20 Οκτ 2015

Απ' το πρωί φαίνεται

Μόλις ξύπνησα, συγκρούστηκα με τον τοίχο με συνέπεια ό,τι είχε απομείνει μες στην κούπα από τον χτεσινό καφέ -είχα σκοπό, σε μια κρίση ενοχικής νοικοκυροσύνης, να την παρατήσω άπλυτη, αλλά τουλάχιστον στη θέση της στον νεροχύτη της κουζίνας να κάνει παρέα στα άλλα άπλυτα πιάτα (αναρχοαπλυσία και στην κουζίνα ρε)- να πέσει πάνω στο τριχωτό μου μπούτι σχηματίζοντας καφετιά ρυάκια τα οποία αφενός με ακινητοποιήσαν αφετέρου κινητοποιήθηκαν αυτά τα ίδια κυλώντας ορμητικά προς το πάτωμα κάνοντας ζιγκ ζαγκ και παιδιά από την Πάτρα ανάμεσα στις τρίχες και σχηματίζοντας καφετιές λίμνες στο πάτωμα, τις οποίες, αφού σταμάτησε η ροή του καφέ, παράτησα εκεί να αποξηρανθούν με φυσικό, οικολογικό τρόπο χωρίς τη βίαιη παρέμβαση κάποιου χαρτιού κουζίνας ή σφουγγαρίστρας, στη συνέχεια έφτιαξα επιτέλους τον σημερινό, πρώτο πρωινό καφέ μου, χωρίς γάλα, ζάχαρη, κορομηλά και μενεγάκη, και βγήκα στο μπαλκόνι, κάθισα σε μια καρέκλα που κάποτε ήτανε κουζίνας και τώρα πειραματίζομαι καταγράφοντας τις αντιδράσεις της σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, αυτό του μπαλκονιού, και ήδη τα πρώτα αποτελέσματα είναι αποκαλυπτικά, η καρέκλα έχει χάσει το χρώμα της και φαίνεται να υποφέρει από τη σκόνη του κέντρου της πόλης, καθισα λοιπόν σε αυτήν τη σκονισμένη καρέκλα, που στέναξε όχι από ηδονή αλλά από το βάρος μου, απ' την άλλη ανακουφίστηκε κάπως καθώς η σκόνη θα κολλούσε στα τροφαντά κωλομέρια μου και στα χοντρά μου μπούτια, και πήρα να σκέφτομαι το ίδιο πράγμα που πολύ με απασχόλησε χτες βράδυ, λίγο πριν κοιμηθώ, τη λέξη «ευρωτίαση», που τη διάβασα σ' ένα δελτίο Τύπου του ΕΦΕΤ, και αρχικά μού φάνηκε σαν ασθένεια, ίσως ψυχική, ευρωτίαση, κάποιου είδους σύνδρομο, κάποιου είδους ανθυγιεινή, θανάσιμη προσκόλληση με το ευρώ και την Ευρώπη, μπορεί και μεταδοτική, να ας πούμε ο Τσίπρας μολύνθηκε πρόσφατα από ευρωτίαση και όλη η χώρα πλέον υποφέρει, κι όμως κοιτώντας το λεξικό διαπίστωσα πως πρόκειται απλώς για εμφάνιση μούχλας, μούχλα η ευρωτίαση, και προβληματίστηκα περισσότερο, ανάμεσα στις γουλιές του πικρού, σκέτου καφέ, η μούχλα, η ευρωτίαση δηλαδή, είναι συνώνυμη περίπου της συντήρησης αλλά μας λένε πως η Ευρώπη είναι