για το ποδόσφαιρο που είχα βρει στο indymedia. Έχει ενδιαφέρον. Είναι του 2002 να πω και το είχε περάσει ο "Ζόφος". Enjoy...
(Στο τέλος ακολουθεί και ένα σχόλιο που άφησε ένας άλλος αναγνώστης και έχει και αυτό το ενδιαφέρον του)
Το Ποδόσφαιρο ως Παράγοντας (και αντανάκλαση) της διεθνούς πολιτικής
Του: Pascal Boniface[1]
The International Spectator
Volume XXXIII No. 4 (October-December 1998)
Με μια πρώτη ματιά, θα μπορούσε να φανεί ελαφρώς ανάρμοστο το εγχείρημα να μελετηθεί το ποδόσφαιρο σε ένα διεθνές στρατηγικό πλαίσιο. Παραδοσιακά, έχει υπάρξει μια αμοιβαία έλλειψη ενδιαφέροντος που εμφανίζεται ανάμεσα στους διανοούμενους και στον κόσμο του αθλητισμού που φθάνει συχνά στο σημείο της περιφρόνησης, εκτός ίσως από μερικές διάσημες εξαιρέσεις, που γίνονται διάσημες, ακριβώς επειδή είναι εξαιρέσεις.
Η σύνδεση μεταξύ του αθλητισμού και της διεθνούς έρευνας ανατρέχει σε μεγαλύτερο βάθος από τα απλά αθλητικά ενδιαφέροντα ενός ερευνητή, ή την τάση ενός τύπου αθλήματος να αντανακλά τις παγκόσμιες υποθέσεις. Για έναν ερευνητή σήμερα, ο αθλητισμός, και το ποδόσφαιρο ειδικότερα, δεν αποτελεί μόνο μια δραστηριότητα ελεύθερου χρόνου, είναι επίσης και ένα επιστημονικό αντικείμενο, με τη δυνατότητα να απασχολήσει το επαγγελματικό πεδίο ικανότητάς του επιστήμονα. Το ποδόσφαιρο δεν είναι, ή δεν είναι πλέον, ένα απλό αθλητικό γεγονός που παίζεται από ομάδες, στα πλαίσια της ιδιωτικής ζωής κάποιου. Είναι επίσης ένα κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικό, οικονομικό και διπλωματικό ζήτημα.
Σήμερα, το ποδόσφαιρο είναι ένα έγκυρο συστατικό των διεθνών σχέσεων που δεν μπορούν πλέον να περιοριστούν στις καθαρές διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των κρατών. Δεν υπάρχει καμία πτυχή των τωρινών διπλωματικών σχέσεων που δεν μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς κανένα πρόβλημα στο ποδόσφαιρο.
Το Ποδόσφαιρο και η Γεωπολιτική
Έχοντας αυτό στο μυαλό μας, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τη "γεωπολιτική του ποδοσφαίρου", καθώς και για τη μελέτη του πώς το ποδόσφαιρο έχει κατακτήσει τον κόσμο. Αρχική ιδέα γεννήθηκε στην Αγγλία, και έγκειται στην πεποίθηση ότι μέσω των λιμανιών ο παγκόσμιος πλανήτης θα μπορούσε να προκύψει: στη Χάβρη (το πρώτη επαγγελματικό γαλλικό club), στη Βαρκελώνη, στη Μασσαλία, στο Μπιλμπάο, στο Αμβούργο και στη Γένοβα, οι κάτοικοι θέλησαν να μιμηθούν τους άγγλους εμπόρους που διασκέδαζαν τις ήρεμες χρονικές περιόδους τους με το παιχνίδι του ποδοσφαίρου. Κατόπιν ήλθαν οι σιδηρόδρομοι, οι οποίοι στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα ως ένα δίκτυο, διέδωσαν βαθμιαία το ποδόσφαιρο σε όλη την Αγγλία και προκάλεσαν την δημιουργία πρωταθλημάτων μεταξύ των δημόσιων σχολείων. Έτσι, το ποδόσφαιρο συνέχισε τη διείσδυσή του στην Ευρώπη και την Λατινική Αμερική. Αυτή η παγκόσμια κατάκτηση ολοκληρώθηκε πολύ πριν από την εμφάνιση της τηλεόρασης. Δεν θα μπορούσε να γίνει ένας παραλληλισμός αυτού του τρόπου της διαμόρφωσης μιας αυτοκρατορίας (δηλαδή ειρηνικά ), και των στρατιωτικών κατακτήσεων;
Το ποδόσφαιρο στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα έχει γίνει ένας κόσμος που κυβερνιέται από μια ενιαία υπερδύναμη -- την Βραζιλία -- ακολουθούμενη από μια χούφτα μικρότερων δυνάμεων (Γερμανία, Ιταλία, Αγγλία, Αργεντινή, Γαλλία, κ.λπ.) ανίκανες να συναγωνιστούν τον παγκόσμιο ηγέτη, αλλά πολύ πιο μπροστά από άλλα κράτη. Ο παραλληλισμός που μπορεί να γίνει με την παρούσα στρατηγική κατάσταση είναι σαφής, με τη μόνη διαφορά την οποία δεν έχει ποτέ μια κυρίαρχη δύναμη: να δημιουργεί πάντα τέτοιο καθολικό θαυμασμό. Το 1986, όταν απέκλεισε η Γαλλία τη Βραζιλία στους προημιτελικούς μετά από την εξαντλητική δοκιμασία των penalties, οι Γάλλοι ήταν, φυσικά, εκστασιασμένοι που βρίσκονταν στην ημιτελική φάση, αλλά εν τούτοις ήταν και λίγο λυπημένοι που χρειάστηκε να αποκλείσουν την Βραζιλία πρόωρα. Η Βραζιλία είναι η χώρα που η καθεμία ομάδα θέλει να συναντήσει στον τελικό, επειδή αποτελεί την συμπάθεια κάθε οπαδού του ποδοσφαίρου μετά από την ομάδα του. Η Βραζιλιάνικη υπερδύναμη είναι ένας μεγάλος εξαγωγέας παικτών ποδοσφαίρου. Σε δέκα έτη, δύο χιλιάδες επαγγελματίες ποδοσφαιριστές έχουν αφήσει τη χώρα τους για να παίξουν όχι μόνο σε χώρες όπως η Ισπανία, η Γαλλία και η Αγγλία αλλά και στην Πολωνία, στην Ιαπωνία και στην Κίνα. Το 1997 μόνο, πεντακόσιοι βραζιλιάνοι ποδοσφαιριστές πύκνωσαν τις τάξεις των ξένων πρωταθλημάτων. Ο ήλιος δεν δύει ποτέ στη βραζιλιάνικη αυτοκρατορία ποδοσφαίρου.
Σε αυτό το γεωπολιτικό πλαίσιο ποδοσφαίρου, το διάσημο αξίωμα που εκφράστηκε από τον Clemenceau που αναφέρεται στο πολιτικό επίπεδο στις Ηνωμένες Πολιτείες, θα μπορούσε εφαρμοσθεί στην Βραζιλία: "Είναι χώρα του μέλλοντος, και θα παραμείνει έτσι για ένα πολύ μακροχρόνιο διάστημα."
