, στην κατάστασή μου, μόνος το τριήμερο».

Πολλά, άγνωστο πόσα χρόνια μετά, λιμάνι της Κέρκυρας.

Ο ιδιωτικός ερευνητής της μπλογκόσφαιρας Νικολάκης Διάσελος, ουρανοτοξάτος, φωτοβολιδάτος, δαντελωτός και μεταξένιος, στεκόταν στην αποβάθρα, καπνίζοντας, απολαμβάνοντας το σκοτάδι. Αυτό το λιμάνι υπήρξε ένα από τα πολλά σημεία μιας μεγάλης διαδρομής, που έφτανε σιγά σιγά στο τέλος της. «Μια επίσκεψη», σκέφτηκε, «μετά από χρόνια, σε μέρη όπου έχω ζήσει, σημαίνει επανεπενδύω στην εμπειρία μου, αξιοποιώντας όλα αυτά που είδα και άκουσα στο μεταξύ. Ανατοκίζω τη μνήμη και τη φαντασία μου, μπας και βγάλουμε και κάνα φράγκο, γιατί το ταμείο χρόνια τώρα είναι μείον». Και πέταξε στη θάλασσα τη γόπα του, η οποία διέγραψε μια λαμπερή πορεία στο νυχτερινό στερέωμα, όση χρειαζόταν για να ξαναδεί μπροστά του τον εαυτό του, νεότερο, με άλλο όνομα και ένα διαφορετικά διαγραφόμενο μέλλον, να μπαίνει στο πλοίο για την Πάτρα, έναν πολύ υγρό Φλεβάρη της Σημιτοκρατίας.

Μία μέρα μετά τις τρεις μέρες πριν, Πάτρα.

Ο Β. κι ο Π., απ’ ένα μπουκάλι μαυροδάφνη στο χέρι, κάθονται σε ένα πεζοδρόμιο, ανάμεσα σε εκατοντάδες περαστικά πόδια, που χορεύουν, γελάνε, φιλιούνται, πειράζουν το ένα το άλλο, βάζουν γκολ και πανηγυρίζουν. Ο Β προσπαθεί να ανοίξει κουβέντα:

- Τι σκέφτεσαι;
- Τι να σκέφτομαι; Την επανάσταση φυσικά.
- Ελα ρε, κόψε τα χαζά σου. Σοβαρά, είσαι πολύ σκεφτικός, απ’ την ώρα που μπήκαμε στο καράβι. Δεν νιώθεις την ανάγκη να μιλήσεις με κάποιον;
- Ε, να… Σκεφτόμουνα.
- Τι;
- Ότι έχω γκάβλες ρε μαλάκα. Εντάξει ικανοποιήθηκες; Εσύ θα μου πεις τώρα τι σκέφτεσαι;
- Τον Ελύτη.
- Μπαρδόν;
- Σκέφτομαι τον Ελύτη, ένα απόσπασμα από κάποιο ποίημά του, όταν θυμάμαι τα στήθη της *****, μου έρχονται πάντα στο μυαλό αυτοί οι στίχοι.
- Α, καλά. Κι εσύ γκάβλες έχεις. Γιατί δεν το λες απ’ την αρχή να τελειώνουμε;


Μία μέρα μετά τη μία μέρα μετά τις τρεις μέρες πριν, Πάτρα, στο ίδιο πεζοδρόμιο, πάλι μαυροδάφνες, πάλι πόδια που χορεύουν, πάλι ο Β. προσπαθεί να πιάσει κουβέντα με τον Π.