συνώνυμο της προόδου και ότι οι ιδέες ημών των αντιευρωπαϊστών είναι μουχλιασμένες, άραγε θα μπορούσα να γράψω μια εξυπνάδα στο φέησμπουκ επ' αυτού; και μετά διάβασα κάπου ότι ο Μπόρχες «ερωτηθείς για το αν διάβασε την επίμαχη τότε "Λολίτα απάντησε "δεν το έχω διαβάσει, οι διαστάσεις του μυθιστορηματικού είδους δεν ταιριάζουν ούτε με τη σκοτεινιά των ματιών μου ούτε με τη συντομία της ζωής"» και είπα πες τα ρε Μπόρχες γαμώ την τρέλα μου έτσι ακριβώς είναι γαμώ τους Πίντσον* όλου του κόσμου, και στήλωσα το βλέμμα στο απέναντι μπαλκόνι και τον είδα, αρχικά νόμιζα πως ήταν ο Μπόρχες ή έστω ο Πίντσον, αλλά όχι, ήταν απλώς ο ηλικιωμένος κύριος που μένει απέναντι και κυκλοφορεί μόνο με λευκό σώβρακο μινέρβα χειμώνα καλοκαίρι και είχε βγει να κάνει πρωινή γυμναστική, έκανε κάτι σαν κάμψεις, σαν επικύψεις (δεν ξέρω την εξειδικευμένη ορολογία της γυμναστικής, να με συμπαθάτε, τα βίντεο της Πετρουλάκη τα έβλεπα στο mute) στηριζόμενος στο κάγκελο του μπαλκονιού κι απόμεινα να τον θαυμάζω για την όρεξή του, το νεύρο του, το σφρίγος του, που το δικό του, παρότι γέρος, θα το έλεγες νεανικό, όχι σαν το δικό μου που, παρότι σχεδόν μεσήλιξ, θα το έλεγες... βασικά δεν θα το έλεγες τίποτε, κανένα σφρίγος, μόνο κοιλιά, και ξάφνου ο γέρος σταμάτησε να κάνει κάμψεις, επικύψεις ή τι σκατά και με πήρε χαμπάρι που τον κοιτούσα και με κοίταζε κι αυτός σε φάση τι έγινε ρε χοντρέ, γυρεύεις τσαμπουκά; αλλά, καθότι το μυαλό μου δεν στροφαρει με την πρώτη κούπα καφέ, δεν πήρα χαμπάρι και συνέχιζα να τον κοιτώ χωρίς να αντιλαμβάνομαι την ενόχλησή του και μετά αυτός μπήκε μέσα και σύντομα ξαναβγήκε στο μπαλκόνι με μια ξανθιά κυρία, δεν ξέρω ποια ήταν, τι του ήταν, μπόντιγκαρντ, προσωπική γυμνάστρια ή κάτι άλλο, η οποία με τα χέρια σταυρωμένα στάθηκε ανάμεσα σε μένα και στον γέρο (που συνέχισε τη γυμναστική του) και με κοιταζε σε φάση τι έγινε αγοράκι γυρεύεις φασαρία; και τότε κάπως φοβήθηκα και μπήκα μέσα και κρύφτηκα πίσω από την κουρτίνα του μπάνιου με την πόρτα κλειδωμένη και τα φώτα κλειστά και τώρα σκέφτομαι μήπως να πάω να τους χτυπήσω το κουδούνι να απολογηθώ, αλλά απ' την άλλη φοβάμαι μήπως ο γέρος και η ξανθιά κυρία με βάλουν να κάνω γυμναστική για τιμωρία.  