Το Ποδόσφαιρο και η παγκοσμιοποίηση
Το ποδόσφαιρο πρέπει να είναι το πιό καθολικό φαινόμενο που υπάρχει σήμερα, πιό καθολικό από τη δημοκρατία ή την οικονομία της αγοράς, οι οποίες, όπως λέγεται τώρα, είναι χωρίς σύνορα. Οι πιό γνωστοί κάτοικοι του παγκόσμιου χωριού είναι βεβαίως ο Ronaldo, ο Zidane, ο Bergkamp, ο Suker, κ.λπ.... Ενώ τα Η.Ε έχουν 186 μέλη, η FIFA (Fιderation Internationale de Football Association) μπορεί να καυχηθεί ότι διαθέτει 198, συμπεριλαμβανομένης της Βόρειας Ιρλανδίας, της Σκωτίας, της Αγγλίας και της Ουαλίας. Αυτές οι τέσσερις περιοχές είναι παρόντες στα Η.Ε ως ένα Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά υπάρχουν ως ανεξάρτητες περιοχές στον χώρο του ποδοσφαίρου. Σε μία εποχή που ορισμένοι παρατηρητές ανησυχούν για το μέλλον του Ηνωμένου Βασιλείου (θα παραμείνει ενωμένο;), θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα εάν η αντιπροσώπευσή τους στη FIFA καταδεικνύει μια πρωτοτυπία εκ μέρους των δημιουργών ποδοσφαίρου, ή προαναγγέλλει μια μελλοντική πολιτική αντιπροσώπευση. Τα άλλα μέλη της FIFA που δεν ανήκουν στα Η.Ε είναι Anguilla, οι Ολλανδικές Αντίλλες, η Aruba, οι Βερμούδες, τα νησιά Caiman, τα Virgin, οι Νήσοι Φερόες, και οι νήσοι Κουκ, η Ταϊτή, το Μοντσερράτ, το Πουέρτο Ρίκο, η Μακεδονία, η Ελβετία, η Παλαιστίνη, η Ταϊπέι, το Χογκ Κογκ και η Γκουάμ. Αυτά αποτελούν micro- κράτη ή κράτη που δεν αναγνωρίζονται πλήρως, ή ακόμα και οντότητες που έχουν μια εύκαμπτη σχέση με την ηπειρωτική χώρα τους. Αφ' ετέρου, ορισμένα μέλη των Η.Ε δεν είναι συμβεβλημένα με τη FIFA. Αυτές είναι οι Κομόρες, η Ερυθραία, τα νησιά Marshall, η Micronesia, το Μονακό, η Μογγολία, το Palau και η Σαμόα.
Είναι ο νέος Πρόεδρος της FIFA, Sepp Blatter, ένας τόσο σημαντικός άνθρωπος όσο ο Kofi Annan; Πρέπει να ειπωθεί ότι η FIFA έχει πετύχει εκεί όπου τα Η.Ε, το IAEA (Διεθνής Αντιπροσωπεία Ατομικής Ενέργειας) και άλλοι οργανισμοί έχουν αποτύχει, δηλαδή στο να εισάγει τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και της Ταϊβάν από κοινού στον ίδιο διεθνή οργανισμό.
Εν τούτοις, αν και το Παγκόσμιο Κύπελλο δημιουργήθηκε γύρω στα 1930, το ποδόσφαιρο μόνο πρόσφατα έχει γίνει ένα αληθινά παγκόσμιο φαινόμενο. Προφανώς η παγκοσμιοποίηση ισχύει για το ποδόσφαιρο, με ότι αυτό το φαινόμενο αντιπροσωπεύει: περισσότερες ανταλλαγές, αποβολή των συνόρων και των αποστάσεων μέσω της ανάπτυξης των τρόπων επικοινωνίας, μετακίνηση των ανθρώπων και μετάδοση των πληροφοριών. Δέκα τρεις ομάδες συμμετείχαν στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1930, και οι τέσσερις ευρωπαϊκές ομάδες υποβλήθηκαν σε ένα μακροχρόνιο ταξίδι με πλοίο για να φθάσουν εκεί. Οι πληροφορίες και τα αποτελέσματα φιλτραρίστηκαν και αλλοιώθηκαν. Σήμερα, μπορούμε να παρακολουθήσουμε έναν αγώνα μεταξύ της Αυστραλίας και του Ιράν ζωντανό.
Σαράντα δισεκατομμύρια άνθρωποι (το συνολικό ακροατήριο) παρακολούθησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998. Μέσω της σύγκρισης, έχει υπολογιστεί ότι δώδεκα δισεκατομμύρια (πάλι ο συνολικός αριθμός) παρακολούθησαν τους πιό πρόσφατους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες και είκοσι δισεκατομμύρια τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες. Το γεγονός ότι αναμετρήσεις μπορούν να πραγματοποιηθούν ανάμεσα σε χώρες όπως η Νότια Αφρική και η Γαλλία, η Τζαμάικα και η Ιαπωνία, η Σαουδική Αραβία και η Δανία, το Καμερούν και η Αυστρία, για να μην αναφέρουμε το Ιράν και τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν αποτελεί καμία αιτία έκπληξης, αλλά μάλλον εμφανίζεται να είναι μέρος μιας παγκόσμιας τάξης : "του ποδοσφαίρου".
Η Γαλλία συμπεριλαμβάνει τώρα στο πρωτάθλημα της ποδοσφαιριστές όχι μόνο από χώρες όπως η Πολωνία, η Ιταλία και τις προηγούμενες αποικίες της, ή από παραδοσιακές πηγές μετανάστευσης, αλλά και από χώρες όπως η Κορέα. Η Ιαπωνία, μια χώρα που είναι κλειστή παραδοσιακά στους μετανάστες, καλωσορίζει Βραζιλιάνους, Γάλλους, Αφρικανούς σε μεγάλους αριθμούς. Η περίπτωση του Bosman, που περιλαμβάνει την επιβολή της ελευθερίας της κυκλοφορίας στην Ευρώπη για τους επαγγελματίες παίκτες ποδοσφαίρου, είχε σημαντικό αντίκτυπο στην Ευρώπη, αλλά η σύνθεση διαφόρων ομάδων αποκαλύπτει την απεραντοσύνη του μεταναστευτικού ρεύματος των παικτών ποδοσφαίρου οι οποίοι κινούνται σε όλο τον κόσμο, ακόμα κι αν αυτή η ροή λαμβάνει χώρα κυρίως από τις φτωχές χώρες προς τις πλούσιες, ή από τις πλούσιες χώρες προς αυτές που είναι ακόμα πλουσιότερες από την άποψη του ποδοσφαίρου. Για να γενικεύσουμε ακόμα περαιτέρω, η ροή τείνει προς τον Βορρά. Ο νότος, που παραπονιέται για την λεηλασία του από μέρους του Βορρά, λεηλατείται επίσης στο πεδίο ποδοσφαίρου. Πρώτα υπήρξε το πρόβλημα "της διαρροής εγκεφάλων", είμαστε εμείς που αντιμετωπίζουμε τώρα ένα πρόβλημα "διαρροής ποδοσφαίρου";
Οι παίκτες που συμμετείχαν στην τελική φάση του Παγκόσμιου Κυπέλλου αποτελούν μια τέλεια αντιπροσώπευση του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης. Με τριάντα δύο ομάδες από όλες τις ηπείρους, το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 ήταν το πρώτο αληθινά αντιπροσωπευτικό ολόκληρου του πλανήτη. Το Παγκόσμιο Κύπελλο δεν είναι πλέον αποκλειστική υπόθεση της Ευρώπης και της Λατινικής Αμερικής, ακόμα κι αν αυτές είναι ακόμα οι ισχυρότερες ομάδες. Η Βόρεια Αμερική, και ιδιαίτερα η Αφρική και η Ασία απολαμβάνουν όλο και περισσότερου χώρου.