- Ρε μαλάκα, κλαις;
- (ψέματα) Όχι. Εσύ; Κλαις;
- (ψέματα) Όχι ρε. Δεν κλαίω.
- Δες ρε συ τον Γ. και τη Μ., τι ωραίοι που είναι μαζί.
- Ναι. Λες να…;
- Θα δείξει.
- Ο Σ. πού είναι;
- Ξέρω εγώ; Θα βρήκε τίποτε γνωστούς του.
- Καλά, κι ο Κ. με τη Ζ. τι κάνουν;
- Οχ, ναι ρε μαλάκα τι κάνουν; Μαλώνουν;
- Αχαχαχα, ρε μαλάκα, κατάλαβες τι παίχτηκε;
- Όχι τι;
- Ηθελε αυτή να της πάρει καπέλο, κι αυτός δεν της παίρνει, γιατί δεν έχει λεφτά, λέει.
- Απαπα, εξαθλίωση…


Σήμερα, ώρα 17.37, με τους Gallon Drunk
στα ηχεία, Θεσσαλονίκη.

Αν τυχόν κάποιος απ’ τους καθ’ όλα υπαρκτούς ήρωες διαβάζει αυτήν την ιστορία και θεωρεί ότι έχω διαστρεβλώσει τα πράγματα, καταρχήν ας με συγχωρεί, η μνήμη είναι και επιλεκτική και υποκειμενική, και κατά δεύτερο λόγο ας μην ξεχνά αυτό που τόσο επιτυχημένα γράφει ο Αχιλλέας Κυριακίδης στη «Μικρή Περιοχή» του: «Κάθε μυθοπλασία είναι και μια ανειλικρινής μνήμη».

Μεσημέρι Καθαρής Δευτέρας του 1999, Πάτρα

Το τραπέζι, αν και νηστίσιμο, ήταν πλούσιο και πεντανόστιμο. Οι κραιπάλες και οι συναισθηματικές εντάσεις των δύο προηγούμενων ημερών και η παρουσία της μητέρας του Γ., η οποία είχε ετοιμάσει όλα αυτά τα εδέσματα, είχαν επιφέρει μια σχετική ατονία στο πνεύμα της παρέας, χάρη στην οποία η συμπεριφορά τους κινούταν επιτυχώς μεταξύ ευγένειας και ζαμπουνικού σαβουάρ βιβρ.

Ξαφνικά, κάπου ανάμεσα σε μια πιρουνιά γίγαντες και σε μια πιρουνιά σπανακόρυζο, δυνατός βήχας έπιασε τον Π. Μάταια προσπάθησε να συγκρατηθεί, φράζοντας με το χέρι το στόμα του: κάτι ρυζώδες αλλά και πρασινίζον διέγραψε μια όχι και τόσο λαμπερή πορεία στο στερέωμα, εμπρός στα εμβρόντητα βλέμματα του Κ., του Σ. και του Β., και προσγειώθηκε μέσα στο χταποδάκι.

Αυτό ήταν. Καταστροφή.
Ακολούθησε ο πανικός της πρώτης παραγράφου και η παρέμβαση της μητέρας του Γ.
Φάτο, είχε πει.
Κι ο Π. το έφαγε. Όλο.

Monika Over the Hill

Αναμφίβολα το καλύτερο σινγκλάκι που έχω ακούσει τον τελευταίο χρόνο. Το σίνγκλ έχει κυκλοφορήσει και σε λίγες μέρες κυκλοφορεί και ο πρώτος δίσκος της Μόνικας από την Archangel Music με τίτλο Avatar.

1. Your Favorite
2. Bloody Sth
3. Are You Coming with Us?
4. Babe
5. Pretend
6. Obsession
7. To No Avail
8. Excuse my Friends
9. Over the Hill
10. Avatar
11. I'm Not Young in my Youth
12. Misery Loves Company
13. Fraud





Why? Tell me why
You don't call me anymore
Don't you want me anymore?

Black, it' s all black
It' s the colour of my heart
It' the colour of my eyes

But, i'm here
Yes, I' m here
Everybody seems to mean so much
Everybody seems to think i' m fine

Late, it 's too late
I am punishing myself
by admitting it 's too late

Laugh, you may laugh
You can laugh at me for days
You may spit me if you want

But, I' m here
I' m still here
Everybody seems to mean so much!
Everybody seems to think i' m fine!

Look at me, there were more to see
There were more to be proud of...