(στο βίδεο, νέο μουσικό κόλλημά μου)



* ναι, ξέρω, ο Ναμπόκοφ έγραψε τη λολίτα, αλλά εγώ τα έχω με τον Πίντσον και τους ογκόλιθους, σε μέγεθος, μυθιστορήματά του

16 Οκτ 2015

Για όλα φταίει ο Βολταίρος

Εγραψε σε κάποιο απ' τα γραφτά του ο αγαπημένος των απανταχού φιλελευθέρων ανεκτικών φιλολόγων και κλισεδολόγων, ο Βολτέρ, που (για να το παίξω λίγο πρόταγκον) στον τομέα της διανόησης δεν ήταν κάτι φοβερό, ήταν ας πούμε περίπου σαν κι εμένα, δηλαδή ένας τύπος που του άρεζε να κάνει βόλτες μπουρδολογώντας, ένας φλανέρ, ένας σουλατσαδόρος, ένας πρωτοπόρος πεζοπόρος της διαφωτιστικής περιπατητικής σχολής, έγραψε έλεγα λοιπόν ο Βολτέρ την ιστορία του Σιμόν Μορίν, ενός τυπάκου που το ΧίλιαΕξακόσιαΚάτι την είχε δει θεός ή εκπρόσωπός του και απεσταλμένος του στη Γη, και τον πήραν και τον κλείσαν σε ένα ίδρυμα όπου ο Μορίν είχε την τύχη ή την ατυχία να γνωρίσει έναν ακόμη που την είχε δει θεός ή εκπρόσωπός του στη Γη, τέλος πάντων, συνάντησε έναν ομοιοπαθή και ομόλογό του και συγκλονίστηκε τόσο από το θέαμα και την κατάσταση του ομοιοπαθούς του που, μιράκολο-μιράκολο, γιατρεύτηκε και οι αρχές του δώσαν το οκέη να βγει ξανά όξω με τους και καλά λογικούς και ντεμέκ υγιείς ανθρώπους, όπου, περιέργως, ο Μορίν ξανακύλησε και άρχισε το ίδιο τροπάρι, την είδε ξανά θεός ή εκπρόσωπός του, και συνάντησε, αυτή τη φορά όξω, στην κοινωνία, έναν άλλον συνάδελφο, ομόλογο, ομοιοπαθή που κι αυτός την είχε δει θεός ή εκπρόσωπός του στη Γη, μόνο που αυτός ο τελευταίος δεν γούσταρε και πολύ τον ανταγωνισμό και ήταν και πολύ δικτυωμένος και είχε τα κονέ με τους υψηλά ιστάμενους και τον έδωσε τον Μορίν στεγνά στις αρχές που αυτή τη φορά τον κάψανε, επίσης στεγνά, στην πυρά. 
Απ' αυτή την ιστορία του Βολτέρ λοιπόν εμπνευσμένος, το ΧίλιαΕννιακόσιαΠενήνταΚάτι, ένας ψυχίατρος στις ΗΠΑ ονόματι Μίλτον Ρόκιτς πειραματίστηκε, κομματάκι ανήθικα, με τρεις ασθενείς που την είχαν δει ο ένας και μοναδικός Ιησούς Χριστόυς. Τους έβαλε να ζουν μαζί, αντιμέτωποι ο ένας με τον άλλον, φροντίζοντας να τους μανιπουλάρει καταλλήλως μπας και αντικρύζοντας ο ένας τον άλλον βελτιωθεί η κατάστασή τους, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν αρχικά να τσακωθούν μεταξύ τους κι εντέλει ο καθένας από τους τρεις Ιησουσχριστούς να θεωρήσει τρελούς τους άλλους δύο που θεωρούσαν τον εαυτό τους Ιησού Χριστό, αφού άλλωστε -ως γνωστόν- ο μοναδικός Ιησους Χριστός ήταν αυτός ο ίδιος αυτοπροσώπως. 
Τώρα, εγώ ούτε Βολτέρ έχω διαβάσει, ούτε και το βιβλίο «Οι τρεις Χριστοί του Υψηλάντη» του Ρόκιτς, το οποίο όμως, καταπώς φαίνεται, έχει διαβάσει ο Τζο Κέισι των Πρωτομάρτυρ που λέγαμε στο παραπροηγούμενο ποστ, και έγραψε επ' αυτού το τραγούδι Ypsilanti - όπου Ypsilanti είναι μια πόλη των ΗΠΑ, που, ναι, το όνομά της το πήρε από τον φαναριώτη Δημήτριο Υψηλάντη, και τέλος πάντων είμαι σίγουρος πως μια μέρα σε κάποιο ημιλάηφστάηλ περιοδικό της ημεδαπής ή της αλλοδαπής κάποιος θα γράψει -έναντι πενιχρής αμοιβής- ένα κείμενο που θα λέει όλ' αυτά που γράφω παραπάνω και θα βουίξει το διαδίκτυο από τις φοβερές και τρομερές αποκαλύψεις, αλλά αυτός ο κάποιος δεν θα 'μαι εγώ.  