Ακριβώς όπως η παγκοσμιοποίηση φέρνει το θέμα των εθνικών ταυτοτήτων στην πρώτη γραμμή, έτσι και οι ομάδες όπως η Atletico de Μπιλμπάο στρατολογούν αυστηρά Βάσκους παίκτες, αποφεύγουν το κοσμοπολίτικο μίγμα της Real Μαδρίτης ή του F. C της Βαρκελώνης. Αυτός ο αποκλεισμός ωστόσο είναι σπάνιος. Ως εκ τούτου, στη Γαλλία, η Μπαστία είναι ακόμα το αστέρι του Κορσικανικού ποδοσφαίρου, αλλά σπάνια βλέπουμε Κορσικανούς να αγωνίζονται για λογαριασμό της ομάδας.
Οι Διασυνοριακοί Παίκτες
Επιστρέφοντας στους παίκτες σε σχέση με τις διεθνείς σχέσεις, μια άλλη σύγκριση μπορεί να γίνει μεταξύ του ποδοσφαίρου και της μελέτης του κόσμου σήμερα. Οι ειδικοί στην πολιτική επιστήμη έχουν παρατηρήσει ότι τα κράτη έχουν χάσει το μονοπώλιο που είχαν, και ότι άλλοι φορείς έχουν εισαχθεί στον διεθνή χώρο ως ανταγωνιστές των κρατών. Σε αυτούς τους φορείς περιλαμβάνονται οι διεθνείς οργανισμοί, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις (NGOs), οι πολυεθνικές επιχειρήσεις και ακόμη και οργανώσεις της μαφίας.
Έχουμε αναφέρει ήδη τη FIFA (που, στους νομικούς όρους, αποτελεί έναν ΜΚΟ), και δεν αναφέρουμε την μαφία, παρά το γεγονός ότι αυτή διαδραματίζει έναν σοβαρό ρόλο στο Κολομβιανό και στο Ρωσικό ποδόσφαιρο. Προχωρώντας, μπορούμε επίσης να παρατηρήσουμε το αυξανόμενο βάρος που προσδίδουν οι εθνικές και οι πολυεθνικές εταιρίες. Ο ρόλος των επιχειρήσεων στην χορηγία του Αθλητισμού δεν είναι κάτι το νέο, ό,τι και αν γίνεται είμαστε υποχρεωμένοι να παίρνουμε υπόψη μας την επιρροή της peugeot στην Sochaux, της Fiat στην Juventus ή της Philips στην PSV Αϊντχόβεν. Σήμερα, παρόλα αυτά, κινούμαστε πάνω σε μια απολύτως διαφορετική κλίμακα. Στην Ιαπωνία παραδείγματος χάριν, οι ομάδες που συμμετέχουν στο πρωτάθλημα δεν αντιπροσωπεύουν διαφορετικές πόλεις, αλλά διαφορετικές επιχειρήσεις.
Η Nike έχει υπογράψει μια μακροπρόθεσμη σύμβαση με τη Βραζιλία που προκαλεί σχόλια ότι η δημοφιλέστερη εθνική ομάδα είναι αγορασμένη από μια πολυεθνική. Τον Δεκέμβριο του 1996, δεκαετής συμφωνία αξίας $400 εκατομμυρίων υπεγράφη. Η σύμβαση αποτελείται από δύο μέρη. Το πρώτο, αξίας $220 εκατομμυρίων, περιλαμβάνει την προμήθεια αθλητικού εξοπλισμού στις ομάδες όλης της Βραζιλίας. Το δεύτερο μέρος, που καταδεικνύει την προθυμία από μέρους της Nike να συνάψει μακράς διαρκείας δεσμούς με τη Βραζιλία, περιλαμβάνει τη δέσμευση $180 εκατομμυρίων για τα διάφορα προγράμματα όπως είναι η κατασκευή της νέας έδρας για τη Βραζιλιάνικη ομοσπονδία ποδοσφαίρου στο Ρίο και ένα μουσείο ποδοσφαίρου, την επέκταση των κέντρων κατάρτισης στις περιοχές που στερούνται από κάτι τέτοιο, την ανάπτυξη των πρωταθλημάτων στις φτωχογειτονιές των μεγάλων πόλεων, κ.λπ. Μπορεί αυτή η συμφωνία να έχει επιπτώσεις στη σύνθεση της ομάδας; Ένας παίκτης που ανήκει σε μια ομάδα που συνδέεται με μια ανταγωνίστρια της Nike εταιρεία θα είχε μια πιθανότητα να επιλεχθεί στην εθνική ομάδα της Βραζιλίας; Θα φαινόταν ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Άντερσον άφησε τη γαλλική ομάδα του Μονακό (που εξοπλίζεται από την Adidas) για να παίξει στη Μπαρτσελόνα (nike), ήταν το γεγονός ότι με αυτόν τον τρόπο μπορεί, έπειτα, να επιλεχτεί για τη βραζιλιάνικη Εθνική ομάδα. Το αστέρι του ποδοσφαίρου Eric Cantona απέδωσε την αποτυχία του Γάλλου παίκτη Ibrahim Ba να επιλεχθεί για τη Γαλλική Εθνική ομάδα στο γεγονός του πλαισίου της σύμβασης του παίκτη με την Nike, ενώ η Adidas είναι ο επίσημος χορηγός της γαλλικής ομάδας. 1
Το Ποδόσφαιρο και το έθνος
Ξέρουμε ότι η Πορτογαλία πάντα φοβόταν μήπως απορροφηθεί από την Ισπανία, και ότι οι δύο χώρες πάντα με ζηλοφθονία έχουν περιφρουρήσει τις διαφορετικές εθνικές ταυτότητές τους. Εντούτοις, με δεδομένο ότι δεν θα είχαν ένα υψηλό επίπεδο τέτοιο ώστε για να τους επιτρέπει την κατάλληλη προετοιμασία για τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, οι σημαντικότερες και οι περισσότερο αντιπροσωπευτικές πορτογαλικές ομάδες όπως η Πόρτο, η Benfica και η Σπόρτιγκ της Λισσαβώνας έχουν κάνει αίτηση για να συμμετάσχουν στο ισπανικό πρωτάθλημα. Εάν αυτό γινόταν, η Ισπανία θα πετύχαινε κάτι που δεν είχε κατορθώσει να επιτύχει για αιώνες, δηλαδή την ένταξη της Πορτογαλίας στη σφαίρα επιρροής της.
Φυσικά, τα πρόσφατα γεωπολιτικά γεγονότα έχουν αντίκτυπο στον τρόπο που το ποδόσφαιρο οργανώνεται. Αλλά το ποδόσφαιρο εν μέρει έχει αντιδράσει σε αυτά τα γεγονότα και ο ρόλος του δεν είναι μόνο παθητικός.
Ο εσωτερικός κατακερμάτισμός των ευρωπαϊκών πολυεθνικών αυτοκρατοριών σε διάφορα κράτη είχε άμεση επίδραση στο πολλαπλασιασμό του αριθμού των εθνικών ομάδων στην Ευρώπη. Οι σοβιετικές, οι γιουγκοσλαβικές και οι τσεχοσλοβάκικες ομάδες δεν υπάρχουν πλέον και έχουν προκαλέσει δεκαπέντε, πέντε, και δύο εθνικές ομάδες αντίστοιχα. Δεν είναι τυχαίο ότι μεταξύ των πρώτων μέτρων που λήφθηκαν από τα νέα ανεξάρτητα κράτη ήταν το αίτημα για την ιδιότητα μέλους της FIFA, σαν αυτό να ήταν τόσο φυσικό και τόσο απαραίτητο όσο η ιδιότητα μέλους των Η.Ε, σαν ένα κράτος να μην καθορίζεται πλέον από τα τρία συμβατικά μόνο στοιχεία (έδαφος, πληθυσμός και κυβέρνηση), αλλά και από ένα τέταρτο στοιχείο: την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου του.