Υποψιάζομαι ότι εχει ήδη γίνει hype (όσο καθάριζα τουαλέτες στον ελληνικό στρατό). Ωστόσο δε θα πάψει να μου αρέσει.

14 Μαΐ 2008

ΣΤΙΣ ΦΡΑΠΕΛΙΕΣ ΞΕΧΝΙΕΜΑΙ...

Δεν με απασχολεί ιδιαίτερα για τον καπνό που φουμάρει ο Κούλογλου. Τις εκπομπές του δεν τις έβλεπα ποτέ γιατί βαριόμουνα. Οπότε δεν μπορώ και να εκφέρω άποψη για το ποιόν τους. Επίσης δεν μπορώ να ξέρω τί ακριβώς παίχτηκε ανάμεσα στον δημοσιογράφο και τον Παναγόπουλο, αν και υποψιάζομαι (μαθημένα τα βουνά απ' τα δεξιά χιόνια του νεοελληνικού κράτους). Αυτό που πραγματικά μ' εξόργισε είναι οι δηλώσεις του Ναπολέοντα-Μουσολίνι (δεν λέω Κόκκαλη, διότι αυτός διοικεί μια ιδιωτική εταιρεία)-Παναγόπουλου. Τα "Σε κόβω επειδή δεν μ' αρέσεις, δεν σε γουστάρω, δεν τη βρίσκω με τις εκπομπές σου" προσιδιάζουν σε μανατζεριλίκια - νταβατζηλίκια σκληρού, ιδιωτικού τομέα, κι όχι σε δημόσια, κρατική τηλεόραση που συντηρείται από τους Έλληνες φορολογούμενους. Έλεος πια! Πότε επιτέλους θα διαχωριστεί το "κρατικό" απ' το "κομματικό"; Ως πότε ο εκάστοτε κυβερνητικός μηχανισμός θα χρησιμοποιεί τον κρατικό τομέα ως πεδίο βολής κομματικής προπαγάνδας; Πόσα λεφτά θα συνεχίσουν να σπαταλούνται για τους εθνικούς θριάμβους των γιουροβιζιονάδων; Πότε θα σιχαθούμε αυτές τις αιωνόβιες καρικατούρες δημοσιογράφων- κυβερνητικών εντολοδόχων που παπαγαλίζουν την νομιμοφροσύνη τους σε κάθε περιπατητικό πλάνο με τον εκάστοτε γαμάτο και τζαμάτο υπουργό;
Έσκασα ο άνθρωπος, θα πιω μια φραπελιά μπας και συνέλθω...

Πώς να σκοτώσετε ζωντανά κάτι υπέροχο

Οχι, κανένας σουρεαλισμός δεν κρύβεται πίσω από τον τίτλο.
Απλα βρήκα μια ζωντανή εκτέλεση του πολυαγαπημένου μου "Nocturnal Me" των Echo and the Bunnymen και έμεινα άναυδος από το πόσο αδικούν οι ίδιοι αυτό το τραγούδι.
Πρώτα η στούντιο εκτέλεση, μετά η ζωντανή (πρόταση: αφού ακούσετε και τα δύο, βάλτε το βίντεο να παίζει χωρίς φωνή, και πατήστε κλικ στον πορτοκαλί ανθρωπάκο).
ΥΓ. Στη ζωντανή εκτέλεση ωστόσο ο ντράμερ είναι απίστευτος (απ' τους πιο υποτιμημένους ντράμερ έβερ!).


02 - Echo & The Bu...


13 Μαΐ 2008

Κουίζ

Την πρώτη χρονιά ήρθε και μίλησε στον καφενέ του χωριού μας.
Την επόμενη ήρθε στη μεγάλη πόλη. Πλακώσαν κάτι τύποι τ' αλλου κόμματος, για να τον εδείρουνε. Πέσαν οι δικοί μας απάνω τους, χαμός έγινε.