11 Οκτ 2015

Στις απολαυστικότερες ακροάσεις δεν ακούστηκαν τα αγαπημένα μας τραγούδια

Νομίζω πως τον θυμάμαι πολύ καλά τον συμφοιτητή και φίλο εκείνης της εποχής, πριν από πολλά χρόνια, που μού χάρισε μια κασέτα με διάφορα τραγούδια, σήμερα δεν ξέρω πού βρίσκονται, ούτε ο συμφοιτητής ούτε η κασέτα, ούτε και θυμάμαι πολλά από τα τραγούδια της, μόνο την εμπειρία της ακρόασης, απολαυστική αλλά και χαοτική, γιατί το τράκλιστ μού φαινόταν λάθος, ότι δηλαδή δεν ανταποκρίνονταν τα τραγούδια που άκουγα με τους καλλιτέχνες που αναγράφονταν, κι ακόμη και σήμερα προσπαθώ να καταλάβω αν φταίει που ήμουν συχνά κομμάτια όταν άκουγα εκείνα τα κομμάτια ή αν όντως κάποιος φέρελπις ντιτζέη τα είχε μιξάρει ώστε να μπαίνουν το ένα στο άλλο, κατά το δοκούν να έρχονται, να παρέρχονται και να επανέρχονται, σίγουρα πάντως δεν ήταν εκείνος ο άλλος ο ντιτζέη, που είχα ακούσει σε μια άλλη κασέτα, με όνομα γαλλικό, κι ήμουν πάλι κάπως σε φάση και δεν θυμάμαι να είχα ακούσει ποτέ στη ζωή μου ωραιότερη μουσική, και χρόνια μετά, αφού έπαψα πια να είμαι σε φάση, έστυψα το μυαλό μου (τίποτε, ξεραΐλα) και μετά το γκουγκλ για να βρω ποιος σκατά ήταν αυτός ο ντιτζέη με την ωραιότερη μουσική του κόσμου, ο γάλλος, και βρήκα πως ήταν ένας τύπος ο Πομπουνιάκ, που 'χε γίνει της μοδός με μια σειρά δίσκων Χοτέλ Κωστής όχι Χατζηδάκης, ευτυχώς, που να σου πω την αλήθεια μουσικά αυτά τα δισκάκια, όταν τ' ακούς χωρίς να είσαι σε φάση, είναι μουσικά ό,τι και ο Χατζηδάκης ο Κωστής όχι ο Μάνος για την πολιτική, και τέλος πάντων έφαγα ξενέρα λοιπόν, η ανάμνηση της πιο ωραίας μουσικής μου ακρόασης ήτανε λάθος, στο νούμερο ένα τελικά ανέβηκε μια άλλη ακρόαση που και πάλι ήμουν σε φάση και έπεφτε μια ήσυχη μεσημεριανή βροχή στο νησί και άκουγα το Σουζάν του Λέοναρντ Κοέν και η επαλήθευση, όταν πια δεν ήμουν σε φάση, ευτυχώς ήταν επιτυχής, η εμπειρία της ακρόασης του Κοέν παρέμενε συναρπαστική, οπότε εκεί έκανε κλικ ο εγκεφαλός μου και το ποντίκι, γιατί θυμόμουν κάτι με κασέτα και με τρίππυ και με χόλυ τζόη, αλλά δεν υπήρχε συγκρότημα Τρίππυ Χόλυ Τζόη, βρήκα ωστόσο τους μπαντ οβ χόλυ τζόη και αφού είδα κι απόδειδα βρήκα το fiswives αλλά από τρίππυ τίποτε, μόνο την ανάμνηση μιας σκωτσέζικιας φωνής, ιδιαίτερης όσο καμιά, και ανέτρεξα στους άραμπ στραπ και με τα πολλά το βρήκα το τρίππυ, που τα είχε μιξάρει μαζί με το φισγουάηβζ, το ένα μέσα στο άλλο, ο φέρελπις ντιτζέη, όχι ο Πομπουνιάκ, αλλά κάποιος άγνωστος σε μένα ντιτζέη που έγραψε και μίξαρε την κασέτα σε κείνον τον φίλο που τον θυμάμαι καλά αλλά δεν ξέρω τι κάνει τώρα πια, και κάπου εδώ αναρωτιέμαι μήπως δεν θυμάμαι καλά και μήπως πέρα από τα τραγούδια δεν υπήρξε τίποτε άλλο απ' αυτά, ούτε φίλος ούτε νησί ούτε κασέτα ούτε μίξη ούτε ντιτζέη.