Αλλά οι εθνικές ομάδες δεν είναι μόνο ένα αποτέλεσμα της δημιουργίας των νέων κρατών, έχουν βοηθήσει συχνά στην προσπάθεια να σφυρηλατηθεί η ιδέα του έθνους. Κατά συνέπεια, για τα νέα κράτη όπου το εθνικό συναίσθημα είναι εύθραυστο ή κάτω από απειλή, είναι σίγουρο ότι η σταθεροποίηση του εθνικού συναισθήματος έχει ενισχυθεί, περισσότερο από ότι κάποιος μπορεί να υποψιάζεται, από το ποδόσφαιρο, το οποίο έχει χρησιμεύσει περισσότερο από μία φορά για να συνενώσει μια τραυματισμένη κοινότητα. Ήταν ο ίδιος ο Κροάτης Πρόεδρος Tudjman που ζήτησε να εγκαταλείψει η ομάδα του Ζάγκρεμπ, η Dynamo, το ιστορικό όνομά της για να πάρει αυτό της "Croatia", δηλώνοντας ότι το όνομα "Croatia" θα βοηθούσε στην επιβεβαίωση της ύπαρξης της Κροατίας, ενώ ο δυτικός κόσμος θα είχε ερμηνεύσει το όνομα "Dynamo" με την σημασία ότι "δεν είμαστε ακόμα ελεύθεροι από την μπολσεβικική και την βαλκανική κληρονομιά". Ο προπονητής Blazevic εξηγεί ότι ήταν αυτός που αφύπνησε τον κροατικό εθνικισμό όταν η ομάδα που αυτός προπονούσε, η Dynamo του Ζάγκρεμπ, κέρδισε το γιουγκοσλαβικό πρωτάθλημα του 1982 σε βάρος του Ερυθρού Αστέρα του Βελιγραδίου, 2 μια σερβική ομάδα.
Όπως φαίνεται, το ποδόσφαιρο έχει μια διαπρεπή θέση στην επιβεβαίωση της ύπαρξης των πρόσφατα ανεξάρτητων χωρών. Το 1995, Pavel Katchatrian, γενικός γραμματέας της Αρμενικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου, δήλωσε στην International Herald Tribune : "Μετά από όλα όσα έχουν συμβεί, την απώλεια τόσων πολλών σπιτιών και τόσων πολλών ζωών, οι άνθρωποι μέσα σε αυτό το μετασχηματιστικό περιβάλλον έχουν πιθανότητα να αποτελέσουν μια χώρα." Και ο δημοσιογράφος, ο οποίος αναφέρθηκε στις ισοπαλίες ανάμεσα στην Αρμένικη ομάδα και εκείνη της Βόρειας Ιρλανδίας και στην συνέχεια με την αντίστοιχη της Πορτογαλίας, έγραψε: "Τα γεγονότα αυτά αποτελούν κομμάτια χρυσού για τις αναδυόμενες χώρες. Συμβολίζουν το έθνος, συνεισφέρουν στην αναγνώριση. Είναι μια πηγή μεγάλης υπερηφάνειας." 3
Αλλά το φαινόμενο αυτό δεν ισχύει μόνο για τα αναδυόμενα κράτη. Οι δημοσιογράφοι του διάσημου περιοδικού του Λονδίνου, The Economist, σχεδόν σοκαρίσθηκαν όταν ανακάλυψαν ότι για τους Βρετανούς νέους η αιτία που αποτελούσε συχνότερα την βάση για την υπερηφάνεια τους ήταν η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου και όχι η μνήμη της μεγάλης αυτοκρατορίας ή άλλα κίνητρα που συνδέονταν πολύ περισσότερο με την παραδοσιακή αίσθηση της ισχύος. 4
Το Ποδόσφαιρο ανάμεσα σε πολέμους, κυρώσεις και συμφιλιώσεις
Οι πόλεμοι δεν διεξάγονται σήμερα πλέον μεταξύ των κρατών. Οι τριάντα ή περίπου τόσες συγκρούσεις που λαμβάνουν χώρα σήμερα στον κόσμο περιορίζονται μέσα στα κρατικά σύνορα. Έχουμε μετακινηθεί από τους πολέμους μεταξύ των κρατών στους πολέμους μέσα στα κράτη. Έτσι το ποδόσφαιρο αποτελεί το τελευταίο πεδίο για άμεση αντιπαράθεση μεταξύ αντίπαλων χωρών;5 Πριν από τον ημι-τελικό του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος του 1996 μεταξύ της Αγγλίας και της Γερμανίας, οι Times του Λονδίνου παράφρασαν το αξίωμα του Clausewitz, σύμφωνα με το οποίο "ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα", δηλώνοντας ότι: "το ποδόσφαιρο, [ είναι ] η συνέχεια του πολέμου με άλλα μέσα".6 Αυτός το ματς δήλωνε μόνο την ανάγκη εκδίκησης για τον τελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1966 μεταξύ αυτών των δύο χωρών με το πολύ -συζητημένο αποτέλεσμά του, ή ήταν εκδίκηση για την διεξαγωγή του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου;
Δεδομένου ότι ο πόλεμος μεταξύ κρατών απαγορεύεται, δεν θα διεξαχθεί στα στάδια; Ο αθλητισμός έχει γίνει υποκατάστατο των εθνικιστικών εντάσεων; Ακόμα κι αν υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των ομάδων ή/και μεταξύ των οπαδών, δεν είναι αυτός καλύτερος τρόπος αντιπαράθεσης από ότι η στρατιωτική αντιμετώπιση ? Ένα Παγκόσμιο Κύπελλο δεν είναι καλύτερο παρά ένας Παγκόσμιος Πόλεμος;
Όπως γράφει ο Eric Dunning: "Στα πλαίσια των σταθερών εθνών -κρατών, των κοινωνιών όπου το κράτος κρατά το μονοπώλιο στη χρήση της φυσικής δύναμης, ο αθλητισμός αντιπροσωπεύει τη μόνη ευκαιρία για απρόσωπες οντότητες, όπως είναι οι πόλεις, για ενότητα. Με τον ίδιο τρόπο, στο διεθνές επίπεδο, τα αθλητικά γεγονότα όπως οι ολυμπιακοί αγώνες και το Παγκόσμιο Κύπελλο αποτελούν, κατά τρόπο ορατό και κανονικό, την μόνη δυνατότητα μέσω της οποίας τα κράτη- έθνη ενοποιούνται σε περιόδους ειρήνης. Ο αθλητισμός έχει επεκταθεί σε διεθνή κλίμακα, και ισορροπεί ανάμεσα στην ανάπτυξη της διεθνούς αλληλεξάρτησης και στην ύπαρξη, εκτός εξαιρέσεων, της παγκόσμιας ειρήνης (αν και εύθραυστη και ασταθής). Τα αθλητικά γεγονότα όπως οι ολυμπιακοί αγώνες επιτρέπουν στους αντιπροσώπους των διαφορετικών εθνών να αντιμετωπίσουν ο ένας τον άλλο χωρίς την δολοφονία του ενός από τον άλλο, αν και το αν πρόκειται για μία εικονική αντιμετώπιση μέσω του ματς ή για μια "πραγματική" εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από το προϋπάρχον επίπεδο έντασης μεταξύ των ανταγωνιζόμενων κρατών ".7
Θα ήταν αδύνατο να μην αναφερθεί σε αυτό το σημείο ο διάσημος "πόλεμος ποδοσφαίρου" του 1969 μεταξύ του Ελ Σαλβαδόρ και της Ονδούρας που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του προκριματικού του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970 για το Μεξικό. Στις 8 Ιουνίου του 1969, η Ονδούρα νίκησε το Ελ Σαλβαδόρ 1-0, χάρη σε ένα γκολ που σημειώθηκε την τελευταία στιγμή. Δεν ήταν ότι καλύτερό είχε τύχει στους παίκτες του Ελ Σαλβαδόρ, και αυτό εξαιτίας της αποδοτικότητας των οπαδών της Ονδούρας οι οποίοι την προηγούμενη νύχτα είχαν ζώσει την περιοχή γύρω από το ξενοδοχείο που είχαν καταλύσει οι παίκτες του Ελ Σαλβαδόρ προκειμένου να τους κρατήσουν ξάγρυπνους. Ο επαναληπτικός αντίστοιχα πραγματοποιήθηκε σε μια φανατική ατμόσφαιρα. Η ομάδα της Ονδούρας έπρεπε να οδηγηθεί στο στάδιο με ένα θωρακισμένο όχημα, η σημαία της Ονδούρας ξεσχίστηκε και η ομάδα έχασε με 3-0. Δύο οπαδοί της Ονδούρας σκοτώθηκαν. Ως συνέπεια, τα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών έκλεισαν. Το Ελ Σαλβαδόρ διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με την Tegucigalpa. Έτσι, στις 14 Ιουλίου του 1969, ο στρατός του EL Σαλβαδόρ επιτέθηκε στην Ονδούρα, και προκάλεσε έναν πόλεμο που διάρκεσε τέσσερις ημέρες προτού να μεσολαβήσει η OAS (Οργάνωση των Αμερικανικών Κρατών) και να επιτύχει μια εκεχειρία και έτσι τα στρατεύματα του Ελ Σαλβαδόρ αποσύρθηκαν.