Ποιος είναι ο εικονιζόμενος;
Οποιος το βρει κερδίζει μια θέση στην καρέκλα του οδοντίατρου, αντ' εμού.

Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Βασίλης Παπαγεωργόπουλος παρέδωσε στον αντιδήμαρχο του δήμου της Ζαχάρως Σπ. Μπιλιώνη δύο απορριμματοφόρα ως δωρεά

Ωραία η κίνηση και η φωτογραφία. Ωστόσο ο καλός κύριος Α. που μου έστειλε τη φωτογραφία αναρωτιέται: Τα σκουπιδιάρικα τα έδωσε γεμάτα με τα σκουπίδια που προ μηνών είχε μαζέψει ο ίδιος;

Εκαστος πρέπει να εποπτεύσει τον εαυτόν του και τον σύντροφόν του ή τον γείτονά του

Eίναι ένα παιχνίδι του μυαλού, τίποτε παραπάνω, απ’ αυτά που προκαλεί η ανία της μακράς παραμονής σε ένα λεωφορείο κολλημένο στην κίνηση.

Οι κανόνες είναι απλοί:

Το βλέμμα πίσω από τα μαύρα γυαλιά και η ακοή, πίσω από τα ακουστικά στα αυτιά, που δεν παίζουν όμως τίποτε, καρφώνονται σε κάποιον επιβάτη. Κάθε λεπτομέρεια καταγράφεται στα μικροτσίπ του διεστραμμένου εγκεφάλου και μπορεί να οδηγήσει στην εξακρίβωση του καπνού που φουμάρει, πού πάει, πού δουλεύει, τι ψηφίζει και αν, όταν νομίζει πως δεν τον βλέπει κανείς, σκαλίζει τη μύτη του.

Να, αυτός ο κυριούλης, ας πούμε. Πενήντα χρονών, περίπου, καλοστεκούμενος, καραφλός με τα ελάχιστα μαλλιά στο πλάι της κεφαλής να σχηματίζουν μπουκλάκια, τα οποία μάλιστα γυαλίζουν, λες και είχε βάλει μπριγιαντίνη, γκρι καλοκαιρινό κοστούμι, γαλάζιο πουκάμισο με ανοιχτό το κουμπί στο στήθος, και γκριζογάλανη κάλτσα μέσα στο μαύρο καλογυαλισμένο σκαρπίνι. Σαν μάγκας άλλης εποχής. Μέχρι και κομπολόι κρατάει. Ξάφνου από κάποιο κινητό ακούγεται η εισαγωγή του Saturn 5 των Inspiral Carpets. To δικό του! Ο μάγκας, ο πενηντάρης, ακούει Inspiral Carpets; Κάποιο λάκκο έχει η φάβα…

- Ελα Γιάννα μου, καλημέρα, τι κάνεις (Η γυναίκα του; Η γκόμενα; Μια παλιά του συμμαθήτρια; Η ξαδέρφη του από το χωριό;).

Ακούει για λίγο χωρίς να μιλάει, μόνο μορφάζει. Μετά απομακρύνει το κινητό από τ’ αυτί. Δείχνει δυσαρεστημένος. Απ’ το ηχείο του κινητού ακούω μια φωνή να μιλάει ακατάπαυστα σαν πολυβόλο, δυστυχώς δεν μπορώ να ξεχωρίσω τι ακριβώς λέει. Ξαναβάζει το κινητό στα αυτί και ανοίγει το στόμα του να πει κάτι, αλλά δεν τα καταφέρνει, ξαναπομακρύνει το κινητό απ’ τ΄ αυτί και συνδέει τη Γιάννα με Κάιρο για κάνα δίλεπτο, κατά τη διάρκεια του οποίου αυτή δεν παίρνει ανάσα…

-Τι να σου πω βρε Γιάννα; καταφέρνει επιτέλους να πει κάτι. Καταρχήν θέλω να μη λες πολλά. Ακου να δεις, η υπόθεση είναι σοβαρή… και χαμηλώνει τη φωνή βάζοντας το χέρι μπροστά στο στόμα του. Τα υπόλοιπα δεν καταφέρνω να τ’ ακούσω δυστυχώς αλλά δεν χρειάζεται. Ο τύπος ή ρουφιάνος είναι ή ασφαλίτης. Βέβαια, έχω εκπαιδευτεί πολύ καλά ώστε να τους αναγνωρίζω αυτούς από χιλιόμετρα, από τότε οι αριστεροπατέρες μου μού είχαν αποκαλύψει ότι όλοι ταξιτζήδες και οι περιπτεράδες είναι ρουφιάνοι…

Εμενε μόνο να εξακριβώσω αν επρόκειτο για ρουφιάνο ή για ασφαλίτη. Διότι, αν και ενίοτε συγχέονται αυτά τα δύο και ταυτίζονται, πρόκειται για δύο διακριτούς ρόλους. Ο ασφαλίτης είναι επαγγελματίας. Η δουλειά του είναι να ρουφιανεύει και να δίνει κόσμο. Ο ρουφιάνος ασκεί άλλο επάγγελμα αλλά θέλοντας να τα έχει καλά με τις αρχές ή με τ’ αφεντικό δίνει τους γείτονές του ή του συναδέλφους του κτλ.

Ο καραφλός ρουφιάνος ή ασφαλίτης με το γκρι καλοκαιρινό κοστούμι, το γαλάζιο πουκάμισο, τις γκριζογάλανες κάλτσες και τα καλογυαλισμένα σκαρπίνια ξαφνικά τερμάτισε τη συνομιλία με τη «Γιάννα» (σίγουρα κωδικοποιημένο όνομα κάποιου συνεργάτη του) και ξαφνικά απευθύνθηκε σε μένα.

- Συγγνώμη, νεαρέ, σε ποια στάση να κατέβω για πλατεία Τερψιθέας;

Κρύος ιδρώτας με έλουσε… Πλέον είχε αποκαλυφθεί, αλλά έπρεπε να φανώ δυνατός και να μην του δείξω ότι τον κατάλαβα. Ξεροκατάπια και ψέλλισα: Στην επόμενη.

Με ευχαρίστησε και κατέβηκε στην πλατεία Τερψιθέας, όπου εδρεύει το αστυνομικό τμήμα Σταυρουπόλεως… Ασφαλίτης σίγουρα, κατά πάσα πιθανότητα σε εκτός έδρας αποστολή, ή μόλις είχε μετατεθεί στο εν λόγω Α.Τ.

Φτηνά τη γλίτωσα.

Άγνωστο γιατί, αλλά γράφοντάς τα αυτά, ένιωσα κι εγώ με τη σειρά μου λίγο ρουφιάνος.


12 Μαΐ 2008

Στο χάνι του Ισμαΐλ

Μέσα στο σαββατοκύριακο με το φίλο Ελάιας κάναμε μερικούς περιπάτους στην πόλη ψάχνοντας τα φαντάσματα. Σε μια γωνίτσα εκεί που χρόνια πίνουμε μπίρες, καλά κρυμμένη, στέκεται έναν αιώνα μετά η οθωμανική επιγραφή ενός πανδοχείου. Περάσαμε από εκεί για να την δείξω στον Ελάιας. Ιδού λοιπόν το χάνι του Ισμαΐλ πασά, έτος 1323 (1905).



Υ.Γ. Στον Παναγιωτάκη που εν μέσω αλκοόλ στις 4 εποχές, διαδίδει ότι "κάτι εβραϊκά γράφει εκεί πάνω"...