Για μερικούς, η κατάσταση ήταν σαφής: δύο χώρες, οι κάτοικοι των οποίων ήταν προφανώς τόσο υπανάπτυκτοι όσο οι οικονομίες τους, άρχισαν πόλεμο μεταξύ τους με αφορμή ένα ηλίθιο παιχνίδι ποδοσφαίρου. Αλλά το να θεωρήσει κανείς ότι αυτός ο αγώνας ποδοσφαίρου, αν και αποτελούσε κριτήριο για το ποια ομάδα θα προκρίνονταν στο Παγκόσμιο Κύπελλο που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στο γειτονικό Μεξικό, ήταν "υπεύθυνος" για τον πόλεμο είναι τόσο ακριβές όσο το να ισχυρισθούμε ότι η δολοφονία του αρχιδούκα Ferdinand στο Σεράγεβο το 1914 ήταν η αιτία του πρώτου παγκόσμιου πολέμου. Και στις δύο περιπτώσεις είναι προφανές ότι το προκληθέν γεγονός είχε πράγματι, ιστορικές, κοινωνικές και πολιτικές αιτίες.
Η Ονδούρα, με μια πυκνότητα πληθυσμού δεκαοχτώ κατοίκων ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο έχει πάντα το κάτοικους από το υπέρ - πυκνοκατηκοιμένο Ελ Σαλβαδόρ. 300,000 υπήκοοι του Ελ Σαλβαδόρ ζούσαν, οι περισσότεροι από αυτούς παράνομα, στο έδαφος της Ονδούρας στο τμήμα που συνορεύει με το Ελ Σαλβαδόρ. Αυτή η κατάσταση προκάλεσε την ακραία ένταση. Επιπλέον, η εμπλοκή σε σύγκρουση με το Ελ Σαλβαδόρ επέτρεψε στη κυβέρνηση της Ονδούρας να συνενώσει τους πολίτες της στο εσωτερικό και να συντρίψει την αντίσταση που προέβαλλαν οι τελευταίοι στην αγροτική μεταρρύθμιση.
Ομοίως, στη Γιουγκοσλαβία, οι πρώτες ρωγμές στην ομοσπονδία θα μπορούσαν να φανούν στις 13 Μαρτίου 1990 κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης μεταξύ της Δυναμό του Ζάγκρεμπ και του Ερυθρού Αστέρα Βελιγραδίου. Τα πράγματα οξύνθηκαν πολύ μεταξύ των οπαδών των δύο ομάδων, εξαιτίας του ότι η μια ομάδα ήταν Κροάτικη και η άλλη Σέρβικη. Περισσότεροι από εξήντα άνθρωποι τραυματίστηκαν σοβαρά. Ίσως το ίδιο το ενοποιημένο Γιουγκοσλάβικο κράτος πέθανε συμβολικά στις 26 Σεπτεμβρίου του 1990, κατά τη διάρκεια της συνάντησης ανάμεσα στην Hadjuk και στην Partizan Βελιγραδίου, όταν οι υποστηρικτές της Hadjuk μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο και έκαψαν τη γιουγκοσλαβική σημαία. "Το πρώτο γεγονός έδειξε ότι οι Σέρβοί και οι Κροάτες οπαδοί δεν θα μπορούσαν πλέον να είναι στο ίδιο στάδιο μαζί, το δεύτερο κατέδειξε ότι το Γιουγκοσλαβικό κράτος είχε χάσει όλη την αίγλη του πέρα από ένα σημαντικό τμήμα του εδάφους του". 8 δήλωσε ο Zeljko Raznatovic, καλύτερα γνωστός ως Arkan, που μεταβλήθηκε αργότερα σε Σέρβο εγκληματία πολέμου αλλά απέκτησε την καταρχήν φήμη του ως ο κύριος οπαδός του Ερυθρού Αστέρα Βελιγραδίου. Ο ίδιος δήλωσε μερικά έτη αργότερα: "στις 13, υπήρξε ένα ματς και αμέσως μετά οργανωθήκαμε. Εκείνο το ματς στο Ζάγκρεμπ με έκανε να καταλάβω ότι θα ξεκινούσε ένας πόλεμος, θα μπορούσα να το δω όλο και ήξερα ότι η (κροατικοί φασίστες στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο) λεπίδα της Ustashi για άλλη μια φορά θα έσφαζε τα Σερβικά γυναικόπαιδα."9
Το ποδόσφαιρο χρησιμοποιήθηκε επίσης για να τιμωρηθεί η Γιουγκοσλαβία. Η γιουγκοσλαβική ομάδα αποκλείστηκε από το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1992, το Βελιγράδι θεωρήθηκε υπεύθυνο για τον πόλεμο. Για τη διεθνή κοινότητα που επέβαλε αυτήν την κύρωση, ήταν ένας τρόπος, μια συμβολική και ισχυρή στάση, ενάντια στο Βελιγράδι χωρίς να διατρέξει στρατιωτικούς κινδύνους. Η απόφαση εκλήφθηκε ως πολύ σκληρή από τους Σέρβους και, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, χαρακτήρισε τον αποκλεισμό της Σερβίας από την διεθνή κοινότητα. 10
Αλλά το ποδόσφαιρο μπορεί επίσης να εξυπηρετήσει και ειρηνικές διαδικασίες . Στις 20 Μαρτίου του 1994, όταν συζητήθηκε ο ρόλος του UNPROFOR από τη βοσνιακή κοινότητα, ο διοικητής- Βρετανός στρατηγός Michael Rose, οργάνωσε ένα ματς μεταξύ της ομάδας του Σεράγεβου και της αντίστοιχης του UNPROFOR. Ο στόχος ήταν να δειχτεί ότι η ειρήνη για άλλη μια φορά κυριάρχησε στο Σεράγεβο επειδή απλά μπορεί να παιχτεί ποδόσφαιρο. Αλλά το ματς περιφρουρήθηκε από τέσσερα αμερικανικά F16, τρία βρετανικά ελικόπτερα, οκτώ γαλλικά αεροσκάφη και αρκετούς στρατιώτες για να αποτραπεί ο βομβαρδισμός του σταδίου από τους Σέρβους.