Μια νύχτα μαρτυρική τα ξέρασα όλα ο μαρτυριάρης

- Αντώνη…
- Βρε καλώς τον νέο…
- Ακου, σε αυτόν τον σταθμό που δουλεύεις, μπορείς να με χώσεις;
- Τι έγινε; Ακόμη δεν ήρθαμε και ζητάμε ρουσφετάκι;
- Έλα βρε Αντώνη, μη με κοροϊδεύεις…

- Έχεις ξανακάνει ραδιόφωνο;
- Όχι.
- Ε τότε δεν γίνεται…
- Δοκίμασέ με Αντώνη και θα δεις, ακούω πολλή μουσική, θα παίζω και γαμώ τα κομμάτια…
- Ακου να σου πω κάτι χοντρούλη, και βάλτο καλά στο μυαλό σου, άμα θες να κάνεις εκπομπή, κομμάτια έχει μόνο η πίτσα, όχι η μουσική…

- (από μέσα μου: βρε άντε και γαμήσου) Καλά Αντώνη, ό,τι πεις, να κάνω ένα δοκιμαστικό;


Κάπως έτσι ξεκίνησαν οι πρώτοι μου έξι μήνες στο ραδιόφωνο (απ’ τους εννιά συνολικά –τ’ αποτέλεσμα ήταν σκέτη τερατογένεση!). Έναν επαρχιακό ραδιοφωνικό σταθμό, της πχοιότητας που έλεγε κι ο τότε πρωθυπουργός μας. Πέρα από τις πρωινές ενημερωτικές εκπομπές, του τύπου «μεγάλο πρόβλημα οι κουτσουλιές στην πλατεία του Αγίου, τι θα κάνει επιτέλους ο δήμος για να το λύσει;», όλη την υπόλοιπη ημέρα έπαιζε «πχοιοτικό ελληνικό τραγούδι». Από Σταμάτη Κόκκοτα και Μητροπάνο, μέχρι Σωκράτη Μάλαμα, Αλκίνοο Ιωαννίδη, Θανάση Παπακωνσταντίνου και Αλκίνοο Ιωαννίδη.

Ο ιδιοκτήτης, ένας τύπος μονίμως σκυθρωπός. Μοναδικό αξιοσημείωτο πράγμα σχετικό με αυτόν, η γκόμενά του, η Αγγέλα. «Δεν καπνίζουμε στο στούντιο, δεν πίνουμε αλκοόλ, προσέχουμε τι παίζουμε και τι λέμε στον αέρα, όταν τελειώνετε την εκπομπή σας και μετά δεν ακολουθεί άλλος να θυμάστε να βάζετε την κασέτα και να κλειδώνετε φεύγοντας».

Ξεκινήσαμε με τον Σαλαδίνο, ντούετο. Ηταν ανυπόφορα: διαρκείς διαφωνίες για τη μουσική, όχι μόνο με τον Σαλαδίνο αλλά και με το φαν κλαμπ του, δυο, τρεις, τέσσερις, ενίοτε παραπάνω συμφοιτήτριές μας, πάντα παρούσες στο στούντιο για να τον δικαιώνουν: «μα ναι, αχ τι ωραίο κομμάτι, μπράβο Σαλαδίνε. Πάνο πρέπει να το παραδεχτείς ότι οι Γκούλαγκ δεν ταιριάζουν μετά την Αλεξίου» (σώπα, πέσμου κάτι που δεν ξέρω). Ασε που είχα και τον άλλο βραχνά, μια τύπισσα που εκμεταλλευόταν τα τρυφερά συναισθήματά μου για αυτήν, και με έπαιρνε τηλέφωνο για να με ρωτήσει «Παναγιώτ’ θα βάλεις λίγο Μιλτιάδη Πασχαλίδη;» (με ιδιαίτερο τονισμό, παρακαλώ, στο «λεις», στο «λί», και στο «λίδη»).

Εγώ όμως ήθελα να παίζω Γκούλαγκ, Σεξ Πίστολζ και Ραμόνζ.