Χάρη στη συμβολική δύναμή του, το ποδόσφαιρο μπορεί να συμβάλει στη συμφιλίωση. Ο Λιβεριανός, George Weah, το αστέρι της Paris Saint Germain και μετέπειτα της Μίλαν, έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στο να καταστεί η εθνική ομάδα ένα ενιαίο σύνολο σε μια χώρα που σπαρασσόταν από τον εμφύλιο πόλεμο. Το μήνυμα ειρήνης διευκολύνθηκε αρκετά από την επιρροή του.
Τον Μάρτιο του 1998, ο Joao Havelange, μετέπειτα Πρόεδρος της FIFA, ανήγγειλε ένα πρόγραμμα στον Τύπο: να οργανωθεί ένα ματς μεταξύ των εθνικών ομάδων της Παλαιστίνης και του Ισραήλ. "Εάν δεν πετύχω στην οργάνωση αυτού του ματς, θα λυπηθώ βαθειά, επειδή το ποδόσφαιρο μπόρεσε να βοηθήσει δύο λαούς που είναι σε διαφωνία για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα, να φθάσουν σε έναν συμβιβασμό και μια αλληλοκατανόηση. Όπου η πολιτική, η διπλωματία και ο επιχειρησιακός κόσμος έχουν αποτύχει, πιστεύω ότι το ποδόσφαιρο μπορεί να πετύχει." 11
Το ματς του Παγκόσμιου Κυπέλλου μεταξύ του Ιράν και των Ηνωμένων Πολιτειών στις 27 του Ιουνίου θα μπορούσε να γίνει το πρώτο κύριο σημείο στον δρόμο της συμφιλίωση μεταξύ των δύο χωρών.
Ανακλώντας τον σημερινό κόσμο
Έτσι, το ποδόσφαιρο είναι μια αντανάκλαση. Δεν πρέπει να εξαπατηθούμε από την ιδιαίτερα θεαματική φύση του. Ένας αγώνας ποδοσφαίρου δεν θα προκαλέσει τη σύγκρουση μεταξύ δύο χωρών που απολαμβάνουν καλές σχέσεις, ούτε θα φέρει την ειρήνη ανάμεσα σε δύο έθνη που επιθυμούν να είναι χωρισμένα. Το ποδόσφαιρο δεν προκάλεσε τον πόλεμο μεταξύ του Ελ Σαλβαδόρ και της Ονδούρας, ή αυτόν στη Γιουγκοσλαβία, ακριβώς όπως από μόνο του δεν έφερε την ειρήνη στη Λιβερία ή δεν θα αναδημιουργήσει τις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ιράν. Αλλά μπορεί να προειδοποιήσει για μια κατάσταση που επιδεινώνεται ή που βελτιώνεται. Παρέχει έναν τρόπο για τους φορείς σε διεθνές επίπεδο να χωρισθούν ή να ζήσουν από κοινού. Έτσι η σημασία του δεν πρέπει να ανάγεται σε καθοριστική ή να υποτιμάται.
Το 1954, η Δυτική Γερμανία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ. Αυτό πρόσθεσε την τελική σφραγίδα στη γερμανική επανένταξη της τελευταίας στη δυτική οικογένεια μετά το τέλος του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου. Η νίκη του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1954 θεωρήθηκε στη Γερμανία ως ένα σημαντικό στοιχείο σε ότι αφορούσε στην επιβεβαίωση της θέσης της. Οι Γερμανοί είπαν: "Έχουμε γίνει κάποιοι πάλι." Η νίκη του Παγκόσμιου Κυπέλλου έσβησε τα τελευταία ίχνη απώλειας του Παγκόσμιου Πολέμου.
Με τον ίδιο τρόπο, η νίκη, κατά την διάρκεια του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1974, της ΛΔ Γερμανίας εναντίον της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, που πραγματοποιήθηκε στη Δυτική Γερμανία, θεωρήθηκε ως η νίκη του σοσιαλισμού εναντίον την κεφαλαιοκρατίας, αλλά και της γενναίας Ανατολικογερμανικής ομάδας ενάντια στην αναιδή Δυτικογερμανική ομάδα.
Έχει υπάρξει συχνά ένα πολύ καθορισμένο διπλωματικό υπόβαθρο στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Το πρώτο (1930) πραγματοποιήθηκε στην Ουρουγουάη, η οποία γιόρταζε την εκατονταετία της ανεξαρτησίας της. Πράγματι, το στάδιο όπου πραγματοποιήθηκε ο τελικός αποκλήθηκε το "Στάδιο της Ανεξαρτησίας", ένα βαρυφορτωμένο συμβολικό όνομα εναντίον του γείτονα και ανταγωνιστή του, της Αργεντινής, αφού το Μοντεβίδεο είχε κερδίσει την ανεξαρτησία του εις βάρος του Μπουένος Άϊρες.
Το 1934, το Παγκόσμιο Κύπελλο πραγματοποιήθηκε στην Ιταλία, και προκάλεσε ένα κύμα φασιστικής προπαγάνδας. Ο Mussolini παρουσίασε την ιταλική νίκη (που ανανεώθηκε τέσσερα έτη αργότερα στη Γαλλία) ως νίκη του φασισμού απέναντι στις άλλες ιδεολογίες. Και ενέπνευσε έντονα τον Hitler που χρησιμοποίησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου του 1936 με τον ίδιο τρόπο.
Το 1978, η Aργεντίνικη χούντα θέλησε να διοργανώσει το Παγκόσμιο Κύπελλο (το Μπουένος Άϊρες ήταν επιλεγμένο για να το φιλοξενήσει προτού να έρθει η βάναυση δικτατορία στην εξουσία) για να νομιμοποιήσει το καθεστώς της. Εκείνοι που απαίτησαν ένα μποϊκοτάρισμα αυτού του Παγκόσμιου Κυπέλλου δεν ακούστηκαν. Οι παίκτες του ποδοσφαίρου που είχαν αγωνιστεί σκληρά για να επιλεγούν από τις εθνικές τους ομάδες ήταν επιφυλακτικοί για την απόσυρση από την τελική φάση και υπογράμμισαν το γεγονός ότι δεν ενδιαφέρονταν για την πολιτική. Πράγματι, οι αντίπαλοι της χούντας, συμπεριλαμβανομένης της βασικής ομάδας των ανταρτών, Los Monteneros, απαίτησαν από τους αλλοδαπούς να έρθουν στην Αργεντινή για να καταγγείλουν τη δικτατορία. Στο τέλος, οι αργεντινοί στρατιωτικοί δεν επέτυχαν το στόχο τους. Ναι, το Παγκόσμιο Κύπελλο πραγματοποιήθηκε και κανένας δεν το μποϊκόταρε, η Αργεντινή το κέρδισε αλλά ακόμη, κα για αρκετούς μήνες εκ των προτέρων και κατά τη "διάρκεια", ο διεθνής Τύπος ήταν πλήρης ιστοριών των βασανιστηρίων και των δολοφονιών που είχε επιτελέσει η χούντα.
Παγκοσμιοποίηση σημαίνει επίσης ότι οι ξένοι μπορούν να κοιτάξουν εντός και να συγκρίνουν, και μπορούν επίσης και να επικρίνουν. Αυτό που ήταν δυνατό το 1934 δεν ήταν πλέον επιτρεπόμενο το 1978 και θα ήταν ακόμα λιγότερο επιτρεπτό σήμερα. Κατά συνέπεια η Νιγηρία έχασε το δικαίωμα να φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο Νέων λόγω της δικτατορικής φύσης του καθεστώτος της.
Εντούτοις, κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1998, η Κροατία ήταν σε θέση, χάρη στην ομάδα του ποδοσφαίρου της, να μας κάνει να ξεχάσουμε το ρόλο της στον πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία και τη μάλλον μη δημοκρατική φύση του καθεστώτος της. Χάρη στο ποδόσφαιρο, η τελευταία διαδραμάτισε το ρόλο μιας μικρής χώρας που προκαλεί θαρραλέα τις μεγάλες χώρες, μια χώρα που μόλις στάθηκε στα πόδια της μετά από μια δύσκολη γέννα, μόλις ξεμπέρδεψε με τον πόλεμο εισήλθε ήδη στο μέτωπο της παγκόσμιας σκηνής.
Η απόφαση για το που Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 θα πραγματοποιούταν προκάλεσε μια έντονη διπλωματική προσπάθεια. Για πρώτη φορά, δεν θα οργανωθεί στην Αμερική ή στην Ευρώπη αλλά στην Ασία, ως σύμβολο της Παγκοσμιοποίησής της εν λόγω ηπείρου. Δύο χώρες πάλεψαν για να έχουν την τιμή αυτή: η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα. Η αυτοκρατορία του ήλιου είναι σχετικά μια νέα χώρα σε ότι αφορά τους όρους του ποδοσφαίρου, αλλά αναπτύσσει με ταχύτητα μια πλούσια και ελπιδοφόρο αγορά. Η Νότια Κορέα έχει μια πιό μακροχρόνια ιστορία στο ποδόσφαιρο, η εθνική ομάδα της έχει συμμετάσχει πέντε φορές στην τελική φάση του Παγκόσμιου Κυπέλλου (Ελβετία το 1954, Μεξικό το 1986, Ιταλία το 1990, Ηνωμένες Πολιτείες το 1994 και Γαλλία το 1998). Σε αυτήν την δραστηριότητα μπορεί να προστεθεί και η συμμετοχή της βόρειας Κορέας το 1966. Για την Ιαπωνία, που φιλοξενεί το Παγκόσμιο Κύπελλο θα ήταν ένας τρόπος για να αποκτήσει κυρίαρχη θέση στην περιοχή. Για τη Νότια Κορέα, θα ήταν ένας τρόπος να επεκτείνει αυτήν την υπεροχή και να ανανεώσει την επαφή της με τη Βόρεια Κορέα από την οποία έχει χωριστεί από το τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου
Στο τέλος, η FIFA αποφάσισε ότι οι δύο τους θα μοιράζονταν την ευθύνη της διοργάνωσης του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Για το Michel Platini, "είναι, στην πραγματικότητα, μια πολιτική απόφαση, η οποία δεν είναι καλή για το ποδόσφαιρο". 12 Ήταν πράγματι μια πολιτική απόφαση που στόχευσε στο να φέρει πιό κοντά τους παραδοσιακούς εχθρούς, την Κορέα και την Ιαπωνία, δεδομένου ότι ούτε η καθιέρωση της δημοκρατίας ούτε η οικονομική επιτυχία έχουν πετύχει στη θεραπεία των πληγών της ιστορίας.
"Εάν ο Joao Havelange [ ο Πρόεδρος της FIFA ] έχει το βλέμμα του στραμμένο προς το βραβείο Νόμπελ για την ειρήνη, πρέπει να επιτρέψει στην Νότια Κορέας να διοργανώσει το Παγκόσμιο Κύπελλο. Το Παγκόσμιο Κύπελλο θα συνέβαλλε στην ειρήνη. Ο στόχος μας αφορά όχι μόνο την ενίσχυση του αθλητισμού ή των οικονομικών, αλλά εμπεριέχει επίσης και τον στόχο της ειρήνης ", εξήγησε Chung Mong-Joo, Πρόεδρος της κορεατικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου, αλλά και αντιπρόεδρος της FIFA.13Επιπλέον, το 1998, ο Joao Havelange επρόκειτο να προτείνει στον Πρόεδρο της Βόρειας Κορέας να διαμορφωθεί μια ενοποιημένη κορεατική ομάδα για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002.
Εκτός από την αναπόφευκτη μεγαλομανία της φύσης της απόφασης που ελήφθη από το πρόσωπο που έχει το προβάδισμα στη FIFA από το 1974, πρέπει να είμαστε και λογικοί. Εάν τα δύο Κορέες έχουν αποφασίσει να πλησιάσουν η μια την άλλη πιό κοντά πολιτικά, το ποδόσφαιρο θα μπορούσε να συμβάλλει σε αυτήν την κατεύθυνση. Η αγάπη της στρογγυλής θεάς, όσο ισχυρή και αν είναι, δεν μπορεί να ενοποιήσει την Κορέα σε μια και ενιαία χώρα, πολύ περισσότερο από όσο πέτυχε να επιλύσει το πρόβλημα της σύγκρουσης ανάμεσα στην Παλαιστίνη και στο Ισραήλ. Η FIFA από μόνη της δεν μπορεί να επιτύχει εκεί όπου τα UN, οι United States, η Russia, η Europe, ο Πάπας ο Αραβικός κόσμος απέτυχε. Αλλά θα μπορούσε να βοηθήσει σε αποφάσεις που θα παρθούν σε άλλους τομείς δημιουργώντας ένα ευνοϊκό περιβάλλον. Το ποδόσφαιρο είναι ένας συμβολισμός (και επομένως αρκετά σπουδαίο) με την έννοια ότι μπορεί να επηρεάσει στην διεθνή πρόοδο . Δεν πρόκειται να είναι αποφασιστικός παράγοντας, αλλά καθόλου δεν στερείται σπουδαιότητας.
Endnotes
Note 1: Journal du Dimanche, 24 May 1998. Back.
Note 2: L’Equipe, 5 July 1998. Back.
Note 3: IHT, 17 November 1995. Back.
Note 4: “Imperial Amnesia”, The Economist, 28 March 1998. Back.
Note 5: “Le sport c’est la guerre” was the controversial title of the article published in France by Le Monde Diplomatique, Manière de voir, May 1996. Back.
Note 6: The Times, 21 June 1996. Back.
Note 7: E. Dunning, “La Dynamique du sport moderne”, in N. Elias and E. Dunning, Sport et Civilisation (Paris: Fayard, 1994) p. 307. Back.
Note 8: O. Kebo, Erasmus Zagreb, quoted in Courrier International, no.233, 20 April 1995. Back.
Note 9: Srpsko Jedinstvo (Serbian unit), Serbian Unit Party Journal, no. 1, November 1994. Back.
Note 10: When, in December 1996, Yugoslavia was again permitted to participate in tournaments and go to Brazil to play its first football match and its trainer, Miljanic, was asked by the newspaper L’Equipe “what does this match mean for Yugoslav football?”, he declared, “It carries great political significance for our country and it represents a great sigh of relief for our football playing. We are back and we must now forget the past. We have been victims of political terrorism against the players, football and the game. We were hostages, now that is over. We feel like we have been saved”. Back.
Note 11: Journal du Dimanche, 15 March 1998. Back.
Note 12: Libération, 3 June 1996. Back.
Note 13: France football, June 1996. Back.
[1] Ο Pascal Boniface είναι διευθυντής του IRIS (Institut de Relations Internationales et Stratégiques), στο Paris
users.hol.gr/%7Ejoakim/geopolitique.htm
προσθέστε τα σχόλιά σας σε αυτό το άρθρο
15018
Και ένα παράδειγμα...
από Trompeur 3:01μμ, Τρίτη 4 Ιουνίου 2002
από σημερινή τλεγράφημα του ΑΠΕ
Πρακτορείο : ΑΠΕ
ΤΙΤΛΟΣ : Βρετανία - Αργεντινή- πατριωτισμός
Ημερομηνία - Ώρα : 04/06/2002-1255
Φτώχεια και εθνικιστική έξαρση στην Αργεντινή.