Μέσα σε ένα μήνα, για να παραμείνουμε φίλοι με τον Σαλαδίνο, είχαμε χωρίσει τις εκπομπές μας: Μετά το «Πέρα απ’ τα Σύννεφά» του ακολουθούσε το δικό μου «Απλά και μόνο ροκ εν ρολ», τρελά ανέμπνευστος τίτλος, λύση έκτακτης ανάγκης, ύστερα από την κατηγορηματική απόρριψη από τον Σκυθρωπό Ιδιοκτήτη της αρχικής μου πρότασης για μια εκπομπή με τίτλο «Χοιροστάσιο» (μα Κυραποτέτοιεμου, είναι τίτλος ταινίας του Παζολίνι, ο οποίος πιστεύω ότι ταιριάζει απόλυτα με το πχοιοτικό προφίλ του σταθμού μας).

Για κάνα τετράμηνο, μέχρι που μπήκε η άνοιξη και τα περιστέρια στην πλατεία του Αγίου είχανε χεστεί από τη χαρά τους απάνω στα κεφάλια μας, καραγούσταρα. Ο Σκυθρωπός Ιδιοκτήτης με ψιλοέπρηζε παίρνοντάς με τηλέφωνο την ώρα της εκπομπής ρωτώντας με «τι παίζεις τώρα, γιατί αυτό που πιάνω σπίτι είναι κάτι περίεργα τραγούδια», «ναι Κυραποτέτοιεμου, εμάς ακούτε, αυτό είναι το Ατμοσφιρ των Τζόη Ντιβίζιον», «α, καλά, νόμιζα ότι είχε πέσει το σήμα πάλι, και θυμήσου να κλείσεις το σκούρο» «το ποιο;», «το σκούρο παιδάκι μου, δεν καταλαβαίνεις;», «τι είναι το σκούρο;», «το πώς το λέτε εσείς, μα τελείως χαζός είσαι, το παντζούρι, το σκούρο», «μάλιστα Κυραποτέτοιεμου, γεια σας τώρα, γιατί έχω κι άλλη γραμμή».

Δεν ήταν ψέματα. Ολως περιέργως μέσα στα μεσάνυχτα υπήρχαν κάποιοι που με ακούγανε και κάποιοι ακόμη πιο απελπισμένοι που με παίρνανε τηλέφωνο: ένας για να μου πει να μην παίζω όλη την ώρα Ντιπές Μοντ, η άλλη για να μου ζητήσει Del Amitri (έλεος, υπάρχουν άνθρωποι που ακούνε Del Amitri;) και να με σκυλοβρίσει όταν της είπα ότι δεν έχω και δεν με αρέσουν. Η καλύτερη φάση ήταν η «θαυμάστριά μου», μαθήτρια υποθέτω. Πρώτη φορά που με πήρε, με σκυλόβρισε -κι αυτή- γιατί είχα τολμήσει να πω στον αέρα ότι δεν με αρέσει ο Σιδηρόπουλος. Μετά ξεκίνησε να με ρωτάει κάτι βλακείες, «ξέρεις αν ήταν παντρεμένος, αν είχε παιδιά, αν ήταν ξανθομάτης κι αν ήταν γαλαζομάλλης;» κι εγώ να της αφιερώνω το «No more heroes anymore» των Stranglers και την άλλη μέρα ξανά και φτου κι απ’ την αρχή, μέχρι που μου ζήτησε να βγούμε για καφέ και της είπα ότι δεν προλάβαινα γιατί ήμουν πολυάσχολος κι ο καφές μού κάνει κακό στα νεύρα και γίνομαι επικίνδυνος και ποτέ δεν ξέρει τι μπορεί να της συμβεί πίνοντας καφέ με έναν άγνωστο.

Ωραία περνούσα γενικά. Μέχρι που ένα πρωί, ο Αντώνης, της αρχής της ιστορίας, μου είπε ότι το βράδυ, πριν από την εκπομπή μου, πρέπει να πάμε να κάνουμε αφισοκόλληση για τη συναυλία του Αλκίνοου Ιωαννίδη που σπονσοράριζε ο σταθμός μας. Σιγά μην πήγαινα, εδώ δεν πήγαινα στις αφισοκολλήσεις των ΕΑΑΚ, στου Αλκίνοου θα πήγαινα; Βρε δεν έπινα καλύτερα όλο τον Βόσπορο; Ασε που ήμουν και καλεσμένος σε κάτι γενέθλια ενός χριστιανόπληκτου συμφοιτητή, ο οποίος αρεσκόταν να συζητάει μαζί μου, πλατσουρίζοντας σε κάθε λέξη θορυβωδώς τα χείλη του, για την Αγία Γραφή, πράγμα που εγώ βαριόμουνα αλλά έβρισκα διασκεδαστικό το πλατσούρισμα.