Κυκλοφορεί πολύ γαλανόλευκο τις τελευταίες ημέρες στην Αργεντινή. Πρόκειται για τα χρώματα της σημαίας της χώρας. Και ο λόγος που τα βλέπει κανείς τελευταία τόσο πολύ δεν είναι μόνο η παρουσία της Εθνικής Αργεντινής στο Μουντιάλ και η προχθεσινή της νίκη με 1-0 επί της Νιγηρίας. Από τότε που η οικονομία της χώρας κατέρρευσε, στα τέλη του περασμένου χρόνου, η Αργεντινή ζει μια εθνικιστική έξαρση. Το ξένο κεφάλαιο, που εισέρρευσε μαζικά κατά τη δεκαετία του '90, αντιμετωπίζεται πλέον με μεγάλη καχυποψία.
Στις ταραχές του περασμένου Δεκεμβρίου, που οδήγησαν στην ανατροπή της κυβέρνησης του Φερνάντο ντε λα Ρούα, τα σύμβολα του ξένου κεφαλαίου ήταν από τα πρώτα που επλήγησαν. Τα ΜακΝτόναλντ'ς, τα Μπέργκερ Κινγκ και τα Μπλοκμπάστερ λεηλατήθηκαν από το οργισμένο πλήθος, που σε ορισμένα απ'αυτά έβαλε φωτιά.
Οι ξένες τράπεζες έχουν δεχθεί τόσες επιθέσεις τους τελευταίους μήνες, ώστε πολλές απ'αυτές έχουν υψώσει ατσάλινα οδοφράγματα και έχουν προσλάβει ένοπλους
φρουρούς για να απομακρύνουν τους εξαγριωμένους καταθέτες. Πριν από λίγο καιρό, μια επαρχία του Μπουένος Αϊρες ψήφισε νόμο που επιβάλλει στα τοπικά καταστήματα και επιχειρήσεις να καταργήσουν τις ξενόγλωσσες επιγραφές τους μέσα στα δύο
επόμενα χρόνια.
«Ο,τιδήποτε ξένο δέχεται επίθεση, ιδίως αν προέρχεται από πολυεθνική», λέει ο Οσκαρ Σορία, ένας από τους χιλιάδες Αργεντινούς που προσπαθούν τον τελευταίο καιρό να αγοράζουν εγχώρια προϊόντα, αποφεύγοντας τα εισαγόμενα. «Αγοράζεις
εγχώρια προϊόντα επειδή αισθάνεσαι ότι με τον τρόπο αυτό τουλάχιστον κάποιον βοηθάς.»
Η διαφορά είναι μεγάλη από την περασμένη δεκαετία, όταν ένα ισχυρό νόμισμα και μια αναπτυσσόμενη οικονομία επέτρεπαν φτηνές εισαγωγές και τροφοδοτούσαν την αγάπη των κατοίκων για τις ξένες μάρκες. Σε μια προσπάθεια να ακολουθήσουν το πνεύμα της εποχής, οι εταιρείες της Αργεντινής υιοθετούσαν τότε ξένα ονόματα.
Σήμερα, ακόμη και η Κόκα-Κόλα «ντύνει» στα γαλανόλευκα τις διαφημίσεις της, ανησυχώντας για το αρνητικό κλίμα που υπάρχει για τις ξένες εταιρείες. Οι διάφορες έρευνες που πραγματοποιούν οι πολιτικοί επιστήμονες δείχνουν ότι
υπάρχει μια έξαρση των πατριωτικών συναισθημάτων, που προέρχεται κυρίως από τους δρόμους του Μπουένος Αϊρες.
Σε μια χώρα όπου ένας στους τέσσερις κατοίκους είναι άνεργος, και όπου η εκκλησία έχει προειδοποιήσει για τους κινδύνους κοινωνικής αποσύνθεσης, η νίκη της Αργεντινής στο Μουντιάλ προκάλεσε κύματα ευφορίας και πανηγυρισμούς που
κράτησαν όλη τη νύχτα. Ολη η Αργεντινή περιμένει τώρα το μεγάλο ματς με την Αγγλία, την ερχόμενη Παρασκευή.
Η τελευταία φορά που μια νίκη στο Παγκόσμιο Κύπελλο ήταν τόσο σημαντική ήταν το 1986, μερικά χρόνια μετά την εξευτελιστική ήττα της Αργεντινής από τη Βρετανία στα νησιά Φόκλαντ. Σήμερα, η Εθνική Αργεντινής αφιερώνει κάθε αγώνα
στο λαό της Αργεντινής και μερικές φορές βγαίνει στο γήπεδο με μπλουζάκια που υποστηρίζουν κάποια εθνική υπόθεση � όπως την αεροπορική εταιρεία Aerolineas Argentinas, που ιδιωτικοποιήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, πέρασε σε ισπανικά χέρια και στη συνέχεια χρεωκόπησε.
Για ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας της, η Αργεντινή είχε μια αμφιλεγόμενη σχέση με το ξένο κεφάλαιο και τις χώρες που το παρείχαν. Οι Βρετανοί, για παράδειγμα, έκαναν μεγάλες επενδύσεις στην Αργεντινή στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, οικοδομώντας το σιδηροδρομικό της δίκτυο και χρηματοδοτώντας τη βιομηχανία της. Η κοινή γνώμη άρχισε όμως σιγά-σιγά να αντιδρά στον μονοπωλιακό χαρακτήρα αυτών των εταιρειών. Το 1947, η κυβέρνηση του Χουαν Ντομίνγκο Περόν εθνικοποίησε τους σιδηροδρόμους. Ηταν μια κίνηση ιδιαίτερα δημοφιλής εκείνη την εποχή, που αποδείχθηκε όμως στη συνέχεια καταστροφική.
Την τελευταία δεκαετία, πρώτοι στις επενδύσεις στην Αργεντινή ήταν οι Ισπανοί, ακολουθούμενοι από τους Αμερικανούς. Μολονότι όμως η κοινή γνώμη αισθάνεται πικρία για τη στάση των ισπανικών εταιρειών, την οργή της τη στρέφει κυρίως κατά των Ηνωμένων Πολιτειών, των υποστηρικτών δηλαδή του οικονομικού μοντέλου που κατέστρεψε τη χώρα.
Στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας, η Αργεντινή ήλθε τόσο κοντά στις Ηνωμένες Πολιτείες ώστε ο υπουργός Εξωτερικών εκείνης της εποχής είχε μιλήσει για «σαρκική σχέση» ανάμεσα στις δύο χώρες. Η Αργεντινή καταψήφισε στα Ηνωμένα Εθνη μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κούβα, ενώ έφτασε να στείλει στρατεύματα και στον Κόλπο στο πλαίσιο της
εκστρατείας κατά του Ιράκ. Για τις προσπάθειές της αυτές, η Αργεντινή είχε χαρακτηριστεί επισήμως ένας «εξωνατοϊκός σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών».
Τώρα, οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις που έκαναν την Αργεντινή τόσο ελκυστική απέτυχαν, και οι Ηνωμένες Πολιτείες πιέζουν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να μη
χορηγήσει άλλα δάνεια στην Αργεντινή αν δεν προχωρήσει σε επώδυνες πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Ολη αυτή η καινούργια εθνικιστική έξαρση, πάντως, είναι ένα σύνθετο φαινόμενο. Οι κάτοικοι της Αργεντινής εξακολουθούν να είναι γοητευμένοι με την Ευρώπη, και οι τουρίστες αισθάνονται πολύ άνετα στη χώρα. «Οι άνθρωποι λένε το ένα και κάνουν το αντίθετο», σημειώνει ο Ρομπέρτο Κορτές Κόντε, ένας ιστορικός της οικονομίας. «Εκείνοι που στέκονται για ώρες στην ουρά για να αγοράσουν δολάρια ψηφίζουν με τα πόδια».
(Πηγή: Financial Times)