Για να αντέξω τα γενέθλια με τη χριστιανόπληκτη παρέα του, ήπια λιγάκι, περίπου όλο το Βόσπορο (τότε, θυμάμαι, άγνωστο γιατί, αφού δεν με αρέσει το κρασί, πίναμε κάτι μπουκάλια «Μοντενέγκρο» ή «Μελίρυτος»). Πήγα, είχε φτιάξει και κάτι γλυκά, νηστήσιμα, ο λεβέντης.

Τα τσάκισα όλα βιαστικά, άκουσα για κάνα δίωρο βαρετές συζητήσεις και με ύφος περισπούδαστο και μεγάλου σταρ ανακοίνωσα την αποχώρησή μου, «γιατί έχω εκπομπή», η οποία άρχισε ως συνήθως με το ηχητικό της σήμα, το Regiment των Eno/Byrne, πέρασε και μια φίλη απ’ το στούντιο για να πει ένα γεια, χορέψαμε κι ένα βαλσάκι, το οποίο μού ανακάτεψε ελαφρώς το στομάχι, έφυγε, έμεινα μόνος, δεν ένιωθα και πολύ καλά, άρχισα να παίζω το ένα οκτάλεπτο κομμάτι μετά τ’ άλλο, να τελειώνει η εκπομπή μια ώρα αρχύτερα. Ενιωθα και κάτι αναγούλες.

Το κακό συνέβη μεσάνυχτα ακριβώς. Ισα που είχα προλάβει να βάλω την κασέτα να παίζει στο τρανζίστορ τα αμερικάνικα, κι ενώ ήμουν έτοιμος με το μπουφάν στους ώμους, κατάλαβα ότι κάτι στο στομάχι μου ήθελε να βγει. Τρέχοντας διέσχισα τον στενό διάδρομο μέχρι το γραφείο του ιδιοκτήτη, όπου στο βάθος ήταν η τουαλέτα. Αντί όμως να ανοίξω την πόρτα της, άνοιξα το στόμα μου και τα ξέρασα όλα, τα μισά πάνω στην πόρτα, τ’ αλλα μισά μέσα.

Με είχε λούσει κρύος ιδρώτας και με το ζόρι στεκόμουν στα πόδια μου. Όπως-όπως καθάρισα τον χαμό, κλείδωσα κι έφυγα.

Τις επόμενες δύο ημέρες τις πέρασα στο κρεβάτι. Τροφική δηλητηρίαση; Ίωση; Φόβος για την οργή του Σκυθρωπού Ιδιοκτήτη; Δεν σήκωνα τηλέφωνα, δεν απαντούσα στα χτυπήματα της πόρτας, μέχρι που όρμησε μέσα (στην εστία δεν κλειδώναμε ποτέ) ο προαναφερθείς Αντώνης. «Είμαι άρρωστος», του είπα. «Μαλάκα σε ψάχνει τ’ αφεντικό. Να πας να τον δεις. Θέλει να μάθει γιατί δεν ήρθες στην αφισοκόλληση, ποιος ξέρασε στο γραφείο του και γιατί δεν έκλεισες το σκούρο φεύγοντας».

Βρε κόλλημα με το γαμημένο το σκούρο!
«Πέστου, θα πάω να τον δω, μόλις νιώσω καλύτερα».
Δώδεκα χρόνια μετά, ακόμη να νιώσω καλύτερα.
Σκέφτομαι ότι ίσως τώρα να είναι καλή στιγμή να πάω να τον δω.